Η Ρωσία σε αναζήτηση ενός καινούργιου ρόλου
25/04/2018Γράφει ο Paul-Marie de la Gorce* –
Η εποχή που οι Πρόεδροι Μπόρις Γέλτσιν και Ουίλιαμ Κλίντον έδειχναν ότι υπήρχε μεταξύ τους εγκαρδιότητα ή ακόμη και συνεννόηση έχει περάσει. Από τότε, στον Λευκό Οίκο δεν τίθεται πια ζήτημα επιείκειας απέναντι στον Πούτιν, ενώ ο Ρώσος Πρόεδρος έχει χαράξει εδώ και χρόνια τη δική του πορεία. Επιστροφή σε μια ανάλυση του 2001, όταν η στροφή πια έχει γίνει ξεκάθαρη.
Από την εποχή του Μπόρις Γέλτσιν μέχρι την εποχή του Βλαντίμιρ Πούτιν, το χάσμα ανάμεσα στη Ρωσία και στις Ηνωμένες Πολιτείες μεγάλωσε. Αυτό οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στις αλλαγές της ρωσικής πολιτικής. Το πνεύμα, η συμπεριφορά, η γλώσσα αυτών που έχουν επιφορτιστεί με την επεξεργασία και τη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας έχουν αλλάξει σημαντικά.
Μετά την άνοδο στην εξουσία του Γέλτσιν, στην αρχή της δεκαετίας του ’90, το σύνολο της «πολιτικής τάξης» είχε εκδηλώσει ένα πάθος, σχεδόν χωρίς όρια, για οτιδήποτε ήταν «δυτικό». Η αναζήτηση μιας συνεννόησης, με κάθε τίμημα, με τις Ηνωμένες Πολιτείες είχε καταστεί κάτι περισσότερο από προτεραιότητα, ήταν ένα δόγμα. Προβλεπόταν επισήμως ο μετασχηματισμός της Ρωσίας σε μια σύγχρονη καπιταλιστική χώρα σε «πεντακόσιες ημέρες», σύμφωνα με το πρόγραμμα που είχε παρουσιάσει μία από τις πρώτες κυβερνήσεις της προεδρίας του Μπόρις Γέλτσιν.
Ο Εγκόρ Γκαϊντάρ, τότε πρώτος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης υπεύθυνος για την οικονομία, δεχόταν δημοσίως να ακολουθήσει της οδηγίες της ομάδας των Αμερικανών συμβούλων με επικεφαλής τον Τζέφρι Ζαχς. Τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν, η οικονομική, η κοινωνική, ακόμη και η ηθική κατάρρευση που προέκυψαν διέλυσαν αρκετά όνειρα και κατέστρεψαν πολλές ελπίδες ή υπολογισμούς.
Ο πολιτικός απολογισμός έγινε. Τα σύνορα της Ρωσίας, στην Ευρώπη, προσεγγίζουν τα σύνορα των αρχών του 17ου αιώνα. Είκοσι πέντε εκατομμύρια Ρώσοι εξαρτώνται σήμερα από ξένες κυβερνήσεις. Πολλά εκατομμύρια από αυτούς έχουν ήδη εγκαταλείψει τις δημοκρατίες της κεντρικής Ασίας για να εγκατασταθούν στην Ομοσπονδία της Ρωσίας. Χωρίς να μιλήσουμε για την ακραία περίπτωση της Τσετσενίας, όπου η ρωσική κοινότητα ουσιαστικά εξαφανίστηκε.
Η εξαφάνιση από το διεθνές προσκήνιο της Ρωσίας υπήρξε σχεδόν πλήρης: εκεί όπου οι πρόοδοι της σοβιετικής πολιτικής ήταν οι πιο τολμηρές, όπως στην κεντρική Αμερική ή στον αφρικανικό Νότο, αλλά εξίσου εκεί όπου ο ρόλος της ήταν πολύ ενεργός και μερικές φορές καθοριστικός, όπως στη νοτιοανατολική Ασία και κυρίως τη Μέση Ανατολή.
Εντυπωσιακή επίδειξη περιφρόνησης
Η γιουγκοσλαβική υπόθεση έφερε αυτή την εξαφάνιση στο αποκορύφωμά της. Από όλες τις διεθνείς κρίσεις των δέκα τελευταίων ετών, αυτή υπήρξε, χωρίς καμία αμφιβολία, η μόνη η οποία άγγιξε τόσο πολύ τη ρωσική ευαισθησία, παρά τις προσπάθειες των αρχών να επηρεάσουν την πορεία των εξελίξεων. Η εικόνα της ξαφνικής στροφής που πραγματοποίησε το αεροπλάνο του Ευγένι Πριμακόφ, ενώ κατευθυνόταν προς την Ουάσιγκτον, παρέμεινε στη μνήμη πολλών Ρώσων: ο πρωθυπουργός τους μάθαινε στη διάρκεια της πτήσης την έναρξη πολέμου στο Κόσοβο. Σε αυτό είδαν την εντυπωσιακή επίδειξη περιφρόνησης την οποία έδειχναν προς τη χώρα τους οι Αμερικανοί υπεύθυνοι.
Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι το πολιτικό και το διπλωματικό προσωπικό της Ρωσίας έχει ήδη μια τελείως διαφορετική ψυχολογία. Μετά την καλλιέργεια μιας οικειότητας χωρίς όρια με τους Δυτικούς συνομιλητές τους, κυρίως τους Αμερικανούς, οι υπεύθυνοι συνειδητοποίησαν ότι υπήρχαν στην πραγματικότητα διαφορές συμφερόντων. Στο εξής, το να λέει κανείς ότι η πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών στοχεύει ουσιαστικά στο να εμποδίσει την ανάδυση μιας αντίπαλης δύναμης, όπως ήταν η Σοβιετική Ένωση, δεν προκαλεί πια σκάνδαλο. Ούτε και να βεβαιώνει κανείς ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να διατηρήσουν τη Ρωσία στη σημερινή κατάσταση εξασθένησής της, ακόμη και να την επαυξήσουν.
Ο Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ανήκει στη γενιά που γνώρισε την εποχή των μεγάλων επιτυχιών της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής σε όλα τα θέατρα επιχειρήσεων του κόσμου, τη στιγμή κιόλας που οι εσωτερικές βάσεις της ήταν έτοιμες να καταρρεύσουν. Έζησε την αδυσώπητη εμπειρία του εξευτελισμού της Ρωσίας μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Η πολιτική του φέρει τη σφραγίδα αυτών των δοκιμασιών που εν μέρει είναι αντιφατικές, αλλά εξίσου αποφασιστικές.
* Ο Paul-Marie de la Gorce ήταν δημοσιογράφος
Επιμέλεια: Θανάσης Κούτσης
Πηγή: Monde Diplomatique-Αυγή