Γιατί η Τουρκία πρέπει να φοβάται τα Εμιράτα
28/07/2020«Έχουν εξαπολύσει μια “μαύρη” καμπάνια με στόχο να μας δαιμονοποιήσουν». Με αυτόν τον τρόπο ξεσπάθωσε ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων Ανγουάρ Γκαργκάς, τις προηγούμενες ημέρες, εν μέσω κλιμάκωσης της έντασης στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ο Γκαργκάς κατονόμασε ευθέως την Τουρκία, το Κατάρ και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Η επίθεσή του έρχεται λίγες ημέρες μετά τη δημόσια τοποθέτηση Ερντογάν ότι «το Άμπου Ντάμπι διεξάγει πειρατικά εγκλήματα, στέλνοντας χρήματα και όπλα στον Χαφτάρ». Ο Γκαργκάς εκφράζει την οργή των Εμιράτων για τα όσα αναφέρουν τα ΜΜΕ στης Τουρκίας και του Κατάρ, σχετικά με την αραβική εμπλοκή στη Λιβύη. Προφανώς η Λιβύη είναι ένα από τα κυριότερα πεδία της αντιπαράθεσης μεταξύ Εμιράτων και Τουρκίας, όπου πράγματι ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ –λειτουργώντας ως ντε φάκτο ηγέτης της χώρας λόγω της κακής υγείας του προέδρου και αδελφού του– υποστηρίζει τον Εθνικό Στρατό του Χαφτάρ.
Τα Εμιράτα ήταν άλλωστε μια από τις χώρες που συμμετείχαν στην κοινή δήλωση (μαζί με την Ελλάδα και την Κύπρο), της 11ης Μαΐου, εναντίον του μνημονίου Άγκυρας-Τρίπολης. Μάλιστα, η κίνηση εκείνη είχε προκαλέσει την αντίδραση του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος είχε κατηγορήσει το Άμπου Ντάμπι ότι «προκαλεί χάος στην περιοχή». Επίσης, τα Εμιράτα υποστηρίζουν ξεκάθαρα την Αίγυπτο και την προοπτική για αιγυπτιακή στρατιωτική επιχείρηση με στόχο την υπεράσπιση της Σύρτης από τις δυνάμεις του Σάρατζ, οι οποίες ανασυγκροτούνται με τη στήριξη της Τουρκίας.
Και δεν ήταν λίγες οι ενδείξεις ότι στο αεροπορικό πλήγμα κατά των Τούρκων στη βάση της Αλ Ουατίγια, στις αρχές Ιουλίου, τα Εμιράτα είχαν ουσιαστική συμμετοχή. Όμως, η διαφορά μεταξύ των δύο χωρών δεν έχει να κάνει μόνο με το ποια πολιτικά-οικονομικά συμφέροντα θα επικρατήσουν στη Λιβύη. Εκπορεύεται από μια βαθιά πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση που εκφράζεται σε όλα τα μέτωπα. Όπως σημειώνει ο Τζέιμς Ντόρσεϊ του ισραηλινού think tank Begin-Sadat, «πίσω από την αποφασιστικότητα των Εμιράτων, που υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία, να περιορίσουν την Τουρκία, βρίσκεται η αντίθεσή τους στην έκφραση του πολιτικού Ισλάμ».
Ο συνεχής πόλεμος της Τουρκίας με τα Εμιράτα
Το 2020 είναι μια χρονιά κορύφωσης της σύγκρουσης Άγκυρας και Άμπου Ντάμπι. Την εκτίμηση αυτή κάνουν οι ερευνητές του ινστιτούτου Βαλκανικών Σπουδών και Μέσης Ανατολής Ifimes στη Λιουμπλιάνα, Αντόνιο Οκιούτο και Τζόρτζιο Καφιέρο, ιχνηλατώντας τη συγκρουσιακή πορεία των δύο χωρών από την εποχή της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης, το 2011.
Πρόκειται για μια περίοδο που ήδη το ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης είχε εμποτιστεί με τις φιλοδοξίες του Ερντογάν να καταστήσει την Τουρκία ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου. Τα Εμιράτα, όσο θεώρησαν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα ως μια εξτρεμιστική και τρομοκρατική οργάνωση, άλλο τόσο δεν αποδέχθηκαν το νέο-οθωμανικό δόγμα της Άγκυρας, που θεωρούν εξίσου ακραίο.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι Τούρκοι είναι απόλυτα εχθρικοί απέναντι στο καθεστώς του Αιγύπτιου προέδρου Αλ Σίσι, ενώ αποκαλύφθηκε πως με πρωτοβουλία του ίδιου του Ερντογάν είχαν ενορχηστρωθεί κινητοποιήσεις στο Κάιρο, ενάντια στο πραξικόπημα εναντίον του προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, ηγετικού στελέχους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και στενού συμμάχου του Τούρκου προέδρου.
