Η χαμένη ευκαιρία του Κυριάκου και η πορεία της ΝΔ στη θύελλα…
23/10/2022Όπως θα θυμάστε, την περασμένη άνοιξη είχε και δημοσίως τεθεί ζήτημα ο Μητσοτάκης να προκηρύξει πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο. Όπως και άλλοι, έτσι και εγώ είχα γράψει ότι αυτό υπαγόρευε το πολιτικό-εκλογικό συμφέρον της ΝΔ και του ιδίου ως αρχηγού της. Όπως απεδείχθη και είχα από τότε τονίσει, το γεγονός ότι το συμφέρον της ΝΔ υπαγόρευε πρόωρες εκλογές εκείνη την περίοδο, δεν σήμαινε κι ότι θα προκηρύσσονταν, όπως και δεν προκηρύχθηκαν.
Την απόφαση για πρόωρες εκλογές την παίρνει ο πρωθυπουργός και μόνο αυτός, εάν βεβαίως δεν υποχρεωθεί λόγω απώλειας της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Επειδή τέτοιο ζήτημα δεν υπήρχε, η προκήρυξη ήταν απόφαση αποκλειστικά του Μητσοτάκη, ο οποίος και δεν το έπραξε. Ίσως, να αντιλαμβάνεται το πολιτικό συμφέρον της ΝΔ και το δικό του, διαφορετικά από τον τρόπο που τον αντιλαμβάνονται όσοι θεωρούσαν ότι ο περασμένος Ιούνιος ήταν ευκαιρία για τους “γαλάζιους”.
Ό,τι και να ισχύει, το γεγονός είναι ότι η ευκαιρία χάθηκε και στη συνέχεια ο Μητσοτάκης βρέθηκε αντιμέτωπος με δύσκολα. Το σκάνδαλο των υποκλοπών τον υποχρέωσε να απομακρύνει όχι μόνο τον διοικητή της ΕΥΠ, αλλά και το alter ego του, τον ανιψιό του Γρηγόρη Δημητριάδη, ο οποίος λειτουργούσε ως αρχηγός του επιτελείου του. Ο πρωθυπουργός περιήλθε σε δύσκολη θέση, αφού φάνηκε ξεκάθαρα πως δεν επρόκειτο για κάποια ατυχή επιλογή της ΕΥΠ, αλλά για παράνομο μηχανισμό που λειτουργούσε με σκοπό την παρακολούθηση όχι απειλών για την εθνική ασφάλεια, αλλά πολιτικών αντιπάλων.
Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι το σκάνδαλο προκάλεσε και ρήγματα στο εσωτερικό της ΝΔ, αφού κυρίως ο Καραμανλής, αλλά λιγότερο και ο Σαμαράς πήραν δημοσίως αποστάσεις από τον Μητσοτάκη. Είχε φανεί, μάλιστα, ότι και μία μερίδα του κατεστημένου που τον στήριζε αναφανδόν είχε αρχίσει να παίρνει αποστάσεις. Ο βασικός λόγος δεν ήταν, βεβαίως, η ευαισθησία για την παραβίαση των πολιτικών δικαιωμάτων. Ήταν ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών περιέπλεξε την πολιτική κατάσταση. Κατέστρεψε την προοπτική συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μετά τις εκλογές, δεδομένου ότι η αυτοδυναμία είναι όνειρο θερινής νυκτός και με την ενισχυμένη αναλογική.
Ο σκόπελος των υποκλοπών
Είναι αληθές ότι ο Ανδρουλάκης είχε θέσει όρο για τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ σε κυβέρνηση συνασπισμού ο πρωθυπουργός να μην είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος (ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ). Ωστόσο, τα εξωθεσμικά κέντρα που ασκούν συχνά καθοριστική επιρροή στα πολιτικά μας πράγματα, προεξοφλούσαν ότι το πρόβλημα θα λυθεί με κάποιου είδους αντάλλαγμα του Μητσοτάκη στο ΠΑΣΟΚ. Με άλλα λόγια, το “σύστημα” είχε έτοιμη μετεκλογική λύση. Η ακύρωσή της, λόγω της δηλητηρίασης του κλίματος μεταξύ των ηγεσιών ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δημιουργεί σήμερα μείζον πρόβλημα.
