Το 1940 πολέμησε και το πενάκι των γελοιογράφων…
28/10/2022Στη φετινή, ογδοηκοστή δεύτερη επέτειο του Έπους του 1940 είναι καιρός να σημειώσουμε ότι η γελοιογραφία δεν αδράνησε ούτε στιγμή, γράφοντας δικό της έπος. Τα αλλεπάλληλα πολεμικά ανακοινωθέντα δεν έπαψαν να την τροφοδοτούν με την απαραίτητη πρώτη ύλη. Το πενάκι των γελοιογράφων μας αγωνιζόταν το 1940 για την ενημέρωση και για την ψυχαγωγία του ελληνικού λαού, ενώ χαλύβδωνε το φρόνημά του.
Συχνές ήταν οι αναφορές του στο αρχαίο παρελθόν, κοινό τόπο για τον μεταξικό Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό. Σε διαφημιστική καταχώριση για το Πολεμικό Λαχείο διαβάζουμε: «Έλληνες, Οι ηρωικοί μας στρατιώται που επανέλαβαν το “Μολών λαβέ!…” του Λεωνίδα σάς ενεπιστεύθησαν την άμυναν του εσωτερικού μετώπου».
Ας φανταστούμε με πόση ανυπομονησία έπιαναν στα χέρια τους οι απλοί άνθρωποι τις εφημερίδες για να διασκεδάσουν με τα εικονογραφημένα παθήματα των οιηματιών Ιταλών. Οι εργάτες των σχεδιογραφημάτων βρίσκονται στην πιο δημιουργική ώρα τους, στην τέταρτη και στην πέμπτη δεκαετία της ζωής τους. Η ανηλεής προπαγάνδα τους αρχίζει!
Ο Νίκος Καστανάκης (1896-1961) επικαιροποιεί σε σκίτσο του για τον σατιρικό Πολεμικό Φανό, που τον εξέδιδαν συντάκτες του αθηναϊκού Τύπου, παράσταση του Γέρου του Μωριά στη Λέρνα με τους νικητές του Δράμαλη, έργο του Γερμανού ζωγράφου Peter von Hess (1792-1871), από το 1841-44.
Η συμβολή των γελοιογράφων
Άλλοι γελοιογράφοι κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο υπήρξαν οι Αντώνης Βώττης (1890;-1970), Γιώργος Γκέιβελης (1893-1976), Φώκος (Φωκίων) Δημητριάδης (1894-1977), Σόφος (Σοφοκλής) Αντωνιάδης (1894-1978), Κώστας Μπέζος (1905-1943), Σταμάτης Πολενάκης (1908-1997), Ανδρέας Βλασσόπουλος (1909-1989) και Παύλος Παυλίδης (1911-1979).
Ο Πολενάκης δώρισε το 1979 στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών σαράντα δύο γελοιογραφίες του με τα παθήματα του Μουσολίνι στο αλβανικό μέτωπο, που τις είχε ζωγραφίσει με υδροχρώματα στο πατρικό σπίτι του στη Σίφνο. Το 1945 δημιούργησε ολιγόλεπτη ταινία των πρώτων στην Ελλάδα κινουμένων σχεδίων, με τίτλο “Ο Ντούτσε αφηγείται”. Τα σκίτσα της είχαν γίνει το 1942 στην ιταλοκρατούμενη Σίφνο.
Μετά από την απελευθέρωση, με τη συνδρομή δύο κινηματογραφιστών, των Πρόδρομου Μεραβίδη και Θανάση Παπαδούκα, μπόρεσε να την ολοκληρώσει, προσθέτοντας τη μουσική του Ανδρέα Πόγγη. Η ταινία χάθηκε στον Εμφύλιο, αλλά, ευτυχώς, το 1980 βρέθηκε αρνητικό της και έτσι αποκαταστάθηκε.
Ο “κλόουν” Μουσολίνι
Ο πρόωρα χαμένος από φυματίωση, ταλαντούχος και στη μουσική, γόης περιζήτητος στο γυναικείο φύλο, στενός φίλος του Βάρναλη, Κώστας Μπέζος εισηγήθηκε την πλαδαρή μορφή του Μουσολίνι.
Με ποιαν αφορμή έγινε αυτό το έχει αφηγηθεί το 1991 ο Γιώργος Καράντζας (1897-1991), διευθυντής από το 1941 έως το 1944 της ημερήσιας αντιβενιζελικής εφημερίδας “Η Πρωΐα”, στον μελετητή της ελληνικής γελοιογραφίας, δημοσιογράφο Δημήτρη Σαπρανίδη (1934).
Ο διευθυντής της εφημερίδας Στέφανος Ι. Πεσμαζόγλου ζήτησε από τον Μπέζο γελοιογραφίες του Ιταλού δικτάτορα, αντί του μισθού των 5.000 δραχμών, της μεγαλύτερης μέχρι τότε αμοιβής σε συνεργάτη εφημερίδας.
Ενδεικτικό της σημασίας που απέδιδε η εφημερίδα στις γελοιογραφίες του Μπέζου είναι το γεγονός ότι έμπαιναν στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, κάτω από τον τίτλο της. Σαράντα θέματα από αυτές θα τα λογόκρινε το καθεστώς. Πρόκειται για τον υψηλότερο αριθμό που είχε ποτέ απαγορευθεί σε ελληνικό έντυπο.
Το Έπος του 1940 επανέρχεται στα οικογενειακά περιοδικά ποικίλης ύλης, τόσο στο Ρομάντσο όσο και στον Θησαυρό, σε μεταπολεμικές επετείους κατά τις δεκαετίες του 1940 και του 1950, συνδέοντας πάντα παρόν και παρελθόν.
Αυτό συμβαίνει στο τεύχος 712 του Ρομάντσου τον Οκτώβριο του 1956. Εδώ ο Παύλος Παυλίδης επαναφέρει στο εξώφυλλο την αφίσα του σπουδαίου Έλληνα ζωγράφου Νικόλα Γύζη (1842-1901) με την Ιστορία για να διαφημιστεί η Διεθνής Έκθεση στο Μόναχο το 1892, αφίσα η οποία παρέμεινε σύμβολό της έως το 1918, με δύο εξαιρέσεις: τα έτη 1897 και 1901.