Προς ειδική σχέση ΕΕ-Τουρκίας, στην απέξω η Αθήνα
11/01/2019Οι διεθνείς εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η Τουρκία προκαλούν στην Αθήνα συζητήσεις για τις σχέσεις που ενδεχομένως θα διαμορφώνονταν μέσα στο χρόνο μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας σ’ενα περίπλοκο πλέον διεθνές περιβάλλον. Πράγματι, αποτελεί εντυπωσιακό γεωστρατηγικό γεγονός η «δύσκολη» κατάσταση σχέσεων Ουάσινγκτον -Άγκυρας, σε συνδυασμό με δύο άλλα στοιχεία που είναι οι στενές σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας και η κατηφόρα της τουρκικής οικονομίας. Επιπλέον, οι «ανατολικές» επιλογές του Ερντογάν έχουν οδηγήσει στην έγερση ενός μεγάλου ερωτήματος, που αφορά την ομαλή συνέχεια της συμμετοχής της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, όπου πρώτης τάξεως «εχθρός» είναι η καλή φίλη της, Ρωσία.
Αν, όμως, κάποια απ’ τα παραπάνω μπορεί να μεταβληθούν προσεχώς, βέβαιο είναι, ότι η Τουρκία θα «σημαδεύει» σταθερά το Αιγαίο. Η Αθήνα αντιτάσσει την «ψυχραιμία» της. Τα δεδομένα που τώρα διαθέτει η ελληνική πλευρά σε αυτή την υπόθεση είναι, ότι η Ελλάδα είναι πιστός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ, ότι έχει όσο ποτέ άλλοτε στενές στρατιωτικές σχέσεις με τις ΗΠΑ – στην οποία «προσφέρει» σημαντικές βάσεις και διευκολύνσεις – ότι μετέχει στο «μεσογειακό μπλοκ» με Ισραήλ και Αίγυπτο, ενώ οι σχέσεις της Αθήνας με τη Μόσχα είναι ψυχρές, την ώρα που εμπλουτίζονται στο τουρκο-ρωσικό πεδίο.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αθήνα αναζητεί σήμερα «δυνατότητες» για μείωση της ελληνο-τουρκικής έντασης, αλλά χωρίς επιτυχία έως τώρα. Το πρόβλημα είναι, ότι ο Ερντογάν δεν συζητά για μία «προσέγγιση» με την Ελλάδα, αλλά της ζητά να αποδεχθεί μέσω «διαλόγου» υπό στρατιωτική απειλή, τη νομιμοποίηση της επέκτασης των τουρκικών διεκδικήσεων σε Αιγαίο και Μεσόγειο, αλλά και το συνολικό έλεγχο τη Κύπρου από την Τουρκία.
Ο μόνος χώρος που θεωρητικά δίνει στην Αθήνα δυνατότητες για συμμετοχή σε πολιτικές συζητήσεις για την Τουρκία σε πολυμερή οργανισμό είναι ο χώρος της ΕΕ. Ο Ερντογάν, τελευταίως, προσπαθεί ως γνωστόν να βρει μιαν «άκρη» με τους Ευρωπαίους. Όμως, η αλήθεια για την Αθήνα είναι, ότι πρώτον ο Ερντογάν συζητά με την κυρία Μέρκελ ή με τον κ.Μακρόν, όχι με την ΕΕ. Δεύτερον, δεν υφίσταται πλέον κανένα ζήτημα ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, άρα και δυνατότητα «παρεμβολής» της Ελλάδας σε τέτοια διαδικασία.
Συνεπώς, η ελληνική εξωτερική πολιτική αναζητά ένα νέο σχέδιο διπλωματικής δράσης στο ευρωπαϊκό χώρο για να «συγκρατήσει» τις επιθετικές πολιτικές της Τουρκίας προς της Ελλάδα. Παράγοντες τη ελληνική διπλωματίας υποστηρίζουν, ότι το πεδίο αυτό βρίσκεται στην «ειδική στρατηγική σχέση»της ΕΕ με την ισλαμική Τουρκία, που από καιρό συζητείται στις Βρυξέλλες και έχει επιβεβαιωθεί και από τον αρμόδιο Επίτροπο για τη διεύρυνση Γιοχάνες Χάν ως το μοναδικό δυνατό μοντέλο ευρω-τουρκικών σχέσεων.
Επιπτώσεις για την Ελλάδα
Η Αθήνα ακούει τα περί «ειδικής σχέσης», αλλά η κυβέρνηση δεν έχει ακόμα εργασθεί για να μελετήσει σοβαρά την ελληνική θέση σ’αυτό το ενδεχόμενο. Όμως, αυτό αναπόφευκτα θα έχει πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις για την Ελλάδα, χωρίς μάλιστα να περιέχει μία τέτοια συμφωνία τις θεσμικές πολιτικές δεσμεύσεις και υποχρεώσεις, που θα περιλαμβάνονταν σε μια κανονική ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.
Έμπειροι διπλωμάτες στην Αθήνα, σε ιδιαίτερες συζητήσεις τους, προειδοποιούν: Η ολοκλήρωση μίας «ειδικής στρατηγικής σχέσης» ΕΕ-Τουρκίας θα φέρει απέναντι στην Ελλάδα μια «άλλη» Τουρκία, την οποίαν η Αθήνα θα πρέπει να αντιμετωπίσει διαφορετικά, με νέα πολιτικά και οικονομικά εργαλεία. Αν η ΕΕ αναζητήσει μια “στρατηγική σχέση” με την Τουρκία, δεν μπορεί να μην μετέχει ενεργά, με ισχυρές απόψεις η Αθήνα στις διεργασίες που θα τεθούν σε κίνηση. Η Αθήνα δεν μπορεί να συζητήσει με τους Ευρωπαίους τη νέα «στρατηγική» σχέση ΕΕ-Τουρκίας, χωρίς να θέσει πολιτικό ζήτημα για την άκρα επιθετικότητα της Αγκυρας προς τη χώρα μας.
Η Ελλάδα, χώρα-μέλος της ΕΕ δέχεται μία αυξημένη πίεση από την Τουρκία. Η Αγκυρα έχει περάσει πλέον από τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο στην ακραία θεωρία της «παράνομης κατοχής» από τους Έλληνες αυτών των νησιωτικών σχηματισμών, διότι αυτά «ανήκουν» στην Τουρκία. Στη γραμμή της αυτή, η Άγκυρα δεν βρίσκει έως και σήμερα κανένα εμπόδιο στο πεδίο των ευρω-τουρκικών σχέσεων.
Ουσιαστικά, οι δρόμοι για μια πολιτική «συνεννόηση» της Αθήνας με την Άγκυρα μέσω της ΕΕ, μοιάζουν, να είναι σήμερα κλειστοί. Αν τελικώς ο πιεσμένος απ’ τις ΗΠΑ Ερντογάν, «ακουμπήσει» ως ειδικού τύπου στρατηγικός εταίρος της στη «γερμανική» ΕΕ, αυτό δεν θα αποφέρει κανένα στρατηγικό κέρδος στην Ελλάδα, που άλλωστε έχει από καιρό πάψει να «παρεμβάλει» τα ελληνο-τουρκικά στην ΕΕ. Έως τώρα, ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να ασχολείται ούτε κάν με το ζήτημα της δημιουργίας «ευρωπαϊκού στρατού», την ώρα μάλιστα που ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν δηλώνει πως θεωρεί «αναγκαία» τη «στρατηγική» σχέση ΕΕ-Τουρκίας σε «θέματα άμυνας».