Πως το καθεστώς Ερντογάν υπέταξε τη Δικαιοσύνη
22/07/2020Γράφει η Ελένη Κωνσταντινίδου* –
Την τελευταία δεκαετία έχουμε γίνει μάρτυρες ενός απαράδεκτου λόγου να εκστομίζεται από πολιτικούς και άλλους αξιωματούχους στη γειτονική Τουρκία. Ωστόσο, αυτό θα ήταν σταγόνα στον ωκεανό, εάν δεν αφορούσε την τύχη ανθρώπων σε καθημερινή βάση. Δηλώσεις και ομιλίες στα ΜΜΕ και στα δικαστήρια συχνά προκαταβάλλουν την ετυμηγορία πριν από τη δικαστική απόφαση. Οι συνήθεις ύποπτοι φυσικά στο πολιτικό σκηνικό είναι κατά πλειοψηφία οι καθ’ υποψίαν σχετιζόμενοι με την Οργάνωση του Φετουλάχ Γκιουλέν και το Κουρδικό Κίνημα PKK, χωρίς βέβαια να εξαιρούνται και οι διάφορες μειονότητες που υπάρχουν στην Τουρκία.
Συγκεκριμένα, η Άγκυρα κατηγορεί την Οργάνωση (FETO) ως τρομοκρατική και ότι βρίσκεται πίσω από μία μακροχρόνια προσπάθεια, με σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης δια μέσου της ιδεολογικής επιρροής κρατικών λειτουργών στο στράτευμα, στην αστυνομία και στο δικαστικό σώμα. Από την άλλη πλευρά, η αντίσταση του ΡΚΚ στον πόλεμο της Συρίας, στον οποίο η Τουρκία έχει εμπλακεί από το 2011, έχει οδηγήσει τις σχέσεις των δύο πλευρών στο χειρότερο σημείο.
Επιχειρώντας να φρεσκάρουμε τη μνήμη μας θα πρέπει να πάμε πίσω στο 2008 και στην υπόθεση Εργκένεκον, όπου ο Ερντογάν για πρώτη φορά επιχείρησε να εκδιώξει οποιονδήποτε, ακόμα και αν μόνο σκεφτόταν να βρεθεί απέναντι στα σχέδιά του. Με τη δίκη αυτή, 275 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών, δημοσιογράφων και νομικών, βρέθηκαν στη φυλακή με την κατηγορία της ανατροπής της κυβέρνησης. Λίγο αργότερα, οι αρμόδιοι παραδέχτηκαν ότι η δίκη ήταν βασισμένη σε «κατασκευασμένα στοιχεία», και κατηγόρησαν τους δικαστές ότι ήταν μέλη της οργάνωσης Γκιουλέν.
Από τότε, τα πράγματα άρχισαν να γίνονται δύσκολα, όταν η υπόθεση διαφθοράς το 2013, ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην ιστορία της σύγχρονης Τουρκίας, που ενέπλεκε μέλη της οικογένειας Έρντογαν, κατάφερε να εμπνεύσει τους διαδηλωτές στο Πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης. Αυτό, καθώς και η επιχείρηση πραξικοπήματος του 2016, ήταν η αιτία να “ξεχειλίσει το ποτήρι”, όπου χιλιάδες άνθρωποι από όλη τη χώρα κατέληξαν στη φυλακή.
Όλα τα παραπάνω επηρέασαν σοβαρά τη λειτουργία του κράτους καθώς προέκυψε η ανάγκη αντικατάστασης των κρατικών λειτουργών. Θύμα αυτής της αναστάτωσης ήταν και το δικαστικό σώμα. Οι κατηγορίες εναντίον 4.500 δικαστών οδήγησαν στην καταδίκη 345 εξ αυτών, ενώ 617 είναι ακόμα σε εκκρεμότητα. Σύμφωνα με τον Καν Μπουρσαλί από την εφημερίδα The Independent, το 45% των δικαστών και εισαγγελέων δεν έχει πάνω από τρία
χρόνια εμπειρία.
Δικαιοσύνη και φόβος λήψης αποφάσεων
Μετά από όλο αυτό το ξεκαθάρισμα η Τουρκία έχει γίνει πλέον μια χώρα όπου οι κανόνες της δικαιοσύνης έχουν εξαφανιστεί και ακόμη και τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα έχουν χάσει κάθε αξία. Εν τω μεταξύ, πολλοί δικαστές, ανάμεσά τους και ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου, έχουν χάσει τη ζωή τους στη φυλακή. Ως αποτέλεσμα αυτού του κλίματος το δικαστικό σύστημα στη χώρα έχει γίνει “εργαλείο” στα χέρια της ισλαμικής κυβέρνησης του Προέδρου Ερντογάν. Μέσα σε αυτό το εργασιακό περιβάλλον η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το αύριο είναι διάχυτα συναισθήματα μεταξύ των εργαζομένων.
Στις αίθουσες των δικαστηρίων είναι εμφανής ο φόβος λήψης αποφάσεων που τυχόν θα δυσαρεστήσουν την κυβέρνηση, αναζητώντας συχνά πολιτική προστασία επίσημα ή ανεπίσημα. Η κατάσταση αυτή οδηγεί συχνά σε άδικες αποφάσεις εναντίων αθώων, προκειμένου να εφαρμοστεί ο νόμος για υπακοή και τιμωρία των εχθρών του Κράτους.
Παρόλο που στον πολιτικό χώρο, η ρητορική μίσους χρησιμοποιείται συχνά, στο δικαστικό σώμα είναι μάλλον ασυνήθιστο φαινόμενο.
Στο χώρο αυτό οι αξίες του σωστού και του λάθους θεωρούνται δεδομένες, προκειμένου να διασφαλισθεί η εφαρμογή των νόμων. Ωστόσο, στην περίπτωση της Τουρκίας, απίστευτες φράσεις ξεστομίζονται από δικαστικούς λειτουργούς στις αίθουσες αλλά και δημόσια. Όπως για παράδειγμα ο δικαστής Γιουνούς Σουέρ, ο οποίος εμφανίζεται να έχει πει σε γραπτή δήλωσή του «η προδοσία δεν τελειώνει μέχρι τη στιγμή που τα κεφάλια των προδοτών θα έχουν αποκεφαλιστεί».
Είναι ο δικαστής του 8ου Δικαστηρίου της Άγκυρας (αρμόδιο για εκδίκαση εγκλημάτων κατά της ειρήνης που ιδρύθηκε το 2014), ο οποίος στις 10 Νοεμβρίου του 2016, αποφάσισε με δύο σελίδες κείμενο, τη συνέχιση της κράτησης 345 δικαστών και εισαγγελέων, με την κατηγορία για τρομοκρατική δράση. Μια άλλη ηχηρή περίπτωση προέρχεται από τον επικεφαλής της Δικαστικής Επιτροπής της Κόνυα, δικαστή Χασάν Αλί, ο οποίος ισχυρίζεται ότι όλες οι διώξεις εναντίων των οπαδών του Γκιουλέν, έχουν την ευλογία του Θεού, καθώς είναι ισάξιες με ένα προσκύνημα στη Μέκκα ή στη Μεδίνα.
Κούρδοι και μειονότητες
Όσο για την περίπτωση των Κούρδων, αναρίθμητα παραδείγματα ρητορικής μίσους έχουν μετατραπεί σε εγκλήματα μίσους χωρίς μέχρι τώρα να αποδοθεί δικαιοσύνη. Όπως χαρακτηριστικά είχε πει σε συνέντευξη Τύπου ο βουλευτής του Κουρδικού Κόμματος (HDP) Γκαρό Πευλάν, παραθέτοντας με τη σειρά του μια φράση του Αρμένιου αρθρογράφου Χραντ Ντινκ, που δολοφονήθηκε το 2007 «κάθε ρητορική μίσους που μένει ατιμώρητη, οδηγεί σε «εκφοβισμό του περιστεριού» και προετοιμάζει το έδαφος για εγκλήματα μίσους».
Ένας άλλος στόχος της τουρκικής κυβέρνησης είναι οι διάφορες μειονότητες. Σε ένα κοινό ανακοινωθέν τους καλούν την Τουρκία να σεβαστεί, να εγγυηθεί και να προστατέψει τα ανθρώπινα δικαιώματα των μελών τους. Η δήλωση αναφέρει: «Η Τουρκική κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να προστατέψει τον καθένα από εγκλήματα μίσους και αποκλεισμού, και να μην αποτελεί μέρος δηλώσεων που ενθαρρύνουν εγκλήματα μίσους και στοχεύουν ομάδες
μειoνοτήτων».
Υπάρχουν αναρίθμητα παραδείγματα καταστρατήγησης των νόμων στην Τουρκία, τα οποία προστατεύονται από έναν αριθμό δικαστών και τα οποία δεν τιμωρούνται. Πρόσφατο παράδειγμα, η περίπτωση απειλής από έναν άνδρα, μέσω κοινωνικών δικτύων, εναντίον της συζύγου του Σελαχατίν Ντεμιρτάς. Μερικές ώρες μετά την ανάκριση, αφέθηκε ελεύθερος. Άδικη επιβολή τιμωρίας, θεωρείται και η περίπτωση του έθνικ μουσικού συγκροτήματος “Γκρουπ Γιουρούμ” του οποίου τα μέλη είχαν φυλακισθεί και από το 2016 τους απαγορεύτηκε να παίζουν δημόσια. Ως αποτέλεσμα αυτού, πρόσφατα, και μετά από ένα χρόνο απεργίας πείνας, δύο από τα μέλη κατέληξαν…
Καθημερινότητα
Είναι προφανώς βέβαιο ότι οι πολιτικές πιέσεις σε δικαστές και εισαγγελείς καθώς και οι αντικαταστάσεις μεγάλου αριθμού αυτών, θα συνεχιστούν. Όπως είναι βέβαιο ότι όλο αυτό έχει ένα αρνητικό αντίκτυπο στην ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης στην Τουρκία. Κατά την άποψή μου, η ρητορική μίσους έχει εξαπλωθεί ευρύτερα στην κοινωνία, απειλώντας και δηλητηριάζοντας την καθημερινή ζωή της χώρας. Αναρίθμητες περιπτώσεις βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας, όπου πολιτικοί και δικαστές συναγωνίζονται σε λόγους μίσους και απειλών.
Χωρίς υπερβολή, θα έλεγα ότι η Τουρκία έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο δικαστήριο, με πρόθεση να δικάσει οποιονδήποτε συμπεριφέρεται διαφορετικά από αυτό που υποδεικνύει η κυβέρνηση. Η χειραγώγηση της δικαιοσύνης είναι ένα πολύ σοβαρό έγκλημα, το οποίο συνήθως οδηγεί στη διαφθορά και μειώνει τη Δημοκρατία. Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρεσέπ Ταγίπ Έρντογαν, ίσως νιώθει πως είναι άτρωτος, ωστόσο, η ιστορία μας έχει διδάξει πως όλα έχουν ένα τίμημα…
*Η Ελένη Κωνσταντινίδου είναι ερευνήτρια-δημοσιογράφος.