Οι Έλληνες στην Κορσική – Ευρήματα του 6ου αιώνα π.Χ.
01/02/2022Ετρουσκικά κράνη που ήρθαν στο φως από ανασκαφές στην Καμπανία, 300 χιλιόμετρα νοτίως της Ρώμης, δείχνουν την εκεί παρουσία Ελλήνων από το 540 π.Χ., όπως εξάλλου την είχε καταγράψει και ο Ηρόδοτος. Τα κράνη αυτά ήταν λάφυρα από τον πόλεμο εναντίον των Τυρρηνών ή Ετρούσκων, οι οποίοι είχαν συνασπισθεί τότε με τους Καρχηδονίους (Φοίνικες στην ουσία), εναντίον των Ελλήνων.
Η νέα αρχαιολογική ανακάλυψη ανακοινώθηκε από τους διευθυντές του αρχαιολογικού χώρου Paestum Vella στην Καμπανία, οι οποίοι αναφέρουν ότι ευρέθη ναός αφιερωμένος στην Αθηνά, αμφορείς και δύο κράνη, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που χρονολογούνται στο 6ο π.Χ. αιώνα. Ήταν δε έθιμο των Ελλήνων να αφιερώνουν στους Θεούς πολεμικά λάφυρα, όπως τα ετρουσκικά κράνη.
Σύμφωνα με το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων Ansa, κατά πάσα πιθανότητα τα κράνη αυτά μεταφέρθηκαν στην Καμπανία από την αρχαία Αλέρια, ελληνική αποικία της Κορσικής. «Εκεί το 540 π.Χ. πραγματοποιήθηκε η μεγάλη ναυμαχία που έφερε αντιμέτωπους τους Έλληνες με τους Καρχηδονίους και τους Τυρρηνούς συμμάχους τους. Τα πλοία των Ελλήνων υπερίσχυσαν, αλλά στη συνέχεια, λόγω των ζημιών που είχαν υποστεί, οι Έλληνες της Κορσικής αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τη νήσο και να ιδρύσουν την αποικία της Ελέας, στην Κάτω Ιταλία. Τα κράνη, που ήρθαν στο φως με τις ανασκαφές, είναι πιθανότατα ετρουσκικά, ένα πολεμικό λάφυρο που οι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς», είπαν οι Ιταλοί αρχαιολόγοι.
Οι Έλληνες στην Κορσική
Πρόκειται για εξαιρετικής σημασίας ανακάλυψη, η οποία χρήζει σίγουρα περαιτέρω μελέτης και εμβάθυνσης και αποδεικνύει, για μια ακόμη φορά, τον πρωταγωνιστικό ρόλο των Ελλήνων στο εμπόριο και στον πολιτισμό της Μεσογείου. H περιπέτεια σε αυτή τη γωνιά της Μεγάλης Ελλάδας, άρχισε εξαιτίας των Περσών εν προκειμένω. Καταδιωγμένοι από τους Πέρσες, πολλοί Φωκαείς «πέταγαν σίδερα στη θάλασσα και ορκίζονταν να μην ξαναγυρίσουν πίσω μέχρι τα σίδερα αυτά να βγουν στην επιφάνεια», όπως γράφει ο Ηρόδοτος, καθώς αρνήθηκαν με πάθος την υποταγή στους Πέρσες.
Πήραν τα καράβια τους με σκοπό οι πιο πολλοί να μεταναστεύσουν στην αποικία που ήδη είχαν στην Κορσική, δηλαδή στην Αλαλία. Όμως εκεί τα πνεύματα ήταν ίσως ήδη οξυμένα, γιατί το “ελληνικό εμπορικό δαιμόνιο” είχε μάλλον υπερβεί τα εσκαμμένα και πλέον οι Ετρούσκοι αλλά και οι Φοίνικες/Καρχηδόνιοι είχαν χάσει την εμπορική πρόσβαση στην Γαλατία.
Ο Ηρόδοτος γράφει: «Καταπλώσαντες δὲ ἐς τὴν Ἀλαλίην ἀνέλαβον τὰ τέκνα καὶ τὰς γυναῖκας καὶ τὴν ἄλλην κτῆσιν ὅσην οἷαι τε ἐγίνοντο αἱ νέες σφι ἄγειν, καὶ ἔπειτα ἀπέντες τὴν Κύρνον ἔπλεον ἐς Ῥήγιον. οἱ δὲ αὐτῶν ἐς τὸ Ῥήγιον καταφυγόντες ἐνθεῦτεν ὁρμώμενοι ἐκτήσαντο πόλιν γῆς τῆς Οἰνωτπίης ταύτην ἥτις νῦν Ὑέλη καλέεται· 4 ἔκτισαν δὲ ταύτην πρὸς ἀνδρὸς Ποσειδωνιήτεω μαθόντες ὡς τὸν Κύρνον σφι ἡ Πυθίη ἔχρησε κτίσαι ἥρων ἐόντα, ἀλλ᾽ οὐ τὴν νῆσον».
Δηλαδή «έβαλαν πλώρη για την Αλαλία, από όπου πήραν τα παιδιά και τις γυναίκες τους και την άλλη περιουσία, όση μπορούσαν να σηκώσουν τα καράβια τους· ύστερα άφησαν την Κύρνο κι έπλεαν για το Ρήγιο. Ενώ οι υπόλοιποι κατέφυγαν στο Ρήγιο και ξεκινώντας από εκεί έγιναν κύριοι μιας πόλης στην περιοχή της Οινωτρίας, αυτή που τώρα ονομάζεται Υέλη. Και την αποίκισαν σύμφωνα μ᾽ όσα τους είπε ένας Ποσειδωνιώτης, πως δηλ. η Πυθία χρησμοδότησε ότι πρέπει να ιδρύσουν ιερό του Κύρνου, που ήταν ήρως, κι όχι να αποικίσουν το νησί».
Η ναυμαχία
Όμως πώς κατέληξαν στην Ελέα ή τότε Υέλη, αφού είχαν κινήσει για την Κορσική; Πιθανόν στην περιοχή τα πνεύματα να οξύνθηκαν με την άφιξη του νέου μεταναστευτικού κύματος των ξεριζωμένων Ελλήνων ή ήδη να είχαν σημειωθεί παρεκτροπές και πριν την άφιξή τους ναυμαχία. Οι πρώτοι Φωκαείς δηλαδή λειτουργούσαν αρμονικά με το υπάρχον εμπορικό δίκτυο, διαμορφωμένο από Ετρούσκους και Καρχηδόνιους. Όμως η δημογραφική αύξηση των Φωκαέων προκάλεσε εμπορικό επεκτατισμό και αποκλεισμούς που, αναπόφευκτα, με τη σειρά τους οδήγησε στο συνασπισμό των θιγομένων Ετρούσκων και Καρχηδονίων.
Πιθανόν να έπαιξε ρόλο και το ότι το νέο μεταναστευτικό κύμα από την Ιωνία είχε μεγάλες ανάγκες, οπότε οι Έλληνες άρχισαν ακόμα και πειρατικές επιδρομές εις βάρος των περιοίκων τους. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι πιο πολλοί από τους ξεριζωμένους Φωκαείς πήγαν στην Αλαλία της Κορσικής, ενώ άλλοι πήγαν στη Μασσαλία. Διέθεταν πάνω από εξήντα πεντηκοντήρεις (πλοία με μια σειρά από πενήντα κωπηλάτες). Η μεγάλη ναυμαχία σημειώθηκε στη θάλασσα της Κορσικής μεταξύ των Φωκαέων και της συμμαχίας Ετρούσκων και Καρχηδονίων ή Φοινίκων. Κατά τον Ηρόδοτο (Α.166.2) οι Φωκαείς με εξήντα πλοία πέτυχαν πύρρειο νίκη, όπως λέμε σήμερα και «κάδμειο νίκη» όπως έγραφε εκείνος.
Οι Φωκαείς δηλαδή επικράτησαν των εχθρικών στόλων, παρότι οι δεύτεροι είχαν παρατάξει 120 πλοία, αλλά υπέστησαν τόσο μεγάλες ζημίες, που αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν πλέον την Κορσική. Οι Φωκαείς σε εκείνην την ναυμαχία πάντως εισήγαγαν τον χάλκινο κριό και ναυτικές τακτικές, που περιελάμβαναν τον διεμβολισμό, ο οποίος φυσικά κατέστρεφε μεν το εχθρικό πλοίο, αλλά προκαλούσε και τεράστιες ζημίες στο επιτιθέμενο πλωτό μέσο. Σύμφωνα με την ιστορία, οι Φωκαείς έχασαν τα 40 από τα εξήντα πλοία τους και τα 20 που εξακολουθούσαν να πλέουν, είχαν οξύτατα προβλήματα, ανίκανα πλέον για ναυμαχία.
Τελικά, οι ξεριζωμένοι Φωκαείς, με ανύπαρκτο στόλο πλέον αλλά και πολλές ανθρώπινες απώλειες, κατέφυγαν στην σημερινή Καμπανία και ίδρυσαν την Υέλη, που αργότερα ονομάσθηκε Έλη και τελικά Ελέα. Η Ελέα βρισκόταν στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος με την μητρόπολή τους την Φώκαια. Από τα ερείπια των τειχών της πόλης που σώζονται ίχνη τους, ακόμα και σήμερα φαίνεται πως η πόλη είχε περίμετρο τριών μιλίων. Είναι δε γνωστή κυρίως για την Ελεατική σχολή των προσωκρατικών φιλοσόφων, η οποία ιδρύθηκε είτε από τον Παρμενίδη είτε από τον Ξενοφάνη. Σημαντικότατο μέλος της σχολής ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης και ο Μέλισσος ο Σάμιος.
Τον 4ο π.Χ. αιώνα η Ελέα συμμάχησε με άλλες ελληνικές πόλεις εναντίον των Λευκανών ή Λουκανών που είχαν ήδη καταλάβει την κοντινή Ποσειδωνία (Paestum) και που κατά καιρούς συμμαχούσαν ή πολεμούσαν τους Ρωμαίους. Με τη Ρώμη, από την άλλη, η Ελέα είχε άριστες σχέσεις και σταδιακά έγινε θέρετρο για τους Ρωμαίους αριστοκράτες. Το 88 π.Χ. η Ελέα έγινε ρωμαϊκός δήμος με το όνομα Velia, αλλά με το δικαίωμα να διατηρεί την ελληνική γλώσσα και να κόβει το δικό της νόμισμα. Στο δεύτερο μισό του 1ου μ.X. αιώνα χρησίμευσε ως ναυτική βάση, πρώτα για τον Βρούτο (44 π.Χ.) και στη συνέχεια για τον Οκταβιανό (38 π.Χ.)