ΘΕΜΑ

26 χρόνια από τους “ανθρωπιστικούς βομβαρδισμούς” του ΝΑΤΟ στην Σερβία

26 χρόνια από τους "ανθρωπιστικούς βομβαρδισμούς" του ΝΑΤΟ στην Σερβία, Βασίλης Στοϊλόπουλος

Συμπληρώθηκαν ήδη 26 χρόνια από την χωρίς ρητή εντολή του ΟΗΕ νατοϊκή επίθεση κατά της Σερβίας (Operation Allied Force), που ξεκίνησε με αεροπορικούς βομβαρδισμούς του Βελιγραδίου στις 24 Μαρτίου 1999. Το αποτέλεσμα αυτής της παράνομης ενέργειας του ΝΑΤΟ είχε σαν αποτέλεσμα, ως γνωστόν, την συνθηκολόγηση της Σερβίας στις 9 Ιουνίου 1999 και την απόσχιση του Κοσσόβου με τη δημιουργία του “ψευδοκράτους της Πρίστινα”.

Παρά το μεγάλο χρονικό διάστημα που πέρασε από αυτόν τον πρώτο επιθετικό πόλεμο στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο και παρά τις συνεχείς προσπάθειες της νατοϊκής συμμαχίας – και των “πειθαρχημένων” δυτικών mainstream media – να ξεχαστούν οι παράνομες πράξεις της συμμαχίας, τα κατά καιρούς επαναλαμβανόμενα εθνοτικά επεισόδια σε περιοχές του Κοσσόβου που κατοικούνται ακόμα από Σέρβους, αλλά και στη γειτονική Βοσνία-Ερζεγοβίνη, δείχνουν πως η “πληγή των Βαλκανίων” παραμένει ακόμα μια εν δυνάμει αιτία αστάθειας στο ευρύτερο ευρωπαϊκό γεωπολιτικό περιβάλλον και μια σταθερή αιτία ανάφλεξης. Κι αυτό, παρά τη μονομερή διακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσόβου, τον Φεβρουάριο του 2008, και την αναγνώρισή αυτού του ντε φάκτο νατοϊκού προτεκτοράτου, κυρίως από κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕE.

Η 26η επέτειος της πρώτης νατοϊκής επίθεσης κατά ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους φέρνει ξανά στην επικαιρότητα ζητήματα που σχετίζονται με την έκτοτε συχνή “αλά καρτ” εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και την επικρατούσα “διπλή ηθική” στην επιβολή μιας “δίκαιας” Νέας Τάξης Πραγμάτων, βασισμένης σε «δυτικές αξίες». Ο πόλεμος εναντίον της Σερβίας αποτέλεσε όμως και μια “πιλοτική” περίπτωση για μελλοντικούς πολέμους με συμμετοχή κρατών-μελών του ΝΑΤΟ μέσα σ΄ ένα συνδυαστικό πλαίσιο σύγχρονης τεχνολογίας όπλων, ηγεμονικών φιλοδοξιών και παράνομης βίας.

Η νατοϊκή επίθεση κατά της Σερβίας ήταν επίσης η πρώτη που σηματοδοτούσε την “αναστροφή” της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής ιστορίας, με την πρώτη συμμετοχή μεταπολεμικά γερμανικών ενόπλων δυνάμεων σε επιθετικό πόλεμο, με 400 πολεμικές αποστολές και τη ρίψη 200 ρουκετών στο έδαφος της πρώην Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Και αυτό παρότι με τη συμμετοχή της σε αυτόν τον “ανθρωπιστικό πόλεμο” η Γερμανία παραβίαζε όχι μόνο το Διεθνές Δίκαιο, αλλά καταστρατηγούσε και το ίδιο το Σύνταγμά της, καθώς και την λεγόμενη “Συμφωνία 2 + 4” που ρύθμιζε την Επανένωσή της, ελέω μιας αδύναμης τότε Ρωσίας.

Επίσης, για πρώτη φορά επιβλήθηκε και το νατοϊκό αφήγημα του «νόμιμου στόχου – διεύρυνση στρατιωτικών στόχων», που αφορούσε τον βομβαρδισμό ακόμη και νοσοκομείων, σχολείων, δημοσιογραφικών κτιρίων, ξένων πρεσβειών κ.α., τις λεγόμενες «παράπλευρες απώλειες». Ένας “νεολογισμός” στρατιωτικής φύσης που όμως δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ χρησιμοποίησε απαγορευμένες βόμβες διασποράς και βόμβες με εμπλουτισμένο ουράνιο και ότι το 40% των θυμάτων ήταν παιδιά.

Το αφήγημα του “ανθρωπιστικού πολέμου”

Σήμερα οι δυτικές κυβερνήσεις επιμένουν ακόμα στο αφήγημά τους περί «ανθρωπιστικού πολέμου» και πολεμική δράση «για την προστασία των Κοσσοβάρων» και να προσπαθούν ν΄ απωθήσουν, να διαστρεβλώσουν ή και ν΄ αποκρύψουν τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν τα Βαλκάνια την τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα.

Όμως, κανείς σοβαρός πολιτικός αναλυτής δεν αμφιβάλλει πλέον ότι ο ανελέητος βομβαρδισμός των 78 ημερών ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ αντίκειται στο Διεθνές Δίκαιο – παρά τα οφθαλμοφανή ψεύδη, την προπαγάνδα, την παραπληροφόρηση και τα ιδεολογικά “περιτυλίγματα” περί «ανθρωπιστικής επέμβασης». Πολύ περισσότερο που σε σύγκριση με άλλες πολεμικές επεμβάσεις που ακολούθησαν, ο παράνομος βομβαρδισμός της Σερβίας με χιλιάδες νεκρούς συνιστά για τη Δύση μια ιδιάζουσα και άκρως αμφιλεγόμενη στάση των “δύο μέτρων και των δύο σταθμών” αναφορικά με το Διεθνές Δίκαιο.

Τα όσα προηγήθηκαν της νατοϊκής επίθεσης σε διπλωματικό επίπεδο δείχνουν ότι επρόκειτο για μια καλή “σκηνοθεσία” προετοιμασίας ενός επιθετικού πολέμου. Ενεργό συμμετοχή είχαν δύο Γερμανοί πολιτικοί, ο Πράσινος Υπουργός Εξωτερικών Γιόσκα Φίσσερ, που αναφέρονταν σε «Δεύτερο Άουσβιτς» στο Κόσσοβο και ο συνέταιρός του στην κυβέρνηση Σρέντερ (ζήτησε αργότερα συγγνώμη, ομολογώντας ότι επρόκειτο για παράνομο πόλεμο) ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Άμυνας Βολφγκανγκ Σάρπινγκ που ανακάλυψε μάλιστα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» στην Πρίστινα. Από την αμερικανική πλευρά πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν “γεράκια” πολιτικοί όπως ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ και η Μαντλίν Ολμπράιτ και ο στρατηγός-επιχειρηματίας Γουέσλι Κλαρκ.

Η “εθνοκάθαρση” 

Η “δικαιολογία” του τερματισμού της «εθνοκάθαρσης» που διέπραττε δήθεν το Βελιγράδι στο Κόσσοβο – που μετά την αλλαγή της δημογραφικής σύστασης της περιοχής σε βάρος των Σέρβων, κατοικούνταν πλέον στην μεγάλη πλειονότητα από Αλβανούς – ήταν ένα επιπλέον ψέμα, ανάλογο με τα «χημικά του Σαντάμ» λίγα χρόνια αργότερα στο Ιράκ.

