Ερωτήματα για τη “διπλωματία των πυραύλων”
05/03/2018Η αμερικανική “διπλωματία των πυραύλων” στο μικροσκόπιο. Φέρνει ή όχι αποτελέσματα στο σύγχρονο πεδίο μάχης; Και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Σύνταξη SLpress.gr –
Πριν από 11 μήνες, στις 7 Απριλίου 2017, οι ΗΠΑ, με εντολή του προέδρου Τραμπ εξαπέλυσαν πυραυλική επίθεση στη Συρία. 59 πύραυλοι “τόμαχοκ” εκτοξεύθηκαν από τα πυραυλοφόρα καταδρομικά πλοία USS Ross και Porter που έπλεαν στη Μεσόγειο, κατά της αεροπορικής βάσης Αλ-Σααϊράτ στη Συρία.
Ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος είχε αποφασίσει να δείξει την πυγμή του. Στην ανακοίνωσή του γραπτή υποστήριξε ότι ήταν αντίποινα για την εικαζόμενη -τότε- επίθεση με χημικά όπλα σε περιοχές που ελέγχοντας από ομάδες της ένοπλης αντιπολίτευσης που στηρίζουν οι ΗΠΑ, στην Ιντλίμπ.
Όπως αναφέρει ανάλυση της ιστοσελίδας crisismonitor.gr, παλαιότερα η “διπλωματία των όπλων” επείχε κυρίαρχη θέση στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, ιδιαίτερα τα χρόνια που ακολούθησαν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς δεν υπήρχε αντίπαλο δέος και οι ΗΠΑ λειτουργούσαν ανεξέλεγκτα ως η μόνη υπερδύναμη.
Το 1997 με διατριβή του ο Τίμοθι Σπάρκς μετάλλαξε τον όρο σε “διπλωματία των πυραύλων”, καθώς από τον πόλεμο του Κόλπου το 1991 οι ΗΠΑ εισήγαγαν τους πυραύλους μέσου και μεγάλου βεληνεκούς στην προσπάθειά τους να επιδείξουν την ισχύ των όπλων και να επιβάλλουν τις θέσεις τους.
Ωστόσο, μετά από εκτεταμένη χρήση τους, σε πλειάδα περιπτώσεων και συγκυριών, η αποτελεσματικότητα της “διπλωματίας των πυραύλων”, όταν αυτή δεν συνοδεύεται από ισχυρή πολιτική βούληση και εκτενείς στρατιωτικές επιχειρήσεις αμφισβητείται εκ του αποτελέσματος.
Πέρυσι με την πυραυλική επίθεση εναντίον της αεροπορικής βάσης στη Συρία, ο στόχος του Ντόναλντ Τραμπ, ήταν να στείλει ένα ηχηρό και επιβλητικό μήνυμα τόσο στον Άσαντ, τη Ρωσία αλλά και τους δικούς τους συμμάχους, ότι οι ΗΠΑ δεν θα περιοριστούν σε ρόλο παρατηρητή στην περιοχή, ούτε θα δεχθούν επιθετική αλλαγή του status quo.
Σήμερα, αρκετούς μήνες αργότερα, οι υποστηριζόμενες από τη Ρωσία δυνάμεις του Άσαντ κυριαρχούν στη Συρία, οι ομάδες της αντιπολίτευσης που πρόσκεινται στις ΗΠΑ αναδιπλώνονται, όπως και οι Κούρδοι, ενώ η ισορροπία δυνάμεων είναι ξεκάθαρα υπέρ του Άσαντ, αποδεικνύοντας ότι το πρώτο πλήγμα δεν ήταν αρκετό για να εμπεδωθεί το μήνυμα, καθώς οι ΗΠΑ δεν είχαν διάθεση να αναπτύξουν ισχυρές χερσαίες δυνάμεις, ούτε όμως να χαλιναγωγήσουν την Τουρκία που επελαύνει στη Βόρεια Συρία.
Σύμφωνα με την κεντρική διοίκηση των ΗΠΑ, οι πύραυλοι κρουζ ήταν το όπλο προτίμησης και του Μπαράκ Ομπάμα, όταν το 2014 εκτόξευσε ευρείας κλίμακας επίθεση κατά του Ισλαμικού Κράτους, με 50 πυραύλου, από υποβρύχια που κινούνταν στην Ερυθρά Θάλασσα.