Έβαλε πλώρη για πυρηνικά όπλα η Τουρκία;
12/05/2018Γράφει ο Hans Rühle* –
Πριν από μερικούς μήνες έγινε γνωστό ότι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πληροφοριών (Bundesnachrichtendienst – BND) κατασκοπεύει την Τουρκία και φυσικά η πολιτική ηγεσία της Τουρκίας δεν χαίρεται και πολύ. Ωστόσο, η BND έχει σοβαρούς λόγους να παρακολουθεί προσεκτικά την Άγκυρα. Δεν είναι μόνο οι κρίσεις στο Ιράκ και τη Συρία, το λαθρεμπόριο ναρκωτικών, η εμπορία ανθρώπων και οι δραστηριότητες του PKK που καθιστούν την Τουρκία θεμιτό στόχο για τις γερμανικές υπηρεσίες. Για αρκετό καιρό, υπάρχουν στοιχεία που καταδεικνύουν ότι η Άγκυρα προσπαθεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι συζητήσεις στην πυρηνική κοινότητα σχετικά με τις αναδυόμενες πυρηνικές δυνάμεις επικεντρώνονταν πάντα στους «συνήθεις ύποπτους»: το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τη Βραζιλία, την Αίγυπτο, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Τουρκία. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι απόψεις σχετικά με την πιθανότητα ενός στρατιωτικού πυρηνικού προγράμματος διέφεραν. Στην περίπτωση του Ιράν, για παράδειγμα, τα αποδεικτικά στοιχεία φάνηκαν σταθερά. Αντιθέτως, για την περίπτωση της Τουρκίας γίνονταν υποθέσεις πάνω σε ασαφείς ενδείξεις. Αυτός ο κατάλογος πιθανών πυρηνικών υποψηφίων δεν έχει αλλάξει έκτοτε, όμως η πιθανότητα ενός τουρκικού προγράμματος πυρηνικών όπλων έχει αυξηθεί δραματικά.
Με απλά λόγια, οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών τώρα συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό ότι η Τουρκία απεργάζεται τόσο για συστήματα πυρηνικών όπλων όσο και για μέσα μεταφοράς τους μιμούμενη το μοντέλο του Ιράν. Κατά συνέπεια, η Τουρκία έχει ξεκινήσει ένα πυρηνικό πρόγραμμα μεγάλης κλίμακας το οποίο δικαιολογείται από τις επείγουσες ενεργειακές ανάγκες της χώρας. Το 2011, η Τουρκία σύναψε σύμβαση ύψους 20 δισ. δολαρίων με τη ρωσική εταιρεία ROSATOM για τη δημιουργία μεγάλου συγκροτήματος αντιδραστήρων. Δύο χρόνια αργότερα, μια παρόμοια συμφωνία συνήφθη με μια ιαπωνική-γαλλική κοινοπραξία, αυτή τη φορά άνω των 22 δισ. δολ. Ο πρόεδρος Ερντογάν ανακοίνωσε επίσης ένα ακόμη εργοστάσιο, το οποίο θα κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου από Τούρκους.
Μέχρι στιγμής, όλα καλά, θα μπορούσαμε να πούμε. Εξάλλου, η πυρηνική ενέργεια φαίνεται σαν μια λογική επιλογή για να καλύψει τουλάχιστον εν μέρει την ζήτηση της Τουρκίας για οικονομικά προσιτή ενέργεια. Ωστόσο, μια διεξοδική ανάλυση των συμβάσεων αποκαλύπτει ότι αυτά τα έργα δεν αφορούν μόνο στη βελτίωση του ενεργειακού εφοδιασμού της Τουρκίας. Η Τουρκία άνοιξε επίσης συνειδητά την πόρτα για μια στρατιωτική πυρηνική επιλογή.
