Θα συμμετάσχει ο Ελληνισμός στο Real Deal;
28/03/2022Ένα βασικό ερώτημα από την έναρξη των ρωσικών επιχειρήσεων ήταν αν η εισβολή στην Ουκρανία θα σήμαινε το τέλος του διχασμού που είχε ξεκινήσει από το 2014 και μέχρι τις παραμονές της εισβολής είχε κοστίσει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπινες απώλειες, ή την απαρχή της διαιώνισής του. Δυστυχώς, φαίνεται ότι ζούμε το δεύτερο. Με την ελπίδα φωτισμένες ηγεσίες να δώσουν τέλος στις εχθροπραξίες το ταχύτερο και πάντως πριν η βλάβη γίνει ιστορικά ανεπανόρθωτη, προωθώντας ένα Real Deal.
Θα ήταν θλιβερό πολιτικό κενό η διάρκεια ενός πολέμου να αποφασίζονταν με στρατιωτικά κριτήρια και αφανείς τεχνικές διαπραγματεύσεις μόνο. Η κατάπαυση του πυρός δεν επιβάλλεται μόνο για ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά και επειδή ο πόλεμος αυτός έρχεται να επιτείνει την αποσταθεροποίηση και την ανασφάλεια που ήδη μαστίζει την οικουμένη.
Ανατροπές στους συσχετισμούς των δυνάμεων, συμφέροντα που αλλάζουν, συμμαχίες εκτός τόπου και χρόνου, ενεργειακή ανεπάρκεια και οικονομική καχεξία, άνισες διεθνικές εμπορικές συναλλαγές, ο ίδιος ο καπιταλισμός να αποδεικνύεται περίτρανα μια “δημιουργική καταστροφή”. Τώρα πια και στις ανεπτυγμένες χώρες, αφού διέρρηξε τις κοινωνικές αντοχές, να επιτίθεται στις ίδιες τις αγορές και τον ανταγωνισμό, τελικά στην δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη νομιμότητα στις διεθνείς σχέσεις. Να θεωρεί ανεκτή την φαλκίδευση όλων αυτών, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα με ονοματεπώνυμο.
Είναι η ώρα, όλα αυτά να οριστούν από την αρχή και να συζητηθούν ώστε να συμφωνηθεί ένας κοινός τόπος και η προστασία του από παραβάσεις. Αυτό το Real Deal χρειαζόμαστε για να σταθούμε ξανά στα πόδια μας, αντί να θυσιάζουμε ανθρώπινες ζωές, πόρους και χρόνο σε πολέμους, όπως αυτός στην Ουκρανία. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε όλοι υποχρεωμένοι, μικροί ή μεγάλοι, να πιάσουμε ξανά το νήμα από την αρχή.
Το Real Deal
Ένα μεγάλο παιχνίδι το οποίο θα αναδείξει κερδισμένους όποιους μπορέσουμε να δούμε τα πράγματα καθαρά και γρήγορα. Χωρίς αυταπάτες και με πρωτοβουλίες τώρα. Κοντολογίς, ενόσω κυοφορούνται και προκύπτουν “ασύμμετρες” εξελίξεις, ή θα μένουμε σε έωλα στερεότυπα και θα τις εισπράττουμε ως απειλές, ή θα ψάχνουμε πέρα και πάνω από αυτά, μετατρέποντας τις σε ιστορικές ευκαιρίες.
Σε μια “Δύση” που αναδιατάσσεται, είναι η ώρα να μετρήσουμε εταίρους, συμμάχους και φίλους. Να διαπιστώσουμε με ποιους συμπίπτουν τα συμφέροντά μας και με ποιους όχι. Ποιοι καταλαβαίνουν πόσο απαραίτητο είναι (και σ’ αυτούς) ένα ανεξάρτητο, όσο και αξιόπιστο, ελληνικό κράτος στην Ανατολική Μεσόγειο και πόσο μοναδικός μπορεί να είναι ο ρόλος του.
Στο πλαίσιο ενός Real Deal, η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία με τα πλούσια –και μέχρι στιγμής ανεκμετάλλευτα– ενεργειακά τους αποθέματα θα μπορούσαν να δώσουν λύση στο πρόβλημα της ευρωπαϊκής ενεργειακής πενίας και εξάρτησης. “Είναι η Ευρώπη διατεθειμένη να επενδύσει στην ενεργειακή της αυτάρκεια ή θα ονειρεύεται ανέφικτες συνεκμεταλλεύσεις;” είναι το ερώτημα που οφείλουμε να θέτουμε σε κάθε ευκαιρία στους εταίρους μας. Σταθμίζοντας την απάντησή τους, ώστε να κανονίζουμε κι εμείς την πορεία μας ανάλογα.
Ο Ελληνισμός έχει ύστατο καταφύγιο
Αλλά αν η ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου αφορά και εμάς και την Ευρώπη, η στάση μας σχετικά με τα προσφυγικά ρεύματα καθορίζεται και από ένα αμιγώς ελληνικό ενδιαφέρον. Έχουμε κάθε λόγο να καλέσουμε αμέσως για φιλοξενία και εγκατάσταση στην Ελλάδα τους ομογενείς από τις εμπόλεμες ζώνες. Ασφαλώς η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει σε συνεννοήσεις με τις κυβερνήσεις των εμπόλεμων για απεγκλωβισμό και μεταφορά αμάχων στην πατρίδα μας. Και, πολύ περισσότερο, να φροντίσει για τις ανθρώπινες συνθήκες παραμονής και δημιουργικής διαβίωσης τους εδώ.
Ενδιαφέρον θα είχε βέβαια να δούμε τι ρόλο μπορούν να παίξουν σε ένα τέτοιο μεγάλο εγχείρημα οι Δήμοι και οι Περιφέρειες. Αν καταφέρουν ένα βήμα πέρα και πάνω από εθιμοτυπικές βασικά δράσεις και να δουν την ευκαιρία να ζωντανέψουν ξανά τόπους μας που μαραζώνουν από εγκατάλειψη. Έχουμε λοιπόν την ευκαιρία, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, να λάβουμε μέρος στο μεγάλο παιχνίδι για το Real Deal. Να παρέμβουμε στα ευρωπαϊκά ενεργειακά πράγματα. Και να αναδείξουμε τη χώρα μας, για μια ακόμα φορά, ως “ύστατο καταφύγιο” για τον Ελληνισμό όπου γης.
Στην πραγματικότητα, καλούμαστε να αποφασίσουμε αν “έχουμε να κατέβουμε κι’ άλλο σκαλί στου κακού τη σκάλα, ή αν θα ανοίξουμε ξανά τα φτερά τα πρωτινά μας τα μεγάλα”. Θα ήθελα όσο τίποτα το κρίσιμο αυτό θέμα να βρεθεί στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου με έναυσμα μια προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή. Και φυσικά να καταλήξει ο διάλογος αυτός σε θετικές επιλογές για όλα τα διλήμματα που αντιμετωπίζουμε.