Γεωπολιτική της Ενέργειας στη συριακή κρίση
10/04/2018Γράφει η Αντωνία Δήμου * –
Η γεωπολιτική της ενέργειας ως ο ανταγωνισμός που συντελείται σε γεωγραφικό χώρο όπου υφίστανται ενεργειακοί πόροι κατέχει κεντρική θέση στην συριακή σκακιέρα. Ξένοι παίκτες επιδιώκουν τον έλεγχο των αποθεμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου καθώς και των αγωγών μεταφοράς ενέργειας με προεξέχοντες την Ρωσία, το Ιράν, το Κατάρ, την Τουρκία και τις ΗΠΑ.
Ο έλεγχος των ενεργειακών οδών στην βόρεια Συρία εξηγεί εν πολλοίς την στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας στην πόλη Αφρίν και της πρόθεσης για επέκταση στην πόλη Μανμπίζ. Και τούτο διότι η πόλη Μανμπίζ που ανήκει διοικητικά στην περιφέρεια του Χαλεπίου αποτελεί μία εκ των σημαντικότερων αγορών πετρελαίου από το έδαφος της οποίας διέρχονται αγωγοί μεταφοράς ενέργειας από το Ιράκ στη Συρία και την περιφέρεια του Ιντλίμπ, διασχίζοντας την πόλη του Χαλεπίου και φθάνοντας στις πόλεις Ράκκα και Ντέιρ Εζόρ στα ανατολικά και βορειοανατολικά της αραβικής χώρας.
Καθίσταται προφανές ότι όποιος ελέγχει την πόλη Μανμπίζ αυτόματα ελέγχει τους αγωγούς μεταφοράς πετρελαίου στη Συρία. Η πρόσφατη ανάπτυξη επομένως γαλλικών στρατευμάτων πέριξ και εντός της πόλης Μανμπίζ προς ενίσχυση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων που στηρίζονται από τις ΗΠΑ εντάσσεται στο στρατηγικό πλάνο αφενός αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας και αφετέρου ελέγχου της ροής ενέργειας από τις αμερικανικά υποστηριζόμενες δυνάμεις.
Η επιρροή των ΗΠΑ σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές της Συρίας έχει εδραιωθεί μέσω των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) και με την απόκτηση σημαντικών πλεονεκτημάτων έναντι του Ισλαμικού Κράτους στον έλεγχο πετρελαιοπηγών, όπως τις πετρελαιοπηγές αλ-Όμαρ (al-Omar) και Τάνακ (Tanak).
Η σπουδαιότητα του αμερικανικού ελέγχου των ενεργειακών υποδομών κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως διαπραγματευτικό χαρτί στο πλαίσιο μελλοντικών διαπραγματεύσεων με το καθεστώς Άσσαντ όσο και ως μέσο για την εξεύρεση νέων αγορών προωθώντας την κατασκευή νέου αγωγού που θα συνδέει ενεργειακά τη Συρία με το ιρακινό Κουρδιστάν του οποίου το υφιστάμενο δίκτυο αγωγών επιτρέπει την μεταφορά συριακής ενέργειας στην ευρωπαϊκή αγορά.
Τα εκτιμώμενα οφέλη από την εν λόγω επιλογή εξαγωγής ενέργειας είναι πολλαπλά προωθώντας ευρύτερα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή, όπως την οικονομική στήριξη της Περιφερειακής Κυβέρνησης του Κουρδιστάν (KRG).
Ειδικότερα, στην περίπτωση ενεργειακής σύνδεσης της Συρίας με το Ιρακινό Κουρδιστάν, η περιφερειακή κυβέρνηση υπολογίζεται ότι θα κερδίσει έσοδα από τα πάσης φύσεως ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ (ROYALTIES) που προκύπτουν από την μεταφορά ενέργειας τα οποία δύναται να μετριάσουν την υφιστάμενη κρίση του προϋπολογισμού αλλά και να χρηματοδοτήσουν τη συνέχιση του αγώνα εναντίον του Ισλαμικού Κράτους.
Την ίδια στιγμή, ο έλεγχος των δύο μεγαλύτερων συριακών φραγμάτων υδάτων από τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις ενισχύει έτι περαιτέρω την παρουσία των ΗΠΑ στην αραβική χώρα.
Πρόκειται για το φράγμα Τάμπκα (Tabqa), που παράγει ενέργεια ισχύος 824 MW, αποτελώντας βασική πηγή για την ύδρευση, την ενίσχυση της γεωργίας και την παραγωγή ηλεκτρισμού στον Ευφράτη 25 χιλιόμετρα δυτικά της πόλης Ράκκα (Raqqah) καθώς και για έτερο σοβιετικής κατασκευής φράγμα στην δυτική Ράκκα.
Η ευρείας κλίμακας καταστροφή των πύργων και σταθμών ελέγχου των δύο φραγμάτων προσφέρει την ευκαιρία για ανάπτυξη και επανασχεδιασμό των εγκαταστάσεων με την εισαγωγή προηγμένης αμερικανικής τεχνολογίας υποκαθιστώντας την πεπαλαιωμένη σοβιετική.
Διαβάστε τη συνέχεια στο defence-point.gr
* Η Αντωνία Δήμου είναι επικεφαλής του Τομέα Μέσης Ανατολής στο Ινστιτούτο Άμυνας και Ασφάλειας με έδρα την Αθήνα και εταίρος στο Κέντρο για την Ανάπτυξη της Μέσης Ανατολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, Λος Αντζελες (UCLA) στις ΗΠΑ.