Σε όλο το διάστημα πριν την έναρξη της νατοϊκής επίθεσης δεν υπήρξε καμιά ιδιαίτερα αιματηρή σύγκρουση και ο UCK δεν είχε ποτέ εμπλακεί σε εκτεταμένο πόλεμο με τις γιουγκοσλαβικές δυνάμεις ασφαλείας, όπως φαίνεται και από τον σχετικά μικρό αριθμό των θανάτων μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων, συμπεριλαμβανομένων και των Αλβανών. Ο αριθμός αυτός αυξήθηκε μόνο μετά την επέμβαση του ΝΑΤΟ για την “υπεράσπιση των αξιών και την προώθηση της υπόθεσης της ειρήνης” στο Κόσσοβο.

Η πραγματική εθνοκάθαρση έγινε αργότερα, μετά την αποχώρηση του σερβικού στρατού από το Κόσσοβο, όταν “υπό το βλέμμα” του ΝΑΤΟ υποχρεώθηκαν έως και 250.000 Σέρβοι, Ρομά και άλλες εθνότητες να εγκαταλείψουν το Κόσσοβο, που για τους Σέρβους εξακολουθεί και σήμερα ν΄ αποτελεί το “λίκνο” του πολιτισμού τους. Μετά το τέλος του πολέμου μια “Ανεξάρτητη Διεθνής Επιτροπής για το Κοσσυφοπέδιο” διαπίστωσε σε σχετική της Έκθεση ότι «η στρατιωτική παρέμβαση του ΝΑΤΟ ήταν παράνομη, αλλά θεμιτή» και ότι η νατοϊκή επίθεση «δεν είναι νόμιμη, αλλά δικαιολογημένη» (Legault, Albert (Spring 2000). “NATO intervention in Kosovo: the legal context*” (PDF). Canadian Military Journal: 64.).

Μέγας αρωγός σε αυτήν την προπαγανδιστική εκστρατεία της Δύσης υπήρξαν σχεδόν όλα τα δυτικά maistream media. Επιστημονική ανάλυση στη Γερμανία κατέδειξε ότι πριν την έναρξη της νατοϊκής επίθεσης όλα σχεδόν τα γερμανικά ΜΜΕ, όχι μόνο δεν αναφέρονταν σε «αυτοσυγκράτηση» ή αποκλιμάκωση μέσω διαπραγματεύσεων, αλλά επέλεξαν, εν είδη πολεμικής προπαγάνδας και παραπληροφόρησης, να πλασάρουν στην κοινή γνώμη την «αιτιολόγηση του πολέμου» στο «όνομα του ανθρωπισμού». Σχεδόν την ίδια φρασεολογία και τακτική που ακολουθούν και τώρα στον πόλεμο της Ουκρανίας, χρησιμοποιώντας ακόμα και πολεμοκάπηλη φρασεολογία και υπέρ της κλιμάκωσης του πολέμου.

Το σύνθημα της διάλυσης 

Το σκηνικό της διάλυσης ενός κυρίαρχου κράτους στήθηκε όμως πριν την “ανθρωπιστική επέμβαση” του ΝΑΤΟ, όταν ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 ξεκίνησε από τη Δύση η πολιτική στήριξη, αλλά και ο εξοπλισμός όλων σχεδόν των αποσχιστικών οργανώσεων, ιδιαίτερα από την επανενωμένη Γερμανία, που δρούσαν στην «φυλακή των λαών» Γιουγκοσλαβία. Η νατοϊκή επίθεση επί διακυβέρνησης Μπιλ Κλίντον, εν μέσω του “σκανδάλου Λεβίνσκυ”, τον Μάρτιο του 1999, σηματοδοτούσε το τελευταίp “μεγάλο βήμα” στην προσπάθεια ολοκλήρωσης του βίαιου κατακερματισμού και “φιλετοποίησης” της Γιουγκοσλαβίας σε πολλά μικρά, ανίσχυρα κι ελεγχόμενα κράτη, με σχετικά ομοιογενή εθνικά πληθυσμό.

Το σύνθημα της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας δόθηκε την 1η Ιουλίου 1991, όταν ο Γερμανός καγκελάριος Χέλμουτ Κολ υποστήριξε την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Σλοβενίας και της Κροατίας, παρά τις προειδοποιήσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Γκουεγιάρ για το σοβαρό ενδεχόμενο ενός εμφυλίου πολέμου. Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς η Γερμανία προχώρησε στην αναγνώριση των δύο αυτών κρατών και μετά από πολλές πιέσεις ακολούθησαν τον Ιανουάριο του 1992 και οι υπόλοιπες έντεκα χώρες της τότε ΕΟΚ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα κατά την διακυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, που έθεσε στους εταίρους της τρεις όρους για το Μακεδονικό, απλά “για τα μάτια του κόσμου”, όπως φάνηκε εκ των υστέρων.

Παράλληλα ξεκινούσε και ο μακράς διάρκειας “πόλεμος της προπαγάνδας”, κυρίως από Γερμανούς πολιτικούς και δημοσιογράφους εναντίον της Σερβίας και του εκλεγμένου προέδρου της Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ως «του αποκλειστικού υπεύθυνου για την κλιμάκωση της βίας» και της «εθνοκάθαρσης», επισημαίνοντας ιδιαίτερα την «καταστροφική πολιτική του κατευνασμού» που εφαρμόστηκε από τη Δύση για τον «χασάπη των Βαλκανίων Μιλόσεβιτς». Διαφορετική ήταν, όμως, η άποψη του διευθυντή του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου ECMM στο Κόσσοβο, του Γερμανού αξιωματικού της Μπουντεβέρ Dietmar Hartwig:

«Μαζικά, πόσο μάλλον κρατικά εγκλήματα κατά του πληθυσμού, όπως εθνικές εκκαθαρίσεις, δεν μου γνωστοποιήθηκαν στο χρονικό διάστημα από τα τέλη του 1998 μέχρι την έναρξη του νατοϊκού πολέμου, τόσο από τις εκθέσεις των παρατηρητών, όσο και από τις συνομιλίες μου με πολιτικούς ηγέτες των Αλβανών του Κοσσόβου. Παρόλα αυτά τα media μιλούσαν για μια απύθμενη βαναυσότητα των σερβικών δυνάμεων ασφαλείας κατά του πληθυσμού. Παράλληλα αποσιωπούσαν τις επιθέσεις του αυτοαποκαλούμενου “Απελευθερωτικού Στρατού” (UCK) των Αλβανών Κοσσοβάρων. Ιδιαίτερα δε κατά την περίοδο των σταθερά αυξανόμενων επιθέσεων του UCK σε γιουγκοσλαβικές αστυνομικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις η σερβική εκτελεστική εξουσία παρέμεινε όλως περιέργως συγκρατημένη».

Κόσσοβο και Σερβία

Το θέμα του Κοσσόβου αναθερμάνθηκε τελευταία και από ελληνικής πλευράς, μετά την πρωτοβουλία της Ντόρας Μπακογιάννη (ΝΔ) να προτείνει σε έκθεσή της – με αρωγή της αμερικανόφιλης υφυπουργού Εξωτερικών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου – την ένταξη του Κοσσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, η οποία τελικά και εγκρίθηκε από την κοινοβουλευτική συνέλευση. Η πράξη της Μπακογιάννη, που προφανώς δημιουργεί αρνητικό προηγούμενο και για την Κύπρο, χαρακτηρίστηκε από τη Σερβία ως «πισώπλατο μαχαίρωμα». Μια τουλάχιστον αμφιλεγόμενη ενέργεια που εντάσσεται και αυτή στο δόγμα “ανήκουμε στη σωστή πλευρά της ιστορίας”, αλλά και της υποτέλειας.

