Πώς την πάτησαν οι Γερμανοί με την Απόβαση στη Νορμανδία
06/06/2022Ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ περιγράφει τον Ιούνιο του 1944, ως μήνα με ισχυρότατους ανέμους και τρικυμιώδη θάλασσα στο Στενό της Μάγχης. (εφημερίδα “Εμπρός”, 21/7/1946). Το Συμμαχικό Στρατηγείο παρακολουθούσε καθημερινά τα δελτία καιρού, προσπαθώντας να καταλήξει στην καταλληλότερη ημερομηνία για την εκτέλεση της επιχείρησης, της Απόβασης στην Νορμανδία, που πραγματοποιήθηκε πριν από 78 ακριβώς χρόνια και αποτέλεσε ορόσημο για την τροπή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η προκαθορισμένη μέρα για την Απόβαση στη Νορμανδία, η 5η Ιουνίου, τελικά εγκαταλείφθηκε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών. Οι μετεωρολόγοι προέβλεπαν μικρή βελτίωση του καιρού, με πτώση των ισχυρών ανέμων και διασκόρπιση των νεφών, στη θάλασσα της Μάγχης, από το βράδυ της 5ης Ιουνίου μέχρι το πρωί της επόμενης ημέρας. Από το απόγευμα της 6ης Ιουνίου, ο καιρός θα επιδεινωνόταν επ’ αόριστον.
Εκτός των παραπάνω, έπρεπε να ληφθεί υπόψη και η κατάσταση της παλίρροιας, παράγοντας που θα διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία της απόβασης. Αν το σχέδιο της απόβασης δεν εκτελούνταν το χρονικό διάστημα που οι καιρικές συνθήκες βελτιώνονταν, τουλάχιστον μερικώς, τότε η επιχείρηση θα έπρεπε να αναβληθεί για αρκετές εβδομάδες, κινδυνεύοντας να χαθεί το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού (“Εμπρός”, 21/7/1946).
Τελικά, τα ξημερώματα της 5ης Ιουνίου, ο Αϊζενχάουερ έλαβε την τελική και αμετάκλητη απόφαση: Η απόβαση θα πραγματοποιούταν την επόμενη ημέρα (D-Day). Εκ των υστέρων, η επιλογή της συγκεκριμένης ημέρας, κατά την οποία επικρατούσαν εξαιρετικά άσχημες καιρικές συνθήκες, ενίσχυσε έτι περαιτέρω τη συμμαχική τακτική του αιφνιδιασμού.
Οι Γερμανοί επιτελείς πίστευαν ότι ήταν αδύνατη η οποιαδήποτε επιχείρηση διάπλου της Μάγχης, όσο επικρατούσε τόσο έντονη θαλασσοταραχή. Επίσης, η αχρήστευση των γερμανικών εγκαταστάσεων παρακολούθησης (ραντάρ), ένεκα των βομβαρδισμών, είχε “τυφλώσει” τις γερμανικές φρουρές του Τείχους του Ατλαντικού.
H γερμανική αντίδραση
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 5ης προς την 6η Ιουνίου, η συμμαχική ναυτική αρμάδα ξεκίνησε, εν μέσω μεγάλης τρικυμίας, για τις απέναντι γαλλικές ακτές (“Εμπρός”, 23/7/1946). Ούτε ένα αναγνωριστικό αεροπλάνο, ούτε ένα εχθρικό υποβρύχιο δεν συνάντησαν οι αεροναυτικές συμμαχικές δυνάμεις, ενώ και τα περιπολικά σκάφη του γερμανικού ναυτικού δεν είχαν εξέλθει, λόγω καιρού, από τους λιμένες της βόρειας Γαλλίας. Εν ολίγοις, ο απόλυτος στρατηγικός αιφνιδιασμός.
Όταν ο συμμαχικός στόλος φάνηκε στον ορίζοντα της Νορμανδίας, οι Γερμανοί δεν είχαν καταλάβει, όπως αναφέρει ο Αμερικανός αρχιστράτηγος Αϊζενχάουερ, αν είχαν μπροστά τους εισβολή ή ευρείας κλίμακας επιδρομή. Στις γερμανικές φρουρές των ακτών της Νορμανδίας επικράτησε πανικός, ο οποίος εντάθηκε ακόμα περισσότερο από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς κατά των αμυντικών οχυρώσεων που συνέθεταν το περιβόητο Τείχος του Ατλαντικού.
Μόνο το πρώτο κύμα βομβαρδιστικών, 1.136 στον αριθμό, έριξε 5.853 τόνους βομβών εναντίον αμυντικών οχυρώσεων κατά μήκος της περιοχής απόβασης. (“Εμπρός”, 21/7/1946). Εκ των υστέρων, διαπιστώθηκε ότι οι αεροπορικοί και ναυτικοί βομβαρδισμοί δεν είχαν εξουδετερώσει τις επάκτιες αμυντικές οχυρώσεις των Γερμανών, λόγω κυρίως της ενισχυμένης κατασκευής τους (“Εμπρός”, 23/7/1946).
Σύμφωνα με τον Αϊζενχάουερ, οι άνδρες που επάνδρωναν οι γερμανικές στατικές αμυντικές οχυρώσεις είχαν μια ψυχολογία ανάλογη με εκείνη των υπερασπιστών της Γραμμής Μαζινό, εννοώντας ότι τους είχε δημιουργηθεί μια επίπλαστη αίσθηση ασφάλειας, κλεισμένοι μέσα σε τσιμεντένιες κατασκευές. Ακόμη, ένα μεγάλο μέρος των στρατιωτών αποτελούταν από Γερμανούς μικρής ηλικίας, κάτω των 20 ετών, χωρίς ιδιαίτερη εκπαίδευση (“Εμπρός”, 24/7/1946). Αντίθετα, τα γερμανικά στρατεύματα με τα οποία είχε επανδρωθεί, τόσο το πεδινό πυροβολικό όσο και το προσωπικό των βαρειών πυροβολαρχιών, προέβαλλαν σθεναρή αντίσταση στη συμμαχική απόβαση.
Η γερμανική άμυνα
Η προηγούμενη αποτυχημένη επιδρομή των Συμμάχων κατά του γαλλικού λιμανιού της Διέππης (Dieppe), τον Αύγουστο του 1942, είχε πείσει τους Γερμανούς για την αναγκαιότητα αμυντικής οχύρωσης των ακτογραμμών της βόρειας Γαλλίας και ιδιαίτερα των λιμανιών. Το γερμανικό επιτελείο σκόπευε, μέσω του Τείχους του Ατλαντικού, να εξουδετερώσει άμεσα, επί των ακτών, κάθε απόπειρα συμμαχικής εισβολής.
Επομένως, το αμυντικό σύστημα που είχαν στήσει, αποτελούμενο από βαριές πυροβολαρχίες και κυκλώπεια οχυρωματικά έργα, ιδιαίτερα ενισχυμένο στα λιμάνια της βόρειας Γαλλίας, δεν είχε βάθος (“Εμπρός”, 23/7/1946). Να σημειωθεί ότι ο Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ (Johannes Erwin Eugen Rommel), οποίος είχε αναλάβει τη διοίκηση της Γαλλίας τον χειμώνα του 1943-44, προσπάθησε να “κλείσει” τα κενά του Τείχους του Ατλαντικού, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του (“Εμπρός”, 23/7/1946).
Οι Γερμανοί, λοιπόν, δεν πίστευαν ότι η απόβαση θα πραγματοποιούταν σε παραλία, αλλά πλησίον κάποιου λιμανιού, ώστε οι εισβολείς να χρησιμοποιήσουν τις υποδομές του για τον ανεφοδιασμό του πρώτου κύματος της απόβασης (“Εμπρός”, 21/7/1946). Τελικά, ο Αϊζενχάουερ ανέτρεψε τα γερμανικά σχέδια, επιλέγοντας μια περιοχή που βρισκόταν μακριά από μεγάλα λιμάνια, σπαρμένη από σκοπέλους και βράχια.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Αμερικανού αρχιστράτηγου, οι Γερμανοί, αρχές Ιουνίου του 1944, διέθεταν 60 μεραρχίες (10 θωρακισμένων αρμάτων και 50 πεζικού) σε Ολλανδία, Βέλγιο και Γαλλία. (“Εμπρός”, 20/7/1946). Ωστόσο, τα σχέδια παραπλάνησης των Συμμάχων είχαν αναγκάσει το γερμανικό στρατηγείο να διαθέτει σημαντικές στρατηγικές εφεδρείες, μακράν των ακτών της Νορμανδίας. Δεν υπήρξε, λοιπόν, έντονη κινητοποίηση των γερμανικών δυνάμεων, δεδομένου ότι η στρατιωτική ηγεσία συνέχιζε να θεωρεί την Απόβαση στη Νορμανδία, ως μια δευτερεύουσα παραπλανητική κίνηση, την οποία πίστευαν ότι μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ευχερώς.
Τα πρώτα αποτελέσματα της απόβασης
Σε γενικές γραμμές, η απόβαση των Συμμάχων στις ακτές της Νορμανδίας (χερσόνησο Κοταντέν) πραγματοποιήθηκε με ανθρώπινο κόστος, μικρότερο από το αναμενόμενο. Μοναδική εξαίρεση, η απόβαση του 5ου Αμερικανικού Σώματος στην ακτή με την κωδική ονομασία “OMAHA”. Τόσο η κυματώδης θάλασσα, όσο και η ενισχυμένη άμυνα των επάκτιων πυροβολαρχιών προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στις τάξεις των Αμερικανών. Ενδεικτικά, 800 άνδρες του 116ου Πεζικού είχαν χαθεί, πριν ακόμα ξεκινήσει η εκκαθάριση των ακτών. (“Εμπρός”, 25/7/1946).
Στις ακτές της Νορμανδίας, οι Σύμμαχοι χρησιμοποίησαν στρατηγικές και όπλα που δεν είχαν χρησιμοποιηθεί ξανά ή τουλάχιστον όχι σε τέτοια κλίμακα. Για παράδειγμα, η χρησιμοποίηση αμφίβιων τανκς με σκοπό την ενίσχυση του πυρός στα πρώτα στάδια της απόβασης, αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα της επιτυχίας της επιχείρησης. Ο ίδιος ο Αϊζενχάουερ παραδέχεται ότι η απόβαση δεν θα είχε το ίδιο αποτέλεσμα, αν έλειπε ο συγκεκριμένος τύπος όπλου.
Ο ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων πίστευε ότι «η μοίρα της ευρωπαϊκής ηπείρου εξαρτιόταν από την ικανότητα των δυνάμεών μας να καταλάβουν έδαφος και να κρατήσουν το έδαφος αυτό». (“Εμπρός”, 19/7/1946). Εν ολίγοις, να δημιουργήσουν προγεφύρωμα ικανό να υποστηρίξει τη μεταφορά του συνόλου των συμμαχικών δυνάμεων από τις απέναντι αγγλικές ακτές. Ωστόσο, παρότι οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν, οι συμμαχικές δυνάμεις πέτυχαν λιγότερα από αυτά που είχαν σχεδιάσει για την πρώτη μέρα της απόβασης.
Μπορεί να είχαν σταθεροποιήσει το παραλιακό μέτρο στη Νορμανδία, αλλά η προέλαση προς το εσωτερικό θα αποδεικνυόταν χρονοβόρα και αιματηρή. Η κατάληψη της πόλης Καν (Caen) πραγματοποιήθηκε, όχι την πρώτη μέρα της απόβασης, βάσει του αρχικού σχεδίου, αλλά έξι εβδομάδες αργότερα. Η δε αποκοπή της χερσονήσου Κοταντέν (Cotentin) και η κατάληψη του λιμανιού του Χερβούργου (Cherbourg-Octeville), ώστε να χρησιμοποιηθεί ως πύλη ανεφοδιασμού και ενίσχυσης των αποβατικών δυνάμεων, πραγματοποιήθηκε μόλις στα τέλη Ιουνίου.
Με βάση την έκθεση Αϊζενχάουερ, το δασώδες περιβάλλον και η πυκνή βλάστηση της δυτικής Νορμανδίας εμπόδισαν την ταχεία προέλαση των συμμαχικών δυνάμεων, ενώ την ίδια στιγμή λειτουργούσαν πλεονεκτικά για τους αμυνόμενους. Η λεγόμενη “Μάχη των Φρακτών” είχε μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες απώλειες για τους Συμμάχους, ενώ διήρκεσε μέχρι τα τέλη Αυγούστου του 1944, μερικούς μήνες πριν την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.