Γεώργιος Καραϊσκάκης: Ο αγαπημένος της ελληνικής γλυπτικής
24/03/2022Ανάμεσα στους ήρωες του αγώνα του 1821 ο γιος της καλογριάς, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης (1782-1827) έχει κατά κόρον απεικονιστεί στην ελληνική δημόσια γλυπτική.* Περιγραφή λεπτομερή της φυσιογνωμίας του έχουμε από τον Παναγιώτη Σούτσο (1806-1868). Ο εικονογραφικός τύπος του Καραϊσκάκη στη γλυπτική βασίζεται όμως στο λιθογραφημένο σχέδιό του εκ του φυσικού, έργο του Karl Krazeisen (1794-1878) από το 1827-28.
Το 1835, με τη μετακομιδή των οστών του Καραϊσκάκη από την αρχική ταφή τους στη Σαλαμίνα, χρονολογείται ο πέτρινος τύμβος του στο τότε Φάληρο, στο σημερινό Νέο Φάληρο, όπου άφησε την τελευταία πνοή του. Πρόκειται για πεσσόσχημη κτιστή στήλη με αετωματική επίστεψη. Σε πλευρά της αναγράφονται τα ονοματεπώνυμα των συναγωνιστών του. Στο κάτω μέρος της στήλης τοποθετήθηκε μαρμάρινη λάρνακα με τα οστά του ήρωα.
Το 1927, ενόψει του εορτασμού της εκατονταετηρίδος από τον θάνατο του Ρουμελιώτη ήρωα του ελληνικού επαναστατικού αγώνα του 1821 Γεωργίου Καραϊσκάκη, συγκροτήθηκε επιτροπή για την ανέγερση μνημείου του στην προέκταση της κλίμακας του Ζαππείου προς την πλευρά της οδού Βασιλίσσης Όλγας. Πρόεδρος της επιτροπής λογίων ήταν ο εθνικιστής πολιτικός, ιδρυτικό μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, μέλος της Αγιοταφικής Αδελφότητος και τέκτων Νικόλαος Δ. Λεβίδης (1848-1942).
Δεδομένου επιπλέον του ότι είχε καταστραφεί το 1929 από πυρκαγιά ο μαρμάρινος ανδριάντας του, έργο του Γεωργίου Φυτάλη (1830-1880), που είχε αγοραστεί από τον Δήμο Πειραιώς και αποκαλυφθεί, μετά από αναβολές και λόγω εκλογών, στις 7 Μαΐου 1895 στον Πειραιά, το αίτημα γινόταν επιτακτικό. Το κόστος του ήταν 15.000 δραχμές, οι 5.000 δόθηκαν από τον προϋπολογισμό του Δήμου Πειραιώς, οι 2.000 από το δημοτικό ταμείο, συγκεντρωμένες από τον καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, τέκτονα και ευεργέτη του Πειραιά Θεόδωρο Αφεντούλη (1824-1893), ενώ το υπόλοιπο ποσό θα συμπληρωνόταν. Τον ανδριάντα ανέλαβε να τον στήσει ο μαθητής του Γεωργίου Φυτάλη Γεώργιος Βρούτος (1843-1909), αλλά τον τοποθέτησε ο αδελφός του γλύπτη Λάζαρος Φυτάλης (1831-1909).
Ξέσπασε τότε οξεία προσωπική αντιπαράθεση από τις στήλες της εφημερίδας Εστία ανάμεσα σε δύο συντοπίτες του Καραϊσκάκη για τη θέση του μνημείου: στον λογοτέχνη, ιστοριοδίφη και διευθυντή των Γενικών Αρχείων του Κράτους Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1945), που πρότεινε το Πεδίον του Άρεως, και στον λογοτέχνη, τεχνοκρίτη, καθηγητή της Ιστορίας της Τέχνης και της Αισθητικής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης Ζαχαρία Λ. Παπαντωνίου (1877-1940), που πρότεινε την Πλατεία Συντάγματος. Στη συζήτηση έλαβαν μέρος και αναγνώστες της Εστίας, όπως ο καθηγητής της Γαλλικής Θεόδωρος Γ. Κύπριος (γ. 1887-μετά το 1951), ο οποίος πρότεινε να στηθεί ο ανδριάντας στη μικρή πλατεία της Ρωσικής Εκκλησίας, στην οδό Φιλελλήνων. Δεν ελήφθη καμία απόφαση.
Ανδριάντας με τον οβολό των Ελλήνων
Το θέμα της δημιουργίας ανδριάντα του Καραϊσκάκη θα αναθερμαινόταν το 1938, με νέο διαγωνισμό, στον οποίον είχαν συμμετάσχει οι γλύπτες Μιχάλης Τόμπρος (1889-1974) και Γιώργος Ζογγολόπουλος (1903-2004). Την υπόθεση του διαγωνισμού ανέκοψε η έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1960, διενεργήθηκε έρανος από την Επιτροπή Ανδριάντος Ήρωος Γεωργίου Καραϊσκάκη, με πρόεδρο τον υπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Τσάτσο (1899-1987). Ο διαγωνισμός για έφιππο ανδριάντα, μιας και ο Καραϊσκάκης εκτιμούσε το ιππικό και συνήθιζε στις πολεμικές επιχειρήσεις να πηγαίνει καβάλα στο άλογό του, έγινε το καλοκαίρι του 1963.
Είχαν συμμετάσχει οι Μιχάλης Τόμπρος, Γιάννης Παππάς (1913-2005), Γιώργος Ζογγολόπουλος, Αθανάσιος Λημναίος (1908-1977), Κωνσταντίνος Γεωργακάς (1904-1993) και Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (1910-1993). Τα προπλάσματα εκτέθηκαν στο Ζάππειο, με την εξαίρεση του Παππά, που εξέθεσε τα δικά του στην αίθουσα τέχνης “Ζυγός” τον Ιούνιο του 1963. Το πρώτο βραβείο το απέσπασε ο Τόμπρος. Η χύτευση του ύψους 4,40 μ. έφιππου ανδριάντα του σε χαλκοκασσίτερο έγινε στο φλωρεντινό χυτήριο του Bruno Bearzi (1894-1983). Από τη Φλωρεντία ταξίδεψε για τον Πειραιά, όπου αποθηκεύτηκε.
Για τον ανδριάντα υπήρξε αντιπαράθεση από τον αθηναϊκό ημερήσιο και περιοδικό Τύπο μεταξύ του καθηγητή της Γενικής Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ και τεχνοκρίτη της Καθημερινής Άγγελου Γ. Προκοπίου (1909-1967) και του τεχνοκρίτη στο περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης Γιώργου Πετρή (1916-1997).
Ο πρώτος θεωρούσε ότι η ανατομία και η κίνηση του αλόγου, η απόδοση του αναβάτη, η σύνθεση δικαίωναν τον γλύπτη. Ως καταλληλότερη θέση του προέκρινε το Δέλτα του Φαλήρου, με προοπτική προς τη λεωφόρο Συγγρού. Ο δεύτερος έκρινε το μνημείο τυπικό, υπερβολικά περιποιημένο στις λεπτομέρειες, καθόλου σύμφωνο προς το νόημα της σύγχρονης γλυπτικής ανοιχτού χώρου, χωρίς μεγαλείο, αντιπνευματικό -και ο Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) το έβλεπε ρητορικό…
Το κόστους 1.500.000 δρχ. μνημείο, έτοιμο από το 1966, μπήκε στην απόληξη της οδού Ηρώδου Αττικού, απέναντι από το Καλλιμάρμαρο. Τα έξοδα διαμόρφωσης του χώρου ανέγερσής του, στον οποίο θυσιάστηκε ένα από τα πεύκα που είχαν φυτευτεί, ανήλθαν στις 750.000 δρχ. Για τα χρήματα διεξήχθη πανελλήνιος έρανος. Το γρανιτένιας επένδυσης βάθρο του κατασκευάστηκε στο Μιλάνο. Τα αποκαλυπτήρια προγραμματίστηκαν για τις 23 Μαρτίου 1967, στην 140ή επέτειο θανάτου του Καραϊσκάκη.
Ο ανδριάντας του Πειραιά
Στη θέση του πρώτου πειραϊκού ανδριάντα αποκαλύφθηκε στις 27 Μαρτίου 1966 έφιππος ανδριάντας του Γεώργιου Καραϊσκάκη, έργο της κόρης του γλύπτη Νικόλαου Π. Γεωργαντή του Αθηναίου (1883-1947) Λουκίας Γεωργαντή-Οικονομοπούλου (1919-2001) σε χαλκοκασσίτερο. Το έργο είχε προαναγγελθεί το 1963, με πρωτοβουλία του σωματείου “Γεώργιος Καραϊσκάκης”, και με ενέργειες του ρέκτη νομικού του Πειραιά Ιωάννη Δ. Μητρόπουλου (1901-1977).
Στο βάθρο του ανδριάντα έχουν αναγραφεί οι πόλεις των μαχών του Καραϊσκάκη. Δίδυμη προς τον ανδριάντα προτομή, έργο του Νικόλαου Π. Γεωργαντή, έχει στηθεί σε ύψωμα της Καρδίτσας από τη δεκαετία του 1930. Για τη μορφή του Καραϊσκάκη στον ανδριάντα η γλύπτρια στηρίχθηκε στο γύψινο πρόπλασμα αυτής της προτομής, το οποίο υπάρχει στο Μουσείο Γλυπτών και Ομοιωμάτων Λουκίας Γεωργαντή.
Η μορφή του Καραϊσκάκη έχει αποτυπωθεί σε πληθώρα προτομών ανά την Ελλάδα. Στο Πεδίον του Άρεως έχει στηθεί από τη δεκαετία του 1930 μαρμάρινη προτομή του, έργο του Φωκίωνος Ρωκ (1891-1945). Ο Τηνιακός γλύπτης και συνταγματάρχης του Στρατού Πέτρος Ν. Μωραΐτης (1913-2000) έχει αποδώσει τον Καραϊσκάκη σε χαλκοκασσίτερο στον Προυσό, στο Μαυρομμάτι Καρδίτσας, στο Καρπενήσι, στο Μεσολόγγι, στο Λιδωρίκι, στον Πλάτανο Ναυπακτίας, στη Λαμία, στο Δίστομο, στη Μεταμόρφωση και στου Παπάγου Αττικής, στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών και στο Στάδιο “Γεώργιος Καραϊσκάκης” στο Νέο Φάληρο.
*Στη μνήμη του Νίκου Θ. Ζία (1939-2020), Φαληριώτη αρχαιολόγου-ιστορικού της τέχνης