Πούτιν και Ερντογάν δίνουν χείρα βοηθείας στον Μαδούρο
21/12/2018Γράφει ο Κώστας Ράπτης –
Δεν είναι η… “γειτονιά των καταφρονεμένων” – είναι η ανάδυση μιας “πολυκεντρικής τάξης πραγμάτων”, όπως την αποκαλούν οι θιασώτες της. Σε κάθε περίπτωση, η κοινή αντίθεση προς τις αμερικανικές πολιτικές οδηγεί σε πρωτότυπες συγκλίσεις στη διεθνή σκηνή, όπως αυτές που παρατηρούνται ανάμεσα στη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν, την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν και την Βενεζουέλα του Νικολάς Μαδούρο.
Ήδη η πρόσφατη επίσκεψη του Βενεζολάνου ηγέτη στη Μόσχα σημαδεύτηκε από τη σύναψη συμφωνιών για ρωσικές επενδύσεις ύψους 5 δισ. δολαρίων στον πετρελαϊκό τομέα και 1 δισ. στην εξόρυξη χρυσού, αλλά και από πολιτικές δηλώσεις υποστήριξης, με τον Ρώσο πρόεδρο να καταδικάζει, υπαινισσόμενος τη στάση των ΗΠΑ, “κάθε ενέργεια σχετιζόμενη με τρομοκρατία και κάθε απόπειρα αλλαγής δια της βίας της κατάστασης” στη Βενεζουέλα. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του ο Μαδούρο υπερηφανεύτηκε ότι αυτή ήταν η σημαντικότερη επίσκεψη που πραγματοποίησε ποτέ στο εξωτερικό.
Όμως τα πράγματα πήραν θεαματική τροπή στις 10 Δεκεμβρίου, οπότε δύο ρωσικά στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη Tupolev-160 “Blackjack” (συνοδευόμενα από ένα μεταγωγικό ΑΝ-124 και ένα επιβατηγό Ilyushin-62 στο οποίο μετέβαιναν 100 Ρώσοι στρατιωτικοί) μετέβησαν στη Βενεζουέλα, όπου και συμμετείχαν σε 10ωρη άσκηση ανεφοδιασμού εν πτήσει πάνω από την Καραϊβική.
Πρόκειται για την πρώτη άσκηση του είδους από το 2013 και η ανησυχία της Ουάσιγκτον υπήρξε εμφανής, αν κρίνουμε από το ότι ο επικεφαλής του State Department, Μάικ Πομπέο κατήγγειλε μέσω Twitter τη Μόσχα και το Καράκας ως “δύο διεφθαρμένες κυβερνήσεις, οι οποίες κατασπαταλούν δημόσια κονδύλια και καταπνίγουν την ελευθερία, ενώ οι λαοί τους υποφέρουν”.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ χαρακτήρισε την ανάρτηση αυτή ως “αντιδιπλωματική” και “απαράδεκτη”, προσθέτοντας ότι ο μισός στρατιωτικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ θα αρκούσε για να θρέψει όλη την Αφρική. Ο Λευκός Οίκος, πάλι, έσπευσε να διευκρινίσει, κατόπιν επικοινωνίας με τη ρωσική πλευρά ότι τα στρατηγικά βομβαρδιστικά δεν θα στάθμευαν μονίμως στη Βενεζουέλα, αλλά θα αναχωρούσαν την Παρασκευή.
Είναι προφανές ότι για το καθεστώς του Μαδούρο που απειλείται διαρκώς από οικονομική, ενδεχομένως και πολιτική κατάρρευση και καταγγέλλει τις ΗΠΑ ότι απεργάζεται σχέδια αλλαγής καθεστώτος, η βοήθεια της Μόσχας είναι ευπρόσδεκτη. Ήδη από το 2006 έως σήμερα η ρωσική κυβέρνηση και η Rosneft έχουν δανείσει στη Βενεζουέλα 17 δισ. δολάρια.