Η ύποπτη απόφαση της Άγκυρας
Συνήθως, οι προτάσεις για την κατασκευή ενός αντιδραστήρα ελαφρού ύδατος συνίστανται όχι μόνο στη δέσμευση για την κατασκευή του εργοστασίου σύμφωνα με συμφωνημένες προδιαγραφές και χρονοδιαγράμματα, αλλά και στις δεσμεύσεις για εκτέλεση του έργου για εξήντα χρόνια, για την παροχή του απαιτούμενου ουρανίου χαμηλού εμπλουτισμού και για την ανάληψη των χρησιμοποιημένων ράβδων καυσίμου. Τέτοιες προσφορές υποβλήθηκαν στην Τουρκία τόσο από τη Rosatom όσο και από την ιαπωνογαλλική κοινοπραξία. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, η Τουρκία επέμεινε ότι η συμφωνία δεν θα περιελάμβανε ούτε την παροχή ουρανίου ούτε την επιστροφή των ράβδων χρησιποιημένου καυσίμου.
Η Άγκυρα θέλησε να εξετάσει ξεχωριστά αυτό το ζήτημα σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς να δώσει εξηγήσεις ποτέ για αυτή την απόφαση. Ωστόσο, δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί η πρόθεση πίσω από αυτόν τον ασυνήθιστο ελιγμό. Η Τουρκία θέλει να διατηρήσει την επιλογή να θέσει σε λειτουργία τους αντιδραστήρες με δικό της ουράνιο χαμηλού εμπλουτισμού και να επανεπεξεργαστεί τις ίδιες τις ράβδους χρησιμοποιημένου καυσίμου. Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει ότι η Τουρκία σκοπεύει να εμπλουτίσει το ουράνιο, τουλάχιστον σε χαμηλό επίπεδο.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Η επιλογή να παρασχεθεί ουράνιο χαμηλού εμπλουτισμού στους οκτώ συμφωνημένους αντιδραστήρες – η Τουρκία σχεδιάζει συνολικά είκοσι τρία έργα – υποδηλώνει το εύρος της προβλεπόμενης προσπάθειας εμπλουτισμού της Τουρκίας. Η πορεία που θέλει να κάνει η Τουρκία είναι σαφής: να ακολουθήσει τα βήματα του Ιράν. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο Ρουχανί, το Ιράν θέλει να κατασκευάσει δεκαέξι αντιδραστήρες έως το 2030, οι οποίοι υποτίθεται ότι θα τροφοδοτούνται από εγχώριο εμπλουτισμένο ουράνιο, αν και μεγάλο μέρος αυτού του χαμηλά εμπλουτισμένου ουρανίου προορίζεται για υψηλό εμπλουτισμό και συνεπώς για την παραγωγή καυσίμων όπλων. Φυσικά, η Τουρκία αρνείται έντονα οποιαδήποτε πρόθεση να εμπλουτίσει το ουράνιο.
Ωστόσο, η Τουρκία δήλωσε επανειλημμένα ότι θα επιμείνει πάντοτε στα “δικαιώματα” που απορρέουν από τη Συνθήκη για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων (NPT) και θεωρεί ότι ο εμπλουτισμός για ειρηνική χρήση είναι απολύτως νόμιμος. Το γεγονός ότι η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να δικαιολογήσει την απόρριψη μιας εξωτερικής προμήθειας ουρανίου χαμηλού εμπλουτισμού, ενώ δεν παραδέχεται ότι υπάρχει εθνικό συμφέρον στον εμπλουτισμό, το έδειξε μια δήλωση του Τούρκου υπουργού Ενέργειας Taner Yildiz τον Ιανουάριο του 2014. Ο Yildiz υποστήριξε ότι η άρνηση να διευθετηθεί συμβατικά η προμήθεια ουρανίου στις προαναφερθείσες εταιρείες οφειλόταν στην επιθυμία της Τουρκίας να κατανοήσει τον πλήρη κύκλο του πυρηνικού καυσίμου. Όχι μόνο η εξήγηση του Yildiz φαίνεται μη πειστική αλλά η διακηρυγμένη πυρηνική πολιτική της Τουρκίας φαίνεται επίσης να ακολουθεί την πορεία του Ιράν: παραδέχεται ότι υπό το βάρος των γεγονότων δεν μπορεί πια να κρύβεται.
