Υπόθεση Γκουλζάρ: Η ιστορία μιας κατευθυνόμενης έρευνας για τον Έβρο
27/05/2020Γράφει ο Νικόλας Δημητριάδης –
Η περίπτωση του θανάτου του Μοχάμεντ Γκουλζάρ στο πέρασμα των Καστανιών, απασχόλησε και απασχολεί τα Μέσα Ενημέρωσης, δύο μήνες μετά το συμβάν. Στις 4 Μαρτίου, ο Γκουλζάρ φέρεται πως δέχτηκε πυρά από πυροβόλο όπλο και λίγες μέρες μετά υπέκυψε στα τραύματά του. Το θέμα διακινήθηκε από την τουρκική πλευρά και σύντομα υιοθετήθηκε και από πολλούς «πρόθυμους» και εντός της Ελλάδας. Ένα άρθρο στο περιοδικό Spiegel υιοθέτησε τους τουρκικούς ισχυρισμούς, και απέδωσε τον θάνατο του Γκουλζάρ στην ελληνική πλευρά, βασιζόμενο σε μία έρευνα του ανεξάρτητου οργανισμού Bellingcat.
Έκτοτε, το θέμα έφτασε μέχρι το Ευρωκοινοβούλιο. Mετά τη δημοσίευση του άρθρου, 102 ευρωβουλευτές των ομάδων των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων, της Αριστεράς και των Φιλελεύθερων ζήτησαν τη διερεύνηση της υπόθεσης. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά. Ποια είναι η Bellingcat;
Την ομάδα Bellingcat ίδρυσε ο Βρετανός Έλλιοτ Χίγκινς, που έχει γίνει γνωστός για τις δημοσιογραφικές έρευνές του, με κύριο αντικείμενο τις στρατιωτικές συγκρούσεις και επίκεντρο τη Μέση Ανατολή. Ξεκίνησε σαν χόμπυ, καθώς ο Χίγκινς ούτε δημοσιογράφος είναι, ούτε πανεπιστημιακές σπουδές διαθέτει, ούτε γνώσεις επί στρατιωτικών θεμάτων. Εργαζόταν σε μια εταιρεία γυναικείων εσωρούχων, έχοντας ως κύριο χόμπι τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Επιπλέον, δεν μιλάει αραβικά, ούτε έχει κάποια σχέση με τη Μέση Ανατολή, πέραν ίσως του γεγονότος ότι η σύζυγός του είναι Τουρκάλα.
Η ερευνητική του δουλειά ξεκίνησε συλλέγοντας, ταξινομώντας και συγκρίνοντας διαδικτυακά βίντεο και άλλα στοιχεία, από ανοιχτές πηγές όπως το Youtube και το Facebook, τα οποία στη συνέχεια ανέλυε βάσει διαδικτυακών χαρτών (Google maps) και άλλων εργαλείων. Ερευνώντας, συνδυάζοντας και αναλύοντας εκατοντάδες βίντεο και αναρτήσεις, εύρισκε όπλα και τοποθεσίες, που αλλιώς θα απαιτούσαν εκτεταμένη εργασία ολόκληρων ομάδων.
Δεν ξέρουμε την αρτιότητα των αναλύσεών του, καθώς έχουν αμφισβητηθεί κατά καιρούς, πάντως το βέβαιο είναι ότι οδήγησαν γρήγορα στην αναγνώριση. Ίσως συνέβαλε το γεγονός ότι οι έρευνές του είχαν σαφείς πολιτικές στοχεύσεις, καθώς επικεντρώνονταν κυρίως στο καθεστώς του Άσαντ και στη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία. Ιδιαίτερα γνωστός έγινε όταν οι έρευνές του κατέδειξαν τη χρήση χημικών όπλων από τον Άσαντ.
Έτσι, η αναγνώριση οδήγησε γρήγορα και στη χρηματοδότηση. Λαμβάνοντας δωρεές από μία πλειάδα οργανώσεων, από το αμερικανικό National Endowment for Democracy μέχρι το Human Rights Watch του «συστήματος Σόρος», ο Χίγκινς μετέτρεψε το χόμπυ του από ένα προσωπικό μπλογκ σε μια ολόκληρη επιχείρηση, με προσωπικό και συνεργάτες σε 20 χώρες.
Την «ανεξάρτητη», λοιπόν, έρευνα για τον Γκουλζάρ διηύθυνε ο Βρετανός Νικ Γουότερς, απόστρατος αξιωματικός και συνεργάτης του Bellingcat. Για τη δική του αντικειμενικότητα, παραπέμπουμε στον λογαριασμό του στο twitter, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ενεργός. Πότε αναρτά δημοσιεύματα για τις επαναπροωθήσεις μεταναστών στο Αιγαίο, πότε προπαγανδιστικά βίντεο της Τουρκικής Ακτοφυλακής, στα οποία οι φιλεύσπλαχνοι Τούρκοι διασώζουν μετανάστες, και πότε… χαλαρώνει, επιχαίροντας για τις στρατιωτικές επιτυχίες της Τουρκίας στη Λιβύη. Ας μην αναζητήσει, λοιπόν, κάποιος ψήγματα δημοσιογραφικής δεοντολογίας στις αναρτήσεις του. Οι περισσότερες αφορούν βίντεο των τουρκικών αρχών. Η μόνη ελληνική πηγή που δείχνει να εμπιστεύεται είναι… ο Δημήτρης Χριστόπουλος!
Συνεργασίες
H έρευνα της Bellingcat, έγινε σε συνεργασία με την ολλανδική ΜΚΟ Lighthouse Reports, την ερευνητική ομάδα Forensic Architecture και το γερμανικό περιοδικό Spiegel. Η ομάδα Forensic Architecture, που λαμβάνει επίσης χρηματοδότηση από το Open Society Foundation, ερευνά υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με πολιτική στόχευση αντίστοιχη της Bellingcat. Υπεύθυνη Ερευνών είναι η ελληνίδα αρχιτέκτων Χριστίνα Βαρβία, που δραστηριοποιείται στο Λονδίνο.
Η Ελλάδα βρίσκεται ψηλά στην προτίμηση της ομάδας αυτής, καθώς το τελευταίο διάστημα έχει πραγματοποιήσει αλλεπάληλες έρευνες για το ζήτημα του Έβρου. Οι έρευνες αυτές γίνονται σε συνεργασία με το Human Rights Watch, και όπως σημειώνεται και στην ιστοσελίδα τους, χρηματοδοτούνται από το Open Society Foundation. Σε μία από τις έρευνες, δε, συνεργάστηκε και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (άλλη μία ΜΚΟ που χρηματοδοτείται από το Open Society).
Η επίμαχη «έρευνα» βρέθηκε στο στόχαστρο του αμυντικού συντάκτη και εκδότη Σάββα Βλάσση. Σε εκτενή ανάλυσή του αντικρούει όλα τα επιχειρήματα της Bellingcat και παρουσιάζει τη σωρεία των ανεξακρίβωτων υποθέσεων στις οποίες προέβη η Bellingcat, προκειμένου να αποδώσει στην ελληνική πλευρά τον θάνατο του Γκουλζάρ. Παράλληλα, υποδεικνύει και τα στοιχεία που παρέλειψε να αναφέρει η Bellingcat, και τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε αντίθετα συμπεράσματα: το ενδεχόμενο, δηλαδή, οι πυροβολισμοί να αποτελούν στημένη προβοκάτσια της Τουρκίας.
Ο Βλάσσης κατέδειξε τη δολιότητα της έρευνας, καθώς τα στοιχεία που παραθέτει οδηγούν αποκλειστικά σε υποθέσεις και όχι σε σαφείς αποδείξεις. Παρ’ όλα αυτά, οι υποθέσεις αυτές παρουσιάζονται σαν βεβαιότητες, τόσο από τους ερευνητές, όσο και από το Spiegel που δημοσίευσε την έρευνα.
Το άρθρο-απάντηση του Σάββα Βλάσση κίνησε το ενδιαφέρον του αμερικανικού ιστότοπου SOFREP, ο οποίος είναι αναγνωρισμένος για τις εξειδικευμένες στρατιωτικές αναλύσεις του. Ο ιστοτόπος αναδημοσίευσε την ανάλυση του Βλάσση, μεταφρασμένη στα αγγλικά. Η αναδημοσίευση αυτή προκάλεσε την αντίδραση του Νικ Γουότερς. Στον διαδικτυακό διάλογο που ακολούθησε, ο Γουότερς αντιπαρατέθηκε με τον Βλάσση, χωρίς να μπορέσει να δώσει πειστικές απαντήσεις για την «έρευνά» του. Αρνήθηκε, δε, πεισματικά να σχολιάσει το ενδεχόμενο τουρκικής προβοκάτσιας.
Εκεί, βρίσκεται, άλλωστε και το ζουμί της υπόθεσης. Το γεγονός ότι η όλη επιχείρηση στον Έβρο οργανώθηκε από το τουρκικό κράτος, όπως και το γεγονός ότι ανάμεσα στους μετανάστες βρίσκονταν πάσης φύσεως Τούρκοι αστυνομικοί, χωροφύλακες, πράκτορες, ποινικοί και άλλοι, διαφεύγουν παντελώς της προσοχής των ερευνητών και των δημοσιογράφων που έστησαν την όλη «υπόθεση Γκουλζάρ».
Όπως εύστοχα σχολίασε και ένας άλλος αμυντικός ιστότοπος, το e-amyna.com: «Αποτελεί ευτύχημα για τους ερευνητές ότι το συμβάν έλαβε χώρα ακριβώς την στιγμή που στο σημείο βρισκόταν ο τέως αντιπρόεδρος της Τουρκικής κυβέρνησης Hakan Cavusolgu ως επικεφαλής της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο οποίος ανάρτησε άμεσα από το iPhone του φωτογραφίες του θανόντος και οι οποίες οδήγησαν στην ταυτοποίησή του. Πραγματικά εξαιρετικό timing από τον βουλευτή του ισλαμικού ΑΚΡ».
Η εξέταση της «έρευνας» του Γουότερς και της αντεξέτασής της από τον Βλάσση δεν αφήνει αμφιβολία για τη δολιότητα της όλης υπόθεσης. Όπως σχολίασε έτερος αμυντικός ιστότοπος, που παρουσίασε το χρονικό της υπόθεσης: «Απέναντι σε πρόσωπα με στοιχειώδεις στρατιωτικές γνώσεις και κοινή λογική, η ιστορία τους ΔΕΝ ΣΤΕΚΕΙ. Σοβαρό μέσο ενημέρωσης με στοιχειώδη κριτική προσέγγιση (την οποία είναι εμφανές ότι για κάποιον λόγο στερήθηκε η ομάδα του έγκριτου Spiegel) δεν θα δεχόταν να αναπαράγει άκριτα μια τέτοια ιστορία».
Η υπόθεση του Μοχάμεντ Γκουλζάρ, λοιπόν, δεν μπορεί παρά να εξεταστεί στο πλαίσιο της οργανωμένης εκστρατείας δυσφήμισης της Ελλάδας για τα γεγονότα του Έβρου, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί σε δημοσιεύματα του Spiegel, των New York Times και αλλού. Το δημοσίευμα των New York Times για την ύπαρξη μυστικών χώρων κράτησης στον Έβρο είχε ανάλογη εγκυρότητα με αυτό του Spiegel. Τότε, είχε αποδειχθεί πως ο ατυχής «μετανάστης», που αποτέλεσε την μοναδική πηγή του δημοσιεύματος, ήταν στην πραγματικότητα ένας Τούρκος φοιτητής, που συμμετείχε στη διοργάνωση της αποστολής μεταναστών στα σύνορα.
Η Τουρκία, λοιπόν, μπορεί να παρέχει αφειδώς τη συνεργασία της σε αυτήν την εκστρατεία δυσφήμισης, αλλά η πηγή της πρέπει να αναζητηθεί αλλού: Στο πλούσιο και πολυδαίδαλο «οικοσύστημα» των ανοιχτών συνόρων, των ΜΚΟ και της συναφούς «Βιομηχανία της Αλληλεγγύης» (όπως ονομάζει στο τελευταίο βιβλίο του ο Γιώργος Ρακκάς τα οργανωμένα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα που προωθούν την αυτοκατάργηση των εθνών κρατών).
Η διαρκής παρουσία του «συστήματος Σόρος» στην υπόθεση Γκουλζάρ, λοιπόν, μόνο τυχαία δεν είναι. Όπως δεν είναι τυχαία και η ευκολία με την οποία αναπαράγουν την προπαγάνδα αυτή πολλά ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης. Αυτό που απομένει, είναι να δούμε την αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι σε όλα αυτά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από τη μία χρεώνεται την επιτυχή αντιμετώπιση της τουρκικής επιχείρησης στον Έβρο, από την άλλη, όμως, διατηρεί στενούς δεσμούς με το «σύστημα Σόρος», το οποίο υπονομεύει ανοιχτά την ελληνική εθνική κυριαρχία (Βλέπε και το εκτεταμένο αφιέρωμα για το σύστημα Σόρος στην Ελλάδα, στο Άρδην που κυκλοφορεί). Όπως και στην περίπτωση της επιτροπής για το 2021, η πραγματικότητα έρχεται να θέσει τον Μητσοτάκη αντιμέτωπο με τις επιλογές του. Είναι καιρός να αποφασίσει πως θα πορευτεί.
Από την άλλη, προκαλεί εντύπωση ότι το σύστημα Σόρος στηρίζει την τουρκική προπαγάνδα. Το τουρκικό παράρτημα του Open Society έχει σταματήσει να λειτουργεί, ο πρόεδρός του Χακάν Αλτινάι (στέλεχος του Ινστιτούτου Μπρούκινγκς) διώχθηκε, ο Ερντογάν έχει κατηγορήσει δημόσια τον Σόρος ότι επιχείρησε να τον ρίξει από την εξουσία το 2013 (γεγονότα του πάρκου Γκεζί), ενώ ο στηριζόμενος από τον Σόρος ακτιβιστής Οσμάν Καβαλά βρίσκεται ακόμη στην φυλακή. Για τον Σόρος, όμως, αυτά είναι ψιλά γράμματα. Οι «σταυροφόροι» του στην Τουρκία μπορεί να διώκωνται, αλλά ο ρόλος της Τουρκίας στα δουλεμπορικά δίκτυα και την πολιτική των «ανοιχτών συνόρων» είναι κομβικός. Εξού και η στήριξη που της παρέχει.