Παραβίαση “Δόγματος Μονρόε”
Αλλά και για τη Μόσχα η σύμπραξη αυτή παρουσιάζει ενδιαφέρον, καταρχήν διότι ενδυναμώνει τη διαπραγματευτική θέση της έναντι των χωρών του OPEC. Όμως στην παρούσα φάση, το μήνυμα που αποστέλλει η στρατιωτική παρουσία ρωσικών στρατηγικών βομβαρδιστικών στην “πίσω αυλή” των ΗΠΑ, έστω και για μικρό διάστημα, είναι πολύ ισχυρότερο.
Σχετίζεται αναμφίβολα με την κλιμάκωση των νεοψυχροπολεμικών εντάσεων και αποτελεί απάντηση σε κινήσεις όπως η καταγγελία από την κυβέρνηση Τραμπ της συμφωνίας INF του 1987 περί πυρηνικών όπλων μέσου βεληνεκούς, η σχεδιαζόμενη ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη Μαύρη Θάλασσα και η πρόσφατη εμφάνιση, για πρώτη φορά μετά από 35 χρόνια, εξοπλισμένου καταδρομικού του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, κοντά στη βάση του ρωσικού Στόλου του Ειρηνικού.
Σαν να μην αρκούσε όμως η συμβολική παραβίαση του “δόγματος Μονρόε” από τον Πούτιν, έρχεται και ο σύμμαχός του στα μεσανατολικά πράγματα Ταγίπ Ερντογάν να αναπτύξει με τη Βενεζουέλα σχέσεις τις οποίες δεν θα ανέμενε κανείς από μία χώρα του ΝΑΤΟ. – ή τελος πάντων από μία περιφερειακή δύναμη άσχετη με το Δυτικό Ημισφαίριο.
Παρών στην ορκωμοσία του Ερντογάν μετά την επικράτησή του στις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, ο Μαδούρο χαιρέτισε τον Τούρκο πρόεδρο ως “ηγέτη του νέου πολυπολικού κόσμου”, ενώ ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας ανταπέδωσε μεταβαίνοντας στη Βενεζουέλα μετά τη Σύνοδο της G20 στο Μπουένος Άιρες και συνυπέγραψε συμφωνίες συνεργασίας στον πετρελαϊκό, εξορυκτικό και αμυντικό τομέα. Τιμήθηκε μάλιστα με το χρυσό παράσημο του Σίμον Μπολίβαρ, ενώ διακήρυξε, εις επήκοον της Ουάσιγκτον, ότι δεν θα ζητήσει την άδεια κανενός τρίτου σχετικά με τις συνεργασίες που συνάπτει, αλλά μόνο του τουρκικού λαού.
Οι ενεργειακές ανάγκες της Τουρκίας δίνουν ένα ερμηνευτικό κλειδί για το φλερτ των δύο αυτών οικονομικά δοκιμαζόμενων χωρών. Όμως τον τελευταίο χρόνο ήρθε να προστεθεί και κάτι ακόμη: το δέλεαρ του βενεζολάνικου χρυσού. Η χώρα του Μαδούρο εκτιμάται ότι διαθέτει τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού στον κόσμο και επιδιώκει να τριπλασιάσει την παραγωγή της, ωστόσο στερείται τεχνογνωσίας και επενδύσεων.
Ο φόβος των αμερικανικών κυρώσεων καθιστά την Ελβετία όλο και πιο προβληματικό προορισμό του βενεζολάνικου χρυσού για επεξεργασία και πιστοποίηση. Είναι σε αυτό το φόντο που ο αντίστοιχος τουρκικός κλάδος, με δυνατότητα επεξεργασίας 400 τόνων χρυσού ετησίως, άδραξε την ευκαιρία. Σύμφωνα με το al-monitor.com, στο εννεάμηνο του 2018, οι εισαγωγές μετάλλων (κατά 90% χρυσού) στην Τουρκία από τη Βενεζουέλα έφθασαν τα 903 εκατ. δολάρια, ενώ και οι Τούρκοι κατασκευαστές εισήλθαν στην βενεζολάνικη αγορά.