Πως θα ανακάμψουμε από την “κοινωνία της μάσκας”
18/01/2021Προ ημερών συμμετείχα σε μια ενδιαφέρουσα και εξαιρετικά επίκαιρη, διαδικτυακή και διεπιστημονική συζήτηση για το νόημα, την ουσία και το περιεχόμενο της δημόσιας υγείας στις μέρες μας. Στη συνάντηση αυτή, πρωτοβουλία αξιόλογων επιστημόνων, αναδείχθηκε, εν μέσω πανδημίας, το αίτημα μιας ολιστικής θεώρησης του όρου υγεία, δίνοντας έμφαση στη βιολογική, ψυχική και κοινωνική ευεξία του ανθρώπου, επισημαίνοντας ουσιαστικά πως δεν αρκεί μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας με ιατρικούς όρους, για να θεωρείται κάποιος ή κάτι “υγιές”.
Και πράγματι, με αφορμή τα όσα αντιμετωπίζουμε όλοι σήμερα, το αίτημα ενίσχυσης ενός ολιστικού πλαισίου θεώρησης της υγείας, οφείλει να περιλαμβάνει την ανάπτυξη όλων των λειτουργιών που ενδυναμώνουν και καλλιεργούν τη βιολογική-σωματική, την ψυχο-διανοητική και κοινωνική ευεξία των ανθρώπων. Κυρίως, σε μια εποχή που ολοένα και περισσότερες λειτουργίες σταδιακά κανοναρχούνται από “τεχνολογίες ελέγχου, επιτήρησης και τιμωρίας” που είτε “εργαλειοποιούν” τον άνθρωπο, είτε τον αποξενώνουν από την ουσία του είδους του.
Αναμφίβολα, το πώς οριοθετείται η νόρμα της υγείας και της ασθένειας στις συλλογικές αναπαραστάσεις αποτελεί διαχρονικό ζήτημα, που εξαρτάται ευθέως από τις ιστορικές και πολιτισμικές συντεταγμένες, αφού σημαίνοντα ρόλο στη διαδικασία αυτή διαδραματίζουν οι υλικοί και ιδεολογικοί συσχετισμοί δυνάμεων, οι κυρίαρχες ιδέες για την πολιτική, για την παιδεία, για τις θρησκευτικές αντιλήψεις, για τις αντιλήψεις περί σώματος, για το ρόλο και την πρόσληψη του φύλου, για την ηθική, την αισθητική κ.ο.κ.
Υπό την έννοια αυτή, στην ιδιότυπη “κοινωνία της μάσκας”, οφείλουμε, περισσότερο από ποτέ, να επαναπροσδιορίσουμε την ουσία και το περιεχόμενο της υγείας, πέρα από τα όρια και τις πρακτικές μιας μονοδιάστατης “ιατρικής αντιμετώπισης” των προβλημάτων. Πρέπει να εστιάσουμε στην αναζήτηση μιας ολιστικής συνθήκης που να περικλείει το περιβάλλον, την πολιτική, τις ανθρώπινες σχέσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη διατροφή, την ηθική, την εργασία, την, εκπαίδευση, τη θρησκεία, τον πολιτισμό μιας κοινωνίας κ.α.
Κατά συνέπεια το δίπολο “υγεία-ασθένεια” δεν θα πρέπει να καθορίζεται μονομερώς και στερεοτυπικά από τις “λευκές ποδιές” και την “ιατρικοποίηση”, αλλά από μια νέα διαλεκτική συνείδηση που να αναζητά τη λύση του αινίγματος σε “ισορροπίες” και συνθέσεις. Οι οποίες οφείλουν να θέτουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, υπερβαίνοντας όλους εκείνους τους συμψηφισμούς που εδράζονται σε βιοπολιτικές ελέγχου, κυριαρχίας και αλλοτρίωσης.
Καραντίνα και επιπτώσεις
Σε μια κοινωνία όμως, μέχρι ποιου σημείου δύναται η απαγόρευση να λειτουργήσει θεραπευτικά, ποιες οι συνέπειες και ποιος ο αντίκτυπός της στην “υγεία” του δημόσιου βίου; Ακόμα κι αν θεραπεύσουμε τη μία διάσταση (π.χ βιολογική) δεν θα πρέπει να ενδιαφερθούμε για τις πληγές στις άλλες εξίσου νευραλγικές διαστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης; Μήπως όσο σημαντικό είναι να “επιζήσουμε” βιολογικά, άλλο τόσο είναι αναγκαίο να επανακάμψουμε ψυχικά και κοινωνικά, να αντιπαλέψουμε την εσωτερική ερήμωση, το φόβο της συνύπαρξης και την κοινωνική απομάκρυνση;
Με αφορμή την πανδημική κρίση και το διαρκή μας σεβασμό στο υγειονομικό προσωπικό της χώρας που με το παράδειγμά του διδάσκει έμπρακτα την κοινωνική αλληλεγγύη, παρόλο που, ως κοινωνία, πήραμε και συνεχίζουμε να παίρνουμε μέτρα, αναγκαία και επιβεβλημένα από τις υγειονομικές περιστάσεις, μήπως οφείλουμε να προχωρήσουμε περισσότερο; Να αποκωδικοποιήσουμε δηλαδή μέσα από ερευνητικά δεδομένα, στοιχεία και επιστημονικές επεξεργασίες τις επιπτώσεις στη “δημόσια υγεία” από το κλείσιμο των σχολείων, των θεάτρων, των μουσικών σκηνών, των χώρων άθλησης, των συναθροίσεων, των μαζικών εκδηλώσεων;
Να κατανοήσουμε μέσα από αξιόπιστες μελέτες τις συνέπειες που επέφεραν οι απαγορεύσεις και ο εγκλεισμός στην ψυχική υγεία, στην κοινωνικότητα και στη συμβίωση των ανθρώπων με στόχο να επουλώσουμε κάθε πτυχή που τραυματίστηκε από μια, άνευ προηγουμένου, πανδημική κρίση. Κι αυτό γιατί υπάρχουν ευρύτερα ζητήματα που, ακόμα και το επιθυμητό επίπεδο ανοσίας να πετύχουμε, θα μάς επιβεβαιώνουν πως το αίτημα μιας “υγιούς κοινωνίας” δεν μπορεί να περιορίζεται μονομερώς στις πολιτικές των φαρμάκων και στις ιατρικές συνταγές.
Για παράδειγμα πόσο “υγιές” είναι σε μια οικογένεια να μην μοιράζονται όλοι το ίδιο τραπέζι, ο καθένας να απομονώνεται σε μια οθόνη και η σχέση των μελών να εγκλωβίζεται στη διαμεσολάβηση των ηλεκτρονικών συσκευών; Πόσο “υγιές” είναι για μια κοινωνία τα μέλη της να εθίζονται στην εικόνα της φτώχειας, της ανισότητας, της εκμετάλλευσης, της βίας, της ανεργίας, της ρύπανσης του περιβάλλοντος, του ρατσισμού, της καταρράκωσης των δικαιωμάτων και μέχρι ποιου σημείου μπορούν να γίνονται ανεκτά ώστε να μην θεωρούνται μια επιδημική και ύπουλη ασθένεια που προσβάλει την κοινωνία ως ζωντανό οργανισμό;
Ολιστική θεώρηση
Είναι σαφές πως δεν είναι εύκολες, ούτε ανώδυνες οι απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα. Ακόμα και αν σε μία φάση είναι αναγκαίο να υποστηρίξουμε τη μία ή την άλλη διάσταση σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να μην αγνοούμε τις πολλαπλές διαστάσεις που πλαισιώνουν τη λειτουργία των ανθρώπινων κοινωνιών. Το κυριότερο είναι να εργαστούμε για την θεραπεία των πλευρών εκείνων που στην εν λόγω φάση πληγώθηκαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Αν μας διδάσκει κάτι η πανδημία, είναι το πόσο ευάλωτες αποδεικνύονται οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές “κατασκευές” της εποχής μας από την απορρύθμιση της δημόσιας υγείας, όχι μονομερώς ως ιατρικού προβλήματος, αλλά ως συνισταμένης των διαδοχικών και αλλεπάλληλων μεταλλάξεων που η πανδημία προκάλεσε σε όλες τις πλευρές της κοινωνίας του ανθρώπου.
Υπό την έννοια αυτή ο βιοψυχοκοινωνικός προσδιορισμός της υγείας ως δημόσιας υπόθεσης που αφορά τους πάντες και τα πάντα, οφείλουμε να αναδειχθεί σε κεντρικό ζήτημα αναστοχασμού και ανάληψης πρωτοβουλιών. Το διαρκές αίτημα μιας υγιούς κοινωνίας προϋποθέτει την κατανόηση του ολιστικού τρόπου θεώρησης της υγείας, αν θέλουμε να αναπτύξουμε ολόπλευρα το είδος μας και το κυριότερο, αν θέλουμε η επόμενη μέρα να μάς βρει ακέραιους, στέρεους και ουσιωδώς υγιείς και όχι κατακερματισμένους, γεμάτους τραύματα και “ακρωτηριασμούς”.