Αφανείς κινήσεις στη σκακιέρα της Κεντροαριστεράς
06/11/2017του Μάκη Ανδρονόπουλου –
Δύο στοιχεία στην εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη αρχηγού του υπό σύσταση νέου φορέα της Κεντροαριστεράς θα έχουν πολιτική σημασία. Το πρώτο είναι αν δεν πάει ικανός αριθμός πολιτών να ψηφίσει στις 12 Νοεμβρίου, δηλαδή εάν εμφανιστούν στις κάλπες 100.000 πολίτες ή λιγότεροι. Τότε, το όλο εγχείρημα καταρρέει πολιτικά και ίσως δεν πραγματοποιηθεί ούτε καν δεύτερος γύρος.
Αλλά και αν πραγματοποιηθεί γύρος, η όποια νομιμοποίηση αρχηγού προκύψει, θα είναι υπονομευμένη εκ των πραγμάτων. Αν δεν πραγματοποιηθεί δεύτερος γύρος θα αμφισβητηθούν τόσο η Φώφη Γεννηματά, όσο και ο Σταύρος Θεοδωράκης. Οι μηχανισμοί των κομμάτων τους θα αναζητήσουν επιβίωση πέρα από αυτούς.
Τότε, ίσως, βγουν οι σκελετοί των πρώην αρχηγών από την ντουλάπα για να διεκδικήσουν την διάσωση της παράταξης… Στην ουσία, το εγχείρημα της Κεντροαριστεράς, στο οποίο ήδη το 70-75% των ερωτηθέντων στις δημοσκοπήσεις δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει, ενταφιάζεται.
Το δεύτερο στοιχείο είναι αν πάνε στις παραταξιακές κάλπες 300.000 πολίτες και πάνω. Τότε θα έχουμε μείζον πολιτικό γεγονός, διότι θα δηλωθεί εμπράκτως η μαζική βούληση ανασύστασης του χώρου, έστω και στα τυφλά. Μια μέτρια συμμετοχή της τάξεως των 100.000-200.000 δεν θα προκαλέσει πολιτικό γεγονός. Απλώς θα διαιωνίσει τους μικροτακτικισμούς των βαρόνων του χώρου.
Από εκεί και πέρα είναι οι μικροαριθμητικές. Στις δημοσκοπήσεις για την εκλογή αρχηγού, το 30-33% δηλώνει πως δεν ξέρει ή δεν απαντά ποιον θα ψηφίσει. Υπάρχει, δηλαδή, ένα ισχυρό ποσοστό πιθανών ψηφοφόρων που δεν μπορεί εύκολα να σταθμιστεί. Βέβαια, σε όλες τις δημοσκοπήσεις η Φώφη Γεννηματά προηγείται με διαφορά.
Έτσι, λοιπόν, οι “φωφικοί”, αλλά και οι πολιτικώς ορθοί αναρωτιούνται: «αν η Φώφη έρθει πρώτη με μια διαφορά 10-15 μονάδες πάνω από τον δεύτερο, δεν θα ήταν είναι άδικο αν στον δεύτερο γύρο έβγαινε αρχηγός ο δεύτερος;» Εύλογη απορία, αλλά αυτά έχει η δημοκρατία. Εννοείται πως μεταξύ 12 και 19 Νοεμβρίου θα γίνουν τα παζάρια με τον τρίτο και τον τέταρτο στη σειρά. Οι υπόλοιποι θα έχουν αποσπάσει ένα μικρό ποσοστό ψήφων που πιθανό και να μην ξαναπάει στην κάλπη.
ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και Κεντροαριστερά
Το εγχείρημα της Κεντροαριστεράς ενδιαφέρει σε κάθε περίπτωση έκβασής του, τόσο τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και τη ΝΔ. Μια επιτυχία του κεντροαριστερού εγχειρήματος θα στερούσε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη την κρίσιμη δεξαμενή των κεντρώων ψήφων, αλλά θα του εξασφάλιζε σίγουρο παρτενέρ (ειδικά εάν εκλεγεί αρχηγός η Γεννηματά ή ο Θεοδωράκης).
Μια αποτυχία θα απασφάλιζε τη σαμαρική πτέρυγα της ΝΔ, που ούτως ή άλλως έχει αρχίσει να αμφισβητεί τον Κυριάκο. Βγαίνοντας προ ημερών από την αίθουσα της Βουλής μετά τη σύγκρουση του πρωθυπουργού με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λέγεται πως ο Σαμαράς μουρμούρισε: «ο Τσίπρας τον μάσησε και μετά τον έφτυσε».
Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης εμφανίστηκε στο Action 24 (φίλα προσκείμενο στον πιστό εταίρο του Σαμαρά, τον Ευάγγελο Βενιζέλο) για να αναλύσει την πολιτική της κυβέρνησης Σαμαρά. Ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός εμφανίστηκε στην Καθημερινή με ένα μανιφέστο αναγέννησης του τόπου, το οποίο στηριζόταν σε τρεις πυλώνες (φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, δημοκρατικές αρχές, πατριωτικά προτάγματα). Είναι προφανές ότι ο Σαμαράς προετοιμάζει την εκπαραθύρωση του Κυριάκου και οι κινήσεις του θα υπαγορευτούν σε μεγάλο βαθμό από το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στην Κεντροαριστερά.
