Πώς χάσαμε μέσα από τα χέρια μας δύο δισ. για εξοπλισμούς
31/01/2024Σε αυτό το άρθρο θα εστιάσουμε στο ζήτημα της δανεικής βοήθειας και στο γενναιόδωρο δάνειο τον δύο δισ. που χάθηκε οριστικά. Η Ουάσιγκτον δεν επανήλθε φυσικά σε συζητήσεις για τα δύο δισεκατομμύρια, ενώ συνέδεσε – άμεσα και δημόσια – τα 200.000.000 δολάρια με τη συνδρομή στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με απόλυτα επιβεβαιωμένες πληροφορίες, οι διαβουλεύσεις για το δάνειο των δύο δισ. δολαρίων άρχισαν στα μέσα Οκτωβρίου του 2023, κατόπιν της θερινής δήλωσης του ιδίου του προέδρου Τζο Μπάιντεν ότι, μετά το τουρκικό αίτημα για τα F-16, αντιμετώπιζε θετικά το ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στην Ελλάδα, αναζητά επίσης “κάποια βοήθεια”. Ο Αμερικανός πρόεδρος είχε προσθέσει πως «αυτό που προσπαθώ, ειλικρινά, είναι να συγκεντρώσω μια μικρή κοινοπραξία εδώ, όπου ενισχύουμε το ΝΑΤΟ όσον αφορά τη στρατιωτική ικανότητα τόσο της Ελλάδας, όσο και της Τουρκίας και επιτρέπουμε στη Σουηδία να εισέλθει» στην Ατλαντική Συμμαχία.
Στο πλαίσιο αυτό και υπό την έγκριση και υψηλή εποπτεία του Μαξίμου, πραγματοποιήθηκαν επαφές μεταξύ αφενός στελεχών του πολιτικού-στρατιωτικού, οικονομικού και αμυντικού τμήματος της Αμερικανικής Πρεσβείας της Αθήνας και αφετέρου εκπροσώπων του γραφείου της υφυπουργού Εξωτερικών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, της αρμόδιας διεύθυνσης Βορείου Αμερικής του υπουργείου Εξωτερικών, του υπαρχηγού ΓΕΕΘΑ και του γενικού διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Το δάνειο θα χορηγείτο απευθείας μέσω του προγράμματος Foreign Military Financing (FMF) και προβλεπόταν ότι το 10% του συνολικού ποσού, δηλαδή 200.000.000 δολάρια, θα χαρακτηριζόταν ως δωρεάν βοήθεια, ώστε να εξισορροπηθεί η μακροπρόθεσμη επιβάρυνση των τόκων.
Επίσης, από τη γενικότερη προσέγγιση και τα συμφραζόμενα των Αμερικανών αξιωματούχων προέκυπτε, σαφώς, ότι δεν υπήρχαν πολλές εκκρεμότητες για την κατάρτιση του κειμένου της σύμβασης. Η έγκριση του δανείου, από τις προϊστάμενες αρχές στην Ουάσιγκτον, θεωρείτο λίγο-πολύ δεδομένη υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική απάντηση θα έπρεπε να δοθεί μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου 2023. Πρακτικά, η Ελλάδα θα εξασφάλιζε ένα τεράστιο ποσό για τις ένοπλες δυνάμεις της μετά από μόλις δίμηνες διαπραγματεύσεις, οπότε η “αμυντική εγγύηση” Μπάιντεν θα ήταν συμφέρουσα και, μεταξύ άλλων, ίσως χρηματοδοτούσε την αγορά των F-35.
Η σύνδεση με την Ουκρανία
Παρά αυτές τις σπάνια ευνοϊκές συνθήκες, το μήνυμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη προς την αμερικανική πλευρά ήταν ότι είχε “προβληματισμούς για τους οικονομικούς όρους” του δανείου των δύο δισ. Η προθεσμία υποβολής της ελληνικής απάντησης δεν τηρήθηκε και, όπως είναι αναμενόμενο σε παρόμοιες διπλωματικές και οικονομικές διαβουλεύσεις, το μήνυμα από τους αρμοδίους στην Ουάσιγκτον (που εξετάζουν, ταυτόχρονα, τα αιτήματα αρκετών ξένων κυβερνήσεων) ήταν πως το ίδιο ποσό αποφασίστηκε πλέον να χορηγηθεί σε άλλη συμμαχική χώρα. Πάντως, ακόμα και μετά την απορριπτική απόφαση, υπήρξε αμερικανική διαβεβαίωση για πιθανό μελλοντικό δάνειο και ότι παραμένουν διαθέσιμα τα 200.000.000 δολάρια, αλλά “θα ήταν χρήσιμο” να χρησιμοποιηθούν ως αποζημίωση του ελληνικού πλεονάζοντος υλικού που θα αποστελλόταν στην Ουκρανία.
