Το κόστος της επιμήκυνσης του χρέους
24/06/2018Θα περίμενε κανείς ότι η πολλά υπεσχημένη ελάφρυνση του εξωτερικού χρέους θα επέτρεπε στην ελληνική οικονομία να ανακάμψει από τα τάρταρα που την έρριψαν εννέα χρόνια αντιπαραγωγικής πολιτικής. Αντί ελαφρύνσεως του δυσβάστακτου χρέους, το κατά τα άλλα παράνομον Eurogroup της 21ης Ιουνίου έδωσε αναβολήν εξοφλήσεώς του.
Ο καθείς, εφ’ όσον έχει κάποια σχέση με τα οικονομικά, γνωρίζει ότι η επιμήκυνση της εξοφλήσεως του χρέους για δέκα έτη θα αυξήσει το εξωτερικό χρέος και θα επιβαρύνει την οικονομία με παράτασιν τόκων. Η εμπειρία των τελευταίων εννέα ετών το αποδεικνύει: από 301 δισ. ευρώ το χρέος το 2009, ανήλθε στα 315 δισ. ευρώ το 2016. Η αναλογία του από 123% του ΑΕΠ αυξήθη στο 180%.
Μάλιστα, μετά την επομένη διετία 2017-18, το χρέος διευρύνθη ακόμη περισσότερο και η εξυπηρέτηση του με 6-7 δισ. ευρώ ετησίως εστέρησε την οικονομία από πολυτίμους πόρους που θα μπορούσαν να είχαν επενδυθή στην παραγωγική οικονομία για την μείωση της τεραστίας ανεργίας – ιδίως των νέων και εξειδικευμένων στελεχών.
Σε πρόσφατο συνέδριο του Economist στην Αθήνα, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ κ. Γκέρσον βεβαίωσε ότι το Ταμείον θεωρεί το χρέος αδιατήρητο (μη βιώσιμο), δεδομένης της οικονομικής αναπτύξεως που είναι αναιμική, των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες (ανακεφαλαιώσεως) και της μειώσεως και γηράνσεως του πληθυσμού.
Την ανεπάρκεια της αναβολής ή παρατάσεως δια την αντιμετώπιση του αδιατηρήτου εξωτερικού χρέους, ομολόγησε ακόμη κι αυτός ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ντομπρόβσκις, υποστηρίζοντας την «εμπροσθοβαρή ελάφρυνση» , δηλαδή την διαγραφή μέρους του χρέους.
Το “success story” της κυβέρνησης Τσίπρα
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, συνεχίζουσα την εγκαινιασθείσα υπό της ξυνωρίδος Σαμαρά-Στουρνάρα success story πανηγυρίζει δια την «παράτα» και την «μαξιλάρα» των 20 δισ. ευρώ, που βεβαίως θα υπολογισθή στο χρέος από τους ξένους. Εν τούτοις, ο Τσίπρας οφείλει να ξέρει ότι η βιωσιμότητα του χρέους εξαρτάται από την οικονομική ανάπτυξη και τις ανύπαρκτες προοπτικές.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση της ιδιωτικής οικονομίας βραδύνει απαισίως και η δημοσία αυξάνει το μέγεθος της σιωπηρώς και αποφασιστικώς δια τον έλεγχο του κράτους υπό του κυβερνώντος κόμματος (πχ. η πολυβασανισμένη ιστορία των γενικών γραμματέων των υπουργείων).
Επί πλέον, η καθιέρωση πρωτογενών πλεονασμάτων (προ τόκων αφού τα χρεωλύσια αναβάλλονται) στο 3,5%-2,5% του ΑΕΠ την προσεχή πενταετία, περιορίζουν τις δυνατότητες ελαφρύνσεως του φορολογικού βάρους και των δημοσίων επενδύσεων (μεγάλων έργων και συντηρήσεως της υποδομής που λείπει παντελώς). Η φορολογική αφαίμαξη περικόπτει την ενεργό ζήτηση και η μείωση των δημοσίων επενδύσεων την απορρόφηση των ανέργων ιδίως στην επαρχία.
Υπό τις εκτιμήσεις αυτές, η ανάκτηση της οπωσδήποτε περιορισμένης «εθνικής κυριαρχίας» αναβάλλεται για 10 έως 40 χρόνια. Έτσι όμως, οι εθνικές απώλειες δεν μένουν στο όνομα της Μακεδονίας, αλλά διευρύνονται στην ΑΟΖ της Αλβανίας και στην αναγνώριση των Τσάμηδων. Στο Αιγαίον, όπου η προοπτική αποκτήσεως «υπεροπλίας αέρος» υπό της Τουρκίας (με τα αμερικανικά μαχητικά F-35 ή με τους ρωσικούς S-400) προδιαγράφει δραστικό περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας στον αέρα, θάλασσα και ξηρά, μέχρις ότου ο εγχώριος πληθυσμός θα μειωθή κάτω των επτά εκατομμυρίων και οι επήλυδες μουσουλμάνοι αυξηθούν άνω των τριών εκατομμυρίων. Τούτο θα σημάνει το οριστικό τέλος του Ελληνισμού. Θα είναι το τίμημα της επιμηκύνσεως του χρέους.