Τι συνιστά νίκη σ’ έναν πόλεμο
07/11/2025
Η νίκη, δηλαδή η ήττα ενός εχθρού ή αντιπάλου σε μάχη ή πόλεμο, είναι ο απώτερος στόχος των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ένα έθνος ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα δεν καταφεύγει στο χάος του πολέμου, χωρίς την πρόθεση να νικήσει. Ωστόσο, η νίκη ως έννοια είναι προβληματική γενικά, και ακόμη περισσότερο στο πλαίσιο των σύγχρονων ένοπλων συγκρούσεων.
Μπορεί να οριστεί μόνο με όρους συγκεκριμένων πολέμων ή μαχών και, ακόμη και τότε, δεν είναι πάντα εύκολο να γίνει καθαρή διάκριση μεταξύ νικητών και ηττημένων. Δηλαδή, μολονότι η έννοια της νίκης αποτελεί στην ουσία τον πυρήνα της στρατηγικής, παραμένει ουσιαστικά αμφιλεγόμενη. Ενδεικτικό της ασάφειας, που περιβάλλει τον όρο, είναι το γεγονός ότι, στις αρχές του 2019, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, αντιστράτηγος Αβίβ Κοτσάβι, οργάνωσε ένα “Συνέδριο για τη νίκη”.
Τον απασχολούσε η πενιχρή στρατηγική απόδοση του Ισραήλ τις τελευταίες δεκαετίες, η αδυναμία επίτευξης διαρκούς ειρήνης στην περιοχή και επιδίωκε να συγκεντρώσει ειδικούς, με την ελπίδα να βρεθεί διέξοδος από την τελματώδη κατάσταση. Στο τέλος του τετραήμερου συνεδρίου, ο στρατηγός Κοτσάβι φέρεται να παραδέχθηκε με απογοήτευση: «Όπως πάντα, το ερώτημα ήταν —και παραμένει— τι είναι η νίκη και ποιος την ορίζει· και αυτό δεν απαντήθηκε στο συνέδριο».
Για όσους έχουν ασχοληθεί σε βάθος με το ζήτημα της νίκης, αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Πλήθος ορισμών, προβληματισμών, δεικτών, ισχυρισμών και παραγόντων καθιστούν δύσκολη την αποτελεσματική αξιολόγηση του τι σημαίνει να κερδίζεις έναν πόλεμο. Αν και το πεδίο μελέτης της “νίκης” είναι αμφιλεγόμενο, ορισμένες παράμετροι αναδύονται σταθερά. Το παρόν άρθρο επιχειρεί να επισημάνει αυτές τις κοινές παραμέτρους και στο τέλος να ασχοληθεί με το ζήτημα της νίκης στις συγκρούσεις της μεταψυχροπολεμικής εποχής.
Στην αρχαία Ελλάδα, οι μάχες σπάνια διαρκούσαν περισσότερο από μία ημέρα και ήταν συχνά “αποφασιστικές”: η πλευρά που ηττάτο στο πεδίο στερούνταν πλέον τη δυνατότητα να συνεχίσει την αντίσταση. O νικητής έστηνε τρόπαιο στο πεδίο της μάχης –αποτελούμενο από τα όπλα των ηττημένων– ενώ ο ηττημένος, για να περισυλλέξει τους νεκρούς του, όφειλε να αναγνωρίσει την ήττα του.
Από τα μέσα του 17ου αιώνα, τέτοιου είδους ταχείες και αποφασιστικές νίκες έγιναν ολοένα και πιο σπάνιες. Οι επιτυχίες του Ναπολέοντα στο πεδίο της μάχης Αούστερλιτς, Ιένα και Βάγκραμ) ερμηνεύτηκαν από θεωρητικούς, όπως ο Ζομινί και ο Κλαούζεβιτς, ως απόδειξη ότι η αποφασιστική μάχη αποτελεί τον αναγκαίο πρόδρομο της νίκης. Ωστόσο, παρά τις εντυπωσιακές του νίκες, ο Ναπολέων έχασε τελικά τον πόλεμο, αναδεικνύοντας τα όρια της καθαρά επιχειρησιακής επιτυχίας.
Η ιδέα ότι ο αιφνιδιασμός και η συντριπτική ισχύς μπορούν να οδηγήσουν σε αποφασιστικές νίκες, κυριάρχησε στη δυτική στρατιωτική σκέψη από τον 19ο αιώνα έως και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, η σύμπραξη της εκβιομηχάνισης, του εθνικισμού και της γραφειοκρατικής οργάνωσης των κρατών κατά τον 19ο αιώνα, κατέστησε όλο και πιο δύσκολη την πλήρη καταστροφή της στρατιωτικής και πολιτικής ικανότητας ενός αντιπάλου και, κατ’ επέκταση την επίτευξη αποφασιστικής νίκης.
Παράμετροι της νίκης
Κάποιες από τις παραμέτρους της νίκης, που εμφανίζονται συχνά στους πολέμους είναι οι παρακάτω:
Πολιτικοί στόχοι και μετατροπή τους σε στρατηγικούς και επιχειρησιακούς αντικειμενικούς σκοπούς: Η πρώτη και πιο κρίσιμη παράμετρος αφορά τη δυσκολία μετατροπής των πολιτικών προθέσεων σε σαφείς στρατηγικούς στόχους. Οι πολιτικοί στόχοι πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο συγκεκριμένοι και μετρήσιμοι. Αόριστες έννοιες, όπως η “νίκη” ή η “δημοκρατία”, όπως συνέβη στους αμερικανικούς πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, δημιουργούν περισσότερο σύγχυση, παρά κατεύθυνση. Η εξ αρχής διατύπωση σαφών πολιτικών στόχων δεν είναι πάντοτε εφικτή. Όπως έλεγε ο στρατηγός Ντέιβιντ Ρίτσαρντς, διοικητής μου στο Αφγανιστάν: «Η πολιτική κατεύθυνση είναι πολύ καλή, αρκεί να την έχεις».
Η νίκη και τα επίπεδα του πολέμου: Η πρώτη οργανωτική αρχή για την κατανόηση της νίκης είναι ότι αυτή εκδηλώνεται σε ένα συνεχές: τακτικό, επιχειρησιακό και στρατηγικό επίπεδο. Ωστόσο, η σχέση μεταξύ αυτών δεν είναι γραμμική. Μια τακτική επιτυχία δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη επιχειρησιακή επιτυχία, ούτε η τελευταία εγγυάται στρατηγική νίκη. Μπορεί να επιτύχεις στόχους σε ένα επίπεδο, ενώ ο αντίπαλος να υπερισχύσει σε άλλο.
Η Ελλάδα κέρδισε τις περισσότερες μάχες στη Μικρασιατική Εκστρατεία, αλλά έχασε τον πόλεμο, μετά την ήττα στην τελευταία κρίσιμη μάχη. Παρότι η Αίγυπτος ηττήθηκε στο πεδίο κατά τον Πόλεμο του 1973, ο Σαντάτ πέτυχε τους πολιτικούς του στόχους. Οι ΗΠΑ κέρδισαν σχεδόν όλες τις μάχες στο Βιετνάμ, αλλά έχασαν τον πόλεμο. Συνεπώς, η καταστροφή των εχθρικών δυνάμεων είναι αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την επίτευξη των πολιτικών σκοπών. Ένας Βρετανός αναλυτής θεωρεί ότι η “νίκη” είναι τακτικός όρος και δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε στρατηγικό επίπεδο – χρησιμοποιείται από ποιητές και πολιτικούς.
Οι διαβαθμίσεις της νίκης: Άλλοι θεωρητικοί προτείνουν ότι η νίκη δεν έχει επίπεδα, αλλά κινείται σε μια ολισθαίνουσα κλίμακα. Ακόμη και ο Κλαούζεβιτς, μολονότι θεωρείται υπέρμαχος της αποφασιστικής μάχης, παραδέχθηκε ότι «υπάρχει έλλειμμα στην ορολογία μας, καθώς για μια ολοκληρωτική νίκη και για μια περιορισμένη νίκη έχουμε μόνο μία και την ίδια λέξη». Η νίκη και η ήττα, αν και αντιθετικές, δεν είναι δυαδικές έννοιες. Υπάρχουν πολυάριθμα σημεία κατά μήκος της κλίμακας, που εκφράζουν διαφορετικούς βαθμούς επιτυχίας ή αποτυχίας. Έτσι, μια νίκη μπορεί να είναι καθοριστική ή μερική, προσωρινή ή αμφίσημη, ανάλογα με το κατά πόσον επιλύει ή όχι τα υποκείμενα πολιτικά ζητήματα.
Το αποτέλεσμα του πολέμου δεν είναι οριστικό. Ακόμη και μια ολοκληρωτική ήττα δεν εξαλείφει την πρόθεση μιας κοινωνίας να εκδικηθεί ή να ανασυνταχθεί. Οι Γάλλοι προετοιμάζονταν για ρεβάνς, μετά την ήττα τους το 1870. Οι Γερμανοί πίστεψαν ότι δεν ηττήθηκαν το 1918, αλλά “μαχαιρώθηκαν πισώπλατα”, γεγονός που διευκόλυνε την άνοδο του Χίτλερ. Ο Κεμάλ αρνήθηκε να αποδεχθεί τη Συνθήκη των Σεβρών και δύο χρόνια αργότερα οδήγησε την Τουρκία σε νικηφόρα εκστρατεία κατά της Ελλάδας, που κατέληξε στη Συνθήκη της Λωζάνης. Αντίθετα, η Ελλάδα αποδέχθηκε την ήττα της στην Κύπρο το 1974, εξορθολογίζοντας την αδράνειά της με παραλλαγές του ίδιου “μύθου του πισώπλατου μαχαιρώματος” και μεταθέτοντας την επίλυση του ζητήματος σε διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΗΕ.
Από το Ιράκ στον Λίβανο
Οι σύγχρονες συγκρούσεις έδειξαν ότι συχνά έχουν ασαφή όρια, όπως για παράδειγμα η σύγκρουση ΗΠΑ-Ιράκ. Το 1991, οι ιρακινές δυνάμεις ηττήθηκαν γρήγορα σε έναν πόλεμο που φαινομενικά ήταν σύντομος και αποφασιστικός. Ωστόσο, επειδή οι ΗΠΑ αποφάσισαν να μην καταλάβουν τη χώρα, ο πόλεμος άφησε τον Σαντάμ Χουσεΐν στην εξουσία, δημιουργώντας μία “εκκρεμότητα”. Το 2003, οι ΗΠΑ εισέβαλαν ξανά, ανέτρεψαν το καθεστώς, αλλά δεν εξασφάλισαν σταθερή ειρήνη. Οι εξεγέρσεις που ακολούθησαν οδήγησαν σε έναν πόλεμο νέου τύπου. Παρότι οι αμερικανικές δυνάμεις αποχώρησαν το 2011, η αστάθεια συνεχίζεται έως σήμερα.
Παρόμοια, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν το 2001 ξεκίνησε με σαφείς στόχους και αρχική επιτυχία, αλλά χωρίς συνεκτική στρατηγική για το επόμενο στάδιο. Οι Αμερικανοί δεν ηττήθηκαν από τακτικό στρατό, αλλά από έναν επίμονο, ασύμμετρο αντίπαλο, που αξιοποίησε τον χρόνο ως στρατηγικό πλεονέκτημα. Η επιστροφή των Ταλιμπάν το 2021 ανέδειξε τη διαφορά ανάμεσα στη στρατιωτική νίκη και τη στρατηγική επιτυχία. Η πικρή εμπειρία των πολέμων, μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, βρήκε την αντανάκλασή της στο Αμυντικό Δόγμα της Βρετανίας, το οποίο επισημαίνει: «Οι προσπάθειες επίλυσης σημαντικών ζητημάτων ασφαλείας μόνο με στρατιωτικά μέσα σπάνια επιτυγχάνουν μακροπρόθεσμα, ακόμη και αν αρχικά απολαμβάνουν φαινομενική επιτυχία».
Η νίκη του Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 –υποδειγματική περίπτωση ταχείας νίκης– το άφησε να κατέχει μια μεγάλη περιοχή με εχθρικούς πληθυσμούς. Δημιούργησε έτσι τις προϋποθέσεις για πολλούς από τους πολέμους που ακολούθησαν, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αναζωπυρώθηκαν με τις επιθέσεις της Χαμάς το 2023. Έκτοτε, το Ισραήλ διεξήγαγε εκστρατείες στη Λωρίδα της Γάζας, από την οποία είχε αποσυρθεί το 2005 και εναντίον της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Και οι δύο συγκρούσεις προκάλεσαν τεράστιο αριθμό θυμάτων μεταξύ των αμάχων και εκτεταμένες καταστροφές σε αστικές περιοχές και υποδομές.
Ωστόσο, η περίπτωση του Λιβάνου θα μπορούσε να θεωρηθεί επιτυχία, καθώς η Χεζμπολάχ συμφώνησε σε κατάπαυση του πυρός, ενώ ο πόλεμος στη Γάζα βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη, κάτι που προηγουμένως είχε δηλώσει ότι δεν θα έκανε. Το Ισραήλ επιτέθηκε τον περασμένο Ιούνιο στο Ιράν με αεροπορικές επιδρομές και πυραύλους και με αμερικανική συμβολή. Ο πρόεδρος Τραμπ διακήρυξε νίκη ισχυριζόμενος ότι οι ζωτικές πυρηνικές εγκαταστάσεις είχαν “εξαφανιστεί πλήρως και ολοκληρωτικά”, αν και κάτι τέτοιο παραμένει αμφίβολο. Ενώ μετά μετά από 12 ημέρες βομβαρδισμών, Ισραήλ και Ιράν συμφώνησαν σε εκεχειρία, η σύγκρουση θα έχει και άλλους γύρους.
O πόλεμος σε Γάζα και Ουκρανία
Μετά από δύο σχεδόν χρόνια πολέμου και δύο εκεχειρίες, Ισραήλ και Χαμάς υπέγραψαν στις 9 Οκτωβρίου το ειρηνευτικό σχέδιο του προέδρου Τραμπ. Το αποτέλεσμα στη Γάζα δεν συνιστά νίκη του Ισραήλ, επειδή είχε θέσει ως στόχο την πλήρη εξάλειψη της Χαμάς, κάτι που δεν επιτεύχθηκε. Αν και έχει υποστεί σοβαρές απώλειες, η Χαμάς εξακολουθεί να λειτουργεί και θα έχει ρόλο στη μεταπολεμική κατάσταση, ανεξάρτητα αν μετονομαστεί ή μετεξελιχθεί. Η πλήρης καταστροφή της Χαμάς ήταν ασφαλώς στρατιωτικός στόχος. Το Ισραήλ απέφευγε οποιαδήποτε αναφορά για το δέον γενέσθαι μετά την εκπλήρωση του στρατιωτικού στόχου.
Δύσκολη η αισιοδοξία για την πορεία του ειρηνευτικού σχεδίου, δεδομένης της προϊστορίας των ειρηνευτικών προσπαθειών στη Μέση Ανατολή. Βρέθηκα στην περιοχή πριν από 30 χρόνια, ως παρατηρητής των πρώτων παλαιστινιακών εκλογών, αμέσως μετά τη δολοφονία του Γιτζάκ Ράμπιν, τον Νοέμβριο 1995. Επρόκειτο για την περίοδο υλοποίησης των Συμφωνιών του Όσλο, σύμφωνα με τις οποίες η Παλαιστινιακή Αρχή ανέλαβε ορισμένες εξουσίες στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Παρά την αισιοδοξία που επικρατούσε τότε, εκείνη η ειρηνευτική διαδικασία ναυάγησε.
Τον Φεβρουάριο 2022, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Υποτίθεται ότι θα κέρδιζε τον πόλεμο σε λίγες μέρες. Ο πόλεμος συνεχίζεται για τέταρτο χρόνο με εξαντλητικές μάχες, αντί για τολμηρούς ελιγμούς. Όταν ένα σχέδιο βραχυπρόθεσμου πολέμου δεν αποφέρει την αναμενόμενη νίκη, η πρόκληση για τους ηγήτορες είναι να επιτύχουν μια νέα ευθυγράμμιση μεταξύ μέσων και σκοπών. Τον Σεπτέμβριο 2022, ο πρόεδρος Πούτιν συνειδητοποίησε ότι η Ρωσία διακινδύνευε με ήττα, εκτός αν μπορούσε να αυξήσει τον αριθμό των στρατευμάτων και να θέσει την οικονομία της σε πολεμική βάση. Δηλαδή το Κρεμλίνο αύξησε τα μέσα και περιόρισε τους στόχους του: Τώρα επιδιώκει να καταλάβει τις τέσσερις ουκρανικές επαρχίες και απαιτεί την ουδετερότητα της Ουκρανίας.
Ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας είναι πιθανότερο να τελειώσει με κατάπαυση του πυρός, παρά με σαρωτική στρατιωτική νίκη. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί κατάρρευση της Ουκρανίας, αν και η Δύση είναι πιθανό να την αποτρέψει. Η ειρηνευτική διαδικασία του Τραμπ έχει εξασθενήσει, αλλά, μετά τους επαίνους που δέχεται για τη Γάζα, ίσως προσπαθήσει ξανά. Τέλος, το κρίσιμο ερώτημα για την Ελλάδα είναι –αν δεν το έχει ήδη απαντήσει– τι συνιστά νίκη σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο.





