Επιστροφή Μπερλουσκόνι με Colpo Grosso

Επιστροφή Μπερλουσκόνι με "Colpo Grosso", Βαγγέλης Γεωργίου

Χρησιμοποιώντας μια δική του παλιά συνταγή, αγαπημένη των Ιταλών, ο γηραιός Σίλβιο Μπερλουσκόνι επιστρέφει στην πολιτική, για να σώσει την παρτίδα από την ευρωαμφισβήτηση που επεκτείνεται στην Ιταλία.

Γράφει ο Βαγγέλης Γεωργίου  – 

Άσε τα γυναικεία στήθη να είναι στήθη. Φρόντισε να τους βάλεις μπόλικο make-up” φώναζε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι στον φίλο του και στενό του συνεργάτη Μαρτσέλο Ντελ’ Ούτρι τη δεκαετία του 1980. Ήταν ο απαράβατος κανόνας του επιχειρηματία Μπερλουσκόνι στο ξεκίνημα του διασημότερου soft πορνοσόου παγκοσμίως: του Colpo Grosso. Το μότο που είχε για εκείνες τις γυναίκες επαναλαμβάνεται σήμερα στην Ιταλία.

Η ιστορία πηγαίνει στο 1978, όταν ο Μπερλουσκόνι, πολύ πριν πολιτευθεί,  άρχισε να υφαίνει τον επιχειρηματικό του ιστό, ιδρύοντας τον Όμιλο Fininvest. Μέσω αυτού θα διοικούσε όλες του τις θυγατρικές επιχειρήσεις. Σκοπεύοντας να εγκαταστήσει καλωδιακή τηλεόραση στο Μιλάνο 2, συμπεριέλαβε στα σχέδιά του τη δημιουργία ενός μικρού τηλεοπτικού σταθμού, του Telemilano 58.

Το «Μιλάνο 2», ήταν ένα τεράστιο συγκρότημα σπιτιών, σχολείων, ξενοδοχείων που θα στέγαζε χιλιάδες κατοίκους πελάτες της μιλανέζικης μεγαλοαστικής τάξης. Ο τομέας των κατασκευών, όμως, από τον οποίο ξεκίνησε ο Μπερλουσκόνι, δεν ανταποκρινόταν στην ταχύτητα που απαιτούσε να υλοποιεί τις επιχειρηματικές του ιδέες. Αντιθέτως, στην τηλεόραση κάτι που θα «σκαρφιζόταν το πρωί θα αποτυπωνόταν στην οθόνη το βράδυ».

Το συγκρότημα είχε ολοκληρωθεί το 1970. Αν και αρχικά ο σταθμός Telemilano 58 προοριζόταν να καλύψει αποκλειστικά μόνο τις ανάγκες του Μιλάνο 2, ωστόσο η προοπτική λειτουργίας ενός τηλεοπτικού καναλιού εθνικής και όχι τοπικής εμβέλειας φάνταζε δελεαστική.

Κυριαρχώντας στην ιταλική μικρή οθόνη

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 η Ιταλία διέθετε μόνο τρεις κρατικούς τηλεοπτικούς σταθμούς(RAI 1, RAI 2, RAI 3). Το 1976 το Συνταγματικό Δικαστήριο επέτρεψε την ανάπτυξη ιδιωτικών καναλιών, περιορίζοντάς τα, όμως, να εκπέμπουν μόνο τοπικά, αφήνοντας την εθνική προβολή στο RAI. Ο Μπερλουσκόνι τόλμησε να εκμεταλλευτεί την έλλειψη μιας αντιμονοπωλιακής ρήτρας που θα απαγόρευε την κατοχή πολλών σταθμών από ένα άτομο.

Δίχως χρονοτριβή αγόρασε αρκετά επαρχιακά κανάλια, στα οποία θα πρόβαλλε το ίδιο ακριβώς πρόγραμμα με διαφορά λίγων λεπτών, τηρώντας μόνο το γράμμα της νομιμότητας. Ο πρωθυπουργός Μπετίνο Κράξι, πολιτικός προστάτης και κουμπάρος του Μπερλουσκόνι, κωλυσιεργούσε έντεχνα τη ψήφιση ενός αντιμονοπωλιακού νόμου. Έτσι, επέτρεπε στη Mediaset, την τηλεοπτική εταιρεία του Μπερλουσκόνι, να λειτουργεί νομότυπα, απολαμβάνοντας ο ίδιος σε αντάλλαγμα τηλεοπτική προβολή του κόμματός του.

