Πολύ δουλειά για το τίποτα
04/02/2018Σίγουρα στα αυτιά των περισσοτέρων ηχούν ακόμη τα επικριτικά σχόλια για την διεφθαρμένη Ελλάδα και κυρίως για τους τεμπέληδες Έλληνες, με τα οποία μας είχαν «στολίσει» τα προηγούμενα χρόνια πολλά «έγκριτα» ευρωπαϊκά Μέσα Ενημέρωσης. Ποια είναι όμως η αλήθεια σχετικά με το πόσο εργάζονται οι Έλληνες και ποια είναι η αναλογία του χρόνου εργασίας στην Ελλάδα με αυτήν που ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές και αναπτυγμένες χώρες;
Η απάντηση έρχεται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ο οποίος καταγράφει τις συνθήκες εργασίας σε 35 χώρες-μέλη του από τον Δυτικό Κόσμο, όπως συνηθίζουμε να αποκαλούμε τα περισσότερο αναπτυγμένα, οικονομικά, κράτη του πλανήτη. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΟΟΣΑ η Ελλάδα είναι στην κορυφή των ευρωπαϊκών κρατών σε ό,τι αφορά τον μέσο χρόνο εργασίας.
Ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος δουλεύει 2.035 ώρες το χρόνο. Την ίδια ώρα, στην Γερμανία, χώρα από την οποία οι Έλληνες δέχθηκαν τις περισσότερες επικρίσεις, ο μέσος εργαζόμενος εργάζεται μόλις 1.363 ώρες. Σε καλύτερη θέση από τους Έλληνες, χειρότερη όμως από τους Γερμανούς, είναι οι εργαζόμενοι στις ΗΠΑ. Στην μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, πάντα σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο μέσος χρόνος εργασίας ανέρχεται στις 1.783 ώρες το χρόνο.
Πόσο «εργαζόμενοι» είναι οι εργαζόμενοι;
Ποια είναι όμως τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της εργασίας στις διάφορες χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ; Στην στατιστική καταγραφή του μετρά ως «μέσο όρο εργασίας» τον χρόνο που διαθέτει το σύνολο του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Συμπεριλαμβάνει δηλαδή στην καταμέτρησή του όλες τις μορφές εργασίας, την κλασική εξαρτημένη και οριοθετημένη ωρολογιακά εργασία, αλλά και την μερική απασχόληση, όπως και την αυτοαπασχόληση.
Τα στοιχεία της καταμέτρησης είναι και εδώ διαφωτιστικά. Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για παράδειγμα το στοιχείο ότι στην Ελλάδα μόνο το 11% της εργασίας είναι μερικής απασχόλησης, την ώρα που στην Ολλανδία, η οποία βρίσκεται και στην κορυφή της λίστας, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 37,7%. Στην δεύτερη και τρίτη θέση σε ό,τι αφορά την μερική απασχόληση βρίσκονται η Ελβετία με 27% και η Αυστραλία με 25,9%.
Εξίσου σημαντικό για τον χαρακτήρα και την δυναμική των συγκρινόμενων οικονομιών είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων. Στο μέγεθος αυτό η ελληνική οικονομία βρίσκεται στην δεύτερη θέση. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ οι αυτοαπασχολούμενοι στην Ελλάδα ανέρχονται στο 34,1% της συνολικής εργασιακής απασχόλησης. Πρώτη είναι η Κολομβία με ποσοστό 51,3%.
Τι γίνεται με την παραγωγικότητα
Ακόμη πιο σημαντικό είναι εκείνο το κομμάτι της έρευνας που έχει να κάνει με την παραγωγικότητα των εργαζομένων. Πως καταφέρνει για παράδειγμα η Γερμανία και με λιγότερο εργατικό χρόνο πετυχαίνει μεγαλύτερη παραγωγή; Με βάση τον ΟΟΣΑ σε αυτήν την μέτρηση η Γερμανία κατέχει την πρώτη θέση. Ακόμη και σε σύγκριση με τους Βρετανούς, οι οποίοι εργάζονται 1.680 ώρες το έτος, οι Γερμανοί εργαζόμενοι, με μόλις 1363 ώρες ανά έτος είναι 27% πιο παραγωγικοί. Οι Ολλανδοί και οι Γάλλοι εργάζονται επίσης λιγότερες από 1.500 ώρες ανά έτος. Το ίδιο συμβαίνει και με τους Δανούς, οι οποίοι, σύμφωνα με έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, έχουν και τις καλύτερες συνθήκες εργασίας στον κόσμο.
Προκύπτει έτσι το ερώτημα γιατί οι περισσότερες ώρες εργασίας δεν οδηγούν αυτόματα σε αύξηση της παραγωγικότητας; Φταίει το ποιόν του εργατικού δυναμικού, το επίπεδο κατάρτισης του ή η σχέση εργασίας; Το μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχόλησης καθιστά σίγουρα λιγότερο αποτελεσματικό ένα πολύ μεγάλο τμήμα του διαθέσιμου χρόνου εργασίας. Ειδικά σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και ανταγωνισμού. Είναι όμως αυτό αρκετό για να εξηγήσει αυτήν την διαφορά στο επίπεδο παραγωγικότητας;
Μήπως οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν στην ένταση εργασίας; Αυτό όμως δεν αφορά μόνο το ποιόν του εργαζόμενου και την ποσότητα εργατικού χρόνου. Δομικά χαρακτηριστικά του κεφαλαίου κάθε χώρας παίζουν τον δικό τους καθοριστικό ρόλο, όπως συμβαίνει και με το πολύ σημαντικό κομμάτι της διοίκησης της εργασίας. Ξανατίθεται έτσι το ερώτημα: Γιατί δεν είμαστε τόσο παραγωγικοί; Φταίνε οι «κακοί εργαζόμενοι» ή το βαλκανικό μάνατζμεντ;