Η φτήνια τρώει τον παρά, αλλά και άμυνα και αμυντική βιομηχανία…
24/11/2022“Η φτήνια τρώει τον παρά” συνηθίζει να λέει ο ελληνικός λαός. Πρώτη ερμηνεία: Ψωνίζεις τα φθηνά, αλλά θα σου χαλάσουν γρήγορα και θα τα πετάξεις, ξοδεύοντας τελικά περισσότερο χρήμα. Δεύτερη ερμηνεία: Παίρνεις περισσότερα φθηνά και στο τέλος διαπιστώνεις ότι ξοδεύεις περισσότερα. Το παρόν σχόλιο θα προτείνει μια τρίτη ερμηνεία, η οποία θα καλύπτει τον χώρο των εξοπλιστικών προμηθειών: Κάνοντας εκπτώσεις στην κάλυψη των επιχειρησιακών απαιτήσεων για λόγους οικονομικούς, σε βάθος χρόνου, για να τις καλύψεις ξοδεύεις πολλά περισσότερα και δεν έχεις το αποτέλεσμα εγκαίρως.
Το συμπέρασμα στηρίζεται από την εμπειρία των τελευταίων ετών στους ελληνικούς εξοπλισμούς. Προφανώς, η οικονομική κρίση εξ αντικειμένου περιόριζε τις δυνατότητες υλοποίησης εξοπλιστικών προγραμμάτων. Αυτό όμως δεν αλλάζει τα δεδομένα στο κρίσιμο ζήτημα του καθορισμού προτεραιοτήτων. Ως αποτέλεσμα, οι αρχηγοί των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων είναι υποχρεωμένοι να πειθαρχούν στις πιστώσεις που τους ανακοινώνει η πολιτική ηγεσία. Με τον τρόπο αυτό, όμως, οι ενέργειες γίνονται αποσπασματικά, με αποτέλεσμα η μεταχρονολογημένη ολοκλήρωση του έργου να συνεπάγεται μεγαλύτερο κόστος.
Διαδοχικές κυβερνήσεις θεώρησαν λογικό να μην εγκρίνουν καν κονδύλια για τη συντήρηση υφιστάμενων κύριων οπλικών συστημάτων. Ούτε λόγος για νέα εξοπλιστικά. Αυτό οδήγησε σε συσσώρευση των προβλημάτων, τα οποία καλείται η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και η κυβέρνηση να τα αντιμετωπίσει σήμερα. Το πρόβλημα είναι ότι αθροίζονται πλέον πολλά δις, όπως προειδοποιούσαν πολλοί.
Ας περάσουμε όμως στα εξοπλιστικά προγράμματα που εγκρίθηκαν τα τελευταία χρόνια. Εξ ορισμού ισχύει, ότι άπαξ και η χώρα επιλέξει και δεσμευθεί σε ένα οπλικό σύστημα, η ποσότητα στην οποία θα αγοραστεί κρίνει και το κόστος κύκλου ζωή (life-cycle cost). Δηλαδή, οι υποδομές συντήρησης και υποστήριξης είναι πιο φθηνές όταν επιμερίζονται σε μεγαλύτερο αριθμό συστημάτων. Ακολούθως θα εξεταστούν τα παραδείγματα εξοπλιστικών του Ναυτικού και της Αεροπορίας, καθώς ο Στρατός δεν έχει υλοποιήσει μείζον εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Ναυτικό και φρεγάτες
Ξεκινώντας από το Ναυτικό, θα μπορούσε να αναφερθεί η υπόθεση των φρεγατών FDIHN (Belharra). Το συμβόλαιο ανέφερε την προμήθεια τριών, με δικαίωμα προαίρεσης (option) για άλλη μία στην ίδια τιμή και με τους ίδιους όρους. Το τρέχον διάστημα κρίνεται η άσκηση ή μη του δικαιώματος για τέταρτη φρεγάτα. Οι οικονομικοί περιορισμοί δυσκολεύουν την άσκησή του, δεδομένης και της επιθυμίας για την υλοποίηση ναυπηγικού προγράμματος για την απόκτηση κορβετών.
Η μη διάθεση εξ αρχής των απαραίτητων κονδυλίων για την υλοποίηση ενός προγράμματος που κανονικά θα έπρεπε να περιλαμβάνει τέσσερεις-έξι φρεγάτες, καθιστά το πρόγραμμα ακριβότερο. Εάν δεν είχαν όλοι αποφασίσει να το ρισκάρουν, υποβαθμίζοντας δραματικά ως προτεραιότητα την άμυνα, θα είχαν διευκολύνει και την επίλυση του προβλήματος των ναυπηγείων, διότι η βιωσιμότητα μιας επένδυσης στην ελληνική ναυπηγική βιομηχανία, είναι ευθέως ανάλογη του αριθμού των πλοίων που θα ναυπηγηθούν.
Τα λάθη βέβαια στη διαχείριση της ναυπηγικής βιομηχανίας είναι κολοσσιαία και επεκτείνονται σε βάθος τριών και πλέον δεκαετιών. Η δε τακτική της μη συνολικής αντιμετώπισης του προβλήματος του γερασμένου στόλου, υπονομεύει και την ελληνική ναυπηγική βιομηχανία. Σε ένα σοβαρό σχέδιο σε βάθος δυο-τριών δεκαετιών όπου στις ναυπηγικές ανάγκες του Ναυτικού θα προσθέταμε και αυτές του Λιμενικού Σώματος, θα προκαλούνταν μια πραγματική επανάσταση. Ποιο μεγάλο ναυπηγείο δεν θα πρόσφερε γη και ύδωρ για να συμμετάσχει…
Τι συνέβη με την Αεροπορία
Πάμε, όμως, και στην Αεροπορία. Ελήφθη απόφαση αναβάθμισης μεγάλου μέρους του στόλου των F-16. Η σχετική έγκριση της αμερικανικής DSCA (Defense Security Cooperation Agency) αναφέρει άδεια αναβάθμισης συνολικά 123 ελληνικών F-16. Υπενθυμίζεται, ότι ο αριθμός αυτός είχε δημιουργήσει σύγχυση, όταν στον κήπο του Λευκού Οίκου, ο τότε πρόεδρος Τραμπ, παρουσία του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, είχε ανακοινώσει τη συμφωνία, κάνοντας λόγο για κόστος 2,4 δισ. δολαρίων!
Τα περιορισμένα κονδύλια (1,2 δισ. ευρώ) που διέθετε η Ελλάδα, οδήγησαν σε συμφωνία με την κατασκευάστρια του μαχητικού, Lockheed Martin, για την αναβάθμιση 84 τελικώς αεροσκαφών που έγιναν 83 (απώλεια αεροσκάφους). Από το πρόγραμμα αναβάθμισης εξαιρέθηκαν τα 38 F-16 Block 50. Αυτά θα αναβαθμιστούν τώρα με την αξιοποίηση των απαρτίων που προέκυψαν από τα F-16 Block 52+ και τα Block 52+ Advanced. Το συμβόλαιο θα κυμανθεί στα 500 εκατ. ευρώ (700 εκατ. ευρώ με την προσθήκη της προμήθειας ατρακτιδίων στοχοποίησης SNIPER και συστημάτων Link 16). Θα αναβαθμιστούν δηλαδή χωρίς ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης (AESA), σε μια διαμόρφωση λίγο πιο προηγμένη από τα αεροσκάφη που επελέγησαν για αναβάθμιση (F-16 Block 50M).
Τελικά αποδεικνύεται ότι το ποσό που εγκρίθηκε από την κυβέρνηση στην πρώτη φάση (1,2 δισ. ευρώ) ήταν το πραγματικό πρόβλημα. Σε αυτό έπρεπε να χωρέσει ο εκσυγχρονισμός όσο περισσοτέρων F-16 ήταν δυνατό. Ήταν κατά συνέπεια λογικό να εξαιρεθούν τα παλαιότερα F-16 Block 50, καθώς απαιτούσαν πολλές περισσότερες παρεμβάσεις που θα αύξαναν το κόστος. Από τη στιγμή μάλιστα που είναι 38, εάν αναβαθμίζονταν και άλλες εκδόσεις του μαχητικού στο ίδιο επίπεδο, θα χρειαζόταν η δημιουργία δύο ξεχωριστών πρωτοτύπων, δηλαδή επί της ουσίας δύο διαφορετικά προγράμματα.
Που στερεί το πρόγραμμα αναβάθμισης
Μία λογική αιτιολόγησης της ορθότητας της απόφασης, ήταν ότι η προσθήκη των ραντάρ AESA έπρεπε να γίνει στα πλέον προηγμένα αεροσκάφη στο ελληνικό οπλοστάσιο, στα οποία περιλαμβάνεται και μεγάλος αριθμός διθέσιων, συν του ότι οι νεότερες εκδόσεις που επελέγησαν για εκσυγχρονισμό, έχουν τη δυνατότητα να φέρουν σύμμορφες δεξαμενές καυσίμου (CFT: ConformalFuelTanks), δηλαδή το επιπλέον καύσιμο που φέρουν μπορεί να καλύψει επιχειρησιακά και την Κύπρο.
Ωστόσο, το πρόγραμμα αναβάθμισης στη διαμόρφωση “V”, στερεί επιχειρησιακά από τον αεροπορικό στόλο, σε μια κρίσιμη περίοδο, τον αριθμό των αεροσκαφών που έχουν οδηγηθεί στις εγκαταστάσεις της ΕΑΒ για να υποστούν εκσυγχρονισμό. Εάν κάτι έπρεπε να προχωρήσει σχεδόν ταυτόχρονα, είναι η και η αναβάθμιση των Block 50 (38 μονάδες) και Block 30 (32 μονάδες) με τα πολύ πιο προηγμένα απάρτια που αφαιρούνται από τα Block 52+ / Block 52+ Advanced. Με πολυετή καθυστέρηση αποφασίστηκε η αναβάθμιση των Block 50, ενώ εάν κι εφόσον διατεθούν πιστώσεις, θα γίνει κάποια παρέμβαση αργότερα και στα Block 30.
Όμως τα χρόνια περνούν και εάν οι αναβαθμίσεις δεν γίνουν κατά τη χρονική περίοδο που πρέπει, στο τέλος κοστίζουν πολύ ακριβότερα, ή και δεν έχει καν νόημα να πραγματοποιηθούν. Παραπέμπουμε στη συζήτηση που διεξάγεται για την με καθυστέρηση δυο δεκαετιών σχεδόν αναβάθμιση των φρεγατών MEKO 200HN. Στην περίπτωση του αεροπορικού στόλου και μόνο τον πληθωρισμό να υπολογίσει κανείς…
Εάν η απόφαση αυτή λαμβανόταν εφάπαξ, ασχέτως κόστους, η Αεροπορία θα εξασφάλιζε ταχύτατα έναν εξαιρετικά προηγμένο στόλο μαχητικών F-16, που θα της έλυνε το πρόβλημα για δυο τουλάχιστον δεκαετίες. Αυτό θα επέτρεπε τη σώφρονα οικονομικά και επιχειρησιακά μετάβαση στην πέμπτη γενιά αεροσκαφών, δεδομένου ότι τα F-35 LightningII έχουν επιλεγεί ουσιαστικά από την Αεροπορία. Σε χρόνο όμως που θα διασφάλιζε ότι θα είχαν θεραπευθεί “παιδικές ασθένειες” του θεωρούμενου ως πλέον προηγμένου μαχητικού αεροσκάφους στον κόσμο.
“Η φτήνια τρώει τον παρά”
Η Αεροπορία όμως προσφέρει κι άλλη αφορμή προβληματισμού λόγω των “γαλλικών” αεροσκαφών. Η προμήθεια ενός μείγματος 24 καινούργιων και μεταχειρισμένων (12+12) Rafale F3R, προφανώς απογειώνει τις επιχειρησιακές ικανότητες του Κλάδου. Υποστηρίζεται ότι οι βιομηχανικές επιστροφές του προγράμματος αυτού είναι μηδενικές κι αυτό είναι αλήθεια. Κανείς όμως δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη ότι δεν μπορούν να υπάρξουν βιομηχανικά ανταλλάγματα για την αγορά 12 μόλις καινούριων μονάδων, ούτε όταν οι προμήθειες υλοποιούνται με φρενήρεις ρυθμούς λόγω “εθνικής ανάγκης”.
Όπως και κανείς δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη ότι η Ελλάδα ζήτησε να παραλάβει τα μαχητικά αυτά χθες! Καλύπτεται έτσι ένα μεγάλο επιχειρησιακό κενό από την αδρανοποίηση των Mirage 2000-5Mk.2 την περίοδο 2010-2020, μέσω της αγοράς 24 Rafale F3R, ενώ παράλληλα καλύπτεται και η τεράστια παράλειψη του μη εκσυγχρονισμού, έγκαιρα και των υπολοίπων 17 μονοθέσιων Mirage 2000-5EG στο επίπεδο 5. Και πάλι λόγω έλλειψης πιστώσεων. Οι παραλείψεις του παρελθόντος οδήγησαν στην εθνική ανάγκη.
Πώς να διασφαλιστούν βιομηχανικά ανταλλάγματα όταν η προσφορά των μεταχειρισμένων Rafale F3R δόθηκε στο ίδιο περίπου κόστος με το εκσυγχρονισμό ισάριθμων Mirage 2000 EG στο επίπεδο 5; Ως προτεραιότητα τέθηκε, η κάλυψη των ελλείψεων στο μικρότερο δυνατό χρόνο. Τα λάθη του παρελθόντος ανέδειξαν ως μεγάλη χαμένη την ελληνική αμυντική βιομηχανία. Εγχώρια αμυντική βιομηχανία με αυτή τη λογική δεν δημιουργείται, ούτε εξασφαλίζονται οικονομίες κλίμακος και ταχύτητα στην υποστήριξη των συστημάτων.
Καταληκτικά, όλα τα ανωτέρω είναι σενάρια διαμόρφωσης του αεροπορικού και ναυτικού στόλου. Αυτά είναι συνάρτηση των οροφών που έχουν εγκρίνει τα αντίστοιχα Επιτελεία. Το μόνο βέβαιο όμως, είναι ότι η τμηματική κάλυψη δεδομένων αναγκών, υπό την πίεση της εκάστοτε συγκυρίας, στο τέλος συνεπάγεται πολύ υψηλότερο κόστος. Εάν η εκάστοτε κυβέρνηση έθετε διαφορετικές προτεραιότητες στην άμυνα, θα έπρεπε η ίδια να ζητήσει επιτακτικά στρατηγική μελέτη για τον βέλτιστο τρόπο κάλυψης των αναγκών σε βάθος δυο τουλάχιστον δεκαετιών και όχι τακτικές παρεμβάσεις, όταν η κατάσταση έχει φτάσει στο μη περαιτέρω. Το μακροπρόθεσμο όφελος θα ήταν και οικονομικό και επιχειρησιακό. Εξ ου και το “η φτήνια τρώει τον παρά”.