Για τους Σέρβους και τον “ευέλικτο” πρόεδρο Βούτσιτς το μείζον θέμα είναι αν θα καταφέρουν να συνεχίσουν ν΄ αντιστέκονται στις πιεστικές απαιτήσεις και στις μεθοδεύσεις της Δύσης υπέρ των Αλβανών, ιδιαίτερα σήμερα επί διακυβέρνησης Τραμπ στις ΗΠΑ. Αυτό θα εξαρτηθεί πρωτίστως από την αντίσταση του σερβικού λαού, αλλά και θέληση της σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί ισχυρό παράγοντα εξουσίας στη Σερβία.

Θα εξαρτηθεί επίσης και από την πορεία που θα πάρει ο πόλεμος στην Ουκρανία στο πλαίσιο των γεωπολιτικών συσχετισμών της ευρύτερης περιοχής,, αλλά και από τις σοβαρές εσωτερικές αντιθέσεις στην ίδια τη Σερβία. Το σίγουρο είναι ότι οι ΗΠΑ, η ΕΕ και ιδιαίτερα το Βερολίνο θα εξακολουθήσουν να πιέζουν τη Σερβία ν’ αποδεχτεί την απόσχιση της “Δημοκρατίας του Κοσόβου” ως ανεξάρτητο κράτος – και μάλιστα κατά παράβαση του σερβικού συντάγματος και του ψηφίσματος 1244/1999 του ΟΗΕ, σύμφωνα με το οποίο το Κόσσοβο εξακολουθεί ν΄ αποτελεί σερβική επαρχία. Γεγονός που ίσως ν΄ αποτελεί και αρνητικό πρόκριμα στο άμεσο μέλλον και για την Κύπρο.

Να σημειωθεί πάντως πως μετά το βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας στο Βελιγράδι, ο τότε Κινέζος Πρόεδρος Ζιάνγκ Ζεμίν δήλωσε ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την οικονομική και στρατιωτική τους υπεροχή για να επεκτείνουν επιθετικά την επιρροή τους και να παρεμβαίνουν στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών. Οι Κινέζοι ηγέτες χαρακτήρισαν την επίθεση του ΝΑΤΟ επικίνδυνο προηγούμενο ωμής επιθετικότητας, μια νέα μορφή αποικιοκρατίας και έναν επιθετικό πόλεμο χωρίς ηθικό ή νομικό έρεισμα. Θεωρήθηκε μάλιστα ως τμήμα ενός σχεδίου των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ να καταστρέψουν τη Γιουγκοσλαβία, να επεκταθούν προς τα ανατολικά και να ελέγξουν όλη την Ευρώπη.

Σήμερα, φαίνεται πως οι γεωπολιτικές εξελίξεις που διαδραματίστηκαν στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα στην νοτιοανατολική και ανατολική Ευρώπη δικαιώνουν τα λεγόμενα των Κινέζων. Μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και την νατοϊκή επέκταση μέχρι τα ρωσικά σύνορα ο πόλεμος “δια αντιπροσώπων” στην Ουκρανία μπορεί να ιδωθεί και σαν «πρόβλημα ασφάλειας της Ρωσίας». Όπως άλλωστε είχαν προειδοποιήσει πολλά χρόνια πριν την “παράνομη” ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και μια σειρά διακεκριμένοι ειδικοί αναλυτές σε θέματα γεωπολιτικής και διεθνών σχέσεων.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

1 ΣΧΟΛΙΟ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια

Έτσι λοιπόν καταλήγουμε στο αβίαστο συμπέρασμα πως ο καθεστωτικός “τύπος” αντί να ασκεί ελεγκτικό ρόλο απέναντι στις εξουσίες, τις στηρίζει με κάθε τρόπο και νομιμοποιεί τις ανομίες τους.Τα ίδια συνέβησαν και πρόσφατα με την “ψευτοπανδημία” και την χυδαία προπαγάνδα που την αβαντάριζε, το ίδιο συμβαίνει και με το “Ουκρανικό”. Με… Διαβάστε περισσότερα »

1
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx