Γιατί η συμφωνία για το Brexit τελικά… δεν είναι κακή!
02/12/2018Γράφει ο Wolfgang Münchau –
Υπάρχει ένας σίγουρος τρόπος για να αναγνωρίζει κανείς πολιτικούς και σχολιαστές που δεν έχουν διαβάσει το Άρθρο 50 της συνθήκης της Λισαβόνας. Αυτό που τους προδίδει, είναι η εφησυχασμένη και λανθασμένη παραδοχή ότι ένα χωρίς συμφωνία Brexit είναι αδύνατο, επειδή δεν υπάρχει πλειοψηφία για αυτό στη Βουλή των Κοινοτήτων. Η πραγματικότητα είναι πως μια καμπάνια για την ακύρωση του δημοψηφίσματος του 2016 είναι κυριολεκτικά αδύνατη, χωρίς τη ρητή στήριξη της κυβέρνησης.
Όταν μέλη της βρετανικής κυβέρνησης παραιτήθηκαν λίγες ώρες μετά τη δημοσίευση της συμφωνίας αποχώρησης ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν αδύνατο να την είχαν διαβάσει, πόσο μάλλον να χωνέψουν τα πιο λεπτά σημεία της. Πολλοί από τους βουλευτές που αποκήρυξαν την πολύ μικρότερη πολιτική διακήρυξη δεν την είχαν επίσης διαβάσει.
Αν το είχαν κάνει, μπορεί να είχαν ανακαλύψει ότι τελικά δεν είναι και μια τόσο κακή συμφωνία. Δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία με την Ε.Ε. στη βάση των προτάσεων του Εργατικού κόμματος. Δεν μπορεί να είσαι σε μια τελωνειακή ένωση με πλήρη έλεγχο της μετανάστευσης, ούτε μπορεί να υπάρξει συμφωνία χωρίς δίχτυ ασφαλείας για τα ιρλανδικά σύνορα.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να είχε επιλέξει διαφορετικές σχέσεις για τη μετά Βrexit εποχή: μια πλήρη τελωνειακή ένωση ή το συχνά παρεξηγημένο νορβηγικό μοντέλο, το οποίο εγγυάται πρόσβαση στην ενιαία αγορά μαζί με τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών. Αλλά το βρετανικό κοινοβούλιο αποφάσισε αυτή τη συγκεκριμένη εκδοχή Brexit, όταν συμφώνησε στο νόμο περί αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο οποίος ακυρώνει το νόμο του 1972 περί Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και απαιτεί από τη βρετανική κυβέρνηση να διασφαλίσει τη συνέχιση της συνεργασίας βορρά-νότου στην Ιρλανδία.
Ένας καλός τρόπος για να αξιολογήσει κανείς τη συμφωνία αυτή είναι να την εξετάσει από την άλλη πλευρά. Μπορεί να εκπλαγείτε, αν διαπιστώσετε ότι και στην Ε.Ε. δεν είναι κανένας ιδιαίτερα χαρούμενος. Είναι η εναλλακτική του «Καναδά συν» που η Ε.Ε. διαμήνυσε σε κάποιο σημείο ότι δεν θα συμφωνήσει ποτέ: μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου εντός μιας ευρύτερης συμφωνίας σύνδεσης. Θα κρατήσει το Ηνωμένο Βασίλειο στενά εναρμονισμένο με την Ε.Ε., αλλά χωρίς δικαιοδοσία των ευρωπαϊκών δικαστηρίων. Επιτρέπει επίσης στο Ηνωμένο Βασίλειο να συγκροτήσει μια ανεξάρτητη μεταναστευτική πολιτική.
Η τελική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου δεν θα έχει τα πλεονεκτήματα μιας τελωνειακής ένωσης. Αλλά δεν θα έχει και τις ίδιες υποχρεώσεις. Ήταν μια επιλογή που έπρεπε να κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο. Η μελλοντική εμπορική συμφωνία θα διατηρήσει στο μηδέν τους δασμούς για τα βιομηχανικά προϊόντα και θα μειώσει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες στα σύνορα. Θυμάμαι πολλούς που προέβλεπαν ότι η Ε.Ε. δεν θα προσφέρει ποτέ μια τέτοια συμφωνία.