Αυτός είναι ο λόγος που εξωθεσμικά κέντρα, ενώ μέχρι την αποκάλυψη του σκανδάλου υποστήριζαν με πρωτοφανή ένταση τον Μητσοτάκη, στη συνέχεια, κάποια εξ αυτών, άρχισαν να τον αντιμετωπίζουν σαν πολιτικό βαρίδι, σαν εμπόδιο. Κάποια αποκαλυπτικά δημοσιεύματα (χαρακτηριστικό παράδειγμα το ρεπορτάζ της “Καθημερινής”) και κάποιες επικριτικές δηλώσεις παραγόντων του δημοσίου βίου, που μέχρι πρότινος σε γενικές γραμμές στήριζαν τον Μητσοτάκη, εγγράφονται ακριβώς σ’ αυτό το πλαίσιο.
Το Μαξίμου, ωστόσο, κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχο της κατάστασης με τη βοήθεια των μέχρι τότε υποστηρικτών του. Τα ρήγματα που είχαν εμφανισθεί έκλεισαν, προφανώς ως αποτέλεσμα παρασκηνιακών δοσοληψιών, οι οποίες δεν μας είναι γνωστές. Κάπως έτσι, τελείωσε και τις εργασίες της η Εξεταστική Επιτροπή. Ήταν εξαρχής δεδομένο πως δεν θα κατέληγε σε κάποιο παραγωγικό αποτέλεσμα, αλλά συνήθως σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι εργασίες της τροφοδοτούν τη σχετική δημοσιότητα και έτσι προκαλούν πρόβλημα και φθορά στην κυβέρνηση. Ούτε αυτό, όμως, συνέβη σε αξιόλογο βαθμό. Όχι τόσο επειδή η κυβέρνηση οχυρώθηκε πίσω από μία κραυγαλέα προσχηματική αντίληψη για το “απόρρητο” όσο επειδή τα συστημικά Μίντια “έθαψαν” το ζήτημα.
Το γεγονός ότι ο Μητσοτάκης υπερπήδησε το εμπόδιο του σκανδάλου των υποκλοπών στο επίπεδο της δημοσιότητας δεν σημαίνει ότι έλυσε και το πολιτικό πρόβλημά του. Οι σχέσεις του με την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ παραμένουν σε αρνητικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να παραμένει ανοικτό το ζήτημα του σχηματισμού κυβέρνησης μετά τις επόμενες εκλογές όποτε αυτές κι αν γίνουν. Αν και στο Μαξίμου φαντασιώνονται μία νέα αυτοδυναμία, οι πιθανότητες να το επιτύχει είναι από αμελητέες έως μηδενικές. Στην πραγματικότητα, εγείρεται και ερωτηματικό εάν η ΝΔ θα παραμείνει πρώτο κόμμα εάν εξαντλήσει την τετραετία.
Ημέρες Μνημονίων…
Η μεγάλη απειλή για τους “γαλάζιους” δεν είναι, βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αποδεικνύεται “ιδανικός αντίπαλος” για τον Μητσοτάκη (γι’ αυτό το θέμα θα μιλήσουμε σε επόμενο άρθρο). Η μεγάλη απειλή είναι η διαφαινόμενη οικονομική-κοινωνική καταιγίδα, λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού, η οποία αναπόφευκτα πλήττει και θα πλήξει με μεγαλύτερη ένταση τη μικρομεσαία θάλασσα, τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας. Μπορεί η ελληνική οικονομία να πήρε μία μεγάλη ανάσα από τον τουρισμό, αλλά η γενική κατάστασή της δεν παύει να είναι προβληματική.
Από την πλευρά του, βεβαίως, ο Μητσοτάκης επικαλείται το γεγονός ότι η κρίση είναι διεθνής κι όχι ελληνική, σε μία προσπάθεια να μεταθέσει την όποια πολιτική ευθύνη μακριά από τον ίδιο. Για να μας διευκολύνει, μάλιστα, μας δείχνει και με τα δύο χέρια του τον Πούτιν, λες και οι Έλληνες μπορούν να κάνουν διαδήλωση διαμαρτυρίας έξω από το Κρεμλίνο! Οι Έλληνες, όπως κάθε εκλογικό σώμα, “συνομιλεί” πολιτικά-εκλογικά με την δική του κυβέρνηση όχι με ξένες, οι οποίες πράττουν σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα.
Και ναι μεν η κρίση είναι διεθνής, αλλά το ελληνικό νοικοκυριό που δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα διοχετεύει τη δυσαρέσκειά του στην κυβέρνησή του, ανεξαρτήτως του εάν αυτή έχει μεγαλύτερες ή μικρότερες ευθύνες. Γιατί εάν δεν το κάνει θα πρέπει να αυτοενοχοποιηθεί. Αυτό μας διδάσκει η πολιτική ιστορία και μάλλον η τωρινή κρίση δεν θα είναι εξαίρεση αυτού του κανόνα.
Σε τέτοιες συνθήκες, λοιπόν, που θα θυμίζουν ημέρες Μνημονίων ειδικά για τα μικρομεσαία στρώματα ειδικά των αστικών κέντρων, είναι μάλλον απίθανο η ΝΔ να διατηρήσει ακόμα και το προβάδισμά της, παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει για λογαριασμό του την κυβερνητική φθορά και να δημιουργήσει ρεύμα νίκης. Υπενθυμίζουμε, όμως, ότι για να χάσει η ΝΔ το προβάδισμά της δεν χρειάζεται υποχρεωτικά ψηφοφόροι της να μετακινηθούν προς το κόμμα του Τσίπρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βρεθεί στην πρώτη θέση ακόμα και χωρίς να αναπτύξει εκλογικό ρεύμα.
Αυτό μπορεί να προκύψει από τον συνδυασμό αποσυσπειρωτικών τάσεων στη “γαλάζια” εκλογική βάση, λόγω μαζικής δυσαρέσκειας. Τέτοιες τάσεις είναι:
- Πρώτον, εάν “γαλάζιοι” ψηφοφόροι επιλέξουν να μην πάνε στις κάλπες, όπως είχε συμβεί το 2009.
- Δεύτερον, εάν εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους, ψηφίζοντας “Ελληνική Λύση”, ή κάποιο από τα μικρότερα ακροδεξιά κόμματα – εκτιμώ ότι η “Ελληνική Λύση” θα σημειώσει σημαντική άνοδο.
- Τρίτον, εάν πρώην “πράσινοι” ψηφοφόροι επιστρέψουν εκλογικά στο ΠΑΣΟΚ.
Η κρίσιμη χειμερινή περίοδος
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτικού-εκλογικού συσχετισμού δυνάμεων θα παίξει το πόσο οικονομικά σκληρή θα είναι η επικείμενη χειμερινή περίοδος. Μπορεί προς το παρόν οι τιμές της ενέργειας να εμφανίζουν μία μικρή μείωση, αλλά μην ξεχνάμε ότι διανύουμε τώρα την ενδιάμεση εποχιακή περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας η κατανάλωση είναι σχετικά περιορισμένη σε σύγκριση με τους καλοκαιρινούς καύσωνες και τα χειμωνιάτικα κρύα.
Κλείνοντας, ας μην ξεχνάμε ότι τα ελληνικά μικρομεσαία νοικοκυριά, έχοντας –κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης από το 2010– σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαντλήσει τα όποια αποθέματά τους, αντιμετωπίζουν τη νέα κρίση από πολύ πιο δυσμενή θέση σε σύγκριση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Ο πληθωρισμός ροκανίζει την αγοραστική τους δύναμη, χωρίς να υφίσταται ούτε καν η ελπίδα αυξήσεων σε μισθωτούς και συνταξιούχους.
Το ίδιο ισχύει και για τη θάλασσα των επαγγελματιών και μικροεπιχειρηματιών. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ένα πολύ μεγάλο τμήμα του εκλογικού σώματος θα περιέλθει περισσότερο ή λιγότερο σε κατάσταση απόγνωσης. Μπορεί ο ελληνικός λαός να είναι ηττημένος από το 2011 και 2015, αλλά, όπως μας έχει διδάξει η πολιτική ιστορία, η απόγνωση συνήθως επιφυλάσσει εκπλήξεις…