Ο ‘Αντονι Μπλίνκεν αναφέρει στην επιστολή του προς τον κ. Μητσοτάκη ότι, μόνον αν η βοήθεια «ενδιαφέρει την Ουκρανία» και «εν αναμονή της εξέτασης, από τις ΗΠΑ, της κατάστασης [του υλικού] και της συνδεδεμένης αξίας του, μπορούμε να διερευνήσουμε ευκαιρίες για πιθανή πρόσθετη χρηματοδότηση έως και 200.000.000». Με λίγα λόγια, μετά τα διαπραγματευτικά λάθη της κυβέρνησης το διάστημα Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2023, χάθηκε το δάνειο δύο δισ. (με το 10% αυτού ως δωρεάν βοήθεια) και τώρα ίσως δοθεί κάποιο ποσό υπό την αποκλειστική προϋπόθεση της συνδρομής προς το μαχόμενο Κίεβο.
Άλλωστε, τη βοήθεια υποσχέθηκε, με δική του πρωτοβουλία και χωρίς αμερικανική παρότρυνση, ο κ. Μητσοτάκης προς τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, τον περασμένο Αύγουστο, όταν τον κάλεσε ως guest star στη σύνοδο των ηγετών των Δυτικών Βαλκανίων στην Αθήνα. Από τη σκοπιά της Ουάσιγκτον, δεν είναι ούτε λογικό ούτε νόμιμο, αν δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις που περιγράφονται στην επιστολή Μπλίνκεν, να πληρώσει ο Αμερικανός φορολογούμενος όσα υποσχέθηκε διμερώς ο Μητσοτάκης στον Ζελένσκι.
Το δάνειο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη
Το 1973, λίγο πριν από την πτώση της Χούντας, η ετήσια στρατιωτική βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Ελλάδα (σε τιμές εκείνης της εποχής) ήταν 73 εκατομμύρια δολάρια. Το 1981, επί κυβέρνησης Γεώργιου Ράλλη, ανήλθε σε 180 εκατομμύρια δολάρια και καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, επί Ανδρέα Παπανδρέου, κυμαινόταν, σε γενικές γραμμές, στην ετήσια ζώνη των 200 εκατομμυρίων, ακολουθώντας την αναλογία 7:10 στη βοήθεια των ΗΠΑ προς την Ελλάδα και την Τουρκία.
Τον Ιούλιο του 1990, κατά την υπογραφή της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ (MDCA), ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς και ο πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον και κύριος διαπραγματευτής, πρέσβης Χρήστος Ζαχαράκης, επέτυχαν το (ως τότε και έκτοτε) απόλυτο ρεκόρ: δωρεάν χρηματοδότηση 345.000.000 δολαρίων, διαγραφή οφειλής 50.000.000 δολαρίων, 28 Phantom (F-4Ε), 28 Κορσέρ (Α-7), έξι αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας Ρ3Α, 4 αντιτορπιλικά Adams και υπόσχεση (που τηρήθηκε) για την παραλαβή, από τις χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, μεγάλων ποσοτήτων υλικού που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα.
Η τεράστια βοήθεια δόθηκε από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα σε μία εποχή που είχε ήδη πέσει το Τείχος του Βερολίνου και διαλυόταν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ενώ η Ελλάδα και η Τουρκία είχαν ήπιες σχέσεις λόγω των συναντήσεων Παπανδρέου-Οζάλ στο Νταβός το 1988 και 1989 και των φιλικών δεσμών Μητσοτάκη-Οζάλ.
Αντίθετα, σήμερα που εξελίσσονται δύο πόλεμοι (Ουκρανία και Γάζα) και ο πρόεδρος Ερντογάν απειλεί, για πολλοστή φορά, “να ρίξει τους Έλληνες στη θάλασσα”, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχασε το δάνειο των δύο δισ. δολαρίων από τις ΗΠΑ και, μέσω της επιστολής Μπλίνκεν, θα ξεκινήσει συζητήσεις, για να εξασφαλίσει μόλις δύο μεταγωγικά C-130, 10… κινητήρες αεροσκαφών P-3 και 60 τεθωρακισμένα μάχης Bradley (που πρόσφεραν οι ΗΠΑ από τις αρχές του 2023 και η ελληνική πλευρά κωλυσιεργούσε). Πιο περίπλοκες θα είναι οι διαπραγματεύσεις για τα προσφερόμενα πλοία LCS και, ασφαλώς, τα F-35.
Προφανώς, ό,τι μπορεί να λάβει η Ελλάδα από τις ΗΠΑ – με συμφέρουσες τιμές λόγω πλεονάζοντος αμερικανικού υλικού που αποσύρεται – είναι χρήσιμο, αλλά δεν είναι δυνατόν να παρουσιάζεται ως γεγονός ιστορικής σημασίας. Άλλωστε, η Ελλάδα από το Σεπτέμβριο του 2022 ως και το φετινό καλοκαίρι θα έχει παραλάβει από τις ΗΠΑ, συνολικά, 1.200 θωρακισμένα οχήματα M-1117, χωρίς πυροτεχνήματα εντυπωσιασμού που τώρα εκτόξευσε η κυβέρνηση, ώστε να καλύψει τη σύνδεση F-35 και F-16 και τα εσωτερικά προβλήματα στη ΝΔ.