Θα παίξει ο Μακρόν το χαρτί του ευρωπαϊκού Νότου;
06/06/2018Ερωτηματικά έχει προκαλέσει στις Βρυξέλλες η παρέμβαση Μακρόν, με την οποία αφενός έχει προς το παρόν αποτρέψει την πολιτική σύγκρουση στο εσωτερικό της Ιταλίας, αφετέρου έχει ρίξει τους τόνους στις σχέσεις της νέας ιταλικής κυβέρνησης Κόντε με το ευρωιερατείο. Τα ερωτηματικά αφορούν το εάν η παρέμβαση Μακρόν είχε απλώς πυροσβεστικό χαρακτήρα, ή σηματοδοτεί στρατηγικό επαναπροσανατολισμό του στο πλαίσιο της ΕΕ.
Υπενθυμίζουμε πως ο Γάλλος πρόεδρος είχε εξαρχής εκδηλώσει την πρόθεσή του να δρομολογήσει μεταρρυθμίσεις στο θεσμικό πλαίσιο της Ευρωζώνης. Μπορεί η Μέρκελ να μην απέρριψε ευθέως τις προτάσεις Μακρόν, αλλά με την πάροδο του χρόνου κατέστη σαφές πως το Βερολίνο είναι απρόθυμο να βαδίσει στον δρόμο που υποδεικνύει το Παρίσι, με αποτέλεσμα η όλη διαδικασία να έχει βαλτώσει.
Η απογοήτευση του Γάλλου προέδρου από τη γερμανική στάση ενδεχομένως να τον ωθεί να παίξει το χαρτί του ευρωπαϊκού Νότου. Επί προεδρίας Σαρκοζί και Ολάντ, η γαλλική διπλωματία έπαιζε που και που αυτό το χαρτί, αλλά μόνο για να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της έναντι του Βερολίνου στις ενδοευρωπαϊκές συνομιλίες. Γι’ αυτό και δεν είχε αποτέλεσμα. Δια της διολισθήσεως, η Γαλλία, λόγω και της ανισορροπίας στο οικονομικό επίπεδο, υποβαθμίσθηκε σε μικρό εταίρο στο πλαίσιο του λεγόμενου γαλλογερμανικού άξονα.
Μόνο τα γεγονότα θα δείξουν εάν ο Μακρόν συνεχίζει στα χνάρια των προκατόχων του, ή αλλάζει γραμμή πλεύσης. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, πάντως, εκ των πραγμάτων αποτελούν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να μετατοπίσει τις ισορροπίες στην ΕΕ. Είναι δε ενισχυτική η αλλαγή φρουράς στη Μαδρίτη. Τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα που πλήττουν το μέχρι τώρα κυβερνών δεξιό Λαϊκό Κόμμα υπονόμευσαν τη σταθερότητα της κυβέρνησης Ραχόι.
Εύφορο έδαφος και στην Ιβηρική
Όταν πριν μερικές ημέρες ο ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος Σάντσεθ κατέθεσε πρόταση μομφής ελάχιστοι πίστευαν πως θα συμβεί αυτό που δεν είχε μέχρι τώρα συμβεί στην κοινοβουλευτική ιστορία της Ισπανίας. Μπορούσε, βεβαίως, να ποντάρει στους Καταλανούς αυτονομιστές και στους Ποδέμος, αλλά δεν έφθαναν. Τη ζυγαριά έγειρε η άρση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Ραχόι από το Εθνικιστικό Κόμμα των Βάσκων.
Μπορεί ο Σάντσεθ να μην είναι ούτε ευρωσκεπτικιστής ούτε ριζοσπάστης, αλλά έχει ταχθεί εναντίον της λιτότητας. Και βεβαίως έχει κάθε λόγο να συμπλεύσει σε μία άτυπη συμμαχία του ευρωπαϊκού Νότου υπό τη Γαλλία με σημαία ακριβώς αυτό το αίτημα. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Πορτογαλία. Η αριστερόστροφη κυβέρνησή της μπορεί να υπερηφανεύεται πως έχει σταθεροποιήσει την οικονομία, αλλά έχει κι αυτή ζωτική ανάγκη από μία χαλάρωση του δόγματος της λιτότητας.
Στις χώρες της Ιβηρικής προστίθενται η Ιταλία και η Ελλάδα. Η μεν Ιταλία, επειδή η κυβέρνηση Κόντε επιδιώκει ένα συμβιβασμό, ο οποίος θα της επιτρέψει να εφαρμόσει, έστω και εν μέρει, το πρόγραμμά της. Θεωρώντας ότι αντίπαλός της είναι η Γερμανία, έχει κάθε λόγο να συμπλεύσει με το Παρίσι και με τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο. Μία τέτοια εξέλιξη θα απέτρεπε την πολιτική απομόνωσή της, έτσι όπως θα την ήθελαν οι σκληροπυρηνικοί του ευρωιερατείου και θα δικαίωνε στα μάτια των Ιταλών την εκλογική νίκη των δύο κυβερνητικών εταίρων.
Οι δύο όψεις
Όσον αφορά την Ελλάδα, μπορεί η αναταραχή στις Αγορές, λόγω Ιταλίας, να δημιουργεί προβλήματα στον σχεδιασμό του οικονομικού επιτελείου, αλλά τα όσα συντελούνται στην Ευρωζώνη έχουν και άλλη όψη. Δεν αφήνουν περιθώρια αναζωπύρωσης της ελληνικής κρίσης. Το γεγονός αυτό ενισχύει τη θέση της Ελλάδας ενόψει των επικείμενων διαπραγματεύσεων για το μεταμνημονιακό καθεστώς.
Υπενθυμίζουμε πως εκτός από την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης, θα ληφθούν αποφάσεις για δύο ζητήματα: Πρώτον, για το καθεστώς της μεταμνημονιακής εποπτείας και δεύτερον για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Αμφότερα είναι κρίσιμα και επί της ουσίας και στο επίπεδο των πολιτικών εντυπώσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση Τσίπρα έχει επίγνωση ότι το κλειδί και για τα δύο αυτά ζητήματα το κρατάει η Μέρκελ. Γι’ αυτό και δεν θέλει να προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση, η οποία θα μπορούσε να εκληφθεί από το Βερολίνο σαν “εχθρική”. Γι’ αυτό και η Αθήνα θα είναι πολύ προσεκτική και επιφυλακτική στο να ανταποκριθεί σε ανοίγματα από την πλευρά της Ρώμης. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, θα κινηθεί αυστηρά στη γραμμή των σοσιαλδημοκρατών. Θα ανταποκρινόταν, βεβαίως, σε μία πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου.
Με βάση τα όσα προαναφέραμε και για την Ισπανία και την Πορτογαλία, ο Μακρόν έχει ήδη έτοιμη από πολιτικής απόψεως μία βάση για να αντιπαρατεθεί –όχι συγκρουσθεί– με το Βερολίνο. Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο κρίσιμο ερώτημα που προς το παρόν δεν έχει απάντηση: θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, αλλάζοντας ουσιαστικά τις ισορροπίες και τον συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρωζώνη, ή απλώς θα περιορισθεί στον πυροσβεστικό ρόλο που έπαιξε στην ιταλική κρίση, συνεχίζοντας να ασκεί τις –όπως έχει αποδειχθεί– ατελέσφορες εκκλήσεις προς το Βερολίνο.