Εθνική ανάταση για να ανεβούμε την ανηφόρα
16/01/2022Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια. Μια κατάδυση μόνο στο βυθό της ιστορικής μνήμης αρκεί. Αρκεί για να κάνει το βύσσινο στο ”γυαλί” του οργανικού εαυτού μας αίμα. Αίμα με αποθηκευμένα βιώματα, μνήμες προγόνων, πνοές και συνθήματα που κουβαλούν ιστορία, φόβους και συναισθήματα, εικόνες που διαιωνίζουν τις προγονικές παρακαταθήκες μας και κάνουν τον μικρόκοσμο της σημερινής Ελλάδας να φαντάζει μεγάλος, κι ας βρίσκεται σε διαδικασία συρρίκνωσης.
Έτσι αναστήθηκε ”χθες” απ’ την αχλή της λήθης ”Ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!..” του Ελύτη. Έτσι μπορεί να αναστηθεί και ο χαμένος στο αραχνιασμένο παρόν Ελληνισμός σήμερα, γιατί το παρόν δεν καθορίζεται απ’ την ιστορική αφήγηση, αλλά από τη μνήμη. Με άλλα λόγια τη μεγαλοσύνη του ιστορικού παρελθόντος μας δεν είναι δύσκολο να την κάνουμε κομμάτι της ζωής μας, αν θέλουμε. Κομμάτι αβύθιστο που τροχοδρομεί στις ράγες της εθνικής αυτογνωσίας με μυστικό οδηγό τον ελεύθερο συνειρμό.
Το ερώτημα όμως είναι: Θέλουμε να κάνουμε το άλμα μπροστά ή επιλέγουμε για την πατρίδα μας σε μόνιμη βάση τον ρόλο της ”πολύφερνης νύφης” (λόγω γειτνίασης με την Τουρκία) στην γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου; Τον δεύτερο ρόλο ήδη τον παίζουμε (ως ”αποικία”) και βλέπουμε να προοιωνίζονται δυσάρεστα επακόλουθα για τα εθνικά μας συμφέροντα.
Αφύπνιση τιτάνιων δυνάμεων
Αν επιλέξουμε όμως το πρώτο, θα αφυπνίσουμε και θα ενεργοποιήσουμε τιτάνιες δυνάμεις του Ελληνισμού που περιέπεσαν σε ατελεύτητη χειμερία νάρκη την οποία τροφοδοτούν
μέσα μας ο ατομικισμός, η μαλθακότητα, η ολιγοψυχία, η ηττοπάθεια, ο ωχαδερφισμός και τα χαμένα στην άβυσσο των πολιτικών ιδεοληψιών εθνικά αντανακλαστικά μας. Αν επιλέξουμε το πρώτο, θα εντάξουμε στην εθνική στρατηγική μας το τρίπτυχο: στόχοι, μέσα και επιτεύγματα, χωρίς τον κίνδυνο να γίνουμε… μεγαλοϊδεάτες και μαξιμαλιστές, αλλά με εκπεφρασμένη τη βούλησή μας να προχωρήσουμε στην δικαιωματική αποκατάσταση των ΕΧΥ στα 12 νμ σε όλη την ελληνική Επικράτεια συμπεριλαμβανομένων της Κρήτης και του Καστελόριζου (που είναι ο ”γας ομφαλός” του ενεργειακού πλούτου της Ελλάδας).
Το οφείλουμε στην Ιστορία μας, στο αίμα που έχυσαν οι Πατέρες μας προς αποκατάσταση των εθνικών μας δικαίων. Το οφείλουμε στις παρούσες γενιές, σε αυτές που έρχονται και που θα έρθουν. Στις γενιές που ευελπιστούν να αφουγκραστούμε την εθνική μας συνείδηση και να μη δώσουμε τη χαριστική βολή και εδαφικά στην ήδη αποδεκατισμένη πληθυσμιακά Ελλάδα.
Το “Άμμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες” (”Εμείς, όμως, θα γίνουμε πολύ καλύτεροι”) ηχεί σήμερα μυθικό, πλασματικό, όμως δεν είναι. Το μαρτυρεί ο Πλούταρχος στον χορικό λόγο με τους αντίλογους μεταξύ γερόντων της αρχαίας Σπάρτης και ”άλκιμων νεανιών” οι οποίοι έδιναν υποσχετικό όρκο στους μεγαλύτερους να γίνουν πολύ καλύτεροί τους προς δόξα της πόλης-κράτους τους.
