Γενιά που δεν εργάζεται, δεν τεκνοποεί, δεν ονειρεύεται…
29/01/2021Πολλά έχουν ειπωθεί για τη γενιά μας, των millennials, αλλιώς γενιά Y, που σήμερα καταλαμβάνει τις ηλικίες 24-38. Η γενιά αυτή αντιμετωπίζει πρωτοφανείς προκλήσεις εν Ελλάδι αλλά και παγκοσμίως. Οι Έλληνες/-ίδες millennials αγγίζουν τις 1.350.000 στη χώρα μας και το εξωτερικό. Δεν είναι μόνο οι επικείμενες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, ή οι επερχόμενοι πολιτικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί ανασχηματισμοί που φέρνει η Βιομηχανία 4.0. Είναι και η αντιμετώπιση ενός θολού μέλλοντος ελλείψει συλλογικού οράματος.
Στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη επένδυση του νοικοκυριού ως οικονομικού δρώντος είναι η μόρφωση των παιδιών. Στο σήμερα, αυτό έχει δημιουργήσει την πιο μορφωμένη γενιά Ελλήνων. Όμως, η κρίση του 2008 σε συνδυασμό με τις συνέπειες της πανδημίας δημιούργησαν μια ζοφερή πραγματικότητα. Ενδεικτικά, αντιμέτωποι με ανεργία νέων που άγγιξε το δυσθεώρητο 52% το 2014, τουλάχιστον 270.000 εξειδικευμένοι νέοι έφυγαν από τη χώρα.
Υπήρξα κομμάτι αυτής της μετακίνησης. Εργάσθηκα και στη συνέχεια σπούδασα στο Βερολίνο. Γνώρισα πολλούς Έλληνες και Ελληνίδες που είτε σπούδαζαν είτε εργάζονταν. Πάντοτε ρωτούσα «Σκέφτεσαι να γυρίσεις;». Τις περισσότερες φορές η απάντηση ήταν η ίδια – «Άμα έβρισκα δουλειά στον τομέα μου θα επέστρεφα». Γνέφαμε με ένα βλέμμα κατανόησης και νόστου, με σφιγμένα χείλη. Πολλές φορές ακολουθούσαν σχόλια τύπου «..αφού μας έχουνε τσακίσει…».
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ένας νέος έρχεται αντιμέτωπος με μία από τις χειρότερες αγορές εργασίας στην Ευρώπη. Λίγες θέσεις, πολλοί αιτούντες, μεγάλος ανταγωνισμός, μικρές απολαβές. Έπειτα, οι υπάρχουσες επιχειρήσεις (με εξαίρεση τις νεοφυείς) συχνότερα παρά σπανιότερα διέπονται από τοξικά στοιχεία κουλτούρας. Κάθετη ιεραρχία που μπλοκάρει τις καινούργιες ιδέες, “παλιά μυαλά” που δεν δίνουν χώρο στο νέο, αντίσταση στις αναγκαίες αλλαγές, απλήρωτες αλλά σίγουρες υπερωρίες, δουλειά τα Σαββατοκύριακα.
Θέσεις ευθύνης δίχως εμπειρία;
Απ’ την άλλη μεριά, οι νέοι εργαζόμενοι σε πολυεθνικές, ενώ δεν αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα, πληρώνονται κατά μέσο όρο 700-850 ευρώ το μήνα καθαρά. Συχνά και περήφανα ακούγεται από το διεθνές μάνατζμεντ πως “η εταιρία επεκτάθηκε στη χώρα σας γιατί έχετε υψηλή κατάρτιση, μιλάτε καλά αγγλικά και είστε φθηνή εργασία” (cheap labor). Παράλληλα, εργαζόμενοι στις ίδιες θέσεις, στα ίδια έργα, σε ευρωπαϊκές πόλεις με μόλις 10% ακριβότερο κόστος ζωής των Αθηνών αμείβονται τα τριπλάσια.
Και μέχρι τώρα, μιλήσαμε για τους τυχερούς. Εκατοντάδες χιλιάδες εντάσσονται στις κατηγορίες των χρόνια ανέργων ή εποχιακά απασχολούμενων. Εδώ τα πράγματα είναι χειρότερα. Ανασφάλιστη, χωρίς ένσημα, μαύρη εργασία με μισθούς που δεν ξεπερνάνε τα 500 ευρώ και χωρίς ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Πολλοί εξαυτών, έχοντας απογοητευτεί οικτρά, έχουν παρατήσει το κυνήγι εργασίας ή όποια παραγωγική δραστηριότητα και αρκούνται στο επίδομα ανεργίας ή τη γονεϊκή στήριξη.
Αυτό έχει δημιουργήσει μια γενιά που ακόμη μένει στο πατρικό της. Μια γενιά που προσφεύγει σε φθηνές απολαύσεις. Κοινωνικά δίκτυα, ηλεκτρονικά παιχνίδια, Netflix, ναρκωτικά. Μια γενιά αντιθέσεων. Η πιο μορφωμένη και η πιο κακοπληρωμένη, η περισσότερο “κακοποιημένη” και η λιγότερο αντιδραστική. Μια γενιά που πλανάται εύκολα, και καταπιάνεται πρόθυμα με ότι υποσχεθεί γρήγορο και εύκολο χρήμα. Είτε αυτό πάρει τη μορφή του disc jockey, της δερματοστιξίας, του ‘αστεριού’ στο Instagram ή της τραπ μουσικής.
Πως λοιπόν αυτή η γενιά θα αναλάβει θέσεις ευθύνης στο άμεσο μέλλον χωρίς εμπειρία; Πότε θα δημιουργήσει όταν στα πιο παραγωγικά της χρόνια βρίσκεται εν πολλοίς εκτός εργασίας; Πως θα αποταμιεύσει και πως θα τεκνοποιήσει; Πως θα επιστρέψει από το εξωτερικό όταν στο υπόβαθρο ακούγονται κυβερνητικοί απόηχοι για την ανάγκη ‘μείωσης του μισθολογικού κόστους’ ως μοχλός ‘προσέλκυσης ξένων επενδύσεων’; Μια γενιά που μάχεται να συντηρηθεί ή να επιβιώσει, δεν επιτρέπεται να έχει χώρο για όνειρα. Είναι ανήμπορη να κοιτάξει μπροστά.