Αντισυνταγματικές τροπολογίες τελευταία στιγμή πριν τις εκλογές
07/06/2019Γράφει ο Ξενοφών Κοντιάδης* –
Το φαινόμενο της παρείσφρησης διατάξεων άσχετων προς το κύριο αντικείμενο νομοσχεδίων δεν είναι νέο, παρότι το Σύνταγμα ρητά την απαγορεύει. Η σημερινή κυβέρνηση προωθεί με διαδικασίες επείγοντος χαρακτήρα τη συζήτηση και ψήφιση νομοσχεδίων, στα οποία μάλιστα θα περιλαμβάνεται σειρά τροπολογιών με πελατειακά και ψηφοθηρικά χαρακτηριστικά.
Παρά την επίσημα εξαγγελθείσα διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών την επόμενη εβδομάδα, η Κυβέρνηση προωθεί με διαδικασίες επείγοντος χαρακτήρα τη συζήτηση και ψήφιση νομοσχεδίων, στα οποία μάλιστα θα περιλαμβάνεται σειρά τροπολογιών με πελατειακά και ψηφοθηρικά χαρακτηριστικά.
Το φαινόμενο της παρείσφρησης διατάξεων άσχετων προς το κύριο αντικείμενο νομοσχεδίων δεν είναι νέο, παρότι το Σύνταγμα ρητά την απαγορεύει. Σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ.5 του Συντάγματος, νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου ή προσθήκη ή τροπολογία που περιέχουν διατάξεις άσχετες με το κύριο αντικείμενό τους δεν εισάγονται για συζήτηση. Η διάταξη αυτή καταστρατηγείται συστηματικά χωρίς να ελέγχεται από τα δικαστήρια, που συνεχίζουν να ακολουθούν την παραδοσιακή αλλά ξεπερασμένη πλέον θεωρία των interna corporis, δηλαδή της επιλογής να μην ελέγχονται δικαστικά τα εσωτερικά διαδικαστικά βήματα που ακολουθεί η Βουλή.
Αδικαιολόγητες παθογένειες
Η έλλειψη συνοχής των νομοθετημάτων και η μαζική κατάθεση ετερόκλητων τροπολογιών της τελευταίας στιγμής, χωρίς προηγούμενη ουσιαστική επεξεργασία και έλεγχο, αποτελούν σοβαρές παθογένειες που επιτάθηκαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Είναι όμως παντελώς αδικαιολόγητες και κατάπτυστες όταν χρησιμοποιούνται από την Κυβέρνηση απροκάλυπτα για την εξυπηρέτηση προεκλογικών σκοπιμοτήτων και ορθώς καταγγέλθηκαν από σύσσωμη την αντιπολίτευση, η οποία αρνήθηκε να συμπράξει στη συζήτηση και ψήφισή τους.
Ο συνδυασμός αφενός της πρακτικής των άσχετων διατάξεων, της ταχείας ή επείγουσας νομοθέτησης χωρίς να συντρέχει ουσιώδης λόγος και της καταχρηστικής κατάθεσης υπουργικών ή βουλευτικών τροπολογιών και, αφετέρου, της πελατειακής εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων προς άγραν ψήφων συγκροτούν ένα μείγμα που όχι απλώς υποβαθμίζει τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και την ποιότητα της νομοθεσίας, αλλά προσβάλει βάναυσα την αρχή του κράτους δικαίου.
Αυτή η κοινοβουλευτική συμπεριφορά της κυβερνητικής πλειοψηφίας μας αναγκάζει να στραφούμε στην αναζήτηση λύσεων που θα εμπλέκουν ευθέως τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τα δικαστήρια στον έλεγχο εφαρμογής των κρίσιμων συνταγματικών διατάξεων, στο πλαίσιο μιας μελλοντικής αναθεώρησης. Ωστόσο, στην παρούσα συγκυρία, καθώς απομένει ένας μήνας μέχρι τις βουλευτικές εκλογές, εναπόκειται στο εκλογικό σώμα να αξιολογήσει, εκτός των άλλων, και τις συγκεκριμένες επιλογές της Κυβέρνησης.
*Ο Ξενοφών Κοντιάδης είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και Πρόεδρος του Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου