Γιατί το πλεονέκτημα του Ερντογάν μπορεί να γυρίσει μπούμεραγκ
12/07/2022Έχουμε εγκαίρως και επανειλημμένως προειδοποιήσει ότι η τουρκική επιθετικότητα έχει “ανεβεί πίστα”. Το γεγονός αυτό συνιστά μία ειδοποιό διαφορά σε σύγκριση με τους παραδοσιακούς όρους της ελληνοτουρκικής διένεξης, όπως τη βιώσαμε από τη μεταπολίτευση. Κατ’ επέκταση αλλάζει ποιοτικά την έννοια της τουρκικής απειλής για την ελληνική εθνική ασφάλεια, αλλά δεν έχει αλλάξει το αντίστοιχο δόγμα της Αθήνας. Έτσι προκύπτει το πλεονέκτημα του Ερντογάν.
Τα σημάδια είναι πολλά και πυκνά για να τα αγνοήσουμε. Στην κυπριακή ΑΟΖ, η Άγκυρα άρχισε με παράνομες σεισμικές έρευνες. Στη συνέχεια πραγματοποίησε παράνομη γεώτρηση σε θαλάσσια περιοχή που δεν είχε παραχωρηθεί προς εκμετάλλευση και τέλος πραγματοποιεί γεωτρήσεις και σε θαλάσσια οικόπεδα παραχωρημένα σε δυτικές πετρελαϊκές εταιρείες. Αυτές τις ημέρες που πραγματοποιείται η γεώτρηση στο “οικόπεδο 6” της κυπριακής ΑΟΖ και από τις πρώτες ενδείξεις το κοίτασμα “Κρόνος” φαίνεται πολύ ελπιδοφόρο, εγείρεται το ερώτημα: Θα απαντήσουν οι Τούρκοι με δική τους γεώτρηση; Έχουν ήδη ανακοινώσει ότι το νέο πλωτό τους γεωτρύπανο μεταβαίνει για γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Εάν συμβεί αυτό, πώς θα αντιδράσουν οι Γάλλοι; Για τους Ιταλούς δεν υπάρχει καν ερώτημα. Αναφέρομαι στις δύο αυτές χώρες, επειδή τα δικαιώματα στο “οικόπεδο 6” έχουν η ιταλική ΕΝΙ και η γαλλική Total.
Η Τουρκία συμπεριφέρεται έτσι, επειδή όλο το προηγούμενο διάστημα κανείς δεν της ήγειρε εμπόδια. Προφανώς κάποιες διπλωματικές αντιδράσεις και ορισμένες ανώδυνες κυρώσεις της ΕΕ δεν ήταν ικανές να αναχαιτίσουν τον Ερντογάν. Είναι αληθές ότι η Άγκυρα έχει με τις αυθαιρεσίες της προκαλέσει –περισσότερη ή λιγότερη– δυσαρέσκεια και στη Δύση και στα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει πολλά, αφού οι θιγόμενοι (Έλληνες) και οι δυσφορούντες (Ισραηλινοί, Αιγύπτιοι, Ιταλοί, Γάλλοι, αλλά και Αμερικανοί) δεν είναι διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν ανάλογα μέσα για να σταματήσουν την τουρκική επεκτατική αυθαιρεσία. Όσο, λοιπόν, οι υπόλοιποι παίκτες θα είναι καθηλωμένοι στο διπλωματικό επίπεδο, τόσο θα ενισχύεται το πλεονέκτημα του Ερντογάν. Θα κερδίζει πόντους, δημιουργώντας τετελεσμένα, άλλοτε χρησιμοποιώντας το στρατιωτικό εργαλείο, άλλοτε απειλώντας πως θα το χρησιμοποιήσει κι άλλοτε εκβιάζοντας.
Η αποφασιστικότητά να μιλάει με πράξεις κι όχι μόνο με λόγια, είναι αυτό που έδωσε στον Ερντογάν τακτικό πλεονέκτημα έναντι όλων. Στη βόρεια Συρία έχει εδραιώσει τρεις ζώνες κατοχής. Στη Λιβύη κατάφερε με την αποστολή όπλων και τζιχαντιστών να σταθεροποιήσει την υπό κατάρρευση κυβέρνηση της Τρίπολης και να αναγορευθεί σε αποφασιστικό παράγοντα των εξελίξεων, δίπλα στη Δύση, στη Ρωσία και στην γειτονική Αίγυπτο. Στο δε Ναγκόρνο Καραμπάχ έδωσε τη νίκη στους Αζέρους. Για τα τετελεσμένα στην κυπριακή ΑΟΖ έκανα ήδη αναφορά. Και βεβαίως, ο εκβιασμός του για την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ του απέφερε οφέλη.
Το πλεονέκτημα του Ερντογάν
Όπως ήδη ανέφερα, η τουρκική επιθετικότητα στο ελλαδοτουρκικό μέτωπο έχει ανεβεί πίστα. Δεν συμβαίνουν μόνο αυτά που η Αθήνα εδώ και χρόνια ανέχεται (συστηματικές παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου και υπερπτήσεις), αντιδρώντας μόνο με διαβήματα, τα οποία η Άγκυρα πετάει στον κάλαθο των αχρήστων. Τα τελευταία χρόνια εκδηλώνεται μία ποιοτική κλιμάκωση. Οι σεισμικές έρευνες του Oruc Reis στην δυνάμει ελληνική ΑΟΖ το 2020, όπως και η υβριδική τουρκική επίθεση στον Έβρο λίγους μήνες πριν, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ας προσθέσουμε και την εμπρηστική επιθετική-επεκτατική ρητορική της Άγκυρας, που αυτές τις ημέρες κορυφώθηκε με τον “χάρτη Μπαχτσελί”.
Μπορεί η επίσημη ελληνική ρητορική να κάνει λόγο για αποτρεπτική στρατηγική, αλλά στην πραγματικότητα το δόγμα της Αθήνας –εδώ και πολλά χρόνια– είναι αυτό που δεν ομολογεί, αλλά εφαρμόζει με θρησκευτική ευλάβεια υπό την επήρεια του φοβικού συνδρόμου: “Δεν κάνουμε τίποτα που μπορεί να προκαλέσει τουρκική αντίδραση, ούτε καν τα αυτονόητα“. Για να το πούμε απλά και καθαρά “προς Θεού μην ερεθίσουμε το θηρίο“!
Η μονοδιάστατη άμυνα μεταφράζεται σε τακτικό πλεονέκτημα του Ερντογάν. Μέχρι που μπορεί να φθάσει η ελληνική άμυνα εάν η Τουρκία κλιμακώσει τις επεκτατικές επιθέσεις της; Το προαναφερθέν δόγμα εξηγεί γιατί η Αθήνα δεν επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια, ούτε καν στις περιοχές που είναι μακριά από την Τουρκία, γιατί δεν ανακηρύσσει ΑΟΖ, γιατί δεν καταθέτει συντεταγμένες, γιατί ούτε καν δεν κλείνει τους κόλπους με ευθείες γραμμές βάσης.
Οι δηλώσεις Δένδια
Το δόγμα αυτό είχε εκφράσει προ διετίας –με άλλα λόγια– ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών σε συνέντευξή του (Real FM 6-5-2020), δηλώνοντας ότι η Ελλάδα δεν θα ακολουθήσει την Τουρκία στην κλιμάκωση. «Δεν πρόκειται να πάμε σε στρατιωτικοποίηση της κρίσης με την Τουρκία. Είναι η παγίδα, την οποία η Τουρκία στήνει για την Ελλάδα: να περάσουμε από το στάδιο του δικαίου στο στάδιο των ενεργειών αυτής τη μορφής. Η στρατιωτικοποίηση των διαφορών με την Τουρκία δεν θα οδηγήσει σε επίλυση, θα οδηγήσει σε επιδείνωση».
Προφανώς, η Ελλάδα δεν πρέπει να στρατιωτικοποιήσει τα ελληνοτουρκικά προβλήματα. Τί θα πράξει, όμως, εάν η Τουρκία πάρει αυτόν τον δρόμο; Συγκεκριμένα, τί θα πράξει εάν τουρκικό ερευνητικό σκάφος πραγματοποιήσει σεισμικές έρευνες έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα, συνοδευόμενο από φρεγάτες; Τί θα πράξει εάν –ακόμα χειρότερα– το νέο τουρκικό πλωτό γεωτρύπανο τρυπήσει όχι στην κυπριακή ΑΟΖ, αλλά στην δυνάμει ελληνική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ;
Ο Δένδιας επαναλαμβάνει συνεχώς ότι «η Ελλάδα διατηρεί όλα τα δικαιώματα προάσπισης του εθνικού της χώρου». Αυτή η δήλωση, ωστόσο, είναι όχι μόνο γενική, αλλά και μισή αλήθεια. Το τελευταίο διάστημα έχουν πληθύνει οι υπερπτήσεις τουρκικών μαχητικών πάνω από ελληνικά νησιά, που βεβαίως δεν γίνονται από λάθος. Τα διαβήματα (εάν γίνονται ακόμα και δεν έχουμε βαρεθεί να τα κάνουμε πια!) και οι αναχαιτίσεις δεν εμποδίζουν τους Τούρκους να συνεχίζουν τις συστηματικές προκλήσεις τους, χωρίς να πληρώνουν το παραμικρό κόστος.
Η μονοδιάστατη αμυντική στρατηγική της Αθήνας κατευνάζει ή παροξύνει την τουρκική επιθετικότητα; Την απάντηση δίνουν τα γεγονότα, αλλά και ο ίδιος ο Δένδιας, ομολογώντας ότι η Άγκυρα συνεχώς κλιμακώνει, χωρίς να βγάζει και το συμπέρασμα από τη διαπίστωσή του. Τα μικρά τουρκικά τετελεσμένα ενισχύουν την εκτίμηση της Άγκυρας πως όσο πιέζει τόσο θα κερδίζει πόντους στον ιδιότυπο αυτό “πόλεμο θέσεων”, στριμώχνοντας ολοένα και περισσότερο την Ελλάδα.
Η κατάσταση αυτή όχι μόνο ενισχύει το πλεονέκτημα του Ερντογάν, αλλά και του εξασφαλίζει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Είναι ακριβώς αυτό που έχει αλλάξει ποιοτικά τον χαρακτήρα της τουρκικής απειλής και ως εκ τούτου θέτει επί τάπητος το κρίσιμο ερώτημα: εάν ο Ερντογάν θα επιχειρήσει κάποιον στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό, ένα θερμό επεισόδιο στον τόπο και τον χρόνο που κρίνει ότι ευνοεί την τουρκική πλευρά.
Ο Ερντογάν κλείνει μέτωπα
Η ανοχή που προς το παρόν δείχνει η Δύση έναντι της Τουρκίας (και λόγω Ουκρανίας), αλλά και η απροθυμία των τοπικών δυνάμεων να εμπλακούν σε αντιπαράθεση με τον Ερντογάν τροφοδοτεί την αλαζονεία του έναντι του Ελληνισμού. Τα τελευταία δύο χρόνια, εξάλλου, φρόντισε με τολμηρά διπλωματικά ανοίγματα να βελτιώσει σημαντικά τις σχέσεις της Άγκυρας και με το Ισραήλ και με τα Εμιράτα και με τη Σαουδική Αραβία. Μόνο με την Αίγυπτο δεν κατάφερε κάτι αξιόλογο. Το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό έχει μισοκλείσει ανοικτά μέτωπα στην περιοχή, του αφήνει μεγαλύτερα περιθώρια για επιθετικές ενέργειες τόσο εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας (ήδη άνοιξε την κλειστή περιοχή της Αμμοχώστου και πιθανό να προσαρτήσει τα Κατεχόμενα) όσο και εναντίον της Ελλάδας.
Τα ανοίγματά του σε Ισραήλ, Εμιράτα και Σαουδική Αραβία σε κάποιον βαθμό τον προστατεύουν από την “παγίδα της υπερεπέκτασης“, στην οποία ήταν μέχρι πρότινος εκτεθειμένος. Γιατί εάν συνέχιζε να ανοίγει μέτωπα και να πυροδοτεί εντάσεις, νωρίτερα ή αργότερα, οι άλλοι παίκτες θα υποχρεώνονταν να έλθουν ακόμα πιο κοντά μεταξύ τους και κάποια στιγμή να δράσουν αποφασιστικά για να αναχαιτίσουν τον “νταή”.
Με άλλα λόγια, θα υποχρεώνονταν να χρησιμοποιήσουν κι αυτοί τα μέσα που χρησιμοποιεί αυτός. Εάν, μάλιστα, προέκυπτε μία έμπρακτη κόντρα της Τουρκίας με τη Γαλλία και το Παρίσι αποφάσιζε για να μη δει το κύρος του καταρρακωμένο να “ανοίξει τον χορό”, ήταν πολύ πιθανόν να την ακολουθήσουν και άλλες δυνάμεις που θέλουν να “κοντύνουν” την Τουρκία. Δηλαδή, το πλεονέκτημα του Ερντογάν θα μετατρεπόταν σε μπούμεραγκ.
Υπάρχει λόγος που γενικά και οι δυτικές, αλλά και οι τοπικές δυνάμεις προς το παρόν είναι απρόθυμες να προχωρήσουν σε μία στρατιωτική συμμαχία με άτυπο αντιτουρκικό πρόσημο. Σε αντίθεση με τον Ερντογάν, παραμένουν ακόμα υπό την επήρεια της κουλτούρας που κυριάρχησε μεταπολεμικά ότι οι διεθνείς διαφορές-αντιθέσεις επιλύονται με τη διπλωματία. Εξαίρεση ήταν οι εκστρατείες που αποφάσιζαν οι υπερδυνάμεις. Ο πόλεμος στην Ουκρανία τείνει να αλλάξει ριζικά το κλίμα. Όσο ο Ερντογάν τραβάει το σκοινί για να ασκεί εξωτερική πολιτική και να προωθεί τους επεκτατικούς στόχους του, τόσο είναι πιθανότερο αυτό κάποια στιγμή να σπάσει, με ό,τι σημαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση.