Ο οδικός χάρτης και το stop της Μέρκελ
27/10/2017του Σταύρου Λυγερού –
Μπορεί πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης να είναι η ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης τα ταχύτερο δυνατόν, αλλά παραλλήλως πρέπει να αρχίσει από το επόμενο διάστημα την προετοιμασία για την κανονική επιστροφή της στις αγορές. Αυτό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για “καθαρή έξοδο” από τα Μνημόνια το καλοκαίρι του 2018. Για να επιστρέψει κανονικά στις αγορές, όμως, πρέπει να πραγματοποιήσει και κάποιες ακόμα δοκιμαστές εξόδους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, όμως, το Βερολίνο πιέζει την Αθήνα να μην επιχειρήσει τη σχεδιαζόμενη νέα δοκιμαστική έξοδο στις αγορές πριν σχηματισθεί η νέα κυβέρνηση στη Γερμανία. Το stop που ύψωσε η Μέρκελ έχει να κάνει με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στις διαπραγματεύσεις με τους υποψήφιους κυβερνητικούς εταίρους της.
Όπως είναι γνωστό, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες έχουν υιοθετήσει μία σκληρή ανελαστική θέση για το ελληνικό πρόβλημα. Επιχειρούν να θέσουν όρους στην καγκελάριο, με σκοπό αφενός να αποσπάσουν το χαρτοφυλάκιο των Οικονομικών, αφετέρου να κερδίσουν πόντους στο γερμανικό ακροατήριο που διακατέχεται από οικονομικό εθνικισμό.
Είναι άγνωστο ακόμα πως θα αντιδράσει η Αθήνα στη γερμανική πίεση. Είναι, ωστόσο, δεδομένο πως Ελλάδα πρέπει μέχρι το καλοκαίρι του 2018 να έχει πραγματοποιήσει 3-4 ακόμα επιτυχείς δοκιμαστικές εκδόσεις ομολόγων. Η σταδιακή αυτή επιστροφή εξυπηρετεί ταυτοχρόνως και την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα αποθεματικό πάνω από 10 δισ ευρώ.
Το αποθεματικό αυτό είναι προϋπόθεση για να δημιουργηθεί ένα αίσθημα ασφαλείας στις αγορές, για να πεισθούν υποψήφιοι αγοραστές ελληνικών ομολόγων ότι δεν θα διακινδυνεύσουν. Είναι, επίσης, προϋπόθεση και για να καταστεί δυνατός ο δανεισμός με λογικά επιτόκια.
Στην πρώτη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές (αρχές του καλοκαιριού) το επιτόκιο ήταν 4,65%. Τις επόμενες φορές, όμως, θα πρέπει να είναι μικρότερο για να καταστεί σταδιακά βιώσιμη η επιστροφή στις Αγορές. Όλα τα δάνεια που θα λήγουν εφεξής θα πρέπει να αναχρηματοδοτούνται με επιτόκια αγοράς που είναι αρκετά υψηλότερα από τα επιτόκια του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Στα χνάρια της Πορτογαλίας
Στην Πορτογαλία, η οποία είναι η πλησιέστερη προς την ελληνική περίπτωση, η έξοδος από το Μνημόνιο πραγματοποιήθηκε, αφού είχαν διαμορφωθεί κάποιες προϋποθέσεις. Από το 4ο τρίμηνο του 2013 είχε εισέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και επιπλέον είχε αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα. Επέστρεψε το 2012 στις Αγορές με δοκιμαστική έκδοση ομολόγου (τριετούς διάρκειας με επιτόκιο 5,12%).
Η δεύτερη προσπάθεια έγινε τον Ιανουάριο του 2013. Εκείνη τη χρονιά, δανείσθηκε συνολικά 13,3 δισ. ευρώ και κάλυψε το 77% των χρεολυσίων και το 44% των χρηματοδοτικών αναγκών της. Την επόμενη χρονιά δανείσθηκε 13,4 δισ. και κάλυψε το 100% των χρεολυσίων και το 49% των χρηματοδοτικών αναγκών της. Εξέδωσε κυρίως δεκαετή ομόλογα με επιτόκια λίγο πάνω από το 6% το 2013 και με μέσο επιτόκιο κάτω του 4% το 2014.
Ας σημειωθεί ότι η Πορτογαλία είχε δημιουργήσει αποθεματικό ύψους 15,6 δισ. πριν βγει από το Μνημόνιο τον Μάιο 2014. Με τον τρόπο αυτό μπορούσε να καλύψει το εναπομείναν δημοσιονομικό έλλειμμα του 2014 και ολόκληρο το εκτιμούμενο δημοσιονομικό έλλειμμα του 2015.
