Πώς συνδικαλίστηκαν οι γλύπτες στον Μεσοπόλεμο
04/02/2019Η περίοδος του Μεσοπολέμου βρήκε τη νεότερη ελληνική γλυπτική σε ανάπτυξη. Συνδεδεμένη με τη διαιώνιση τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής μνήμης, ειδικά η γλυπτική των δημόσιων παραγγελιών πήρε σε αυτό το κλίμα τον χαρακτήρα οργάνου για συνδικαλιστική δράση.
Πριν από ενενήντα χρόνια, το 1929, εγκρίνεται, με απόφαση του Προέδρου των εν Αθήναις Πρωτοδικών, το καταστατικό του Σωματείου των Ελλήνων Γλυπτών. Ιδρυτικά μέλη του Σωματείου είναι επαγγελματίες γλύπτες, αμφοτέρων των φύλων, όπως αναγράφεται στο άρθρο 3, που επιδίδονται στη δημιουργία κυρίως μαρμάρινων δημόσιων μνημείων (προτομών, ηρώων, ανδριάντων, στηλών, διακοσμητικών).
Πρόκειται για τους Μιχάλη Τόμπρο (1889-1974), Φωκίωνα Ρωκ (1891-1945), Αντώνιο Σώχο (1888-1975), Γεώργιο Μπονάνο (1863-1940), Θωμά Θωμόπουλο (1875-1937), Πέτρο Ρούμπο (1873-1941), Πέτρο Μαυρομαρά (π. 1878-1942), Ιωάννη Βούλγαρη (1882-1960), Κώστα Φώσκολο (1875-1948), Ιωάννη Κουλουρή (1878-1966), Κωστή Παπαχριστόπουλο (1906-2004) και Κώστα Ρούμπο (1870-1937).
Με τον καιρό, τα μέλη του Σωματείου των Ελλήνων Γλυπτών πληθαίνουν. Προφανώς, η αύξηση σχετίζεται με την ιδιότυπη εκείνη κατάσταση που επικρατούσε κατά την ανάθεση κάθε είδους παραγγελιών για δημόσια γλυπτά που αναφέρονταν στους πολέμους από το 1912-13.
Έτσι συστήνονταν «ειδικές» επιτροπές με πρόσωπα άσχετα προς την καλλιτεχνική δημιουργία, που είχαν ωστόσο αναγνωρισμένα υψηλό ρόλο στις τοπικές κοινωνίες: ανώτερους στρατιωτικούς και ιεράρχες, εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, προέδρους των εμπορικών επιμελητηρίων και των συνδέσμων εφέδρων αξιωματικών, καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Οι «κριτές» αυτοί έθεταν τους δικούς τους απαράβατους όρους, που συνήθως ωθούσαν τους γλύπτες στο κιτς: φωτογραφική ομοιότητα των μορφών, λεπτομέρειες στην απόδοσή τους, έναν κάποιο στόμφο στη στάση τους, και σε ηρωικές συνθέσεις ρητορική της υπεράνω οιασδήποτε αμφισβήτησης αποδεκτής αρχαιοπρέπειας.
Νέα δεδομένα
Μέσα στην επόμενη δεκαετία, αυτήν του 1930, τα νέα δεδομένα που προέκυψαν επέβαλαν να αναθεωρηθεί το καταστατικό του Σωματείου των Ελλήνων Γλυπτών, ώστε να ανταποκρίνεται στις συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί για την ανάληψη δημόσιων έργων.
Παρά τις δυσχέρειες που το Σωματείο των Ελλήνων Γλυπτών αντιμετώπιζε με το δημόσιο, δεν είναι λίγο το ότι κατόρθωσε να του ανατεθούν οι δύο μόνες εκτεταμένες παραγγελίες της δεκαετίας του 1930: οι Μούσες της Πλατείας Ομονοίας (βλ. «Οι Μούσες της Ομόνοιας») και οι ήρωες του Πεδίου του Άρεως.
Στις 31 Μαρτίου 1938, στην 58η Γενική Συνέλευση των μελών του Σωματείου, ψηφίζεται το τροποποιημένο καταστατικό του, που εγκρίνεται στην 59η Γενική Συνέλευση της 10ης Νοεμβρίου 1938, με πρόεδρο τον Χριστόφορο Νάτσιο (1903-1977) και με γενικό γραμματέα τον Δημήτριο (Μήτσο) Περάκη (1893-1965).
Σύμφωνα με το νέο καταστατικό, ο σκοπός του Σωματείου προσδιορίζεται τριπλός: η ανάπτυξη του καλλιτεχνικού αισθήματος των μελών του, η εξυπηρέτηση των επαγγελματικών συμφερόντων τους και η κατοχύρωση του επαγγέλματός τους.
Γρήγορα αναπτύχθηκε αναμενόμενη άμιλλα μεταξύ των πλέον ενεργών μελών. Υπήρχαν γλύπτες που ειδικεύονταν στο να αναλαμβάνουν τη δημιουργία τυποποιημένων δημόσιων μνημείων, κοσμικών και ταφικών: ο Γεώργιος Δημητριάδης ο Αθηναίος (1880-1941) και ο Νικόλαος Π. Γεωργαντής ο Αθηναίος (1883-1947), με δύο εργαστήρια, ένα κάτω από τον βράχο της Ακροπόλεως και ένα κοντά στο Α’ Νεκροταφείο, διακρίθηκαν για τον ανταγωνισμό τους.
Τον Δημητριάδη τον Αθηναίο παραφθείρουν ως Λυμπεριάδη τον Νάξιο, τον πειναλέο και κακοπληρωμένο γλύπτη του έφιππου ανδριάντα του στρατηγού Λάμπρου Δεκαβάλλα, ο Αλέκος Σακελλάριος (1913-1991) και ο Χρήστος Γιαννακόπουλος (1909-1963) στη μεταπολεμική ταινία τους «Ένας ήρως με παντούφλες» γυρισμένη το 1958.
Την εμπέδωση των προθέσεων του Σωματείου των Ελλήνων Γλυπτών ανέλαβε το 1940 ο Συνεταιρισμός Ελλήνων Γλυπτών, η Συνεργατική των Μελών του Σωματείου των Ελλήνων Γλυπτών, που έδρευε στην Αθήνα, με πενταμελές διοικητικό συμβούλιο, τριμελές εποπτικό και με δεκαπέντε πρώτα μέλη.
Η προαγωγή των συμφερόντων των συνεταίρων, η εξύψωση της γλυπτικής τέχνης με την ανώτερη εκτέλεση των γλυπτικών εργασιών που θα αναλάμβαναν, και η -με όλα τα νόμιμα μέσα- προσπάθεια να ενισχυθεί το ηθικό των μελών του, διατυπώνονταν ρητά ως σκοποί του Συνεταιρισμού. Δύσκολα θα μπορούσε κανείς, με τη χρονική απόσταση που έχει μεσολαβήσει, να βεβαιώσει ότι δικαιώθηκαν οι προαναφερθέντες σκοποί.