Χλιαρές οι ελληνικές αντιδράσεις για τη συμμετοχή της Τουρκίας στην πολεμική βιομηχανία της ΕΕ
21/05/2025
Οι πρεσβευτές της Ελλάδας, στις πρωτεύουσες των εταίρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ολοκληρώνουν τον κύκλο των ταυτόχρονων διαβημάτων τους σχετικά με τις προβλέψεις του Κανονισμού SAFE για τη συμμετοχή της Τουρκίας στο μετοχικό κεφάλαιο ή βιομηχανικά προγράμματα των αμυντικών ομίλων των «27».
Το θέμα είναι σημαντικότατο. Αφενός, ως προς την αύξηση των στρατιωτικών, οικονομικών και τεχνολογικών δυνατοτήτων της γειτονικής χώρας με στόχο ανάδειξής της σε ισχυρή περιφερειακή δύναμη. Φαίνεται, πλέον, πολύ μακρινή η εποχή, πριν από την έναρξη της ημέτερης οικονομικής κρίσης του 2010, όταν διατηρείτο μία διαχειρίσιμη ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο.
Αφετέρου, το ζήτημα είναι κρίσιμο ως προς τη θεσμική, ηθική και πρακτική διάστασή του. Γιατί οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι (συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων) θα πληρώνουν έμμεσα -και οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα δανειοδοτούν άμεσα- αμυντικούς ομίλους με τουρκική ιδιοκτησία (π.χ. η ιταλική Piaggio) ή υπεργολαβική παραγωγική συνεργασία.
Κοινώς, θα ενισχύεται με «φρέσκο», φθηνό χρήμα η χώρα που κατέχει τη μισή Κύπρο και απειλεί διαρκώς την Ελλάδα, ενώ συμμορφώνεται μόλις κατά 6% (!) στις απαιτήσεις της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ).
Η αποτυχία της ελληνικής διπλωματίας
Όμως οι φιλότιμες προσπάθειες των Ελλήνων διπλωματών είναι ήδη υπονομευμένες (ορθότερα: αυτο-υπονομευμένες) και τα διαβήματά τους πολύ καθυστερημένα. Έλαβαν οδηγίες από την Κεντρική Υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών μόλις πριν από λίγες ημέρες, χωρίς να έχει προηγηθεί μία – αυτονόητα επιβεβλημένη – πρωτοβουλία κορυφής από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον αρμόδιο υπουργό, Γιώργο Γεραπετρίτη.
Αναμενόμενο, επομένως, οι απαντήσεις, που λαμβάνουν οι πρεσβευτές, να κυμαίνονται -ανάλογα με τη χώρα διαπίστευσής τους- από την υπεκφυγή «θα δούμε» και τη δικαιολογία «χρειαζόμαστε πολλά μη μέλη της ΕΕ έναντι της Ρωσίας» ως την ωμότητα (έστω ευγενικά κεκαλυμμένη) ότι «αυτά τακτοποιούνται σε διμερές επίπεδο κορυφής ή μέσω της Κομισιόν και αργήσατε».
Πραγματικά, η ελληνική πλευρά έχει αργήσει, καθώς το αρχικό σχέδιο κειμένου του SAFE (Security Action for Europe-Δράση για την Ασφάλεια στην Ευρώπη) εκδόθηκε στα μέσα Μαρτίου. Ως γνωστόν, ακόμα και δύο μήνες αποτελούν τεράστιο χρονικό διάστημα στα κρίσιμα διπλωματικά θέματα. Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, αν ληφθεί υπόψη ότι η απόφαση συνεργασίας ΕΕ-Τουρκίας ελήφθη στη σύνοδο κορυφής της 17ης-18ης Απριλίου 2024.
Τότε, ο κ. Μητσοτάκης πέτυχε (και πρέπει να του πιστωθεί) την εισαγωγή συμπληρωματικής παραγράφου ότι η συνεργασία με την Άγκυρα πρέπει να γίνει «με σταδιακό, αναλογικό και αναστρέψιμο τρόπο, με την επιφύλαξη πρόσθετων κατευθυντήριων γραμμών από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο».
