Η μαζική δολοφονία “Monster” απειλεί να ξαναρίξει τα Σκόπια στο χάος
24/02/2021Μια πολιτικά αμφισβητούμενη δίκη έξι Αλβανών για την δολοφονία πέντε Σλαβομακεδόνων το 2012 αναμενόταν να ρίξει νέο φως στη υπόθεση. Καθώς εκκρεμεί η ετυμηγορία, όμως, δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο, παρά τα προεκλογικά πυροτεχνήματα του Ζάεφ. Η ετυμηγορία στην δίκη, η οποία αποκαλείται από τα ΜΜΕ “Monster” αναμένεται να προκαλέσει νέες τριβές μεταξύ Αλβανών και Σλάβων.
Σχεδόν εννέα χρόνια μετά τη δολοφονία και δύο χρόνια από την έναρξη της δίκης, η έντονα προβεβλημένη από τα ΜΜΕ υπόθεση, που προκάλεσε πολιτικές εικασίες σχετικά με τα κίνητρα των δολοφονιών, κλείνει. Παρά τις προσδοκίες, τα νέα στοιχεία στην δίκη, με τη μορφή 25 συνομιλιών μεταξύ πρώην υψηλόβαθμων πολιτικών και αστυνομικών, δεν προσέφεραν ενδείξεις που να τεκμηριώνουν την αναφερόμενη πολιτική ή αστυνομική ανάμιξη, όπως ισχυριζόταν η υπεράσπιση. Εξίσου ανούσιες ήταν και όσα κατέθεσαν οι νέοι μάρτυρες, αλλά και ο πρωθυπουργός Ζάεφ, ο οποίος είχε εκφράσει εικασίες για πολιτική σκευωρία.
Πρωτόδικα, οι έξι κατηγορούμενοι είχαν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη. Στο εφετείο, η εισαγγελία ζήτησε ισόβια κάθειρξη μόνο για τρεις που πιστεύεται ότι είναι οι φυσικοί αυτουργοί, για τους Αλίλ Ντεμίρι, Αφρίμ Ισμαήλοβιτς (δικάζεται ερήμην) και Άγκυ Ιμαμάμοβιτς. Ζήτησε χαμηλότερες ποινές για τους Χακί Αζίρι και Φέτζι Αζίρι, οι οποίοι κατηγορούνται για συνέργεια και την αθώωση του έκτου κατηγορούμενου Σάμι Λούτζα, λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.
Ο εισαγγελέας υποστήριξε ότι οι κατηγορούμενοι δεν ήταν τρομοκράτες, αλλά έχουν διαπράξει τρομοκρατική πράξη. Η πρόκληση εθνοτικής σύγκρουσης και η αποσταθεροποίηση της χώρας ήταν το πιο πιθανό κίνητρο, κατ’ αυτόν, αφού τα θύματα επιλέχθηκαν σκόπιμα να είναι Σλάβοι. «Αυτό θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει μια επανειλημμένη σύγκρουση με αθώα θύματα. Είναι ένα γεγονός που αύξησε τη δυσπιστία και το μίσος μεταξύ των εθνοτικών κοινοτήτων της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας», επεσήμανε ο εισαγγελέας, προσθέτοντας ότι «αυτή η πράξη δεν αξίζει τίποτα λιγότερο από ισόβια κάθειρξη». Η υπεράσπιση επέμεινε ότι υπάρχουν αξιόπιστες υποψίες ότι η αστυνομία είχε φυτέψει όχι μόνο προστατευμένο μάρτυρα, αλλά και ψευδείς εγκληματολογικές αποδείξεις. Επέμεινε ότι οι κατηγορούμενοι είναι αποδιοπομπαίοι τράγοι.
Η υπόθεση που συγκλόνισε τα Σκόπια
Τα πτώματα των Φιλίπ Σλάβκοβσκι, Αλεξάνταρ Νακγιέφσκι, Τσβετάνκο Ασέβσκι και Κίρ Τρίκοφσκι, όλοι ηλικίας 18-20 ετών, ανακαλύφθηκαν το Πάσχα στις 12 Απριλίου 2012. Τα πτώματά τους ήταν παραταγμένα στη λίμνη Σμιλκόβσκο κοντά στα Σκόπια και είχαν εκτελεστεί. Η σορός του 45χρονου Μπόρτσε Στεβκόφσκι βρέθηκε λίγο πιο πέρα.
Οι δολοφονίες προκάλεσαν εθνοτικές εντάσεις, όταν Σλαβομακεδόνες πραγματοποίησαν διαμαρτυρίες, μερικές από τις οποίες έγιναν βίαιες, καταλογίζοντας ευθύνη στην αλβανική κοινότητα (περίπου 25% του πληθυσμού). Η τότε υπουργός Εσωτερικών ισχυρίστηκε ότι οι ύποπτοι είχαν διαπράξει τρομοκρατική ενέργεια με σκοπό να πυροδοτήσουν θρησκευτικές και εθνοτικές εντάσεις. Οι έρευνες σε σπίτια κατηγορουμένων απέφερε άφθονα όπλα και πυρομαχικά, καθώς και προπαγανδιστικό υλικό. Επίσης αναφέρθηκε ότι δύο από τους τότε προσαχθέντες είχαν πολεμήσει ως τζιχαντιστές σε Αφγανιστάν και Πακιστάν.
Τον Ιούνιο 2014, το Δικαστήριο τους καταδίκασε σε ισόβια, γεγονός που πυροδότησε διαμαρτυρίες Αλβανών και βίαιες συγκρούσεις διαδηλωτών και αστυνομίας. Οι Αλβανοί ισχυρίζονταν ότι οι έξι ομοεθνείς τους είχαν θυματοποιηθεί από την τότε κυβέρνηση Γκρουέφσκι. Το 2015, η τότε αντιπολίτευση, υπό τον Ζάεφ, άρχισε να δίνει στη δημοσιότητα κρυφές τηλεφωνικές συνομιλίες ανωτέρων αξιωματούχων, κατηγορώντας τον Γκρουέφσκι και τον ξάδελφό του, αρχηγό της μυστικής αστυνομίας Σάσο Μιτζάλκοφ ότι βρίσκονται πίσω από ένα σκάνδαλο τηλεφωνικών υποκλοπών.
Η δίκη Monster ξεκινά υπό νέα κυβέρνηση
Ο Ζάεφ υπαινίχθηκε ότι ορισμένες συνομιλίες μπορούσαν να περιέχουν στοιχεία για την υπόθεση Monster. Τον Μάιο 2015, είπε ότι «θα αποκαλυφθεί μια επώδυνη αλήθεια» όταν δημοσιοποιηθεί υλικό για την υπόθεση. Οι υποκλαπείσες συνομιλίες παραδόθηκαν στην Ειδική Εισαγγελία, η οποία διερεύνησε την υπόθεση. Το 2017, μετά από μακροχρόνια πολιτική κρίση η κυβέρνηση Γκρουέφσκι έπεσε και οι Σοσιαλδημοκράτες του Ζάεφ ανέβηκαν στην εξουσία. Η δίκη επανεκκίνησε τον Μάιο 2018, αφού η εισαγγελία ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο (Οκτώβριος 2017) να καταργηθούν οι ισόβιες ποινές, επικαλούμενη αμφισβητήσιμα αποδεικτικά στοιχεία. Σε μια συμβολική χειρονομία, η υπόθεση δόθηκε στον εισαγγελέα Φατιμέ Φετάι, επιφανή νομικό αλβανικής καταγωγής.
Πραγματογνώμονας της αστυνομίας δήλωσε στο δικαστήριο ότι τα θύματα σκοτώθηκαν από τρία ξεχωριστά πυροβόλα όπλα, δύο τουφέκια Καλάσνικωφ και ένα πιστόλι 9 mm. Είπε ότι συνολικά 21 σφαίρες κατέληξαν στα σώματα των θυμάτων, ενώ βρέθηκαν οκτώ κάλυκες στη σκηνή του εγκλήματος. Η ανάλυση έδειξε ότι ένας από τους κάλυκες ταιριάζει με κάλυκα που χρησιμοποιήθηκε σαν αποδεικτικό στοιχείο σε άλλη δίκη εναντίον του κατηγορούμενου Φέιζι Αζίρι.
Προστατευόμενος μάρτυρας, στην πρώτη δίκη κατέθεσε ότι λίγες μέρες πριν τη δολοφονία, είδε τρεις κατηγορούμενους στη λίμνη αρκετές φορές, πιθανώς εξερευνούσαν την τοποθεσία. Η υπεράσπιση ισχυρίστηκε ότι ο μάρτυρας ήταν αστυνομικό κατασκεύασμα και ότι δεν ήταν αξιόπιστος, επειδή είχε δώσει αντιφατικές καταθέσεις σχετικά με την εμφάνιση των κατηγορουμένων, ισχυριζόμενος ότι είχαν γενειάδες, πράγμα που αντέκρουσε ο κουρέας τους.
Ανάμεσα στα αποδεικτικά στοιχεία υπήρχε επίσης χώμα από τους μασπιέδες ενός κόκκινου Opel Omega, το οποίο βρέθηκε τέσσερις ημέρες μετά τη δολοφονία, δέκα χιλιόμετρα από τον τόπο της δολοφονίας και το οποίο πιστεύει η εισαγγελία ήταν το αυτοκίνητο απόδρασης. Η υπεράσπιση ανέφερε ότι είναι παράλογο το αυτοκίνητο να μην καταστραφεί, αν ήταν όχημα διαφυγής. Αμφισβήτησε επίσης τα ευρήματα DNA, επιμένοντας ότι είχαν φυτευτεί από την αστυνομία μαζί με το αυτοκίνητο.
Ψαράδες Ρομά
Τέσσερις ψαράδες Ρομά που βρίσκονταν στη λίμνη εκείνη την εποχή, είδαν έναν κατηγορούμενο και άκουσαν τους πυροβολισμούς. Είπαν ότι τους πλησίασε κρατώντας όπλο και ζήτησε τα ονόματά τους, τα οποία αποκάλυψαν ότι οι Ρομά ήταν μουσουλμάνοι. Ο ένοπλος τους έδιωξε χωρίς να τους βλάψει.
Ο κατηγορούμενος Χάκι Αζίρι, ισχυρίστηκε ότι βρισκόταν σπίτι του την ημέρα των δολοφονιών, αλλά στην πρώτη δίκη είχε παραδεχθεί ότι είχε βοηθήσει τους δράστες να φτάσουν και να φύγουν από τον τόπο της δολοφονίας. Ο Αλβανός εισαγγελέας Φετάι υποστήριξε ότι επειδή δεν υπήρχαν στοιχεία ότι η αρχική κατάθεση του Αζίρι δόθηκε υπό πίεση, πρέπει να ληφθεί υπόψη από το εφετείο.
Οι υποκλοπές δεν απέδειξαν πολιτικές παρεμβάσεις
Πολλοί ανάμεναν με αγωνία τις 25 συνομιλίες κρατικών αξιωματούχων που είχε υποδείξει ο Ζάεφ όταν ήταν ηγέτης της αντιπολίτευσης. Όμως, όταν οι συνομιλίες πρώην ανώτερων αξιωματούχων ακούστηκαν τον Σεπτέμβριο 2019, καμία δεν προσέφερε τίποτα νέο. Σε άλλες συνομιλίες, εκπρόσωποι του τότε κυβερνώντος κόμματος VMRO παραπονούνταν ότι το αλβανικό κόμμα που συμμετείχε στον κυβερνητικό συνασπισμό, καθυστέρησε το αίτημα έκδοσης δύο κατηγορουμένων από το Κοσσυφοπέδιο. Οι Αφρίμ Ιμασάμοβιτς και Άλι Ντεμίρι στην πρώτη δίκη ήταν φυλακισμένοι στο Κοσσυφοπέδιο για διακίνηση όπλων. Παρόλο που απελευθερώθηκαν, δεν εκδόθηκαν ποτέ.
