Η μοναξιά του πολιτικού ηγέτη
16/06/2021«Οι ηγέτες σκέφτονται και μιλούν για λύσεις. Οι οπαδοί σκέφτονται και μιλούν για προβλήματα» (Bryan Tracy). Σε καιρούς κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής, επιδημικής, πολιτικής…) ο πολιτικός ηγέτης καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στην ικανοποίηση των αιτημάτων του λαού και στην ανάγκη να δώσει ένα όραμα για το μέλλον. Πολλές φορές τα δύο αυτά είναι αλληλοσυγκρουόμενα και η σύνθεσή τους αρκετά δύσκολη.
Ο ηγέτης υποχρεώνεται να λειτουργήσει ως αποσυμπιεστής άλλοτε της λαϊκής οργής και θυμού του λαού κι άλλοτε της αγωνίας και της απαίτησης-ελπίδας για διέξοδο και για μία άλλη προοπτική ή πρόταση ζωής. Ο διττός αυτός ρόλος καθιστά το πολιτικό λειτούργημα δυσχερές και απαιτεί από τον πολιτικό ηγέτη να χαρακτηρίζεται από πολλές ικανότητες και “δεξιότητες”.
Γι’ αυτό και δεν συνιστά δημοσκοπική παραδοξότητα, όταν στις δημοσκοπήσεις και στο ερώτημα για τον “καταλληλότερο πρωθυπουργό”, ο “κανένας” να κατέχει την πρώτη θέση. Η εθνική αλλά και η παγκόσμια πολιτική συγκυρία επωάζει αναλώσιμους ηγέτες επιβεβαιώνοντας την θέση πως η εποχή μας είναι δύσκολη για πολιτικούς “πρίγκηπες”.
Η καθημερινότητα (πολιτική, οικονομική, κοινωνική) γεννά προβλήματα και προβληματισμούς σχετικά με την πολιτική ωριμότητα του λαού, τη συλλογική ευθύνη, τον επιτακτικό χαρακτήρα της πολιτικής έκφρασης των πολιτών και ιδιαίτερα τα γνωρίσματα και τις αρετές του πολιτικού ηγέτη-ηγεμόνα. Το τελευταίο εγείρει διαφωνίες ανάμεσα στους ειδικούς της πολιτικής ιστοριογραφίας για το βαθύτερο περιεχόμενο της ιστορίας.
Η ιστορική σκοπιά
Μια βασική τάση αυτής πρεσβεύει πως η ιστορία δεν συνιστά μια συρραφή-άθροισμα γεγονότων αλλά προϊόν της προσωπικής ιστορίας ορισμένων διαλεχτών-εκλεκτών από τη μοίρα θνητών (ιδιαίτερα πολιτικών). Με άλλα λόγια, δηλαδή, «η ιστορία είναι η ιστορία προσώπων». Σύμφωνα με την πλευρά αυτή υποβαθμίζονται άλλοι παράγοντες όπως: το θεϊκό στοιχείο, η μοίρα, οι οικονομικοί παράγοντες, οι ιδεολογίες και οι καταναγκασμοί που ασκούν οι απρόσωπες κοινωνικές δομές πάνω στα ανθρώπινα υποκείμενα. Όποιες, όμως, κι αν είναι οι ενστάσεις κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί το ρόλο του πολιτικού υποκειμένου στη διαμόρφωση του ιστορικού γεγονότος.
Ιδιαίτερα πρέπει να καταγραφεί ο καταστροφικός ή δημιουργικός τρόπος με τον οποίο ο πολιτικός ηγέτης αντιδρά στους διάφορους καταναγκασμούς που ασκούνται στο εκάστοτε πολιτικό σώμα. «Το είδος, απλά και μόνο καταστροφικό ή δημιουργικό, της αντίδρασης των ανθρώπων (πολιτικών ηγετών) είναι σε μεγάλο βαθμό συνάρτηση του βαθμού της συνειδητοποίησης των προβλημάτων και των αιτιών τους, καθώς και της ανάπτυξης κριτικού ορθολογικού πνεύματος εκ μέρους του ανθρώπινου (πολιτικού) υποκειμένου».
