Η κυβέρνηση φθείρεται – ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ το σκέπτονται
31/12/2022Οι υποκλοπές επαναπροσδιορίζουν το κρίσιμο ενόψει των εκλογών ζήτημα των πολιτικών συμμαχιών, καθώς άφησαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη δίχως συμμάχους, ενώ δημιούργησαν συνθήκες προεκλογικής προσέγγισης και μετεκλογικού σχηματισμού κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν λέει να κοπάσει, πέντε μήνες μετά το αρχικό ξέσπασμα αγγίζει τον ίδιο τον πρωθυπουργό και παρά τις προσπάθειες του Μεγάρου Μαξίμου και του συστημικού Τύπου εξακολουθεί να δημιουργεί κραδασμούς και να απαξιώνει την κυβέρνηση, προκαλώντας καθημερινή φθορά.
Ο πληθωρισμός αποδείχθηκε κάθε άλλο παρά παροδικό φαινόμενο -έτσι έλεγαν οι κυβερνητικοί παράγοντες-, η ακρίβεια στην ενέργεια και σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα κατατρώγει τους οικογενειακούς προϋπολογισμού και φυσικά δεν αντιμετωπίζεται με τα κυβερνητικά καλάθια και τα σόου του αρμόδιου υπουργού. Τα σκάνδαλα διαφθοράς τύπου Πάτση, προκαλούν δυσαρέσκεια ακόμη και στους γαλάζιους οπαδούς, ενώ τα κρούσματα εγκληματικότητας αποδομούν το αφήγημα του “νόμου και της τάξης”.
Η πλήρης απορρύθμιση του συστήματος Υγείας προς όφελος των επιχειρηματιών του χώρου, τα δώρα στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, τα δισεκατομμύρια σε απευθείας αναθέσεις σε φιλικούς επιχειρηματίες –σε 8,5 δισ. ευρώ τα ανεβάζει η αξιωματική αντιπολίτευση– και τα προκλητικά μπόνους στα γαλάζια παιδιά που έχουν διοριστεί από την ΔΕΗ μέχρι τα σημαντικότερα πόστα του δημοσίου, αποκαλύπτουν σταδιακά το πραγματικό πρόσωπο της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης και αποκόπτουν ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο τμήμα κεντρώων ψηφοφόρων.
Τα πεισματάρικα γεγονότα
Φυσικά η φτώχεια σε σημαντικά τμήματα των χαμηλότερων και μεσαίων στρωμάτων δεν αντιμετωπίζεται με το food pass των 22 ευρώ, ενώ στο σύνολό της η επιδοματική πολιτική αναιρεί τις προεκλογικές διακηρύξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, περί «πολιτών που θα πάρουν την ζωή στα χέρια τους και δεν θα εξαρτώνται από τα κρατικά επιδόματα».
Η φθορά της κυβέρνησης αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις με την ψαλίδα να μειώνεται αν και το κέρδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το αναμενόμενο, σε σημείο που να δημιουργούνται ερωτηματικά για το εάν και με ποιους όρους θέλει να κερδίσει ο Αλέξης Τσίπρας τις εκλογές. Πάντως τα ποιοτικά στοιχεία δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει πόντους όχι μόνο στα χαμηλότερα στρώματα, αλλά πλέον και στην μεσαία τάξη -πχ τον εμπιστεύονται περισσότερο για την αντιμετώπιση της ακρίβειας- έχει προβάδισμα στην ψήφο των νέων, έχει ισορροπήσει η αποστροφή προς τα δύο κόμματα (στο ερώτημα «ποιο κόμμα δεν θέλετε να κερδίσει τις εκλογές;» είναι ισοδύναμα ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ), ενώ πλέον τείνει να ανατραπεί και η προτίμηση των πολιτών στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις, στην οποία το Μέγαρο Μαξίμου σκοπεύει να βασίσει την προεκλογική του καμπάνια ταυτίζοντας την αυτοδύναμη Ελλάδα με την αυτοδυναμία της ΝΔ.
Φθορά και ημερομηνίες εκλογών
Η πολιτική λογική θα επέβαλε να αποφασίσει εκλογές το δυνατόν συντομότερο -αν και πλέον με τον κίνδυνο να διανύσει την προεκλογική περίοδο εν μέσω αποκαλύψεων για το σκάνδαλο των υποκλοπών. Φυσικά ο πρωθυπουργός έχει κάνει τους υπολογισμούς του, που περιλαμβάνουν προσλήψεις -ακόμη και μέσω ΑΣΕΠ στο τέλος Μαρτίου- νέες παροχές και επιδόματα περισσότερο από ένα δισ. ευρώ και μοίρασμα των υπολοίπων του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι τελευταίες πληροφορίες πάντως από το ευρύτερο περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίμου περιγράφουν πλέον ως πιθανότερες ημερομηνίες για τη πρώτη εκλογή τον Απρίλιο και για την δεύτερη τον Μάιο.
Με την παροιμιώδη αισιοδοξία της οικογένειας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ελπίζει ότι θα ανακόψει και θα αναστρέψει την πτωτική πορεία -αν και κανείς δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία του- και ότι θα κερδίσει την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές. Άλλωστε δεν έχει άλλη λύση αφού με την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη δυναμίτισε τις γέφυρες με το ΠΑΣΟΚ και κατέστρεψε την προοπτική της συγκυβέρνησης, που μέχρι τότε ήταν το επικρατέστερο σενάριο.
Η αδυναμία αυτή θα παίξει μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο στην πορεία προς τις εκλογές επηρεάζοντας κατά τι το εκλογικό αποτέλεσμα. Είναι δε και μία ευκαιρία για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ ειδικά αν ο ΣΥΡΙΖΑ πετύχει να είναι πρώτο κόμμα έστω και με μία ψήφο διαφορά. Ο μεν Αλέξης Τσίπρας έχει περιγράψει τον στόχο ήδη από την περυσινή ΔΕΘ: Κυβέρνηση των προοδευτικών δυνάμεων επί τη βάση προγραμματικής συμφωνίας.
Η αναγκαία προσέγγιση
Εσχάτως φαίνεται να αναθεωρεί και την αρχική του θέση ότι δεν μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση ηττημένων, δηλαδή δεύτερου και τρίτου κόμματος. Αυτό βέβαια αφορά την πρώτη Κυριακή. Ο δε Νίκος Ανδρουλάκης φαίνεται να υπαναχωρεί από την θέση για κυβέρνηση συνεργασίας με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο. Τώρα πια το εξαρτά από τα ποσοστά που θα πάρουν τα κόμματα και από τις αντίστοιχες έδρες. Αποδέχεται ότι δεν μπορεί να αντιπαρέλθει την λαϊκή βούληση. Ενώ όμως αποκλείει την κυβέρνηση με τη ΝΔ, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο κυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικά έχει κάθε λόγο να αναβάλλει την σχετική συζήτηση προβάλλοντας την αυτόνομη πορεία του ΠΑΣΟΚ, που επιθυμούν και οι περισσότεροι οπαδοί του κόμματος.
Εφόσον όμως η συζήτηση προχωρήσει τότε ο σχηματισμός κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ θα είναι η προοπτική απέναντι στην αμηχανία της ΝΔ που έχει μείνει δίχως συμμάχους με αποκλειστική ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως πλέον αναγνωρίζουν οι πάντες στη ΝΔ -πλην Μαξίμου. Άλλωστε οι προγραμματικές προϋποθέσεις που βάζουν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν είναι πολύ μακριά, ή πάντως οι διαφορές δεν είναι αγεφύρωτες με αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Η προοπτική της συνεργασίας και η ενδεχόμενη προεκλογική συζήτηση θα φέρει αποτελέσματα και στις κάλπες. Το τμήμα των πολιτών που δεν θέλουν περιπέτειες και ακυβερνησία θα στραφούν στην πιθανότερη λύση. Φυσικά και οι δύο έχουν εκλογικές στοχεύσεις και επιθυμούν την συζήτηση με τους δικούς του όρους ο καθένας και στον χρόνο που θα επιλέξει. Για το ΠΑΣΟΚ είναι πιο δύσκολο αφού υπάρχει πάντα η αντισύριζα συνιστώσα όσο και αν έχει υποχωρήσει και αμβλυνθεί, αφενός από την ακραία πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη στο θέμα των υποκλοπών και αφετέρου από κινήσεις του Αλέξη Τσίπρα όπως ο ορισμός της Πόπης Τσαπανίδου για εκπρόσωπο του κόμματος.