Σε ο,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, σε περίπτωση αποτυχίας της Κεντροαριστεράς θα επιδιώξει να καταλάβει τον χώρο με ιδεολογικά και πολιτικά ανοίγματα, εξ ου και ο θόρυβος που προκαλούν οι “53”. Σε περίπτωση επιτυχίας του κεντροαριστερού εγχειρήματος, ναι μεν θα έχει κάποιες διαρροές από ψηφοφόρους που προς το παρόν μετεωρίζονται, αλλά ίσως εξασφαλίσει νέο σύμμαχο σε ένα μελλοντικό κυβερνητικό σχήμα.
Για να συμβεί αυτό πιθανότατα να βοηθήσουν παράγοντες της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Πάντως, για καλό και για κακό, τη σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ-Κεντροαριστεράς ανέλαβε ο Γιάννης Πανούσης, ο οποίος ευαγγελίζεται την ανάγκη αυτού του είδους της συγκυβέρνησης.
Μια παράξενη σφήνα
Δέκα ημέρες πριν από τον πρώτο γύρο της παραταξιακής εκλογής, ένα επαναλαμβανόμενο ραδιοφωνικό σποτ έλεγε: «Νέοι άνθρωποι, άλλο κόμμα. Δημοκρατική Ευθύνη». Τι είναι πάλι τούτο, ίσως αναρωτιέται ο πολίτης που αναζητά τον “Κανένα” για πρωθυπουργό. Μόλις γκουγκλάρει θα δει ότι η Δημοκρατική Ευθύνη είναι ένα φιλελεύθερο κεντρώο πολιτικό κόμμα, που λανσάρει το σλόγκαν «Πρώτα εμπιστοσύνη, μετά ψήφος».
Το κόμμα ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 2016 από τον ανεξάρτητο βουλευτή Χάρη Θεοχάρη και τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ Αλέκο Παπαδόπουλο. Όμως, λίγους μήνες μετά την ίδρυσή του, δημιουργήθηκαν τριβές μεταξύ στελεχών και του μοναδικού βουλευτή του Χάρη Θεοχάρη. Οι τριβές αφορούσαν κυρίως την πολιτική συμμαχιών του νέου κόμματος, καθώς και την αίσθηση που επικρατούσε στην κοινωνία ότι ήταν το προσωπικό κόμμα του Χάρη Θεοχάρη.
Έτσι, ο Θεοχάρης αποπέμφθηκε και το συνέδριο του κόμματος εξέλεξε πρόεδρο τον οικονομολόγο Βασίλη Παυλίδη, «εγγυητή της εσωτερικής λειτουργίας του κόμματος» και γενικό γραμματέα τον δικηγόρο Θωμά Παπαλιάγκα, ο οποίος και θα είναι ο “υποψήφιοw πρωθυπουργός”. Η ιστορία θυμίζει κάπως το πολιτικό start up του Ποταμιού. Ένα χρόνο μετά την ίδρυσή του, πολλοί σοβαροί άνθρωποι που συνέβαλαν στην οικοδόμηση του κόμματος αποχώρησαν λόγω του εγωκεντρισμού του Θεοδωράκη. Στη συνέχεια αποχώρησαν και οι πολίτες που το υποστήριξαν.
Σημειωτέον ότι στη Γερμανία, όταν κάποιοι συντηρητικοί πανεπιστημιακοί ίδρυσαν το AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), μετά από λίγο καιρό βρέθηκαν εκτός κόμματος. Τον έλεγχο πήραν νέοι φιλόδοξοι πολιτικοί που –ανεξάρτητα από την ιδεολογική τροπή που του έδωσαν– το κατέστησαν τρίτο κόμμα.
Είναι λοιπόν ενδιαφέρον ότι το νεοπαγές κόμμα της Δημοκρατικής Ευθύνης εξακολουθεί να υπάρχει και να δηλώνει παρόν. Εξάλλου, μέχρι την άνοιξη θα έχουμε και το κόμμα DiEM του Γιάνη Βαρουφάκη που εκτιμάται από έγκυρους πολιτικούς παρατηρητές ότι θα τα πάει καλά στις ευρωεκλογές. Ίσως και στις βουλευτικές εκλογές, ανάλογα με τις ευρύτερες επιλογές που θα έχουν οι ψηφοφόροι. Στο μεταξύ, πολλές ανεξάρτητες πολιτικές κινήσεις πολιτών διερευνούν τον συντονισμό τους, καθώς πολλοί ακτιβιστές αντιλαμβάνονται πως είναι αναγκαία μια ενιαία πολιτική έκφραση.