Καμία από τις υποκλαπείσες συνομιλίες δεν τεκμηριώνει τον ισχυρισμό ότι η κυβέρνηση Γκρουέφσκι έστησε συνωμοσία για πολιτικούς λόγους. Σε ακροάσεις στις αρχές του 2020, ο πρώην υπουργός Εσωτερικών και ο πρώην μυστικός αρχηγός της αστυνομίας Σάσο Μιτζάλκοφ επέμειναν και οι δύο ότι δεν είχαν καμία προηγούμενη γνώση ότι θα γίνουν οι δολοφονίες και είπαν ότι η αστυνομία διερεύνησαν σθεναρά την υπόθεση σύμφωνα με το νόμο.
Η ανώφελη μαρτυρία Ζάεφ
Ο Ζάεφ εμφανίστηκε τελικά ως μάρτυρας τον Φεβρουάριο, αλλά η κατάθεσή του θεωρήθηκε επίσης σε μεγάλο βαθμό απογοητευτική. Ο Ζάεφ είπε ότι δεν έλαβε πλήρη εικόνα για την υπόθεση από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που είχε ακούσει. Αρνήθηκε ότι είχε άμεσες αποδείξεις ή γνώσεις σχετικά με την πιθανή συμμετοχή πρώην ανώτερων αξιωματούχων ή για πιθανή πολιτική ή αστυνομική εμπλοκή. Είπε ότι από τα τηλεοπτικά δίκτυα που είχε ακούσει, πρώην πολιτικοί του κυβερνώντος κόμματος «εξέφρασαν ενδιαφέρον» για την υπόθεση, αλλά δεν μπορούσε να εντοπίσει πιθανό αδίκημα.
Κατά τη λήξη της παρουσίασης επιχειρημάτων τον Ιανουάριο, ο εισαγγελέας Φατίμ Φετάι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι μαγνητοφωνήσεις απέτυχαν να αποκαλύψουν «κάποια νέα αλήθεια» για την υπόθεση, όπως και οι νέες μαρτυρίες.
Εν τω μεταξύ, η δικηγόρος των οικογενειών των θυμάτων, δήλωσε ότι οι υποκλοπές και η μαρτυρία του Ζάεφ ήταν πρακτικά χάσιμο χρόνου. Ωστόσο, ο επικεφαλής εισαγγελέας της χώρας Λιούμμπομιρ Γιοβέβσκι είπε στη Deutsche Welle, πριν μερικές μέρες ότι διαφωνεί με την ιδέα ότι η δίκη δεν έχει προσφέρει κάτι νέο «επειδή αποσύρθηκαν οι κατηγορίες για έναν από τους κατηγορούμενους και οι ενέργειες άλλων κατηγορουμένων έχουν καταστεί πιο σαφείς».
Όποια και αν είναι η ετυμηγορία στις 23 Φεβρουαρίου, είναι ήδη ασφαλές να υποθέσουμε ότι θα τροφοδοτήσει ξανά τους φυλετικούς και κοινωννικούς διχασμούς. Ότι η υπόθεση εξακολουθεί να είναι εστία ανάφλεξης, φάνηκε στα τέλη Ιανουαρίου όταν μια διαμαρτυρία μπροστά από την εισαγγελία στα Σκόπια, που διοργανώθηκε από συγγενείς των κατηγορουμένων που ζητούσαν την απόλυση του εισαγγελέα Φετάι, έληξε με συμπλοκές και καταστροφές.
Επιπλέον οι αρχές τη Δευτέρα εξέδωσαν ένταλμα σύλληψης για τον πρώην αρχηγό της μυστικής αστυνομίας Σάσο Μιτζάλκοφ για την υπόθεση υποκλοπών τηλεφωνίας στην οποία οείναι ο κύριος ύποπτος και κατηγορούμενος. Η ετυμηγορία στην υπόθεση στοιχεία της οποίας δόθηκαν στην δικαστική έρευνα για την υπόθεση των δολοφονημένων ψαράδων, αναμένεται την Παρασκευή, αλλά ο Μιτζάλκοφ μάλλον διέφυγε στο εξωτερικό όπως παλαιότερα ο ξάδερφος του πρώην πρωθυπουργός Γκρούεφσκι.