Τρία σενάρια άρσης του αδιεξόδου
22/11/2017της Νεφέλης Λυγερού –
«Η Γερμανία βυθίζεται σε μία περίοδο παρατεταμένης ακυβερνησίας και η Ευρώπη μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά, παρακολουθώντας την de facto ηγέτιδα χώρα να δέχεται ένα αδιαμφισβήτητο πλήγμα»: Έτσι περιέγραψε Ευρωπαίος αξιωματούχος την αδυναμία σχηματισμού τρικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού, της περίφημης «Τζαμάικα». Επισήμως, η Κομισιόν περιορίστηκε σε λακωνικές δηλώσεις του τύπου «Θα δούμε. Είναι πολύ νωρίς», «Δύσκολο να πούμε ακόμα, αλλά δεν τίθεται θέμα ανησυχίας». Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι, όσο ο δυνατός παίκτης της Ευρώπης δεν έχει νοικοκυρέψει τα του οίκου του, το ευρύτερο περιβάλλον βρίσκεται σε αναμμένα κάρβουνα.
Η Γερμανία ωθείται σε μια πολιτική κρίση από τη στιγμή που οι αρκετών εβδομάδων διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης ναυάγησαν. Οι Χριστιανοδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CDU και CSU), οι Φιλελεύθεροι (FDP) και οι Πράσινοι δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμβιβασμό. Αιτία του αδιεξόδου αποτέλεσε αφενός η μεταναστευτική πολιτική, αφετέρου τα ενεργειακά ζητήματα.
Το CSU απαίτησε να τεθεί όριο στον αριθμό των αιτούντων άσυλο που υποδέχεται η Γερμανία κάθε χρόνο. Σε αυτό εναντιώθηκαν οι Πράσινοι, ασκώντας βέτο. Αγκάθια, όμως, αποτέλεσαν και ευρωπαϊκά ζητήματα, όπως οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει ο πρόεδρος Μακρόν για την ΕΕ. Σε αυτά, πρέπει να προστεθεί η πολιτική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, και ειδικότερα πότε και πόσες ρυπογόνες μονάδες παραγωγής ενέργειας από άνθρακα θα κλείσουν στη Γερμανία.
Σε μια εποχή που η Ευρώπη αντιμετωπίζει κρίσιμα ζητήματα (το Brexit, το μεταναστευτικό, αλλά και την ελληνική κρίση), όλοι απεύχονταν το σενάριο της παρατεταμένης πολιτικής κρίσης στη Γερμανία. Εκτός του ότι το Βερολίνο δεν θα είναι σε θέση να πάρει στρατηγικές αποφάσεις για μια σειρά θεμάτων, από την εξωτερική πολιτική μέχρι τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, αυτό που προκαλεί ανησυχία είναι το πολιτικό μέλλον της Μέρκελ και η πιθανή πολιτική αποδυνάμωσή της.
Πρόκειται για το δεύτερο απανωτό πλήγμα για τη Γερμανίδα καγκελάριο. Πριν δύο μήνες έλαβε ένα από τα χαμηλότερα εκλογικά ποσοστά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Παρίσι δεν κρύβει τον προβληματισμό του. Αν και ο πρόεδρος Μακρόν εκφράζει την επιθυμία του για μία ισχυρή Γερμανία, εκφράζονται εκτιμήσεις ότι είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για εκείνον να προωθήσει την ατζέντα του, αναβαθμίζοντας τον ρόλο της Γαλλίας στην Ευρώπη.
Οι αγορές και το ελληνικό ζήτημα
Αν και το ενδεχόμενο πολιτικής κρίσης στη Γερμανία έχει βαρύνει το κλίμα στις παγκόσμιες αγορές, η κατάρρευση των διαπραγματεύσεων για τον συνασπισμό “Τζαμάικα” δεν πρόκειται να επιφέρει τραγικές συνέπειες. «Η αβεβαιότητα είναι δηλητήριο για την οικονομία, αλλά δεν αναμένεται να αποτελέσει σοκ για τις επιχειρήσεις μετά από τέσσερις αγωνιώδεις εβδομάδες διαπραγματεύσεων. Η γερμανική οικονομία είναι επί του παρόντος σε ισχυρή… Εξακολουθώ να αναμένω ανάπτυξη άνω του 2% φέτος» επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Joeg Kraemer.
Παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις, οι τιμές του αργού πετρελαίου κινήθηκαν πτωτικά στις συναλλαγές της Δευτέρας. Οι πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία αναζωπύρωσαν την αβεβαιότητα λίγο πριν τις αποφάσεις του ΟΠΕΚ για τα επίπεδα παραγωγής πετρελαίου. Αντιθέτως, σε θετικό έδαφος και με ήπιες διακυμάνσεις συνεχίζουν να κινούνται οι βασικοί ευρωπαϊκοί δείκτες.
Η αναστάτωση στο Βερολίνο δεν άφησε ανεπηρέαστη και την Αθήνα, αναζωπυρώνοντας τις ανησυχίες τόσο σχετικά με την προώθηση των θεμάτων που άπτονται της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όσο και για τις εξελίξεις στο ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους. Πολιτικοί παράγοντες φτάνουν στο σημείο να ισχυριστούν ότι η παρατεταμένη αστάθεια στο εσωτερικό της Γερμανίας δεν αποκλείεται να οδηγήσει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στις κάλπες μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Τα σενάρια για το αύριο
Μετά το ναυάγιο, η μπάλα είναι στα χέρια του Προέδρου Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, μπορεί να πιέσει για τον σχηματισμό κυβέρνησης μειοψηφίας με τη Μέρκελ καγκελάριο. Η μεγαλύτερη αδυναμία αυτού του σεναρίου είναι ότι η Μέρκελ και το κόμμα της θα βρίσκονται συνεχώς εξαρτημένοι νομοθετικά, κάτι που επιθυμούν να αποφύγουν με κάθε κόστος.
Ακόμη και αν ο Σταϊνμάγερ κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, η Μέρκελ θα μπορούσε γρήγορα να την τορπιλίσει. Εξάλλου, η Γερμανίδα καγκελάριος δήλωσε ότι «θα προτιμούσε τις νέες εκλογές, στις οποίες και θα ήθελε να είναι εκ νέου υποψήφια για την Καγκελαρία». Αντιθέτως, ο Σταϊνμάγερ δεν βλέπει τις εκλογές με καλό μάτι, καθώς σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις (Politbarometer, 17 Νοεμβρίου 2017), θα είχαν πιθανώς παρόμοιο αποτέλεσμα με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Το δεύτερο σενάριο είναι η προκήρυξη νέων εκλογών. Το δε τρίτο είναι να πεισθεί το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) να αλλάξει τη στάση του και να διαπραγματευθεί τον σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού με τους Χριστιανοδημοκράτες. Μία τέτοια εξέλιξη θα τερμάτιζε άμεσα την πολιτική κρίση.
Μιλώντας στην εκπομπή Brennpunkt του πρώτου καναλιού της δημόσιας τηλεόρασης ARD, η Άνγκελα Μέρκελ χαρακτήρισε «λυπηρή» την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων και επέρριψε την ευθύνη στο FDP. «Από τη σκοπιά μου, θεωρώ ότι βρισκόμασταν στην τελική ευθεία και είχαμε πετύχει πάρα πολλά για τους ψηφοφόρους», ανέφερε, τονίζοντας ότι υπήρχε συμφωνία και σε πολλά ζητήματα που έθεσαν οι Φιλελεύθεροι, όπως ο φόρος αλληλεγγύης. «Θα απαλλάσσαμε το 75% των πολιτών από τον φόρο». Πρόσθεσε ότι ακόμη και στο θέμα της μετανάστευσης, το οποίο χώριζε τους Χριστιανοκοινωνιστές από τους Πράσινους, υπήρξε μεγάλη προσέγγιση.
Επαίνεσε, μάλιστα, τους Πρασίνους, λέγοντας ότι σε πολλά θέματα κινήθηκαν προς την πλευρά του κόμματός της, προκειμένου να επιτευχθεί συμβιβασμός. Σε ό,τι αφορά στο κόμμα της και τους Χριστιανοκοινωνιστές συμμάχους της, υποστήριξε ότι επίσης μετακινήθηκαν σε πολλά θέματα. «Κάναμε επαναστατικά βήματα και επί της ουσίας η συμφωνία φαινόταν εφικτή», είπε η Γερμανίδα Καγκελάριος.
Οι επόμενες ημέρες θα δείξουν προς τα πού θα κινηθούν τα πράγματα.