Η ανωτέρω αναφορά γίνεται, επειδή η κυβέρνηση, με τη σύμφωνη γνώμη του ευρωιερατείου, βαδίζει στα βήματα της Πορτογαλίας. Υπενθυμίζουμε ότι μετά την πρώτη δοκιμαστική έξοδο στις αρχές του καλοκαιριού, ο Τσακαλώτος είχε προαναγγείλει δεύτερη έξοδο το φθινόπωρο και άλλες 2-3 μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Δυσκολότερη η ελληνική περίπτωση
Η ελληνική περίπτωση είναι πιο δύσκολη. Εάν το αποθεματικό προκύψει μόνο από δανεισμό θα αυξήσει το χρέος, ανακυκλώνοντας το πρόβλημα. Θα έπρεπε να δημιουργηθεί κυρίως από το πρωτογενές πλεόνασμα. Από την άλλη πλευρά, όμως, θα είναι αφόρητη αφαίμαξη για την πραγματική οικονομία και αντιαναπτυξιακός παράγοντας, εάν το πρωτογενές πλεόνασμα το 2017 και τα επόμενα χρόνια υπερβεί τον υπέρμετρα υψηλό στόχο (3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022).
Μέχρι το 2022 οι δανειακές υποχρεώσεις της Ελλάδας κινούνται κατά μέσο όρο στο επίπεδο των εννέα δισ. και μπορούν να εξυπηρετηθούν. Το 2022, όμως, όταν θα λήξει η περίοδο χάριτος, ο κόμπος θα φθάσει στο χτένι. Εάν δεν αποφασισθούν εγκαίρως επαρκή μέτρα ελάφρυνσης, το φάσμα της χρεοκοπίας θα επανέλθει δριμύτερο.
Σ’ αυτή τη φάση, πάντως, η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα έστελνε ένα θετικό σήμα στις Αγορές, γεγονός που θα βοηθούσε στην πτώση του επιτοκίου. Η ένταξη, όμως, προσκρούει στο γεγονός ότι η Γερμανία αρνείται να προσδιορίσει μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους παρότι είναι καταφανώς μη βιώσιμο.
Αυτός είναι ο λόγος που ειδικά το Μαξίμου έχει αποφασίσει να παίξει πιο δυνατά το χαρτί του ΔΝΤ. Η δημόσια διαβεβαίωση της Λαγκάρντ ότι δεν θα απαιτήσει πρόσθετα μέτρα (πέρα των συμφωνηθέντων) αφαίρεσε τον ενδοιασμό του πρωθυπουργού. Πολύ περισσότερο που έλαβε διαβεβαιώσεις και από την αμερικανική κυβέρνηση ότι υποστηρίζει ενεργά τη θέση του Ταμείου. Έτσι φθάσαμε στην περιβόητη δήλωση Τσίπρα για «μουσική στα αυτιά του».
Οδικός χάρτης
Μένει να δούμε στην πράξη εάν η Αθήνα θα υποκύψει στη γερμανική πίεση, ή θα επιχειρήσει τη δεύτερη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές. Ας σημειωθεί ότι έχει ήδη γίνει μία αναβολή για να μην συμπέσει με την προεκλογική περίοδο στη Γερμανία. Όπως μας λέει κυβερνητική πηγή, ο πρωθυπουργός δεν θέλει να έρθει σε αντιπαράθεση με την καγκελάριο. Από την άλλη, όμως, δεν μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο ο οδικός χάρτης για οριστική επιστροφή στις αγορές, που είναι προϋπόθεση για την –χωρίς πρόσθετους όρους– έξοδο από τα Μνημόνια.
Είναι αξιοσημείωτη και ενδεχομένως συνδέεται με τα παραπάνω, η πληροφορία ότι επίκειται συμφωνία ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση, στο ΔΝΤ και στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (με τις ευλογίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) για την ανταλλαγή ελληνικών ομολόγων με ετεροχρονισμένους τίτλους.
Εάν η σχετική πληροφορία επιβεβαιωθεί θα άλλαζε το προφίλ του ελληνικού χρέους και κατ’ επέκτασιν θα επέτρεπε στο ΔΝΤ να συμμετάσχει πλήρως στο ελληνικό πρόγραμμα. Μοιάζει πολύ δύσκολο, όμως, το Βερολίνο να ανάψει το “πράσινο φως”, ειδικά σ’ αυτή τη συγκυρία. Όταν πιέζει την Αθήνα να μην επιχειρήσει τη δεύτερη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές, πώς θα συμφωνήσει σε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους;
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι παράγοντες του ευρωιερατείου αρχίζουν να αντιδρούν στην απαίτηση του Βερολίνου τα ευρωπαϊκά πράγματα να καθορίζονται από τις εσωτερικές γερμανικές πολιτικές σκοπιμότητες. Από την πλευρά του, ο Λευκός Οίκος ενισχύει παρασκηνιακά αυτές τις αντιδράσεις. Το σχετικό μήνυμα που δόθηκε στον Τσίπρα μπορεί να ήταν έμμεσο, αλλά ήταν σαφές.