Το μαρτυρεί η φράση του Θεμιστοκλή ”Ουκ εάν με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον” (”Δεν με αφήνει να ησυχάσω η δόξα του Μιλτιάδη”) μετά τον θρίαμβο του Αθηναίου στρατηγού κατά των Περσών στη μάχη του Μαραθώνα (490 πΧ), που έμεινε ανεξίτηλη στην ιστορία. Η φράση που εντυπωσίασε σε τέτοιο βαθμό τον αρχηγό της δημοκρατικής παράταξης Θεμιστοκλή, ώστε διείδε – στο πλαίσιο της ευγενούς άμιλλας με τον νικητή του Μαραθώνα – την μετατροπή της Αθήνας σε ναυτική υπερδύναμη η οποία θα εξουδετέρωνε τον περσικό κίνδυνο, για να έχει τη δυνατότητα παρεμπόδισης του ανεφοδιασμού του εχθρού δια θαλάσσης.
Ενωμένοι και αυτοδύναμοι
Συνελόντι ειπείν, η Ελλάδα κρύβει ατελεύτητες δυνάμεις μέσα της που μπορεί και πρέπει να τις αφυπνίσει και να τις επαναδραστηριοποιήσει. Η ατομική μνήμη πολλών μπορεί να ξεθώριασε ή να έσβησε στο διάβα του χρόνου, αλλά η συλλογική μένει άσβεστη γιατί κυοφορεί από γενιά σε γενιά την βιωμένη εμπειρία χιλιάδων, εκατομμυρίων ανθρώπων από τα συμβάντα στην κοινωνία και την εποχή που έζησαν.
Αν επιλέξουμε λοιπόν το άλμα μπροστά αφυπνίζοντας τις κοιμισμένες δυνάμεις του Ελληνισμού, θα πάψουμε να διαιωνίζουμε ως κακή μοίρα την εξάρτησή μας από τους ξένους και θα παλέψουμε για να εξασφαλίσουμε την αυτάρκεια και την ανεξαρτησία μας σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας. Όνειρο που φαντάζει άπιαστο σήμερα, δυστυχώς, καθώς μάθαμε να λειτουργούμε ως υπηρέτες ξένων αφεντάδων χρόνια τώρα.
Αφεντάδων που αντιπροσωπεύουν ξεπεσμένες υπερδυνάμεις οι οποίες λειτουργούν εντυπωσιοθηρικά στα πρότυπα ξεπεσμένων αριστοκρατών των διεφθαρμένων ελίτ παγκοσμίως. Αν δεν αλλάξουν ως δεδομένα αυτά, δεν θα τολμήσουμε ποτέ να υψώσουμε το εθνικό μας ανάστημα ως Έλληνες και να τους αντιμετωπίσουμε σαν ίσος προς ίσον, οπλισμένοι με το θάρρος της ιστορικής μνήμης και ενσυναίσθησης που θα προσαρμόσει τους Μεγάλους ”προστάτες” μας στις πραγματικές τους διαστάσεις.
Διαστάσεις οι οποίες αρχίζουν και τελειώνουν στην εξοπλιστική δύναμη πυρός και τη γεωστρατηγική επιβολή τους, σε αντίθεση με την πολυσχιδή, συνδυαστική δύναμη όπλων και πνεύματος που διέθεταν οι ελληνικές υπερδυνάμεις της κλασικής αρχαιότητας (5ος αι. πΧ): Η παντοκράτειρα στην ξηρά Σπάρτη και η θαλασσοκράτειρα στη θάλασσα Αθήνα, που διαφέντευαν στον Ευρωπαϊκό χώρο.
Ιστορικά ορόσημα
Οι ελληνικές πόλεις-κράτη που, με όπλα τη διαύγεια του Νου και την ψυχική δύναμη, ανέδειξαν τον αληθινό πολιτισμό στον κόσμο. Τον πολιτισμό ο οποίος στηρίζεται σε αξίες και ιδανικά αναλλοίωτα μέσα στον χρόνο. Αξίες και ιδανικά που γέννησαν Μαραθώνες, Θερμοπύλες και Σαλαμίνες και έδωσαν ώθηση στον Μ. Αλέξανδρο και τους κατοπινούς ήρωες των Νεότερων Χρόνων να προσθέσουν τα δικά τους χρυσά γράμματα στις δέλτους της ελληνικής και παγκόσμιας Ιστορίας.
Ακούω κάποιους να λένε ότι η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται παρά μόνο ως φάρσα και έρχεται στο μυαλό μου αυθόρμητα ο μέγας Θουκυδίδης, ο οποίος –αν πίστευε κάτι τέτοιο– σίγουρα δε θα ακολουθούσε τον δρόμο του Ηρόδοτου (”πατέρα της Ιστορίας”), για να τον ξεπεράσει συγγράφοντας το μεγαλύτερο ιστορικό έργο των αιώνων, τον ”Πελοποννησιακό πόλεμο” (σ.σ: ο τίτλος ”Θουκυδίδου Ιστορίαι ή Συγγραφή” οφείλεται στους αρχαίους γραμματικούς, όπως και η διαίρεσή του σε 8 βιβλία).
Τι θέλω να πω με αυτό; Ότι όσο νιώθουμε Έλληνες και τιμούμε την καταγωγή μας, το “Άμμες δε γ’ εσόμεθα…”, το “Ή ταν ή επί τας” και το ”Μολών Λαβέ” θα πρέπει να αποτελούν για μας φωτεινά ορόσημα που θα μας δίνουν το έναυσμα για να πολλαπλασιάσουμε τις αντιστάσεις μας απέναντι σε εθνικά ασύμφορες για την πατρίδα μας ”λύσεις” στα εθνικά θέματα. Να εντείνουμε, προπάντων, τις αντιστάσεις μας στις προτροπές των φίλων και συμμάχων για μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος στα νησιά του Αιγαίου (κάτι που θα ισοδυναμούσε με θυσία του αιγιακού Ελληνισμού στον τυχοδιωκτισμό, εκβιασμό και αναθεωρητισμό του Ταγίπ Ερντογάν και το ιδεολόγημα της Τουρκίας για την “Γαλάζια Πατρίδα”).
Να εντείνουμε τις αντιστάσεις μας και απέναντι στο ενδεχόμενο λύσης του Κυπριακού βάσει νέου τύπου “Σχεδίου Ανάν” το οποίο θα οδηγήσει άμεσα ή έμμεσα στην διχοτόμηση της Κύπρου. Ο τερματισμός της κατοχής του βόρειου τμήματος της Μεγαλονήσου και η απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων από τα Κατεχόμενα δεν πρέπει να πάψουν να είναι το πρώτα ζητούμενα, όσο και αν πιεστούν Ελλάδα και Κύπρος να δεχτούν τον παραμερισμό τους.
Αποφασιστικότητα και σθένος
Σαν επιμύθιο καταληκτικό δεν μπορεί να υπάρξει άλλο από το να αναλογιστούμε ότι η ζωτικότητα και το αγωνιστικό σθένος των Ελλήνων είναι από τις κυρίαρχες ηθικές δυνάμεις του Ελληνισμού οι οποίες μπορούν, στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε, να αποδειχθούν καθοριστικές. «Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις, // εκεί που πάει να σκύψει. // Με το σουγιά στο κόκκαλο, // με το λουρί στο σβέρκο. // Νάτη πετιέται από ξαρχής // κι αντριεύει και θεριεύει // και καμακώνει το θεριό // με το καμάκι του ήλιου…//», λέει ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος. Που πάει να πει ότι ο Ελληνισμός κρύβει μέσα του εγγενείς αντιστάσεις οι οποίες του δίνουν την ώθηση να ξανασηκωθεί σφριγηλός και ακμαίος, χωρίς να τον οξειδώνει ο χρόνος.
Ως εκ τούτου, αν εμείς οι Έλληνες –σε μια συλλογική προσπάθεια υπέρβασης των αδυναμιών μας– ακολουθήσουμε ενωμένοι και αυτοδύναμοι την ανηφόρα της εθνικής μας ανάτασης, τότε θα μπορέσουμε να βάλουμε τέλος στον κατήφορο της εθνικής παρακμής. Θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε με τόλμη και αποφασιστικότητα οποιαδήποτε πρόκληση αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων της Κύπρου. Της Κύπρου που δικαιούται να έχει ανενδοίαστα τη μόνιμη στήριξή μας, γιατί ήταν και παραμένει η ”μικρή Ελλάδα της ψυχής και της ιστορίας μας” στην εσχατιά της Ανατολικής Μεσογείου.