”Απών” από τις εξελίξεις στην ΕΕ ο Μητσοτάκης
Ωστόσο, έκτοτε (επί 13 ολόκληρους μήνες) ο Πρωθυπουργός δεν έπραξε τίποτα ουσιαστικό -πόσο μάλλον αποτελεσματικό- για την αναστροφή της δυσμενούς πορείας και την έγκριση πρόσθετων όρων. Ούτε στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (όπως ρητά είχε προβλεφθεί) ούτε στις διμερείς συναντήσεις με τους ηγέτες των ισχυρότερων μελών της ΕΕ. Πρόκειται για ακατανόητη στάση με τα εξής αποτελέσματα:
Πρώτον, η απόρριψη ή επί μακρόν αναβολή συμμετοχής της Τουρκίας, αν και μέχρι πρότινος ήταν ρεαλιστική (αφού πολλές χώρες-μέλη έχουν εντονότατες αντιρρήσεις), είναι τώρα ανέφικτη. Προ εβδομάδος, ο Γερμανός καγκελάριος Φρ. Μερτς ήταν σαφής προς τον Έλληνα πρωθυπουργό ότι πρόκειται για «κόκκινη γραμμή» του. Ταυτόσημη στάση τηρούν οι Δανία, Εσθονία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Ολλανδία, Σουηδία και Φιλανδία.
Δεύτερον, έχουν απορριφθεί οι περισσότερες εναλλακτικές διατυπώσεις, που κατέθεσε η Αθήνα, για την απόφαση που αναμένεται να ληφθεί, μάλλον, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της 27ης Μαΐου. Έλληνες διπλωμάτες ελπίζουν πως η Πολωνική Προεδρία θα καταθέσει, τελικά, πρόταση, για τον SAFE, σύμφωνη προς το άρθρο 212 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (λήψη αποφάσεων με ομοφωνία και όχι με ειδική πλειοψηφία), αλλά είναι άγνωστο πώς θα αντιδράσουν οι προαναφερθείσες χώρες. Πάντως, ακόμα κι αν υπάρξει αναφορά στο άρθρο 212, τα εκάστοτε αιτήματα συμμετοχής της Τουρκίας θα εξετάζονται με τους ίδιους αρνητικούς -για την Ελλάδα- συσχετισμούς, όπως σήμερα.
Τρίτον, ουδείς ηγέτης χώρας-μέλους της ΕΕ πιστεύει ότι όντως ο κ. Μητσοτάκης έχει ως προτεραιότητα το «μπλοκάρισμα» ή την επιβολή πρόσθετων όρων στην Άγκυρα. Αν ο Πρωθυπουργός προέκρινε αυτήν την επιλογή, δεν θα απουσίαζε από τη σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας (ΕΠΚ) την περασμένη Παρασκευή, στα Τίρανα, όπου θα έβλεπε συγκεντρωμένους τους άλλους 26 εταίρους.
Ο ρόλος που δεν έπαιξε ο ΠτΔ
Αντί αυτού, η χώρα εκπροσωπήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Τασούλα, ο οποίος εκφώνησε ομιλία με γενικολογίες και προέβη σε μακροσκελέστατη δήλωση. Στη δήλωση του κ. Τασούλα, περιλαμβανόταν η παρενθετική πρόταση, μόλις 16 λέξεων, ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση ήδη συζητάει το θέμα της χρηματοδότησης της άμυνάς της μέσω του προγράμματος SAFE».
Απουσίαζε η κρίσιμη λέξη «Τουρκία» σαν το ζήτημα να μην απασχολεί καν την Ελλάδα και σαν να ομιλούσε κάποιος αδιάφορος παρατηρητής προερχόμενος από τρίτη χώρα. Αντίθετα, ο Βρετανός πρωθυπουργός, Σερ Κιρ Στάρμερ, έσπευσε στα Τίρανα, για να λειάνει ακόμα και την τελευταία λεπτομέρεια ενόψει της συνόδου ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου της 19ης Μάϊου, επιτυγχάνοντας άριστους όρους για τις εμπορικές σχέσεις και τα κοινά προγράμματα αμυντικών παραγωγών και προμηθειών.
Δεν αρκέστηκε στο παραδοσιακό πλεονέκτημα των ευφυών τακτικών του Φόρεϊν Όφις, αλλά αγωνίστηκε – σε αντίθεση με τους κυρίους Τασούλα και Μητσοτάκη – για το μέγιστο μέχρι την τελευταία στιγμή. Εγκυρότατη πηγή υπογραμμίζει πως ο Πρόεδρος και ο Πρωθυπουργός είχαν προειδοποιηθεί από αρμόδιο διπλωμάτη – στενότατα συνδεόμενο με τον δεύτερο – για τη σημασία των ύστατων επαφών στην ΕΠΚ. Η γνώμη του δεν εισακούστηκε.