Άγκυρα και Ουάσιγκτον: Τα κάτοπτρα της υποκρισίας ωραιοποιούν μια παραμορφωτική σχέση
03/06/2018Γράφει ο Μάριος Ευρυβιάδης –
Τον Φεβρουάριο του 2001 ο μακαρίτης δημοσιογράφος Μεχμέτ Αλί Μπιράντ (πέθανε το 2013 αλλά αν ζούσε σήμερα θα ήταν και αυτός στις φυλακές του Ερντογάν, όπως τον είχε βάλει και η χούντα του Εβρέν), έγραφε: “Όταν κοιτάζουμε την εικόνα με τους γείτονές μας μια ερώτηση προκύπτει εκ των πραγμάτων στο μυαλό του καθενός μας: Τα κράτη πιθανό να έχουν προβλήματα με τους μακρινούς και κοντινούς γείτονές τους, ακόμη και με τους συμμάχους τους. Όμως κανένα κράτος δεν έχει τόσες διαμάχες με άλλα κράτη όσο εμείς. Είτε όλα τα κράτη αισθάνονται εχθρότητα έναντι μας(!) ή εμείς κάνουμε κάτι λανθασμένα. Τι πιστεύετε να συμβαίνει, ποιος λειτουργεί σωστά;” (“Does everyone have enmity toward us?”, Turkish Daily News, 8 February, 2001).
Το 2001 με το μόνο γείτονα που η Τουρκία διατηρούσε εξαιρετικές διακρατικές σχέσεις ήταν το Ισραήλ -κράτος μη αραβικό, μη μουσουλμανικό- ενώ από το μακρινούς γείτονες ξεχώριζε η πραγματικά προνομιακή σχέση της με την Ουάσιγκτον. Με το Ισραήλ, και με δικαιολογία το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τις διαδικασίες ειρήνευσης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων, η Τουρκία επέτρεψε να βγει στην επιφάνεια ο Τουρκο-Ισραηλινός άξονας που λειτουργούσε υπογείως μεταξύ των δυο κρατών από το 1948.
Έτσι τη δεκαετία του 1990 υπέγραψε σειρά στρατιωτικών και εμπορικών συναλλαγών με το εβραϊκό κράτος και με τις πλάτες του Ισραήλ απειλούσε με πόλεμο τη Συρία για το θέμα των Κούρδων (1998) ενώ και, πάλι με τη συνεργασία του Ισραήλ, απειλούσε να βομβαρδίσει την Κύπρο για το ζήτημα των πυραύλων S-300. Στη περίπτωση των ΗΠΑ υπενθυμίζω την πανηγυρική πενθήμερη επίσκεψη του Προέδρου Κλίντον στην Τουρκία το 1999. Εκεί μίλησε στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση όπου το ακροατήριο κυριολεκτικά παραληρούσε διακόπτοντας τον 11 φορές (!) με τελικό χειροκρότημα επί ποδός! Και γιατί όχι.
“Το παρελθόν της Τουρκίας”, τους είπε μεταξύ άλλων, ”αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση του 20ου αιώνα. Αλλά πιο σημαντικό πιστεύω πως το μέλλον της Τουρκίας θα είναι κρίσιμο για τη διαμόρφωση του 21ου αιώνα”. Και συνέχισε λέγοντας πως “στη μεταψυχροπολεμική εποχή η συνεργασία μας έχει γίνει ακόμη πιο σημαντική“! (Όσοι αναρωτιούνται από που πήραν τα μυαλά του διδύμου Ερντογάν-Νταβούτογλου αέρα, θα πρέπει να μελετήσουν επισταμένα το χρονικό των Αμερικανοτουρκικών σχέσεων και τους Αμερικανούς διαμορφωτές των από το 1944, τουλάχιστον).
Ανταγωνισμός στον φιλοτουρκισμό
Η κυβέρνηση Κλίντον συναγωνίζονταν αυτή των Ρέηγκαν-Μπούς σε φιλοτουρκισμό (και αυτές, όλες τις προηγούμενες) ενώ με την καθοριστική πίεση της κυβέρνησης Κλίντον ολοκληρώθηκε ο αγωγός πετρελαίου Μπακού-Τσεϊχάν τη δεκαετία του 1990 με σκεπτικό την πολιτικο-στρατιωτική του σημασία και όχι την οικονομική του βιωσιμότητα. Σήμερα και με εξαίρεση τη Ρωσία -με την οποία όμως δεν συνορεύει όπως με τη Σοβιετική Ένωση- η Τουρκία βρίσκεται σε συγκρουσιακή σχέση με όλους τους γείτονές της αλλά και με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Μπορεί αυτή η κατάσταση να συνεχιστεί, ειδικά ως προς τις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις; Πακτωλός δολαρίων Αν το παρελθόν είναι οδηγός η απάντηση είναι πως θα έχουμε εκτόνωση των σχέσεων, είτε εκλεγεί ο Ερντογάν είτε όχι.
Θυμίζω την περίπτωση του πολέμου κατά του Ιράκ το 2003. Από το 1978 (Δόγμα Κάρτερ, 1980) αλλά κυρίως επί οκταετίας Ρέηγκαν, η Ουάσιγκτον εκπόνησε πολεμικά σχέδια για πιθανούς πολέμους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και επένδυσε δισεκατομμύρια δολάρια για το σκοπό αυτό. Οργάνωσε τη Δύναμη Ταχείας Επέμβασης (Rapid Deployment Force) και το συναφές αρχηγείο (US Central Command). Πιο σημαντικό για τους σκοπούς μας, με μια σειρά από απόρρητες συμφωνίες και μυστικές κατανοήσεις, η Αμερική, με τη συνεργασία και αρωγή των ατλαντικων της συμμάχων, ξόδεψε δισεκατομμύρια δολάρια χτίζοντας βάσεις και υποδομές μετατρέποντας την Ανατολική Τουρκία (Κουρδιστάν) σε βάση για την εξόρμηση της RDF σε πολεμικές επιχειρήσεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Επιπρόσθετα έδωσε σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια δεκάδες δις στη Τουρκία για την υλοποίηση των σχεδίων της ενώ (μαζί με το Ισραήλ) άρχισε να βοηθά στην ανάπτυξη της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας. Η Τουρκία, της όχι τυχαίας χούντας του Εβρέν, αναδείχθηκε ο χωροφύλακας των ΗΠΑ στην περιοχή αντικαταστώντας το Ιράν του Σάχη της Περσίας που ήταν πλέον εχθρικό. Για όσους γνωρίζουν, η Αμερική υλοποίησε στην Τουρκία το μεγαλεπήβολο στρατηγικό σχέδιο, το Δόγμα Wholstetter για την Τουρκία, που πρώτος απεκάλυψε σε παγκόσμια αποκλειστικότητα ο δημοσιογράφος Μιχάλης Ιγνατίου στην ομογενειακή εφημερίδα Πρωινή, στις αρχές του 1983.
Τότε, το 1979, όταν άρχιζαν να υλοποιούνται τα σχέδια αυτά και η Τουρκία βρίσκονταν σε μια από τις συχνές οικονομικές της κρίσεις (και την έσωσαν οι δυτικοί με δανεικά και αγύριστα), επισκέφθηκε την Άγκυρα υψηλόβαθμος πρώην Αμερικανός αξιωματούχος για να αξιολογήσει την κατάσταση. Στο πλαίσιο της επίσκεψης ένας πρώην Τούρκος πρωθυπουργός, πιθανότατα ο Σουλειμάν Ντεμιρέλ, του είπε ευθέως: “Πρέπει να πληρώνετε τους λογαριασμούς μας γιατί μας έχετε ανάγκη”! (“You must pay our bills because you need us”). Μετά από όλα αυτά τα δις, όταν το 2003 χρειάστηκαν οι βάσεις στο τουρκικό Κουρδιστάν για την αμερικανική επίθεση κατά του Ιράκ του Σαντάμ, οι αμερικάνοι εισέπραξαν την εμφατική άρνηση των Τούρκων για την χρησιμοποίησή τους.
Τότε δημιουργήθηκε μια πρωτοφανής για τα πράγματα κρίση στις σχέσεις των δυο κρατών και καθολική υπήρξε η πεποίθηση πως τα πράγματα δεν μπορούσαν να επανέλθουν στους παλιούς καλούς καιρούς. Εν τούτοις με την Προεδρία Ομπάμα όλα αποδόθηκαν σε “μια παρεξήγηση” και “αδυναμία” κατανόησης των Τούρκων από την κυβέρνηση Μπούς του νεώτερου. Και οι σχέσεις επανήλθαν στα παλιά, με τον Ομπάμα να κάνει τη πρώτη του ευρωπαϊκή επίσκεψη στην Τουρκία, να εγκωμιάζει την Άγκυρα ως “μοντέλο” κάθε καιρού, και να αποκαλεί τον Ερντογάν τον “καλύτερο” ξένο ηγέτη φίλο του.
Η τουρκική διπλοπροσωπία
Αργοπορημένα ο Ομπάμα ανακάλυψε και αυτός τη διπλοπροσωπία των Τούρκων και ειδικά του Ερντογάν αναφορικά με τον τεκμηριωμένο πλέον ρόλο της Τουρκίας ως αρωγού των τρομοκρατών και του Ισλαμικού Κράτους των αποκεφαλιστών. Όμως τόσο στην περίπτωση Ομπάμα όσο και σε αυτή του Τράμπ – που και γι’αυτόν ο Ερντογάν ανήκει στους “καλύτερους” του φίλους- επικρατεί η αντίληψη πως η παρούσα κακή φάση περιστρέφεται γύρω από την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Ερντογάν και μόνο, και πως αυτή δεν χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των Τούρκων και πως με την “πάροδο” του ισλαμιστή ηγέτη, θα πράγματα θα εισέλθουν σε πιο φυσιολογική και διαχειρίσιμη κατάσταση.
Υπάρχουν πολλά ζητήματα που μπορούν το καθένα από μόνο του να δυναμιτίσουν τις σχέσεις Άγκυρας και Ουάσιγκτον. Τα πιο γνωστά είναι τα συναφή ζητήματα των Ρωσικών S-400 και των αμερικανικών F-35 που επιδιώκει να προμηθευτεί η Τουρκία. Εδώ κάποιος πρέπει να ενδώσει διότι δεν μπορούν και τα δυο συστήματα να λειτουργούν ταυτόχρονα στην Τουρκία, χωρίς να διακινδυνεύουν υψηλού επιπέδου τεχνολογικά μυστικά. Αλλά επειδή οι διακρατικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από σκοπιμότητες και περισσή υποκρισία, πιθανόν να προκύψει ένας συμβιβασμός , όχι όμως πριν τις τουρκικές εκλογές της 24ης Ιουνίου. Ερμαφρόδιτη λύση Έτσι και αλλιώς η παράδοση των S- 400 δεν θα αρχίσει πρίν το 2019.
Τα πρώτα (δυο) F-35 θα μπορούν να παραδοθούν “τυπικά” στη Τουρκία μέσα στον Ιούνιο, όπως προγραμματίζεται, αλλά με παραμονή τους στις ΗΠΑ για “τεχνικούς” και άλλους λόγους. Και μάλλον αυτή η επιλογή θα ακολουθηθεί. Θα μπορούσε επίσης να υπάρξει και μια ερμαφρόδιτη λύση, είτε με τους S-400 στην Τουρκία, αλλά λειτουργικά ανενεργούς (όπως πρακτικά συμβαίνει με τους κυπριακούς S-300 στην Ελλάδα), ή με τα F-35 στην Τουρκία αλλά χωρίς εκείνα τα τεχνολογικά τους χαρακτηριστικά που τα καθιστούν “μοναδικά”. Την λύση αυτή, παρεμπιπτόντως, επιδιώκει το Ισραήλ που δεν θέλει να κατέχει η “εχθρική” Τουρκία τέτοια αναπτυγμένη εκδοχή του F-35.
Και για την ιστορία αναφέρω πως επί Ανδρέα Παπανδρέου το αμερικανικό Πεντάγωνο αρνιόταν να παραχωρήσει άδεια εξαγωγής των F-16 που η Ελλάδα είχε αγοράσει από την εταιρεία που τα παρήγαγε, λόγω της αντιαμερικανικής πολιτικής/ρητορείας του Έλληνα πρωθυπουργού. Και για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα από την παραλαβή τους, τα ελληνικά F-16 είχαν σημαντικές τεχνολογικές ελλείψεις. Κοντολογίς διάρρηξη στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις δεν θα υπάρξει. Και τα κάτοπτρα της υποκρισίας που χαρακτηρίζουν τις σχέσεις των δυο κρατών θα παράσχουν και στα δυο κράτη τις αναγκαίες εκλογικεύσεις για να συνεχίζουν τις στρατηγικές τους συνευρέσεις.