Μπορεί ένας Εβραίος να αγαπάει την Γαλλία
19/01/2018του Alexander Aciman* –
Έχω περάσει όλη μου τη ζωή προσπαθώντας να εξηγήσω γιατί μιλάω γαλλικά, γιατί μεγάλωσα μιλώντας γαλλικά με τον πατέρα μου, τη γιαγιά μου και τον παππού μου, γιατί τα μισά τηλεφωνήματα που δέχομαι είναι από ανθρώπους που φωνάζουν στα γαλλικά. «Είσαι Γάλλος;» με ρωτούν. «Κατά κάποιον τρόπο», απαντώ.
Η μπερδεμένη οικογενειακή μου ιστορία, που εξηγεί γιατί μιλάω γαλλικά, αρχίζει τη δεκαετία του 1860, όταν ο Αντόλφ Κρεμιέ, ένας Γάλλος, που έγινε κάποια στιγμή και υπουργός Δικαιοσύνης, ίδρυσε μια εβραϊκή οργάνωση με το όνομα «Οικουμενική Ισραηλιτική Συμμαχία» και στόχο να διδάξει τη γαλλική γλώσσα και τον γαλλικό πολιτισμό στους Εβραίους της Μέσης Ανατολής. Η Συμμαχία άνοιξε σχολεία στην Τουρκία και σε όλο το Μαγκρέμπ και το 1900 οι εβραίοι μαθητές της είχαν φτάσει σχεδόν τους 30.000.
Είμαι προϊόν αυτής της αποστολής. Ο παππούς μου γεννήθηκε σε γαλλόφωνη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, προτού μετακομίσει στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια και συναντήσει εκεί τη γιαγιά μου, μια Εβραία συροαιγυπτιακής καταγωγής που, αν και κωφή, μεγάλωσε μιλώντας γαλλικά στην Αλεξάνδρεια.
Η γιαγιά μου έζησε όταν ήταν παιδί για λίγα χρόνια στη Γαλλία και τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση για τις επιτυχημένες της προσπάθειες να μωάθει χειλεοανάγνωση. Ο πατέρας μου, που μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια, μιλούσε γαλλικά στο σπίτι και στο δρόμο και μέχρι να ενηλικιωθεί θεωρούσε τον εαυτό του Γάλλο, όχι Αιγύπτιο.
Εκατό χρόνια μετά την υπόθεση Ντρέιφους
Κληρονόμησα αυτό το γαλλικό όνειρο. Παρόλο που τα αδέλφια μου κι εγώ γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο πατέρας μου ήθελε να μιλάμε την οικογενειακή γλώσσα. Κι εγώ αισθάνομαι πιο άνετα όταν βρίσκομαι στη Γαλλία και μιλάω τη γλώσσα στην οποία ονειρεύομαι.
Τα πράγματα δεν είναι όμως και τόσο ρόδινα για τους Εβραίους σήμερα στη Γαλλία. Η χώρα προσπαθεί να προστατεύσει τον μεγάλο εβραϊκό της πληθυσμό, που είναι ο τρίτος μεγαλύτερος στον κόσμο αλλά συρρικνώνεται λόγω του κύματος αντισημιτισμού που σαρώνει τη Γαλλία εδώ και μια δεκαετία. Το 2015, τη χρονιά της επίθεσης στο Charlie Hebdo, εγκατέλειψαν τη Γαλλία για το Ισραήλ 8.000 Εβραίοι.
Οι γαλλόφωνοι Εβραίοι μπορεί να χάρηκαν με τη νίκη του Εμανουέλ Μακρόν επί της Μαρίν Λεπέν, αλλά η υποτιθέμενη νέα Γαλλία δεν έχει κάνει και πολλά για να αντιμετωπίσει το εβραϊκό της πρόβλημα. Κάθε χρόνο πολλά εβραϊκά καταστήματα δέχονται επίθεση, ενώ μόλις την περασμένη εβδομάδα πυρπολήθηκαν κάποια σούπερ μάρκετ κοσέρ.
Το γενικό αίσθημα δεν είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο που επικρατούσε πριν από 100 χρόνια με την υπόθεση Ντρέιφους, όταν πολλοί Εβραίοι αισθάνονταν ότι ήταν αδύνατο να ζήσουν στη Γαλλία. Ο αντισημιτισμός φαίνεται πως είναι ένας επίπεδος κύκλος.
Κι όμως εγώ δεν μπορώ να αποκηρύξω τη Γαλλία, λες και η αγάπη γι’ αυτή τη χώρα είναι πια μέρος του γονιδιώματός μου. Αν και έχουν περάσει πολλές γενιές από τότε που πρωτολειτούργησε η Συμμαχία, οι επιπτώσεις της εξακολουθούν να υπάρχουν μέσα μου.
Υπήρξε ποτέ αυτή η χώρα;
Όταν παραδέχομαι ότι δεν είμαι Γάλλος νιώθω εξίσου γελοίος με όταν λέω ότι είμαι. Ξέρω όλους τους σταθμούς του παρισινού μετρό. Όπως κι ο πατέρας μου, σπούδασα γαλλική λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο. Οι αγαπημένες μου ημέρες στη Νέα Υόρκη είναι όταν βρέχει, γιατί τότε η πόλη μού θυμίζει το Παρίσι.
Δεν μπορώ να αποδεχθώ τη ιδέα ότι ο χώρος, όπου αισθάνομαι ότι ανήκω, δεν θέλει να έχει καμιά σχέση με μένα. Προσπαθώ να αντισταθώ στην τρομερή αλήθεια ότι πολλοί από τους Εβραίους της Γαλλίας αισθάνονται σήμερα τις ίδιες προειδοποιήσεις μ’ εκείνες που αισθάνονταν οι γάλλοι Εβραίοι στις δεκαετίες του 1900 και του 1930. Λέω στον εαυτό μου ότι σε 30 χρόνια θα γυρίσω πίσω στην πατρίδα, όπου τα παιδιά μου θα κάθονται στα καφέ και θα καπνίζουν, κι όμως ξέρω ότι τότε μάλλον δεν θα έχουν μείνει καθόλου Εβραίοι στη Γαλλία.
Συνειδητοποιώ, με άλλα λόγια, ότι παρόλο που αισθάνομαι Γάλλος και θέλω τα παιδιά μου να μεγαλώσουν μιλώντας γαλλικά, η Γαλλία που ονειρεύτηκε η οικογένειά μου δεν υπάρχει πια – κι ίσως να μην υπήρξε ποτέ.
Στις τελευταίες του ημέρες στη Νέα Υόρκη, ο παππούς μου κι εγώ ακούγαμε πολλή γαλλική μουσική μαζί. Εκείνος που του άρεσε περισσότερο ήταν ο Ζορζ Μουστακί, που εγκαταστάθηκε στο Παρίσι τη δεκαετία του ’50 και έγραψε τραγούδια για την Εντίθ Πιαφ. Μέσα από τη μουσική του, ο παππούς μου αισθανόταν ότι ζει το όνειρό του να γίνει Γάλλος – πραγματικός Γάλλος.
Σήμερα, ο μουσικός αυτός είναι θαμμένος στο Père Lachaise, το πιο διάσημο νεκροταφείο της Γαλλίας. Είναι ένα πραγματικό success story, που δεν θα έχουμε εμείς. Ο παππούς μου είναι θαμμένος στο Γουέσττσεστερ, ένα μέρος που δεν είχε ακούσει ποτέ. Κι εμένα, όταν έρθει η σειρά μου, ποιος ξέρει πού θα με θάψουν;
* O Alexander Aciman είναι Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας
Πηγή: New York Times/ ΑΠΕ