Ο Μπερλουσκόνι γνώριζε πως χιλιάδες εταιρείες ασφυκτιούσαν από την έλλειψη ενός φορέα που θα διαφήμιζε τα προϊόντα τους, αφενός λόγω δύσκολης πρόσβασης στο RAI, αφετέρου διότι τα κρατικά κανάλια δεν αφιέρωναν πολύ χρόνο σε διαφημίσεις. Η διαφημιστική εταιρεία του Καβαλιέρε Publitalia, όμως, όχι μόνο θα προσέφερε εθνική προβολή, αλλά θα αφιέρωνε και άφθονο χρόνο στις διαφημίσεις. Έτσι, μέχρι το 1984 η Mediaset είχε εξαγοράσει τους σημαντικότερους ανταγωνιστικούς τηλεοπτικούς σταθμούς Rete4 και Italia1.

Αυστηρώς κατάλληλο

Ο Μπερλουσκόνι αντιλαμβανόμενος ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα των RAI δεν ανταποκρίνονταν στο μορφωτικό επίπεδο και στις επιθυμίες των Ιταλών επιχείρησε να κερδίσει τους τηλεθεατές, προβάλλοντας οτιδήποτε θα προκαλούσε εντυπωσιασμό, ερωτική διέγερση και πάνω απ’ όλα πάθος για υλική ευημερία και κατανάλωση. Συνεπώς χειρίστηκε με τέτοιο τρόπο τα κανάλια του, ώστε το καθένα να απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες τηλεθεατών (target groups).

Το Italia 1 προσέλκυε τις μικρές ηλικίες με πρωτότυπα για την εποχή παιδικά προγράμματα. Το Rete 4 μαγνήτιζε τις σπιτονοικοκυρές και τους ηλικιωμένους με αμερικανικές σαπουνόπερες, ενώ το οικογενειακό Canale 5 κέρδισε μικρούς και μεγάλους με σίριαλ και ποδοσφαιρικό θέαμα που ενθουσίαζε τον αντρικό πληθυσμό.

Oι άντρες καθηλώνονταν από το γυμνό τηλεπαιχνίδι Colpo Grosso τη δεκαετία του 1980, με κορίτσια αλλά και άνδρες να αφαιρούνε σταδιακά τα ρούχα τους. Ήταν το πρώτο παιχνίδι στο είδος του παγκοσμίως με κανόνες συμμετοχής εντελώς ανούσιους. Αυτό που ένοιαζε ήταν το στριπτήζ. Οι κάμερες ζουμάριζαν στα επίμαχα σημεία, ξεκινώντας από πάνω και πηγαίνοντας αργά προς τα κάτω υπό την ηχητική συνοδεία φτηνού χιούμορ.

«Η ομορφιά είναι ο λογικός και αντικειμενικός σκοπός που είναι φυσικό να ελκύει τον καθένα» έλεγε ο Καβαλιέρε. Ο Μπερλουσκόνι, έγραψε κάποτε ο Alexander Stille, «βοήθησε να δημιουργηθεί ένα φαντασιακός κόσμος που δεν θα υπήρχε φτώχεια και άθλια σπίτια, αλλά ένας κόσμος με πλούτο, όμορφα σπίτια και πανέμορφες γυναίκες και άνδρες».

Non e la Rai

Τα δε μεσημέρια, εκεί που οι οικογένειες τρώγανε την μακαρονάδας τους, ένα άλλο “ποιοτικό” πρόγραμμα, το Non e la Rai, έδειχνε νεαρά κορίτσια με ολόσωμα κολάν να χορεύουν προκλητικά. Το να είσαι μια από αυτές ήταν το όνειρο για κάθε 13χρονη Ιταλίδα μόλις επέστρεφε από το σχολείο. Επιθυμούσαν να γίνουν οι “Λολίτες” του Nabokov, όπως είχε σχολιάσει χρόνια πριν ο Paul Ginsborg.