»Αν η αντίδραση είναι αποτέλεσμα της έκρηξης ανεξέλεγκτων παθών ή ανεπεξέργαστων από τον ανθρώπινο λόγο συναισθημάτων, τότε οι πιθανότητες να είναι η αντίδραση αυτή καταστροφική και μάλιστα αυτοκαταστροφική, είναι εξαιρετικά μεγάλες. Αν, αντίθετα, η αντίδραση συνοδεύεται από την ελεγχόμενη γνώση του προβλήματος, τη συνειδητοποίηση των αιτιών του και μια κριτική αυτοσυνειδησία του ανθρώπινου υποκειμένου (πολιτικός ηγέτης), τότε οι πιθανότητες να είναι η αντίδραση δημιουργική, προς την κατεύθυνση της επιτυχημένης αντιμετώπισης του προβλήματος, εγγίζουν σχεδόν τη βεβαιότητα, όσο βέβαια επιτρέπεται να μιλά κανείς για βεβαιότητα αναφερόμενος στις ανθρώπινες υποθέσεις», (Κοινωνιολογία Γ’ Λυκείου, ΟΕΔΒ 1998).
Τα όσα είπε ο Θουκυδίδης
Όλα τα παραπάνω, λοιπόν, συνηγορούν υπέρ του πρωταγωνιστικού ρόλου του ανθρώπινου υποκειμένου και ιδιαίτερα του πολιτικού ηγέτη στη διαμόρφωση του ιστορικού γεγονότος. Η καταγραφή και προβολή των ιδιαίτερων αρετών και γνωρισμάτων του πολιτικού ηγέτη παραπέμπει άμεσα στο μεγάλο αρχαίο Αθηναίο ηγέτη, στον Περικλή,
«ουκ ήγετο μάλλον υπ’ αυτού ή αυτός ήγε».
Σχετικά ο Θουκυδίδης γράφει: «Αιτία ήταν ότι ο Περικλής είχε μεγάλη επιρροή που πήγαζε από την κοινή εκτίμηση προς αυτόν και την προσωπική του ικανότητα και φανερά αναδείχτηκε στον ύψιστο βαθμό ανώτερος χρημάτων. Συνεκράτη τον λαόν, μολονότι σεβόταν τις ελευθερίες του, και αυτός μάλλον οδηγούσε αυτόν παρά οδηγείτο από αυτόν. Γιατί καθόσον μην επιδιώκοντας να αποκτήσει επιρροή με αθέμιτα μέσα, δεν τον κολάκευε τον λαό, αλλά στηριζόμενος στην προς αυτόν εκτίμηση, μπορούσε να αντιταχθεί… Στα λόγια ήταν δημοκρατία, στην πράξη η εξουσία του πρώτου ανδρός-πολίτη.», (Θουκυδίδου ιστορία, βιβλίο Β, 65). Η προσωπογραφία του Περικλή, όσο κι αν συνιστά μία θεμιτή εξιδανίκευση, ορίζει με γλαφυρό τρόπο την τέχνη και τεχνική άσκηση της πολιτικής εξουσίας.
Πρωταρχικό στοιχείο-αρετή ενός πολιτικού ηγέτη η δύναμη να μιλά στο λαό με ειλικρίνεια και όχι «προς ηδονήν». Γιατί όσοι αποκρύπτουν την αλήθεια και στοχεύουν στην προσωπική ανάδειξη εύκολα διολισθαίνουν στο λαϊκισμό και στις θωπείες των αδυναμιών του λαού: «Και επειδή επιθυμούσαν ο καθένας να επικρατήσει εκείνος, κολάκευε το πλήθος στο οποίο έτσι παραδόθηκε η πρωτοβουλία για τις δημόσιες υποθέσεις», (Θουκυδίδη ιστορία, Β 65). Ο πραγματικός ηγέτης μπορεί και πρέπει να αντιπαρατίθεται σε κάθε ταπεινή επιθυμία του λαού.
Ο πολιτικός ηγέτης
Ο ηγέτης βλέπει μακριά, ερμηνεύει ψύχραιμα τα δεδομένα και αποφασίζει με γνώμονα τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα και όχι με κριτήριο τις εντυπώσεις του παρόντος. Σχετικά σημειώνει ο Μακιαβέλι στον “Ηγεμόνα” του: «Γιατί γενικά οι άνθρωποι κρίνουν πιο πολύ από τα φαινόμενα παρά από τα πράγματα, επειδή όλοι μπορούν να βλέπουν και ν’ ακούν, λίγοι όμως είναι εκείνοι που μπορούν και να κρίνουν».