Η συμμαχία Τουρκία-Κατάρ
Από την πλευρά του, ο Αλ Ζαγιέντ δεν έμεινε άπραγος απέναντι στην τουρκική παρουσία σε χώρες όπως το Σουδάν, η Σομαλία και η Υεμένη. Να σημειωθεί ότι η Κωνσταντινούπολη “φιλοξενεί” πολιτικούς αντιφρονούντες που αντιτίθενται στον πρίγκιπα. Σχετικά με το αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία το 2016, ο Τούρκος πρόεδρος υπαινίχθηκε πως ορισμένες χώρες του Κόλπου δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους, προσθέτοντας ότι δαπάνησαν και πολλά χρήματα. Είναι προφανές ότι «η ιδεολογική σύγκρουση» μεταξύ των δύο, όπως αναφέρει το σημείωμα του Ifimes, πράγματι «δεν φαίνεται να έχει τέλος».
Το καλοκαίρι του 2017 η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα και άλλες αραβικές χώρες του Κόλπου διέκοψαν διπλωματικές και οικονομικές σχέσεις με το Κατάρ, το οποίο κατηγορήθηκε ότι υποστηρίζει τρομοκρατικές οργανώσεις, μεταξύ άλλων και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το γεγονός ότι μια από τις χώρες που στήριξαν τη Ντόχα (σε είδος, διπλωματικά και στρατιωτικά) κατά τη διάρκεια του “εμπάργκο” ήταν η Τουρκία εξόργισε τις χώρες του Κόλπου.
Οι Καταριανοί αρνήθηκαν να ικανοποιήσουν τα αιτήματα των άλλων αραβικών κρατών, μεταξύ των οποίων ήταν και το κλείσιμο της στρατιωτικής βάσης που διατηρεί στη χώρα τους η Άγκυρα. Ταυτόχρονα ενίσχυσαν τις επενδύσεις τους στην Τουρκία, οι οποίες φτάνουν πια τα 20 δισ. δολάρια. Μάλιστα, αυξάνοντας το νομισματικό swap στα 15 δισ. δολάρια τον περασμένο Μάιο, η Ντόχα συνέβαλε στις προσπάθειες του Ερντογάν να περιορίσει την πτώση της τουρκικής λίρας.
Η μεγαλύτερη απειλή
Για τα Εμιράτα, η συμμαχία Τουρκίας-Κατάρ αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή. Στο πλαίσιο αυτό, και κατά το ρητό “ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου”, το Άμπου Ντάμπι άρχισε να εκφράζει την υποστήριξή του στους Κούρδους της Συρίας. Ιδίως μετά την επιχείρηση “Κλάδος Ελαίας” των Τούρκων στη βόρεια Συρία, ο Γκαργκάς τάχθηκε ενάντια στα τουρκικά σχέδια. Παράλληλα, οι Τούρκοι κατηγόρησαν τα Εμιράτα ότι προσφέρουν οικονομική βοήθεια στο ίδιο το PKK. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, όμως, αυτό που εξόργισε την Άγκυρα ήταν η αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των Εμιράτων και της Συρίας, που αποτελεί μια προσπάθεια επανένταξης της Δαμασκού στο διπλωματικό πλαίσιο του Αραβικού Κόσμου.
Ο Αλ Ζαγιέντ όμως συνεχίζει έκτοτε να επιδιώκει μεθοδικά το διεμβολισμό της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής σε πολλαπλά μέτωπα. Εκτός από τα γεγονότα στη Λιβύη, φαίνεται ότι αξιοποιεί την περίοδο πολιτικής μετάβασης στο Σουδάν για να εισχωρήσει στο λιμάνι του Σουδάν, αποκτώντας τον σταθμό διαχείρισης. Επίσης, ασκεί έντονο λόμπινγκ στις ΗΠΑ, προκειμένου να επηρεάσει τη στάση της Ουάσιγκτον απέναντι στην Τουρκία.
Ο ρόλος των Αμερικανών, ή για την ακρίβεια ο μη ρόλος τους, έχει σημασία, καθώς «η ένταση μεταξύ Άγκυρας και Άμπου Ντάμπι πρέπει να ιδωθεί στο γεωπολιτικό πλαίσιο της σχετικής μείωσης της αμερικανικής επιρροής». Οι δύο αυτές δυνάμεις και όχι μόνο, έρχονται δηλαδή να καλύψουν ένα κενό ισχύος και επιρροής, όπου οι δύο ηγέτες, Ερντογάν και Αλ Ζαγιέντ, θα επιδιώξουν συμμαχίες με κάθε πιθανή χώρα που μπορούν να συνεργαστούν, ώστε η μία να εντείνει την πίεση πάνω στην άλλη. Όπως είναι προφανές αυτή η σκληρή κόντρα αφορά άμεσα την Ελλάδα…