Η Πορτογαλία αντεπιτίθεται στη Γερμανία
22/12/2017του Paul Hockenos –
Η αποφασιστική καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ δεν είναι από τους ανθρώπους που παραδέχονται συνήθως τα λάθη τους. Ωστόσο, αυτό το φθινόπωρο, η Μέρκελ και ο τότε υπουργός οικονομικών Βόλφγκανγκ Σάουμπλε, παραδέχτηκαν ότι έκαναν λάθος, αναφορικά με την πίστη τους στην λιτότητα στην Ευρώπη. Τουλάχιστον, στην πράξη αν όχι στα λόγια.
Οι Γερμανοί υποστήριξαν ενεργά τον αριστερό οικονομολόγο Μάριο Σέντενο, τον υπουργό Οικονομικών της Πορτογαλίας, για την πολυπόθητη θέση του επικεφαλής του Eurogroup, του ισχυρού 19μελούς διευθυντηρίου του κοινού νομίσματος.
Τον Ιανουάριο, ο Σεντένο, ο ελευθερόφρονας του πορτογαλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, σπουδασμένος στο Χάρβαρντ, θα αφήσει την αριστερή κυβέρνηση της Λισαβόνας για να διαδεχθεί τον πρόεδρο Γερούν Ντάισελμπλουμ. Ο Ολλανδός υπήρξε κρίσιμος σύμμαχος της Γερμανίας τα τελευταία χρόνια, που επέρριπτε ευθύνες στους σπάταλους Ευρωπαίους του νότου. Αθέλητα δημιούργησε ένα διχασμό μεταξύ του Βορρά και του Νότου που διατηρείται μέχρι σήμερα. Ο Σεντένο αποτελεί μια στροφή στην πορεία. Μέχρι τώρα, εκπροσωπούσε μια νότια ευρωπαϊκή χώρα, την Πορτογαλία, η οποία έλαβε από τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ ένα δάνειο ύψους 78 δισ. ευρώ εν μέσω της κρίσης του ευρώ.
Αλλά ακόμα πιο αξιοσημείωτο είναι ότι ο Σεντένο ήταν μέλος μιας αριστερής κυβέρνησης -που υποστηρίχτηκε από το κομμουνιστικό κόμμα- η οποία στη συνέχεια αντέδρασε στις εντολές του βορρά, των πιστωτών και της τρόικας (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Κομισιόν και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο). Το αν η ανάληψη της θέσης από τον Σεντένο, με τη βοήθεια του Βερολίνου, αντιπροσωπεύει μια μετατόπιση στη γερμανική οικονομική σκέψη μένει να το δούμε.
Παρακούοντας τις εντολές Σόιμπλε
Λιγότερο από δύο χρόνια πριν, ο Σόιμπλε, το πιο άγριο «γεράκι» στα δημοσιονομικά της ευρωζώνης, προειδοποίησε την Πορτογαλία ότι η άρνησή της να ακολουθήσει τους κανόνες θα κατακλύσει την οικονομία της και θα την αναγκάσει να αναζητήσει ένα άλλο διεθνές σχέδιο διάσωσης. Όμως, έκτοτε, οι συνετές αποκλίσεις της Λισαβόνας έχουν κερδίσει τους επαίνους ακόμη και από τους υπέρμαχους της δημοσιονομικής πειθαρχίας – συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Σόιμπλε.
Η Πορτογαλία έχει αποδείξει ότι είναι δυνατό για μια χώρα που αγωνίζεται, μπορεί να αψηφήσει τη γερμανική επιβολή λιτότητας στην ΕΕ και να τα καταφέρνει. Αυτό δεν σημαίνει ότι, ακριβώς επειδή ο Σεντένο έχει υπηρετήσει μια αριστερή πορτογαλική κυβέρνηση, θα επιδιώξει ριζοσπαστικές πολιτικές φιλοδοξίες στις Βρυξέλλες. Όμως, ως πρόεδρος του Eurogroup, θα εκτελέσει καθήκοντα ενός οργάνου που έχει μεγάλη σημασία στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και θα είναι πρωταρχικής σημασίας για την καθοδήγηση των διαδικασιών μεταρρύθμισης που ορθώνονται μπροστά.
Το Eurogroup σχεδιάστηκε αρχικά ως ανεπίσημη συνάντηση των υπουργών οικονομικών για ανταλλαγή απόψεων, αλλά τώρα παρακολουθεί σχέδια εθνικών προϋπολογισμών και προγράμματα διάσωσης, στο πλαίσιο της οικονομικής εποπτείας που δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα των κρίσεων. Ο πρόεδρος είναι βασικός παράγοντας στις εξελίξεις στην ευρωζώνη, παρόλο που το σώμα έχει επικριθεί έντονα ως μη διαφανές και αντιδημοκρατικό, καθώς δεν υπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Κοινοβουλίου και τα πρακτικά του δεν είναι δημόσια.
Ο Σεντένο, όπως και η πορτογαλική κυβέρνηση που υπηρέτησε, συμβολίζει ήδη την πιθανότητα ότι μια νέα, λιγότερο Γερμανική, ιδεολογική εποχή οικονομικής διακυβέρνησης βρίσκεται στην Ευρώπη. Η Λισαβόνα είναι η πρώτη κυβέρνηση της Νότιας Ευρώπης που ξεφεύγει από τον βάλτο του χρέους και της στασιμότητας. Η οικονομία της διέρχεται την ταχύτερη ανάπτυξή της εδώ και πάνω από μια δεκαετία και αναμένεται περισσότερη ανάπτυξη το επόμενο έτος, η οποία θα συρρικνώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας στο 1% του ΑΕΠ – το μικρότερο σε 40 χρόνια. Η ανεργία φέτος μειώθηκε στο 9,2%, από 17,5% το 2013 και οι εξαγωγές αυξάνονται. Ωστόσο, το εθνικό χρέος της Πορτογαλίας εξακολουθεί να είναι 128% του σημερινού ΑΕΠ, που σημαίνει ότι ακόμα δεν έχει ξεπεράσει τις δυσκολίες.
«Ο διορισμός του κ. Σεντένο είναι αντιπροσωπευτικός της αλλαγής πολιτικής στις λειτουργίες της ευρωζώνης», δήλωσε ο Gustav Horn, οικονομολόγος στο Hans-Böckler-Stiftung, γερμανικό think tank. «Είναι μια παραδοχή ότι οι σκληρές συνταγές λιτότητας και η δημοσιονομική συρρίκνωση δεν λειτουργούσαν, κάτι που μπορούμε να δούμε στην Ελλάδα. Η περικοπή των δαπανών και των φόρων σε περιόδους κρίσης κάνει τα πράγματα χειρότερα. Η προσέγγιση της Πορτογαλίας ήταν διαφορετική: πρώτα να δώσει ώθηση στην οικονομία και στη συνέχεια να εξυγιάνει τον προϋπολογισμό. Η Μέρκελ το αναγνώρισε προφανώς αυτό».
Η πορεία της Πορτογαλίας στην “οικογένεια” υγιών ευρωπαϊκών οικονομιών δεν ήταν ορατή, όταν το 2010 η Πορτογαλία βάδισε παραπαίοντας στην παγίδα του χρέους και σε έναν φαύλο κύκλο, ο ίδιος που προσέβαλε και τους άλλους χρεωμένους εταίρους του Νότου. Η καθιέρωση του ευρώ πριν από 11 χρόνια είχε μειώσει την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας που είχε συνηθίζει να πειράζει την αξία του νομίσματός της προκειμένου να κερδίσει ευνοϊκούς όρους συναλλαγών.
Το ευρώ παρείχε επίσης στην Πορτογαλία εύκολη πρόσβαση σε σχεδόν απεριόριστη πίστωση – η οποία κατευθύνθηκε κυρίως προς ακίνητα, κατασκευαστικά έργα και χρηματοπιστωτικά προϊόντα υψηλού κινδύνου. Το ΑΕΠ αυξανόταν. Αλλά όταν έσκασε η φούσκα και ήρθε η στιγμή της αποπληρωμής, η Πορτογαλία βάρεσε “κανόνι” όπως και οι άλλοι, αποκαλύπτοντας μια κληρονομιά κακοδιαχείρισης, τρελών λογιστικών και σπατάλης του δημοσίου τομέα.
Για να αποτρέψει την πτώχευση, η Πορτογαλία υπέγραψε το σχέδιο διάσωσης το 2011. Αυτό ήρθε με τις γνωστές οδηγίες για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, χαμηλότερων μισθών και συνταξιοδοτικών παροχών, τη μείωση των δημόσιων δαπανών και γενικά τη συμμόρφωση με τους όρους της δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ.
Τότε η συντηρητική κυβέρνηση της Πορτογαλίας, με καθυστέρηση, καθιέρωσε φορολογικές αυξήσεις και περικοπές μισθών για τους δημόσιους υπαλλήλους, κατάργησε τέσσερις εθνικές αργίες, ιδιωτικοποίησε πολλές επιχειρήσεις κοινής ωφελείας. Για πάνω από δύο χρόνια, ο προϋπολογισμός της χώρας για την εκπαίδευση μειώθηκε κατά 23%. Προφανώς, η ανεργία αυξήθηκε καθώς η οικονομία έμεινε στάσιμη.
Διαφορετική στρατηγική από τον ΣΥΡΙΖΑ
Το αποτέλεσμα ήταν το 2015 να έρθει στην εξουσία μια κυβέρνηση μειοψηφίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, υπό τον βετεράνο σοσιαλδημοκράτη Αντόνιο Κόστα, με την στήριξη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Πορτογαλίας, των Πρασίνων και ανεξάρτητων μαρξιστών στο κοινοβούλιο – μια εκπληκτική καινοτομία. Η κυβέρνηση του Κόστα ανέλαβε καθήκοντα παρατηρώντας ταυτόχρονα την οδυνηρή ήττα της ελληνικής κυβέρνησης του ομόφρονα ΣΥΡΙΖΑ, η οποία απέρριψε οριστικά τους όρους της Τρόικας και έπειτα υποχώρησε υπό πίεση, αντιμετωπίζοντας μια πικρή επιλογή είτε μεταξύ αφερεγγυότητας (και συντριβή εκτός του ευρώ) ή συμμόρφωση.
Στην διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Κόστα, που τότε ήταν δήμαρχος της Λισαβόνας, μίλησε αόριστα για την αμφισβήτηση του καθεστώτος λιτότητας χωρίς να υπονομεύσει το πλαίσιο της Τρόικας – σε αντίθεση με την ασυμβίβαστη στάση του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση του Κόστα διόρισε τον Σεντένο υπουργό Οικονομικών, ο οποίος εργαζόταν στην κεντρική τράπεζα της Πορτογαλίας και δίδασκε στο πανεπιστήμιο της Λισαβόνας.
Ο 51χρονος ειδικός στην αγορά εργασίας δεν είχε φτάσει στο προσκήνιο μέχρις ότου ο Κόστα τον κάλεσε να σχεδιάσει την οικονομική πλατφόρμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος για την προεκλογική εκστρατεία του 2015. Σε ακαδημαϊκούς κύκλους, είχε τη φήμη ενός φιλελεύθερου ευνοώντας την ευελιξία της αγοράς εργασίας. Ως υπουργός, αποδείχθηκε “διάττων αστέρας”: έρευνες του 2017 τον έδειχναν ως τον πιο δημοφιλή υπουργό του υπουργικού συμβουλίου, με τους Πορτογάλους ψηφοφόρους προφανώς να του πιστώνουν την επαναφορά της οικονομίας στα πόδια της.
Στον Σεντένο δόθηκε εντολή να κατευθύνει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις – και, βασικά, να αναθερμάνει την οικονομία ενισχύοντας τη ζήτηση. “Είναι εντελώς λάθος να πιστεύουμε ότι μια χώρα όπως η Πορτογαλία θα μπορούσε να γίνει πιο ανταγωνιστική βάσει των ανταγωνιστικών παραγόντων του Τρίτου Κόσμου“, δήλωσε ο Κόστα στους Financial Times τον Ιανουάριο του 2016, αναφερόμενος στην επιταγή της Τρόικας για αύξηση της παραγωγικότητας με μείωση μισθών.