Ως απόρροια των παραπάνω λογίζεται η υποχρέωση του πολιτικού ηγέτη να γίνεται δυσάρεστος στο λαϊκό αίσθημα, όταν αυτό επιβάλλει η πραγματικότητα. Μακροπρόθεσμα ο λαός θα αναγνωρίσει το “ανάστημα” του πολιτικού ηγέτη και θα γαλουχηθεί στην ανάγκη να ακούει τα δέοντα και να μην αντιδρά σύμφωνα και με την επισήμανση του Θουκυδίδη: «όπερ φιλεί όμιλος ποιείν», (αντιφατική συμπεριφορά/το ευμετάβολο των διαθέσεων).
Ένα άλλο βασικό γνώρισμα-αρετή του πολιτικού ηγέτη (όχι κατ’ ανάγκην αξιολογικά ύστερον) είναι και η ικανότητά του να “οδηγεί” το πλήθος, το λαό και να μην καθίσταται ουραγός του «ουκ ήγετο μάλλον υπ’ αυτού ή αυτός ήγε». Η ικανότητα αυτή προϋποθέτει ένα άλλο πλήθος αρετών, όπως: αρτιωμένη προσωπικότητα, πνευματικότητα, ευστροφία, ισχυρή διάνοια, αντιληπτικότητα, ηθική ακεραιότητα, αξιοκρατική αντίληψη και φυσικά βαθιά γνώση της ψυχολογίας του πλήθους.
Ψεύτικες υποσχέσεις
Μόνο ένας ηγέτης με τα παραπάνω στοιχεία μπορεί να καθοδηγεί, να κατευθύνει, να ποδηγετεί, να επιβάλλεται, να συμμορφώνει και να εμπνέει. «Αν (ο ηγέτης) δίνει σημασία στην Κοινή Γνώμη και στα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων, τότε δεν κυβερνά, αλλά υπακούει» (Μ. Θάτσερ). Ένας αληθινός ηγέτης-παιδαγωγός δε σταθμίζει τη συμπεριφορά του ανάλογα με τις επιδοκιμασίες ή αποδοκιμασίες του πλήθους, αλλά με γνώμονα το κοινό συμφέρον, και με τη δύναμη της προσωπικότητας και το κύρος του εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του και επιβάλλει τη θέλησή του με τη λαϊκή συγκατάθεση.
Ο πραγματικός ηγέτης ανοίγει δρόμους ανασύροντας τα πλήθη από τις ψευδαισθήσεις του ναρκισσισμού τους. Ο ρεαλισμός και η έμπνευση είναι οι δύο πυλώνες ενός ξεχωριστού ηγεμόνα. Αυτός είναι σε ρήξη με τη μάζα και τις ιδεοληψίες της. Μια ανασκόπηση της Ελληνικής πολιτικής ιστορίας δύσκολα να εντόπιζε πρόσωπα-πολιτικούς ηγέτες με τα παραπάνω γνωρίσματα-αρετές.
Οι περισσότεροι, αν και υποσχέθηκαν την υπέρβαση και την αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού, βούλιαξαν στην ανεπάρκειά τους ή ολιγώρησαν μπροστά στα μεγάλα διλήμματα. Επικαλέστηκαν και επικαλούνται το βάρος και το μέγεθος της πραγματικότητας που τους εξωθεί στο συμβιβασμό και στην άτακτη υποχώρηση. Ξεχνούν πως: «παρ’ όλο που δεν μπορούμε να επιλέγουμε αυτό που μας συμβαίνει, μπορούμε αντιθέτως να επιλέξουμε να
εναντιωθούμε σ’ αυτό που μας συμβαίνει». (Σαβατέρ, “Μιλώντας στο γιο μου”) Ο τρόπος της εναντίωσης χαρακτηρίζει και ξεχωρίζει τον ηγέτη από τους μέτριους.
Οι ιδεολογικές μεταλλάξεις και η ανακολουθία λόγων και έργων εμποδίζουν την ανάδειξη ηγετικών φυσιογνωμιών. Πρόσφατα γεγονότα επιβεβαιώνουν τα παραπάνω και αφυδατώνουν την πολιτική από κάθε δημιουργικό στοιχείο. Η πολιτική πραγματικότητα, ωστόσο, εκθέτει πρόσωπα και συμπεριφορές που φιλοδόξησαν τη ρήξη με το παλιό και τελικά αφομοιώθηκαν από τις επιταγές της αναγκαιότητας (οικονομικής, κοινωνικής). «Αδύνατο να μάθεις κανενός ανθρώπου το φρόνημα, τη γνώμη και την ψυχή, προτού να ακονιστεί στην εξουσία και στο νόμο» (Σοφοκλέους, Αντιγόνη, στίχοι 175-177).