Στον αέρα το σχέδιο Τραμπ για τη Συρία
09/01/2019Γράφει ο Κώστας Ράπτης –
Δύο εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της απόφασης του Ντόναλντ Τραμπ να αποσυρθούν οι αμερικανικές δυνάμεις από την κουρδοκρατούμενη βορειοανατολική Συρία, η κατάσταση είναι περισσότερο ασαφής από ποτέ και τα πράγματα μοιάζει να έχουν επιστρέψει στην αφετηρία.
Οι αντιστάσεις που συνάντησε στη Ουάσιγκτον η απόφασή του, οδήγησαν τον Τραμπ σε μερική υπαναχώρηση, καθώς αντί για απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων εντός 30 έως 100 ημερών γίνεται πλέον λόγος για ένα περισσότερο αόριστο χρονοδιάγραμμα. Οι ΗΠΑ μοιάζει να επιδιώκουν τον τετραγωνισμό του κύκλου, εφόσον δεν επιθυμούν το κενό από την αποχώρησή τους να καλυφθεί από τις κυβερνητικές δυνάμεις της Συρίας, ενώ επιχειρούν να αποτρέψουν και τυχόν σφαγή των Κούρδων μαχητών από τα στρατεύματα του Ερντογάν και τους συμμάχους τους.
Όσοι στην αμερικανική διοίκηση επιμένουν σε σενάρια περικύκλωσης του Ιράν, διακοπής της εδαφικής συνέχειας του άξονα Τεχεράνης-Βαγδάτης-Δαμασκού-Χεζμπολλάχ, καταπολέμησης της ιρανικής παρουσίας εντός Συρίας και διατήρησης ενός εδαφικού προγεφυρώματος το οποίο θα χρησιμεύσει ως διαπραγματευτικό χαρτί για το πολιτικό μέλλον του Άσαντ, δεν παραδίδουν εύκολα τα όπλα. Διαθέτουν άλλωστε και τη στήριξη του Ισραήλ, τις προτεραιότητες του οποίου κατεξοχήν εξυπηρετεί αυτή η πολιτική.
Πρόκειται όμως για τον τελευταίο εναπομείναντα σύμμαχο με τον οποίο οι ΗΠΑ διατηρούν στην περιοχή σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης, καθώς οι διαρκείς παλινωδίες έχουν τραυματίσει την αξιοπιστία της υπερδύναμης.
Οι αραβικές μοναρχίες, οι οποίες όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαν επενδύσει ποικιλοτρόπως στην “αλλαγή καθεστώτος” στη Δαμασκό, δείχνουν να έχουν αποδεχθεί τα νέα δεδομένα και να ετοιμάζονται να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με τον Άσαντ, έχοντας ως κύριο μέλημα τον περιορισμό της επιρροής εξωαραβικών δυνάμεων, όπως το Ιράν και η Τουρκία, καθώς και τη συμμετοχή τους στη μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Συρίας.
Η επαναλειτουργία των πρεσβειών του Μπαχρέιν και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στη Δαμασκό, η συνάντηση του προέδρου του Σουδάν με τον Άσαντ και η πρόσφατη επίσκεψη του επικεφαλής των συριακών μυστικών υπηρεσιών στην Αίγυπτο αποτελούν όψεις αυτής της κινητικότητας. Η δε αποβολή της Συρίας το 2012 από τον Αραβικό Σύνδεσμο μόλις μετονομάσθηκε σε “αναστολή συμμετοχής”, ώστε να είναι ευκολότερη η αναίρεσή της.
Είναι απίθανο πρωτοβουλίες τέτοιου είδους να έχουν αναληφθεί ερήμην της Σαουδικής Αραβίας, όσο και αν το Ριάντ δεν έχει ακόμη ανοίξει δημοσίως τα χαρτιά του. Οπωσδήποτε, όμως, η διαιώνιση (με τουρκική τροφοδοσία) της “υπόθεσης Κασόγκι” έχει δημιουργήσει ρήγμα στην εμπιστοσύνη των Σαούντ προς τις ΗΠΑ.
Οι ιδέες που κυκλοφορούν στην Ουάσιγκτον για ανάπτυξη μιας αραβικής δύναμης στη βορειοανατολική Συρία αποτελούν προσπάθεια παρεμβολής σε αυτή τη δυναμική. Το ίδιο και τα πιο ευφάνταστα σενάρια, που αποκάλυψε η Wall Street Journal, για την εκπόνηση ενός νέου “σχεδίου Sykes-Picot” (όπως αυτό που διαμοίρασε τα αραβικά εδάφη μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο), με βάση τη διάκριση αραβικών και κουρδικών πληθυσμών στη βορειοανατολική Συρία.
Ακόμη μεγαλύτερα είναι τα προβλήματα στις σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία. Η αναγγελία της αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων από τη βορειοανατολική Συρία απέβλεπε σε μεγάλο βαθμό στην επαναπροσέγγιση με τον Ερντογάν, για τον οποίο η δημιουργία οιονεί κρατικών δομών από τους Κούρδους της Συρίας, και μάλιστα υπό αμερικανική εγγύηση, αποτελούσε υπαρξιακή απειλή.
Όμως οι αναφορές του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε επαπειλούμενη “σφαγή” των Κούρδων προκάλεσε την οργισμένη απάντηση της Άγκυρας, ενώ η επιδίωξη του Τραμπ να αναθέσει στην Τουρκία την εξουδετέρωση των απομειναριών του Ισλαμικού Κράτους προσέκρουσε στις απαιτήσεις του Ερντογάν για ενισχυμένη αμερικανική αεροπορική και επιμελητειακή υποστήριξη, οι οποίες συνεπάγονται μεγαλύτερη εμπλοκή των ΗΠΑ και όχι την βολική “υπεργολαβία” που είχε κατά νου ο ένοικος του Λευκού Οίκου.
Σε κάθε περίπτωση, η Άγκυρα δεν πρόκειται να ανταλλάξει την όποια αμερικανική κατανόηση στις κουρδικές ανησυχίες της με την απομάκρυνσή της από τον νεότευκτο άξονα Τουρκίας-Ρωσίας-Ιράν, ο οποίος παρουσιάζει και οικονομικά οφέλη. Το γεγονός ότι η παραγγελία ρωσικών συστημάτων S-400 από την κυβέρνηση Ερντογάν προχωρά απρόσκοπτα, παρά τις αντιδράσεις του ΝΑΤΟ, λέει πολλά.
Εξάλλου, στο εσωτερικό του τουρκικού Γενικού Επιτελείου οι διαφωνίες είναι έντονες. Αίφνης ο στρατηγός Ισμαήλ Μετίν Τεμέλ που επέβλεπε το μέτωπο της Συρίας και του Ιράκ, καθώς και ο ταξίαρχος των Ειδικών Δυνάμεων Μουσταφά Μπαρούτ μεταφέρθηκαν σε θέσεις γραφείου, λόγω των αντιρρήσεών τους, όπως λέγεται, στην επέκταση των τουρκικών επιχειρήσεων ανατολικά του Ευφράτη.
Στην πραγματικότητα η Τουρκία δεν έχει την βούληση και πιθανότατα ούτε τις ικανότητες να επιχειρήσει σε βάθος 200 χιλιομέτρων από τα σύνορά της με τη Συρία. Το ενδιαφέρον της εστιάζεται σε μια ζώνη πλάτους μερικών χιλιομέτρων, ώστε να απωθηθεί η κουρδική “απειλή”.
Σημειώνεται ότι την ίδια στιγμή, η Τουρκία κινδυνεύει να χάσει τον έλεγχο της ανταρτοκρατούμενης περιοχής της Ίντλιμπ στη βορειοδυτική Συρία. Μεταφέροντας τους αντάρτες που επηρεάζει προς ανατολάς, ενόψει πιθανής επιχείρησης εναντίον των Κούρδων, η Άγκυρα άφησε ανοικτό το έδαφος για την επικράτηση της οργάνωσης Hayat Tahrir al Sham (μεταξέλιξης της αλ Κάιντα), η οποία δεν αποδέχεται την υπό ρωσοτουρκική εγγύηση εκεχειρία στην Ίντλιμπ. Οι πιθανότητες εκκαθάρισης της περιοχής από τις δυνάμεις της Δαμασκού και της Μόσχας ενισχύονται.
Τη στιγμή όμως που ο Τραμπ καταγγέλλεται από τους αντιπάλους ότι “εγκαταλείπει” τους Κούρδους, είναι αυτοί που πρώτοι σπεύδουν να εγκαταλείψουν τις ΗΠΑ, αξιολογώντας καταλλήλως τις νέες συνθήκες.
Σύμφωνα με το Reuters, οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (ένοπλο μέτωπο των Κούρδων μαχητών και των ντόπιων συμμάχων τους) και η κυβέρνηση Άσαντ βρίσκονται πολύ κοντά στην επίτευξη συμφωνίας, με ρωσική μεσολάβηση. Σημείο κλειδί θεωρείται το αν θα εξασφαλιστεί μια φόρμουλα διατήρησης των κουρδικών ενόπλων σωμάτων, ως διακριτού συντάγματος εντός του συριακού στρατού – πάντως ο επικεφαλής τους, στρατηγός Μαζλούμ Άμπντι απέκρουσε την απαίτηση του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου, Τζέφρις να διακοπούν οι συνομιλίες με την κυβέρνηση Άσαντ, ενώ ο εκπρόσωπος των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων Ρεντούρ Χαλίλ δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι η επαναπροσέγγιση με τη Δαμασκό είναι “αναπόφευκτη”. Άλλωστε, πρόσθεσε, “οι αυτόνομες περιοχές μας αποτελούν τμήμα της Συρίας”.
Είναι σε αυτό το τοπίο, που ο Πομπέο και ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον, αμφότεροι θιασώτες της συγκρουσιακής αντιμετώπισης του Ιράν, πραγματοποιούν την εβδομάδα αυτή περιοδείες (ο πρώτος σε Τουρκία και Ισραήλ, ο δεύτερος στις αραβικές μοναρχίες) με στόχο των καθησυχασμό των συνομιλητών της Ουάσιγκτον στην περιοχή.