Αμφίβολα κίνητρα
Τα κίνητρα της Τουρκίας για απόρριψη συνεχούς παροχής ουρανίου από τους Ρώσους και από τους Ιάπωνες-Γάλλους εταίρους της ενδέχεται να φαίνονται αμφίβολα. Η απόρριψη της επιστροφής των ράβδων χρησιμοποιημένου καυσίμου στις προμηθεύτριες χώρες είναι απολύτως καταστροφική, δεδομένου ότι οδηγεί σε ένα μόνο συμπέρασμα: η Τουρκία αναζητά να παράγει πλουτώνιο για την παραγωγή όπλων. Ενώ η επανεπεξεργασία θα επέτρεπε πράγματι την επαναχρησιμοποίηση του αναλωμένου ουρανίου, μια τέτοια επιλογή είναι απλώς θεωρητική, δεδομένου ότι οι ράβδοι καυσίμων που κατασκευάζονται από επανεπεξεργασμένο υλικό είναι πολύ ακριβότεροι από εκείνους που παράγονται από το “νέο” ουράνιο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η επανεπεξεργασία του χρησιμοποιημένου ουρανίου δεν διεξάγεται πια.
Με την άρνησή της να επιστρέψει τις ράβδους αναλωμένου καυσίμου, η Τουρκία έβαλε πλώρη για την κατασκευή βόμβας. Το κοινό αντεπιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο ο διαχωρισμός του “βρώμικου” πλουτωνίου θα απαιτούσε ένα εξελιγμένο εργοστάσιο επανεπεξεργασίας, το οποίο δεν υπάρχει σήμερα στην Τουρκία, παραμένει μη πειστικό. Μελέτες έχουν δείξει ότι ένα τέτοιο εργοστάσιο μπορεί να κατασκευαστεί μέσα σε μισό χρόνο και έχει το μέγεθος ενός συνηθισμένου κτιρίου γραφείων. Επιπλέον, είναι παρωχημένη η ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι για κατασκευάσει κανείς ένα πυρηνικό όπλο, χρειάζεται οπλικό πλουτώνιο με όριο περιεκτικότητας τουλάχιστον 7%.
Ήδη το 1945, ο στρατηγός Groves, ο επικεφαλής του προγράμματος «Μανχάταν», σημείωσε ότι λόγω της έλλειψης καθαρού πλουτωνίου, οι ΗΠΑ θα αναγκαστούν σύντομα να χρησιμοποιήσουν υλικό με ποσοστό προσμείξεων μέχρι 20%. Το 1962, οι Ηνωμένες Πολιτείες πυροδότησαν μια βόμβα πλουτωνίου στη Νεβάδα, η οποία είχε ποσοστό πρόσμειξης 23%. Τέλος, αν οι ράβδοι καυσίμου ενός αντιδραστήρα ελαφρού ύδατος δεν παραμείνουν εντός του αντιδραστήρα για αρκετά χρόνια, που είναι μια οικονομικά βιώσιμη επιλογή, αλλά αφαιρούνται μετά από έξι έως δώδεκα μήνες, καταλήγουμε σε ένα τύπο οπλικού πλουτώνιου. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο ιρανικός αντιδραστήρας Bushehr. Αν ο αντιδραστήρας τεθεί εκτός λειτουργίας μετά από οκτώ μήνες και οι ράβδοι καυσίμου αφαιρεθούν, το Ιράν θα έχει στην ιδιοκτησία του 150 χιλιόγραμμα πλουτωνίου με επίπεδο προσμείξεων μόλις 10% που ισοδυναμεί με είκοσι πέντε βόμβες κατηγορίας Nagasaki. Εν ολίγοις, η χρησιμοποίηση του πλουτωνίου για στρατιωτικούς σκοπούς έχει πολλές πτυχές.