Η Ε.Ε. συμβιβάστηκε ακόμα και στο ιρλανδικό ζήτημα, όταν συμφώνησε σε ένα δίχτυ ασφαλείας για το σύνολο του Ηνωμένου Βασιλείου. Από την οπτική της Ε.Ε., είναι κάτι δυνητικά προβληματικό. Είναι μια περίοδος κατά την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα είναι πλέον μέλος της Ε.Ε. Δεν θα συνεισφέρει στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. και ωστόσο θα έχει απρόσκοπτο εμπόριο εντός της τελωνειακής ένωσης.
Είναι μια ενδιάμεση λύση που αφήνει όσο καμία άλλη και «την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο». Είναι τρελό να πιστεύει κανείς ότι η Ε.Ε. θέλει να κρατήσει για πάντα το Ηνωμένο Βασίλειο στο «καθαρτήριο» του διχτυού ασφαλείας. Αντίθετα, είναι πολύ πιο πιθανό να καταλήξει η βρετανική κυβέρνηση στο συμπέρασμα ότι το δίχτυ ασφαλείας είναι ένα μάλλον βολικό μέρος. Πολύ πιο βολικό από αυτό μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου.
Από τη σκοπιά των υποστηρικτών της παραμονής, η συμφωνία αποχώρησης κρατάει ανοιχτές διάφορες επιλογές, οι οποίες σε διαφορετική περίπτωση θα έκλειναν σε τέσσερις μήνες. Η μία είναι μια επίσημη τελωνειακή ένωση ή η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών στα πρότυπα του νορβηγικού μοντέλου.
Δυνατότητα επιστροφής
Το κυριότερο, είναι συμβατή με μια επιστροφή στην Ε.Ε. ως πλήρες μέλος. Αν θέλει πραγματικά κανείς να προχωρήσει σε δεύτερο δημοψήφισμα αυτός είναι ο δρόμος: όχι ένα δημοψήφισμα για την αμφισβήτηση του Brexit, αλλά ένα δημοψήφισμα για την επανένταξη στην Ε.Ε. Ένα δημοψήφισμα μετά την πραγματοποίηση του Brexit θα έδινε στο φιλοευρωπαϊκό στρατόπεδο τη μοναδική ευκαιρία να κάνουν αυτό που δεν κατάφεραν την προηγούμενη φορά: να παρουσιάσουν ένα θετικό επιχείρημα για την επιστροφή στην Ε.Ε., ένα που θα βασίζεται στην ταυτότητα, στα πολιτικά δικαιώματα και στο μέλλον των παιδιών μας, σε αντίθεση με το ευρωπαϊκό διαβατήριο για τις τράπεζες.
Αλλά αυτό θα ήταν δυνατό μόνο εφόσον το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει απομακρυνθεί από το ρυθμιστικό καθεστώς της Ε.Ε. Ένα χωρίς συμφωνία Brexit, όσο καλά και αν εκτελεστεί, θα σκότωνε αυτή την επιλογή για μια ολόκληρη γενιά. Οι υπέρμαχοι του σκληρού Brexit λειτουργούν απόλυτα ορθολογικά, όταν τάσσονται υπέρ μιας αποχώρησης χωρίς συμφωνία.
Όχι μόνο βγαίνουν έξω, αλλά κλείνουν με δύναμη την πόρτα. Αν δεν υπάρξει συμφωνία, οι κανόνες της Ε.Ε. θα πάψουν να ισχύουν στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά τις 29 Μαρτίου του 2019. Δεν θα υπάρχει σκληρό σύνορο ανάμεσα στη Γαλλία και την Αγγλία. Θα συλλέγονται δασμοί. Θα πρέπει να υπάρχει τελωνειακό σύνορο και ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Ιρλανδία. Τα ρυθμιστικά συστήματα της Ε.Ε. και του Ηνωμένου Βασιλείου θα αποκλίνουν σύντομα. Ένα Brexit δίχως συμφωνία θα αποτελούσε μια κανονική ρήξη.
Όποιος διαφωνεί με αυτή την ακραία εκδοχή του Brexit πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τη στρατηγική του. Δεν είναι παράλογο να διαφωνεί με το Brexit, αλλά να μην απορρίψει αυτή την αναπάντεχα ισχυρή συμφωνία.