Αμερικανική “ντρίπλα” μέσω της Ινδίας για το νόμο CAATSA;
30/10/2021-Του Μιχαήλ Βασιλείου
Η προ ημερών είδηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες αφορά την πρωτοβουλία των Γερουσιαστών και συμπροέδρων της Επιτροπής ΗΠΑ-Ινδίας, Μαρκ Γουόρνερ (Δημοκρατικός – Βιρτζίνια) και Τζον Κόρνιν (Ρεπουμπλικάνος – Τέξας), να στείλουν επιστολή στον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, με την οποία να ζητούν την εξαίρεση της Ινδίας από τις κυρώσεις που προβλέπει ο νόμος CAATSA, λόγω της προμήθειας ρωσικών οπλικών συστημάτων και πιο συγκεκριμένα του ρωσικού συστήματος αντιαεροπορικής και αντιβληματικής προστασίας S-400 Triumf το 2018. Η υπόθεση παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς η όποια απόφαση του Λευκού Οίκου, θα μπορούσε να επηρεάσει και τις συζητήσεις με την Τουρκία…
Στην επιχειρηματολογία των Γερουσιαστών, δίδεται έμφαση στο ότι “η Ινδία έχει κάνει σημαντικά βήματα για τη μείωση των προμηθειών στρατιωτικού υλικού από τη Ρωσία”, καθώς επίσης και ότι η χώρα “έχει μακρά ιστορία αγορών όπλων από τη Σοβιετική Ένωση και αργότερα τη Ρωσία“. Εν όψει της παραλαβής των συστημάτων, οι γερουσιαστές προσπαθούν να προλάβουν τη ζημιά που θα υποστούν οι διμερείς σχέσεις, εάν ενεργοποιηθούν οι κυρώσεις που προβλέπει ο νόμος CAATSA.
Οι γερουσιαστές εκτιμούν ότι η απονομή προεδρικής εξαίρεσης (waiver), όπως δίνει το δικαίωμα το αμερικανικό Σύνταγμα, θα προωθήσει τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ, παρότι δηλώνουν ότι συμμερίζονται τις ανησυχίες του Λευκού Οίκου για τη συνέχιση ενσωμάτωσης ρωσικής προέλευσης οπλικών συστημάτων τεχνολογίας αιχμής από την Ινδία.
“Ενθαρρύνουν” δε την αμερικανική κυβέρνηση να συνεχίσει να διατυπώνει την ανησυχία αυτή στην ινδική κυβέρνηση και να επιδιώκει τον εποικοδομητικό διάλογο, προωθώντας “εναλλακτικές λύσεις” στην προμήθεια ρωσικών συστημάτων!
Ο ρόλος της Ινδίας
Ας δούμε όμως το θέμα λίγο πιο αναλυτικά. Το DP έχει γράψει και στο παρελθόν ότι οι περιπτώσεις της Ινδίας και της Τουρκίας παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Η σημαντικότερη όλων, είναι ότι η Ινδία δεν αποτελεί μέλος ενός ΝΑΤΟ, καθώς η ιδιότητα του κράτους-μέλους συνεπάγεται συγκεκριμένες δεσμεύσεις, σε αντίθεση με μια “συμμαχικώς ανεξάρτητη” χώρα, όπου η επιβολή κυρώσεων θα αποτελούσε “προσβολή” στη δυνατότητα λήψης ανεξαρτήτων αποφάσεων.
Άλλο πράγμα είναι να αρνηθούν οι ΗΠΑ την πώληση δικών τους προηγμένων οπλικών συστημάτων εξαιτίας της παρουσίας αντίστοιχων τεχνολογίας αιχμής “made in Russia” και άλλο να επιβάλλονται κυρώσεις για αυτό καθαυτό το γεγονός της επιλογής τους. Αυτό από μόνο του δύναται να επηρεάσει δυσμενώς τις διμερείς σχέσεις Ουάσιγκτον – Νέου Δελχί, στην υπό εξέταση περίπτωση.