Ο πυρηνικός λαθρέμπορας Abdul Qadeer Khan
Η υπόθεση ότι η Τουρκία στοχεύει σε πυρηνικά όπλα υποστηρίζεται επίσης από τις δραστηριότητες της χώρας για τη δημιουργία ολόκληρου του κύκλου πυρηνικού καυσίμου. Όπως αποκαλύφθηκε από μια υπηρεσία πληροφοριών με καλές διασυνδέσεις, οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες ανέφεραν ότι ήδη από τον Μάιο του 2010, ο πρωθυπουργός Ερντογάν είχε ζητήσει να ξεκινήσει κρυφά την προετοιμασία για την κατασκευή χώρων για τον εμπλουτισμό του ουρανίου.
Συνεπώς, η Τουρκία άρχισε να παράγει κίτρινο ουράνιο (yellowcake), ένα χημικά συμπιεσμένο μετάλλευμα ουρανίου. Το yellowcake μετατρέπεται σε αέριο, το οποίο στη συνέχεια εμπλουτίζεται σε συσκευές φυγοκέντρησης. Μέχρι σήμερα, τίποτα δεν είναι γνωστό δημοσίως για ένα εργοστάσιο μετατροπής στην Τουρκία, ωστόσο, σύμφωνα με την BND, η Τουρκία διαθέτει ήδη εμπλουτισμένο ουράνιο που προέρχεται από μια πρώην Σοβιετική Δημοκρατία, το οποίο μεταφέρθηκε λαθραία του Κοσσυφοπεδίου και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης με τη βοήθεια της μαφίας. Δεν θα ήταν έκπληξη εάν η Τουρκία είχε ήδη φυγοκεντρητές για να εμπλουτίσει το ουράνιο. Εξάλλου, η Τουρκία συμμετείχε στις δραστηριότητες του Πακιστανού λαθρέμπορα πυρηνικών Abdul Qadeer Khan, ο οποίος μεταξύ 1987 και 2002 πούλησε χιλιάδες συσκευές φυγοκέντρισης στο Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Λιβύη.
Τα ηλεκτρονικά αυτών των φυγοκεντρητών προέρχονταν από την Τουρκία όπου ο Khan μάλιστα είχε σκεφτεί να μετακινήσει όλη του την παράνομη παραγωγή φυγοκεντρητών. Το 1998, ο Πακιστανός πρωθυπουργός Nawaz Sharif προσέφερε στην Τουρκία μια «πυρηνική συνεργασία» για την πυρηνική έρευνα. Επιπλέον, εξακολουθεί να υπάρχει μια οργανική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, η οποία χρονολογείται από την υποστήριξη της Τουρκίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Πακιστάν. Τότε, πολλά από τα κομμάτια τα οποία το Πακιστάν δεν μπορούσε να αποκτήσει ανοιχτά μεταφέρθηκαν μέσω της Τουρκίας στο Πακιστάν. Με αυτό το ιστορικό, δεν αποτελεί έκπληξη όταν οι υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρουν ότι μέχρι σήμερα υπάρχει δυναμική επιστημονική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.
Από τον Καντάφι στην Τουρκία
Το ερώτημα εάν η Τουρκία έχει ήδη φυγοκεντρητές και από πού προέρχονται μπορεί πιθανώς να απαντηθεί χωρίς την προσφυγή σε τυχόν αποκαλύψεις από τις υπηρεσίες πληροφοριών. Ταυτόχρονα, αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει στην επίλυση ενός από τα τελευταία αινίγματα της ιστορίας της διάδοσης των πυρηνικών: η αναζήτηση για τον “τέταρτο πελάτη” του Abdul Qadeer Khan. Στα μέσα του 2003, μια αποστολή φυγοκεντρικών εξαρτημάτων και εργαλείων που προορίζονταν για τη Λιβύη “εξαφανίστηκε” κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού από τη Μαλαισία στην Τρίπολη μέσω του Ντουμπάι. Είχε παραγγελθεί – και ίσως ήδη πληρώθηκε – από τον πρόεδρο Καντάφι, ως μέρος μιας μεγάλης συμφωνίας για 10.000 συσκευές φυγοκέντρισης που προορίζονταν να μετατρέψουν τη Λιβύη σε πυρηνική δύναμη. Ο αποστολέας Abdul Qadeer Khan, είχε παραγγείλει σε μια εταιρεία στη Μαλαισία να αγοράσει τα εξαρτήματα από όλο τον κόσμο και να τα μεταφέρει στη Λιβύη.
Παρόλο που ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) προσπάθησε επί σειρά ετών να επιλύσει αυτή την υπόθεση, αυτό που συνέβη με την αποστολή αυτή δεν θα μπορούσε ποτέ να διελευκανθεί. Εντούτοις, ο ΔΟΑΕ δεν μπορούσε απλώς να απορρίψει την περίπτωση αυτή, δεδομένου ότι η εξαφάνιση αυτής της αποστολής δεν μπορούσε παρά να σημαίνει ένα πράγμα: εκτός από τους γνωστούς τρεις πελάτες του Abdul Qadeer Khan, πρέπει να υπήρξε ακόμα ένας. Κατά συνέπεια, πολλοί ειδικοί αναφέρονται σε έναν μυστήριο “τέταρτο πελάτη”.
Το αίνιγμα για τον “τέταρτο πελάτη”, ο οποίος φαίνεται να επεξεργάζεται μια πυρηνική επιλογή με απόλυτη μυστικότητα, δεν έχει λυθεί, παρόλο που πρέπει να παρθεί επειγόντως μια απόφαση. Αν συγκριθεί ο όγκος παραγωγής του Πακιστάν με την παραγωγή που ο Abdul Qadeer Khan πούλησε στους τρεις πελάτες του πέρα από τις εθνικές ανάγκες του Πακιστάν, διαπιστώνουμε σημαντικές αποκλίσεις. Με άλλα λόγια, ο “τέταρτος πελάτης” έλαβε πολύ περισσότερα από τον Khan απ’ ό,τι το μόνο φορτίο που προοριζόταν αρχικά για τη Λιβύη. Ο Khan, ωστόσο, παραμένει σιωπηλός. Λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με πηγές πληροφοριών, η Τουρκία διαθέτει σημαντικό αριθμό φυγοκεντρητών άγνωστης προέλευσης και θεωρώντας ότι ο Χαν είχε ταξιδέψει στην Τουρκία λίγο πριν από την κατάδικη του, το συμπέρασμα ότι η Τουρκία είναι ο τέταρτος πελάτης δεν είναι υπερβολικό.
Ο Νετανιάχου είχε προειδοποιήσει τον Παπανδρέου
Ωστόσο, αυτό μπορεί να είναι μόνο ένα μέρος της ιστορίας. Ο Khan όχι μόνο έστειλε φυγοκεντρητές στους πελάτες του, αλλά και τους έδωσε σχέδια για το σχεδιασμό πυρηνικών όπλων. Η CIA αποκάλυψε τέτοια σχέδια στη Λιβύη το 2003, τα οποία φυλάσσονταν σε πλαστική τσάντα πολυκαταστημάτων. Και κατά τη διάρκεια της διερεύνησης των πυρηνικών δραστηριοτήτων του Σαντάμ Χουσεΐν, ο ΔΟΑΕ διαπίστωσε το 1998 έγγραφο μιας σελίδας που αποδείχθηκε ότι ήταν μια περιεκτική προσφορά του Χαν να μετατρέψει το Ιράκ σε πυρηνική δύναμη εντός τριών ετών, έναντι 150 εκατομμυρίων δολάρια. Αυτή η προσφορά αναφερόταν ρητά στην παροχή στο Ιράκ όλων των απαραίτητων εξαρτημάτων και σχεδίων για την κατασκευή πυρηνικών όπλων.
Εάν η Τουρκία ήταν πράγματι ο «τέταρτος πελάτης» του πακιστανικού λαθρεμπορίου πυρηνικών, πρέπει να υποθέσουμε ότι η χώρα διαθέτει πλέον όλη την απαραίτητη τεκμηρίωση για την κατασκευή μιας βόμβας. Ακόμα και αν η Τουρκία δεν ήταν ο τέταρτος πελάτης, πρέπει να υποθέσουμε ότι, δεδομένης της μακράς συνεργασίας για την παραγωγή φυγοκεντρητών, ο Χαν έδωσε οδηγίες στον προτιμώμενο συνεργάτη του όχι μόνο για το πώς να χρησιμοποιήσει φυγοκεντρητές, αλλά και για όπλα.
Δεδομένων των ασαφειών γύρω από το επίπεδο της πυρηνικής εμπειρίας των Τούρκων επιστημόνων, παραμένει δύσκολο να παρουσιάσουμε ξεκάθαρα γεγονότα σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση των πυρηνικών δραστηριοτήτων της Τουρκίας. Αυτό που φαίνεται ανησυχητικό, ωστόσο, είναι δηλώσεις από κύκλους πληροφοριών σχετικά με ένα προηγμένο πυρηνικό πρόγραμμα. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου ενημέρωσε τότε τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Γιώργο Παπανδρέου στις 15 Μαρτίου 2010 ότι η Τουρκία θα μπορούσε να γίνει πυρηνική δύναμη όποτε θελήσει.
Τι τους θέλεις του πυραύλους μεγάλης εμβέλειας;
Ένα άλλο έμμεσο αποδεικτικό στοιχείο για την ύπαρξη ενός τουρκικού προγράμματος πυρηνικών όπλων είναι το πυραυλικό πρόγραμμα της Άγκυρας. Για πολύ καιρό, η Τουρκία φάνηκε ικανοποιημένη με την ανάπτυξη πυραύλων μικρής εμβέλειας με εύρος μέχρι και 150 χλμ. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, διάφορες δημόσιες δηλώσεις δείχνουν αλλαγή της πορείας. Μεγάλη δημοσιότητα δόθηκε στις δηλώσεις του προέδρου Ερντογάν το Δεκέμβριο του 2011, και συγκεκριμένα στο αίτημά του προς την τουρκική αμυντική βιομηχανία να αναπτύξει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Ενώ τα τουρκικά ΜΜΕ ερμήνευσαν τη δήλωση του Ερντογάν ως πρόσκληση για διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους, παρέμεινε ασαφές αν ο πρόεδρος σκέφτηκε πραγματικά έτσι. Ωστόσο, δύο μήνες αργότερα, η Τουρκία φαίνεται να έχει ξεκινήσει την ανάπτυξη πυραύλου μεσαίου βεληνεκούς 2500 χιλιομέτρων. Το 2012, η Τουρκία εξέτασε ένα βλήμα με βεληνεκές τα 1500 χλμ. Και έγινε επίσης γνωστό ότι ο πύραυλος με ακτίνα 2500 χλμ. θα ήταν επιχειρησιακός από το 2015.
Ακόμα κι αν η Τουρκία δεν θα μπορέσει να τηρήσει αυτές τις προθεσμίες, είναι σαφής η πρόθεσή της να αναπτύξει πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς. Αυτό εγείρει το ερώτημα σχετικά με τη στρατηγική λογική αυτών των όπλων. Η απάντηση είναι αρκετά απλή: Οι πύραυλοι μεσαίας εμβέλειας έχουν νόημα μόνο με πυρηνικό ωφέλιμο φορτίο. Έτσι, η ανάπτυξη των πυραύλων μεσαίας ή μεγάλης εμβέλειας στην Τουρκία μπορεί να εξηγηθεί μόνο στο πλαίσιο προγράμματος πυρηνικών όπλων. Με λίγα λόγια, η επιθυμία της Τουρκίας να κατασκευάσει πυραύλους με μεγαλύτερο βεληνεκές είναι ένα ισχυρό αποδεικτικό στοιχείο για την ύπαρξη ενός πυρηνικού προγράμματος.
Αλλά ποιες είναι οι απόψεις της πολιτικής ηγεσίας της Τουρκίας για αυτό το θέμα; Φυσικά, δεν υπάρχουν δημόσιες δηλώσεις που να υποστηρίζουν την υπόθεση για μια εθνική πυρηνική επιλογή. Ωστόσο, μερικές δηλώσεις μπορούν να ερμηνευτούν ως δηλωτικές των τουρκικών προθέσεων. Τον Αύγουστο του 2011, ο πρεσβευτής της Τουρκίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, Namik Tan, δήλωσε: “Δεν μπορούμε να ανεχθούμε ότι το Ιράν θα αποκτά πυρηνικά όπλα“.
Η θέση αυτή έγινε πιο συγκεκριμένη δύο χρόνια αργότερα από τον Πρόεδρο Abdullah Gül. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Foreign Affairs, ο Gül δήλωσε ότι «η Τουρκία δεν θα επιτρέψει σε μια γειτονική χώρα να έχει όπλα που η ίδια η Τουρκία δεν έχει». Δεδομένου ότι μέχρι στιγμής θα πρέπει να είναι σαφές στους Τούρκους πολιτικούς ότι το Ιράν, ανεξάρτητα από τη συμφωνία P5 + 1, θα συνεχίσει να επιδιώκει ένα πυρηνικό πρόγραμμα, δεν έχει πλέον κανένα νόημα να επεμβαίνει κανείς στο πυρηνικό πρόγραμμα κάποιου. Εξάλλου και στο εσωτερικό της Τουρκίας τα εμπόδια είναι μικρά: Σε δημοσκόπηση του 2012, το 54% των 1500 ερωτηθέντων ήταν υπέρ ανάπτυξης πυρηνικών εάν αποκτούσε τέτοια και το Ιράν.
Με δεδομένες αυτές τις εξελίξεις, γίνεται σαφές γιατί η Τουρκία αποτελεί δικαιολογημένο στόχο για τις γερμανικές υπηρεσίες. Ένας σύμμαχος του ΝΑΤΟ, ο οποίος φαίνεται να βλέπει ολοένα και περισσότερο τον δικό του ρόλο ως μια πυρηνική περιφερειακή δύναμη, είναι μια εξέλιξη τεράστιας σημασίας που η Γερμανία δεν έχει την πολυτέλεια να αγνοήσει. Με δεδομένο το όραμα του Ερντογάν για την Τουρκία για μια ηγετική ισχυρή περιφερειακή δύναμη στη Μέση Ανατολή και δεδομένης της ύπαρξης μιας εδραιωμένης (Ισραήλ) και μιας αναδυόμενης πυρηνικής χώρας (Ιράν), η Τουρκία δεν έχει πραγματική εναλλακτική λύση παρά να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Εάν η Τουρκία δεν επιλέξει πυρηνικά όπλα, θα παραμείνει δύναμη δεύτερης κατηγορίας – μια θέση την οποία ο Ερντογάν δεν μπορεί και δεν θα δεχτεί.
*O Hans Rühle είναι πρώην επικεφαλής της Ομάδας Σχεδιασμού του γερμανικού Υπουργείου Άμυνας.
Πηγή: The National Interest