Οι Πορτογάλοι κάνουν του κεφαλιού τους
Η κυβέρνηση κόλλησε σε μεγάλο βαθμό στις δημοσιονομικές συνθήκες που ζήτησε η Τρόικα αντιστρέφοντας τις περικοπές των συντάξεων και των μισθών, σταματώντας την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων εταιρειών ύδρευσης και μεταφορών και επαναφέροντας τις διακοπές(αργίες). Παρά τις επιπλήξεις από την Τρόικα, ανέτρεψε την αύξηση των κυμαινόμενων φόρων (regressive tax hike). Η κοινωνική ασφάλιση αυξήθηκε για τις φτωχές οικογένειες. Παρά τις απειλές και τις καταστροφικές προφητείες των αξιωματούχων της ΕΕ, τα μέτρα αναζωπύρωσαν την εγχώρια ζήτηση και τις επενδύσεις το 2016. Η ανάπτυξη σταθεροποιήθηκε.
Ένα χρόνο μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η κυβέρνηση Κόστα με ένα αριστερό θηριοτροφείο πίσω της μπόρεσε να πετύχει ένα άλμα 13% επενδύσεις από εταιρείες. «Η Πορτογαλία αύξησε τις δημόσιες επενδύσεις, μείωσε το έλλειμμα, μείωσε την ανεργία και τη σταθερή οικονομική ανάπτυξη», έγραψε νωρίτερα φέτος ο αρθρογράφος της Guardian Owen Jones. «Μας είπαν ότι αυτό ήταν αδύνατο και, ειλικρινά, παραπλανητικό». Τον Σεπτέμβριο, η Πορτογαλία ανέκτησε την πιστοληπτική της θέση από τους διεθνείς οργανισμούς αξιολόγησης.
Η αποστολή του Σεντένο να ηγηθεί του Eurogroup, τώρα ευθυγραμμίζεται με το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Εμμανουέλ Μακρόν. Ο Μακρόν μπορεί πιθανότατα να βασιστεί στον Σεντένο στην προσπάθειά του να ενώσει στενότερα τις οικονομίες της Ευρωζώνης και να ξεκινήσει την ανάπτυξη στις προβληματικές νότιες οικονομίες με μια επενδυτική στρατηγική. Η Ελλάδα παραμένει σημαντικό πρόβλημα για την Ευρωζώνη, καθώς η οικονομία της δεν ανταποκρίθηκε θετικά στις μεταρρυθμίσεις της εποχής Σόιμπλε. Το Eurogroup θα συζητήσει σίγουρα για την ελάφρυνση των μέτρων που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους.
Για το λόγο αυτό, η ιταλική εφημερίδα Il Sole 24 Ore σχολίασε: «Η εκλογή του Σεντένο μπορεί να θεωρηθεί ως καμπή.» Αυτό θα αποδειχθεί ακόμη περισσότερο εάν ο Σεντένο και οι μεταρρυθμίσεις κατά της λιτότητας θα συνεχίσουν να υποστηρίζονται από τη Γερμανία – και αυτό, με τη σειρά του, θα είναι πιθανότερο εάν ο επόμενος κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας συμπεριλαμβάνει τους Σοσιαλδημοκράτες, που φαίνεται όλο και πιο πιθανό.
Βεβαίως, κανείς στη Γερμανία δεν ζητά συγνώμη για την προκρούστεια κλίνη στην οποία επέμεναν οι οφειλέτες της Ευρώπης. Αλλά το σημαντικό δεν είναι εάν η Μέρκελ ανακοινώσει δημοσίως ένα mea culpa. Η αποτίμηση του επιτεύγματος της Πορτογαλίας και η χαλάρωση των χωρών-οφειλετών (πρωτίστως της Ελλάδας) θα ήταν αρκετά αποζημίωση.
Πηγή: Foreign Policy