Μητσοτάκης: Αν δεν τα βρούμε με την Τουρκία μπορούμε να πάμε στη Χάγη
21/01/2021Στα ελληνοτουρκικά αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Monocle», θέτοντας στο τραπέζι το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, σε περίπτωση που δεν επιλυθεί, με άλλο τρόπο, το θέμα της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών – για το οποίο υπάρχει αντιπαράθεση με τη γείτονα χώρα.
Όπως είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο ίδιος προέτρεπε πάντα τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να συζητήσουν τη βασική διαφορά Ελλάδας – Τουρκίας, την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών. Ο ίδιος εξέφρασε την εκτίμηση το θέμα μπορεί να επιλυθεί, σημειώνοντας πως εάν οι δύο πλευρές δεν μπορέσουν να καταλήξουν σε λύση, «μπορούμε να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο».
Ειδικότερα, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην ένταση που υπήρξε την περίοδο του καλοκαιριού στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, σημειώνοντας: «Σίγουρα η θερμοκρασία ανέβηκε με την Τουρκία. Ήρθε εκ νέου στο προσκήνιο η στρατηγική σημασία της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό είναι σημαντικό όχι μόνο για την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και για την Ευρώπη. Οι διαφορές μας με την Τουρκία επηρεάζουν επίσης τη σχέση της με την Ευρώπη.
“Για τον λόγο αυτό, πιστεύω, ότι η Ευρώπη έλαβε την απόφαση να επιβάλει επιπρόσθετα μέτρα στην Τουρκία, σχετικά με τις παράνομες γεωτρήσεις και τις παράνομες δραστηριότητες όσον αφορά τις έρευνες για υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο. Και υπάρχει μια γενικευμένη αίσθηση πως η Τουρκία συμπεριφέρεται με έναν τρόπο που δεν συμβάλλει στην προώθηση της ειρήνης και της φιλίας στην περιοχή».
Και συνέχισε, σύμφωνα με το ΑΠΕ: «Πάντα έτεινα χείρα φιλίας προς την Τουρκία. Και πάντα προέτρεπα τον Πρόεδρο Ερντογάν να καθίσουμε και να συζητήσουμε την κύρια διαφορά μας, που είναι η οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών μας. Η ιστορία πάει πολλές δεκαετίες πίσω, αλλά το θέμα μπορεί να επιλυθεί. Αν δεν τα καταφέρουμε, μπορούμε να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο. Αυτός είναι ο λόγος ύπαρξης των διεθνών δικαστηρίων».
Σημειωτέον ότι στο ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη είχε αναφερθεί, προσφάτως, και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, ο οποίος μιλώντας σε πορτογαλική εφημερίδα, επεσήμανε ότι «η ΕΕ υπέγραψε τη Σύμβαση ως σύνολο και όχι κάθε κράτος ξεχωριστά. Συνεπώς, εάν η Τουρκία συμφωνήσει μαζί μας να συνομιλήσουμε και, σε περίπτωση διαφωνίας, να προσφύγουμε στη Χάγη και να χρησιμοποιήσουμε ως όρο αναφοράς το διεθνές δίκαιο, τότε (το πράγμα) θα είναι εύκολο.
“Είναι σαφές ότι, εάν η Τουρκία προσπαθήσει να το επιλύσει χρησιμοποιώντας όρους, όπως η ευθυδικία, τούτο μας οδηγεί να επισημάνουμε ότι η Τουρκία θέλει να ερμηνεύσει τα πράγματα και, υπό αυτή την ερμηνεία, να χρησιμοποιεί το casus belli, μια απειλή πολέμου εναντίον μας εάν ασκήσουμε το νόμιμο δικαίωμά μας για επέκταση των χωρικών υδάτων. Στην περίπτωση αυτή το ζήτημα είναι αδύνατον να λυθεί».
Παράλληλα, σε ό,τι αφορά το προσφυγικό – μεταναστευτικό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε: «Λάβαμε μεγάλη στήριξη τον Μάρτιο, όταν η Τουρκία προσπάθησε συστηματικά να παραβιάσει τα σύνορα και να στείλει δεκάδες χιλιάδες απεγνωσμένους ανθρώπους στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Αλλά υπερασπιστήκαμε τα σύνορά μας με την Τουρκία και, 48 ώρες αργότερα, η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετέβη στην περιοχή για να εκφράσει την αλληλεγγύη της. Ωστόσο, δεν είναι μόνο θέμα στήριξης. Κάποια ευρωπαϊκά κράτη κρύβονται πίσω από το γεγονός ότι οφείλουμε (ως χώρα) να προστατέψουμε τα σύνορα, δίχως όμως να επιδεικνύουν πραγματική αλληλεγγύη».
«Σε ό,τι αφορά τις προσφυγικές ροές, καταστήσαμε σαφές πως αλλάζουμε την προσέγγισή μας στο θέμα της προστασίας των συνόρων μας. Βεβαίως, άνθρωποι θα καταλήγουν να φτάνουν στην Ελλάδα και θα χορηγείται άσυλο σε εκείνους που το δικαιούνται. Η Ελλάδα είναι μία ανοιχτή και φιλόξενη χώρα για αυτούς που διαφεύγουν από διώξεις και πολέμους. Για αρκετούς από αυτούς η Ελλάδα είναι πλέον η πατρίδα τους και είμαστε χαρούμενοι και περήφανοι που είναι εδώ. Υπάρχει όμως μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους πρόσφυγες και τους οικονομικούς μετανάστες. Ταυτόχρονα, ζητάμε την αλληλεγγύη της Ευρώπης. Είναι απολύτως απαράδεκτο το γεγονός ότι κάποιες χώρες, κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης, είναι απρόθυμες να συνεισφέρουν» ανέφερε ακόμη.