Το μυθιστόρημα της οικογένειας Ζούλλα
25/04/2022Νέα Υόρκη: Παραμονή Χριστουγέννων. Από τις αστραφτερές βιτρίνες της 5ης Λεωφόρου μέχρι τα παγοδρόμια και τα εμβληματικά αρχιτεκτονήματα, κατά τη διάρκεια των γιορτών, η πόλη που δεν κοιμάται ποτέ μετατρέπεται στη βασίλισσα με τα πολλά στέμματα. Στην πόλη χριστουγεννιάτικων θαυμάτων με τους χιονισμένους δρόμους, τα στολισμένα δέντρα και τα εκατομμύρια φωτάκια. Στον πυρήνα όλων αυτών η περιοχή του Upper East Side, εκεί που κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων γράφτηκε ο επίλογος μίας προνομιούχας, αλλά και ταραχώδους ζωής, του Νικόλα Ζούλλα.
Στην γειτονιά με τον πολυμορφικό χαρακτήρα που έχει προσελκύσει την αριστοκρατία από τα τέλη ακόμα του 1880, έφυγε από τη ζωή ο 84χρονος εφοπλιστής, επιχειρηματίας, συλλέκτης και φιλάνθρωπος, στην άνεση του πολυτελούς ρετιρέ του αξίας 4.600.000 δολαρίων, περιστοιχισμένος από την οικογένειά του, τη σύζυγο και τα τρία μικρότερα παιδιά του.
Θα ήταν ιδανικό ξεπροβόδισμα, αν δεν έλειπαν δύο από τους σημαντικότερους ανθρώπους της ζωής του, οι γιοί του από τον πρώτο του γάμο. Ένας εξ αυτών έφερε και το όνομα του πατέρα του Σοφοκλή. Η απουσία τους ήταν η κορυφή του παγόβουνου και η κατάληξη μίας πολύπλοκης κι ανταγωνιστικής σχέσης, γεμάτης με σκαμπανεβάσματα, εντάσεις μέχρι και μετωπικές συγκρούσεις στις δικαστικές αίθουσες. Μία σχέση, η όποια θρυμματίστηκε με τον θάνατο του πατριάρχη της οικογένειας.
Οι αντίπαλες πλευρές, η νυν σύζυγος με τα τρία μικρότερα παιδιά και η πρώην σύζυγος με τα δύο μεγαλύτερα παιδιά, δεν έκρυψαν την απόσταση που τους χώριζε. Εξέδωσαν διαφορετικούς επικήδειους, δίχως να αναφέρει ο ένας τον άλλον. Η κάθε πλευρά διεκδικούσε το Νικόλα Ζούλλα για τον εαυτό της. Εκείνος, όμως, επέφερε το καθοριστικό πλήγμα μετά τον θάνατό του. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, η οποία κατατέθηκε τον Μάρτιο στο Δικαστήριο του Μανχάταν και αποκαλύφθηκε μόλις τώρα, τα δύο παιδιά που απέκτησε από τον πρώτο του γάμο δεν περιλαμβάνονταν. «Κατόπιν ωρίμου σκέψεως, αποφάσισα να μην αφήσω τίποτα στους γιους μου, ΑΛΕΞΗ ΖΟΥΛΛΑ ΚΑΙ ΣΟΦΟΚΛΗ ΖΟΥΛΛΑ», αναφέρεται στην επίμαχη διαθήκη που υπεγράφη το 2018, εξαιρώντας και την πρώτη του σύζυγο και μητέρα των παιδιών του.
Οι ρίζες της οικογένειες στη Ζάτουνα
Μπορεί η Νέα Υόρκη να αποδείχθηκε ο τελευταίος προορισμός του Νικόλα Ζούλλα, αλλά η αφετηρία της δυναστείας, άρα και η δική του, βρίσκεται στην Ελλάδα. Στη Ζάτουνα της Αρκαδίας. σ’ έναν σαγηνευτικό, γραφικό οικισμό, χτισμένο σε υψόμετρο 1.500 μέτρων με πετρόκτιστα σπίτια, γεννήθηκε ο εφοπλιστής Παναγιώτης Πανταλέων. Ο εύστροφος αυτός άνδρας ίδρυσε την εταιρεία “Ατμόπλοΐα Πανταλέοντος”. Θεωρήθηκε, μάλιστα, ο μεγαλύτερος εφοπλιστής της Σμύρνης με τον αρτιότερο επιβατηγό στόλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο οποίος έφερε ελληνική σημαία. Αργότερα, έθεσε το στόλο του στην υπηρεσία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο τον χρησιμοποίησε για την απελευθέρωση της Χίου, των Οινουσών και της Λέσβου.
Ο γιός του Νικόλας, μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1914, μαζί με τον αδελφό του Δημοσθένη ανέλαβαν την εταιρεία “Ατμοπλοΐα Πανταλέοντος”, υπό τη νέα επωνυμία “Υιοί Π. Πανταλέοντος”, και συνέχισαν το έργο της επί 12 έτη. Ήταν τα δικά τους πλοία εκείνα που κατά την Μικρασιατική Καταστροφή μετέφεραν Έλληνες από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα. Αργότερα συμμετείχαν και στην ίδρυση της εταιρείας “Ακτοπλοΐα της Ελλάδος” (ΑΚΤΕΛ).
Απόγονος αυτής της οικογένειας με τη μακρά παράδοση στη ναυτιλία και ευρύτερα στις επιχειρήσεις, ήταν η σύζυγος του Νικόλαου Ζούλλα, Μαριάννα, εγγονή του Δημοσθένη Πανταλέοντος. Ο Νικόλαος Ζούλας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1937. Γονείς του ήταν ο Σοφοκλής και η Λουίζα. Είχαν δημιουργήσει τεράστια περιουσία και ζούσαν στην Πάτρα. Ανήκαν στην αφρόκρεμα της πόλης, τότε που εκείνη άκμαζε. Η οικία τους, μάλιστα, δέσποζε στην παραλία (δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου) μέχρι και το 1989 που κατεδαφίστηκε. Επρόκειτο για αρχιτεκτονικό διαμάντι που άρμοζε στον πατέρα του Νικόλα, τον Σοφοκλή Ζούλλα, ο οποίος είχε διατελέσει πρόεδρος στον Εμπορικό Σύλλογο Πατρών το 1930-1931.
Η μετανάστευση στις ΗΠΑ
Τα πράγματα άλλαξαν στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την άφιξη των Ναζί. Η οικογένεια προσέφερε συστηματικά τρόφιμα και βοήθεια στους συμπολίτες της που λιμοκτονούσαν. Αξιοσημείωτη ήταν και η προσπάθεια να φυγαδεύσει όσο το δυνατόν περισσότερους Εβραίους. Η δράση της, όμως, στοχοποίησε τον πατέρα Σοφοκλή, ο οποίος αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να αναζητήσει μία καλύτερη τύχη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Εκεί έφτασε η οικογένεια το 1947. Με τη βοήθεια ομογενών προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα.
Η μεγάλη περιουσία τους, άλλωστε, τους διαφοροποιούσε από τους υπόλοιπους Έλληνες μετανάστες. Ο Σοφοκλής Ζούλλας το 1953 ίδρυσε στις ΗΠΑ νέα δική του εταιρεία, η οποία πήγε καλά, εξασφαλίζοντας πολυτελή διαβίωση στην οικογένειά του. Ο Νικόλας Ζούλλας φοίτησε σε ένα από τα πιο επίλεκτα ιδιωτικά σχολεία, τη σχολή Γκόρντον. Αφού αρίστευσε, έγινε δεκτός στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Μετά τις σπουδές του γνωρίζει και ερωτεύεται μία νεαρή Ελληνίδα, τη Μαριάννα Σουγιουτζόγλου. Όμορφη και καλλιεργημένη με σπουδές στη Γαλλία, στη Φλωρεντία και στην Οξφόρδη, η Μαριάννα επίσης κατάγεται από αριστοκρατική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν πρόεδρος της Εταιρείας Καπνού C. Souyoutzoglou Tobacco Corporation of Greece και επίτιμος πρόξενος της Σουηδίας στην Ελλάδα.
Το ζευγάρι αρραβωνιάζεται και ο γάμος τους μετατρέπεται σε κοσμικό γεγονός. Η εφημερίδα New York Times αφιερώνει άρθρο της στο λαμπερό ζευγάρι. Ενώθηκαν με τα ιερά δεσμά στην Ελβετία, όπου κάποιες από τις πιο επιφανείς ελληνικές οικογένειες παραβρέθηκαν σε εκείνον τον εντυπωσιακό ανοιξιάτικο γάμο. Η ζωή αποδείχθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη για το ζευγάρι. Απέκτησαν δύο αγόρια, τον Σοφοκλή και τον Αλέξη, ενώ η οικογενειακή ναυτιλιακή εταιρεία Norland Shipping and Trading Corporation εκτινάχθηκε.
Όπως ήταν φυσικό, οι γιοί μετά από εξαιρετικές σπουδές, εντάχθηκαν στην εταιρεία. Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Νικόλας Ζούλλας υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και υπηρέτησε ως μέλος διαφόρων επιτροπών του Χάρβαρντ, συμπρόεδρος της Επιτροπής Επισκεπτών του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Τμήματος του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης στη Νέα Υόρκη, μέλος της Επιτροπής Επισκεπτών του Κλασικού Τμήματος του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Αμερικανικού Νοσοκομείου στο Παρίσι και πολλά ακόμα.
Η αγάπη για τις τέχνες
Για να τιμήσει την πατρίδα και τους γονείς του διοργάνωσε μία σειρά διαλέξεων στη μνήμη τους με θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος. Αν και η δράση του στη ναυτιλία μέτραγε δεκαετίες, κατά τη διάρκεια των οποίων ήταν μέλος του Αμερικανικού Γραφείου Ναυτιλίας και της Αμερικανικής Εταιρείας Ναυπηγών Αρχιτεκτόνων, δεν άργησε να φανεί και το πραγματικό του πάθος. Αυτό ήταν η συλλογή έργων τέχνης.
Ο ίδιος, μάλιστα, συνήθιζε να λέει ότι ο παππούς του Αθανάσιος Ρουσόπουλος ήταν διακεκριμένος αρχαιολόγος και από εκείνον κόλλησε το μικρόβιο. Τη δεκαετία του 1980, ο Νικόλας Ζούλλας άρχισε να συλλέγει ελληνικές αρχαιότητες. Ο Dietrich von Bothmer, στενός φίλος και επικεφαλής του Ελληνικού και Ρωμαϊκού Τμήματος του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης για περισσότερα από 30 χρόνια, τον βοήθησε να δημιουργήσει μια αξιοσημείωτη συλλογή αρχαίων ελληνικών τεχνουργημάτων.
Στη συνέχεια, διεύρυνε το ενδιαφέρον του και στη μοντέρνα τέχνη. Σύχναζε σε μουσεία και γκαλερί, εμπλουτίζοντας τη συλλογή του με ποικίλους και ενδιαφέροντες τρόπους. Τακτικός επί δεκαετίες στους κορυφαίους οίκους δημοπρασιών του κόσμου, ο Νικόλας Ζούλλας έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κλασική γυναικεία μορφή του 20ου αιώνα. Η συλλογή του αποτελείται από έργα από όλο τον κόσμο με πίνακες, σχέδια και γλυπτά και ανερχόμενων καλλιτεχνών τους οποίους ο Νικόλαος Ζούλλας υποστήριξε και οικονομικά. Στην κατοχή του βρέθηκαν πολύτιμα και σπάνια έργα τέχνης. Παραδόξως αυτά τα έργα θα αποτελούσαν την αφορμή για την οριστική ρήξη με τους γιούς του, αλλά και μία περιπέτεια με μία πρώην ερωμένη του που είδε το φως της δημοσιότητας.
Η χωριστή πορεία των δύο πρώτων παιδιών
Τη δεκαετία του 2000, τα δύο μεγάλα παιδιά του έφυγαν από την οικογενειακή εταιρεία, ίδρυοντας τη δική τους με την ονομασία “Eagle Bulk Shipping”. Αγόρασαν τα πρώτα τέσσερα Supramax. «Ήθελα να αρχίσω μια καινούργια εταιρεία από το μηδέν. Ήθελα να παντρέψω την καλή συντήρηση των πλοίων και την καλή διαχείριση, για την οποία φημίζονται οι Έλληνες εφοπλιστές με την αμερικανική παράδοση της διαφάνειας στη διοίκηση των ομίλων και της υπευθυνότητας έναντι των μετόχων. Έτσι, λοιπόν, ίδρυσα την “Eagle Bulk Shipping”, η οποία συνδυάζει όλα όσα προανέφερα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ο Σοφοκλής Ζούλλας ο νεότερος.
Η κίνησή του αυτή προκάλεσε σοβαρές ρωγμές στις σχέσεις των δύο γιών με τον πατέρα τους. Ο τελευταίος, άλλωστε, είχε χωρίσει με τη μητέρα τους και είχε ήδη παντρευτεί τη δεύτερη σύζυγό του Σούζαν Μπέιτς, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Η εταιρεία του Σοφοκλή Ζούλλα δεν άργησε να εισαχθεί και στο Χρηματιστήριο Nasdaq το 2005, αντλώντας 201,6 εκατ. δολάρια. Τότε, ο στόλος της εταιρείας αποτελείτο από 39 φορτηγά πλοία (37 supramax και 2 handymax) συνολικής χωρητικότητας 1,8 dwt, ενώ είχε υπό κατασκευή επτά supramax. «Αυτό αυξάνει τις ευθύνες, διότι ένας Έλληνας που εισέρχεται στο Χρηματιστήριο αισθάνεται κι ένα μεγάλο βάρος. Εγώ αισθάνομαι και ζω με αυτή την υπευθυνότητα 24 ώρες το 24ωρο» είχε δηλώσει ο Σοφοκλής.
Η εταιρεία έφτασε να αριθμεί 47 υπερσύγχρονα πλοία Supramax και Handymax. Βραβεύτηκε από την Marine Money International με το βραβείο 2008 Wild Card Deal of the Year, ενώ η Fortune Small Business την κατέταξε στις 100 πρώτες γρήγορα αναπτυσσόμενες μετοχικές εταιρείες της Αμερικής. Σήμερα, υπολογίζεται ότι αξίζει περισσότερο από 800 εκατ. δολάρια.
Ο Σοφοκλής πάντα μιλούσε με αγάπη για την ελληνική καταγωγή του και το επιχειρηματικό δαιμόνιο των προγόνων του. «Εγώ γεννήθηκα στην Αμερική και θεωρώ τον εαυτό μου φορέα δύο πολιτισμών του ελληνικού και του αμερικανικού». Εντύπωση, όμως, προκαλούσε ότι συχνά επικαλείτο τον παππού και συνονόματο του κι όχι τον πατέρα του. «Αν δεν θα είχα ακούσει τα λόγια του παππού μου πριν από 35 χρόνια δεν νομίζω ότι θα είχα την ευκαιρία να αρχίσω την εταιρεία». Αναφερόμενος στη γιαγιά του ανέφερε τι του έλεγε: «Η θάλασσα αρρωσταίνει, αλλά ποτέ δεν πεθαίνει».
Η διαμάχη για πίνακα του Μονέ
Σε σημαντικές στιγμές, όπως στην τελετή καθέλκυσης δύο νέων Supramax πλοίων Golden Eagle και Imperial Eagle, εμφανίστηκε με τη μητέρα και τον αδελφό του Αλέξη που είναι και πρόεδρος της Eagle Shipping International. Ο πατέρας του δεν τον συνόδευε. Ελάχιστα χρόνια αργότερα, οι δυο τους συναντήθηκαν, αλλά αυτή τη φορά στις δικαστικές αίθουσες για έναν πίνακα. Ο Σοφοκλής Ζούλλας κατηγόρησε τον πατέρα του ότι πούλησε τον πίνακα του Claude Monet, Sainte Adresse (Painting) στον οίκο δημοπρασιών Christie’s για 3,9 εκατ. δολάρια. Για την ακρίβεια, ο πατήρ Νικόλας Ζούλλας φέρεται να μεταβίβασε τον εν λόγω πίνακα του Μονέ στην εταιρεία Naxos Art Inc, μια δική του εταιρία του στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, έναντι 900.000 δολαρίων. Η Naxos σύντομα τον πούλησε μέσω του οίκου Christie’s, σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα.
Ο υιός Σοφοκλής Ζούλλας δήλωσε ότι ο πίνακας δεν ανήκε ποτέ στον πατέρα του, αλλά εξαρχής σε εκείνον, καθώς του τον είχε χαρίσει ο παππούς του, Σοφοκλής ο πρεσβύτερος το 1995. Η υπόθεση κατέληξε στα δικαστήρια. «Ήμουν ο αγαπημένος του εγγονός», είπε στο δικαστήριο ο Σοφοκλής Ζούλλας, καταθέτοντας και μία επιστολή με ημερομηνία 28 Νοεμβρίου 1995 γραμμένη σε επιστολόχαρτο του παππού του και ένα τιμολόγιο Sotheby’s με ημερομηνία 29 Νοεμβρίου 1995, αποδεικνύοντας ότι ο πίνακας αγοράστηκε από τον παππού του ως δώρο στον ίδιο.
Κανείς δεν γνωρίζει τί συνέβη στη συνέχεια. Κατέθεσε ότι ανακάλυψε για πρώτη φορά την κλοπή όταν περιεργαζόταν χαλαρά τον διαδικτυακό κατάλογο του Christie’s ένα βράδυ τον Ιούνιο 2013 και είδε τον εν λόγω πίνακα στον κατάλογο. Στη συνέχεια έμαθε ότι ο πατέρας του τον είχε πουλήσει αρκετά χρόνια πριν. Ο άλλος αδελφός Αλέξης Ζούλλας υποστήριξε ότι ο πατέρας τους είχε φυγαδεύσει και άλλα έργα τέχνης από την Ελβετία, μικρότερης αξίας από τον πίνακα του Μονέ. Και οι δύο υποθέσεις διευθετήθηκαν μεταξύ τους.
Η αποκλήρωση και το τέλος
Όταν, όμως, ο Νικόλας Ζούλλας με τη διαθήκη του αποκλήρωσε τους γιούς του απέδειξε ότι οι διαφορές δεν είχαν γεφυρωθεί. Ο Νικόλας Ζούλλας ζούσε με την δεύτερη σύζυγό του Μπέιτς στο Knickerbocker της Νέας Υόρκης. Ωστόσο, η δεύτερη οικογένειά του έχει στην κατοχή της άλλα τέσσερα ακίνητα στο Σάουθαμπτον, συνολικής αξίας 24,6 εκατομμυρίων δολαρίων.
Λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του, όμως, η τέχνη αποτέλεσε αφορμή για μία ακόμα δημόσια και δυσάρεστη περιπέτεια. Ο Νικόλας Ζούλλας τότε 79 ετών αναγκάστηκε να προσφύγει στην αστυνομία, όταν συνειδητοποίησε ότι η ερωμένη του είχε αφαιρέσει από την καλοκαιρινή του οικεία έργα τέχνης αξίας 10 εκατ. δολαρίων. Ο Νικόλας Ζούλλας υπέβαλε αναφορά μετά την κλοπή. Εξήγησε ότι είχε ερωτική σχέση με την εν λόγω γυναίκα, η οποία ήταν μοντέλο. Όταν, όμως, διέκοψε τον δεσμό, κατήγγειλε ότι αυτή με τη βοήθεια του συντρόφου της εισήλθαν στο σπίτι και αφαίρεσαν δεκάδες έργα τέχνης.
Χρησιμοποιώντας έναν ιδιωτικό ερευνητή, ο Ζούλλας μπόρεσε να εντοπίσει ένα σπίτι, στο οποίο είχαν αποθηκευτεί τα επίμαχα έργα. Στη συνέχεια, ο αστυνομικός εκτέλεσε ένταλμα έρευνας στην αποθήκη και βρήκε μεγάλο αριθμό από τα έργα τέχνης, γλυπτά και κειμήλια. Η αστυνομία συνέλαβε το ζευγάρι, το οποίο αντιμετώπισε σοβαρές κατηγορίες για κλοπή.
Σε κοινή τους δήλωση οι Σοφοκλής και Αλέξης Zούλλας ανέφεραν: «Θρηνούμε την απώλεια του πατέρα μας που έζησε μια εκπληκτική και πολύπλοκη ζωή. Ενώ τον σεβόμασταν και τον αγαπούσαμε, δεν συμφωνούμε με πολλές από τις επιλογές του, ιδιαίτερα αυτές που έκανε αργότερα στη ζωή του, όταν δυστυχώς βρισκόταν σε κατάσταση παρακμής». Παρά τα πλούτη και τα μεγαλεία, στην περίπτωση του Νικόλα Ζούλλα και τον γιών του αποδεικνύεται ότι η σχέση ενός πατέρα με τον γιό του μπορεί να είναι οδυνηρή, ακόμα κι όταν πλαισιώνεται από εκατομμύρια…