Το συντηρητικό RAI των ντοκιμαντέρ ήταν αδύνατο να υιοθετήσει τόσο σέξι προφίλ, γεγονός που επέτρεψε στη Mediaset να κερδίσει το 60% του τηλεοπτικού κοινού. Ήταν ένας μαρκετινίστικος blue ocean θρίαμβος για τον Μπερλουσκόνι. Η Mediaset ασκούσε τέτοια πλύση εγκεφάλου στους Ιταλούς τηλεθεατές και ταυτόχρονα ψηφοφόρους που οποιαδήποτε νομική απόπειρα κάποιων εισαγγελέων να φιμώσουν τα κανάλια της ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από το κοινό.

Φυσικά και η κρατική τηλεόραση δεν ήταν εντελώς αθώα. Ο μισογυνισμός κυριαρχούσε με κορίτσια να χρησιμεύουν μόνο σαν διακοσμητικές γλάστρες στα πλατό. Τα δε ποιοτικά κρατικά προγράμματα περιορίζονταν στους πιγκουίνους και τα άλλα πλάσματα του ζωικού βασιλείου. Ντοκιμαντέρ για τις κοινωνικές συνθήκες –για παράδειγμα στο Νότο– σπάνιζαν, με αποτέλεσμα το ιταλικό κοινό να μην ήταν και τόσο εξοικειωμένο με την ποιότητα. Εν τέλει, ο κόσμος προτίμησε την ειλικρινή προστυχιά του Colpo Grosso από τον υποκριτικό φαλλοκρατισμό του κρατικού RAI.

Ευρωτσιτσίδωμα

Κάπως έτσι, λοιπόν, διαμορφώθηκε ένα ιδανικό πεδίο για τον Μπερλουσκόνι την δεκαετία του 1980, ώστε από την δεκαετία του 1990 μεγάλη μερίδα των Ιταλών να τον τιμούν με την ψήφο τους. Ύστερα από δεκαετίες κάνει ακριβώς αυτό που έκανε στα στήθη των Ιταλίδων του 1980: Αλλοίωσε τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, όπως έβαζε μπόλικη πούδρα στις νεαρές Ιταλίδες και είναι έτοιμος να εκτεθεί στους Ιταλούς ψηφοφόρους.

Το ιταλικό ευρωενωσιακό (ή φιλοευρωπαϊκό όπως επικρατεί λανθασμένα) κατεστημένο προκρίνει τη συνεργασία του κατ’ επίφαση κεντροαριστερού Ρέντζι με την προσωπικότητα του Μπερλουσκόνι. O “ευρωπαϊσμός” του Ρέντσι και του υποψήφιου για την πρωθυπουργία Ταγιάνι (που πρότεινε ο Μπερλουσκόνι) ταυτίζεται απόλυτα με την οπτική του Καβαλιέρε για τις γυναίκες που πλάσαρε στους αποχαυνωμένους Ιταλούς του 1980.

Το γεγονός ότι του αρέσουν τα ψηλά πόδια και τα στήθη δεν σημαίνει ότι σέβεται τις γυναίκες ως όλον. Απερίγραπτα μισογύνης και πρόστυχος. Αντιστοίχως, σε επίπεδο πολιτικής, Ρέντσι και Ταγιάνι ορέγονται ορισμένα “ανατομικά” χαρακτηριστικά της ΕΕ, αδιαφορώντας για αξίες όπως η δημοκρατία και η διαφάνεια.

Προκειμένου να νικήσουν τις δυνάμεις της ευρωαμφιβολίας οι κατεστημένες ευρωενωσιακές δυνάμεις συμπαρατάσσονται με την μπερλουσκονική γύμνια. Τόσο πολύ στέρεψε το “πηγάδι”; Και έτσι με ένα πολιτικό Colpo Grosso –μέσω των ευρωπαϊστών Ρέντζι και Ταγιάνι– ο Καβαλιέρε υπενθυμίζει αυτό που συμβαίνει στην Ιταλία και στην Ευρώπη: ανούσιο ευρω-τσιτσίδωμα με εγχειρισμένα πρόσωπα και μπόλικο make up που καλύπτουν την ομορφιά της φυσικότητας. Και έτσι φυσικοποιείται η επαναλαμβανόμενη πτώση.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι