3+1 δρόμοι για τον Τραμπ στο Ουκρανικό
20/01/2025Μετά την εκλογή Τραμπ, η κυβέρνηση Μπάιντεν έκανε ό,τι μπόρεσε για να ναρκοθετήσει την πρόθεση του νέου προέδρου να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, έστω κι αν ισχυρίζεται ότι του δίνει διαπραγματευτικά όπλα. Κατά γενική ομολογία αυτός ο πόλεμος είναι η μεγάλη δοκιμασία του Τραμπ. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση Μπάιντεν κληροδοτεί στο νέο πρόεδρο την “ουκρανική βόμβα” με σκοπό να εκραγεί στα χέρια του.
Παρά τις επιθέσεις με ATACMS εντός της Ρωσίας, ο Πούτιν απέφυγε στο μεσοδιάστημα να απαντήσει με κλιμάκωση, προφανώς για να αφήσει χώρο στη διπλωματία τώρα που ο Τραμπ αναλαμβάνει καθήκοντα. Πώς σκοπεύει ο νέος Αμερικανός πρόεδρος να σταματήσει τον πόλεμο; Σύμφωνα με όσα έχουν δει τη δημοσιότητα, πρόθεσή του είναι να εκβιάσει τον Ζελένσκι πως εάν δεν δεχθεί να διαπραγματευτεί θα του κόψει κάθε βοήθεια. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε άμεση κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας, η οποία είναι ήδη ετοιμόρροπη. Το Κίεβο τον τελευταίο καιρό δηλώνει διατεθειμένο να διαπραγματευτεί, αλλά θέτει μη ρεαλιστικούς στόχους.
Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο εμφανιζόταν εξαρχής έτοιμο να διαπραγματευτεί, αλλά με βάση τους ρωσικούς όρους, που αντανακλούν και την κατάσταση στο μέτωπο, δηλαδή:
- Δυτικές δεσμεύσεις και συνταγματική διάταξη ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
- Δεσμεύσεις ότι στο Κίεβο δεν θα υπάρχει εχθρική προς τη Ρωσία κυβέρνηση.
- Συνταγματική προστασία της ρωσικής γλώσσας και του πολιτισμού.
- Διεθνή αναγνώριση ότι τα ουκρανική εδάφη που έχουν προσαρτηθεί στη Ρωσία (Κριμαία, Ντονιέτσκ, Λουχάνσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα) θα παραμείνουν σ’ αυτήν. Πιθανότατα, η Μόσχα δεν θα επιμείνει να της παραχωρηθούν και εδάφη των ανωτέρω περιφερειών που σήμερα δεν ελέγχει, ενώ ίσως αποσυρθεί από κάποια εδάφη που κατέχει σε άλλες περιφέρειες της Ουκρανίας.
Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ Μόσχας και Κιέβου υπάρχει –τουλάχιστον προς το παρόν– αγεφύρωτο χάσμα. Σε αντίθεση με το Κρεμλίνο, όμως, η Δύση είναι υποχρεωμένη να διαχειριστεί τη δυσμενή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί για το Κίεβο στο πεδίο του πολέμου. Προς το παρόν ο Ζελένσκι αρνείται να παραδώσει και ντε γιούρε ουκρανικό έδαφος στη Ρωσία, αλλά αυτό δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Τραμπ. Το πρόβλημα είναι ότι οι ρωσικοί όροι είναι πολύ μακριά από ό,τι οι ΗΠΑ φαίνονται διατεθειμένες να αποδεχθούν.
Στην Ιστορία, όμως, τους όρους τους επιβάλλει (όχι απολύτως, αλλά κατά κανόνα) ο νικητής, όχι ο ηττημένος. Και η ειδοποιός διαφορά μεταξύ Μόσχας και Δύσης είναι ότι η Μόσχα κερδίζει τον πόλεμο, ενώ το Κίεβο –και κατ’ επέκταση η Δύση– τον χάνει. Κι αυτή τη ρωσική νίκη ίσως μπορεί να την καθυστερήσουν και δυσκολέψουν, αλλά δεν μπορούν να την αποτρέψουν οι ΗΠΑ. Ο Τραμπ θα συναντηθεί σύντομα με τον Πούτιν, αλλά για αυτά που ο ίδιος θεωρεί ίσως γενναιόδωρη ειρηνευτική φόρμουλα, το Κρεμλίνο δεν έχει κανένα συμφέρον να κάνει εκπτώσεις στις βασικές απαιτήσεις του.
Η εισβολή έγινε κυρίως για να μετατρέψει την Ουκρανία σε αποκομμένη από το ΝΑΤΟ ουδέτερη και χωρίς στρατιωτικές δυνατότητες χώρα, και δευτερευόντως για εδάφη. Με άλλα λόγια, η Μόσχα θέλει να κλείσει οριστικά με συνθήκη το ουκρανικό μέτωπο κι όχι να αφήσει ανοικτή την πόρτα για δυτικά παιχνίδια με όχημα το Κίεβο. Γι’ αυτό δεν θα δεχθεί πάγωμα του πολέμου, όπως συμβαίνει στην Κορέα και στην Κύπρο. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, ας δούμε τις επιλογές του Τραμπ:
Τα 3+1 σενάρια
Το πρώτο σενάριο είναι να ακολουθήσει το σχήμα “κλιμάκωση με σκοπό την αποκλιμάκωση”. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει ισχυρό μοχλό για να εκβιάσει τον Πούτιν. Η απειλή ότι θα δώσει στο Κίεβο περισσότερα όπλα και χρήματα δεν συνιστά πειστικό εκβιασμό. Απλώς θα οδηγήσει σε νέα και πιθανόν ανεξέλεγκτη κλιμάκωση. Οι Ουκρανοί, άλλωστε, δεν έχουν ούτε πολλά αποθέματα όπλων, ούτε την παραγωγική ικανότητα να τα αποκτήσουν άμεσα. Με μία τέτοια επιλογή θα καταλήξει ο Τραμπ ουσιαστικά να συνεχίσει την πολιτική Μπάιντεν, που ισοδυναμεί με παράταση του πολέμου. Και επειδή το Κρεμλίνο έχει στρατιωτικά το πάνω χέρι και επειδή όσο περνάει ο χρόνος κατακτά νέα εδάφη θα ενισχύεται και το διαπραγματευτικό του πλεονέκτημα.
Το δεύτερο σενάριο είναι ο Τραμπ να φτάσει στην άκρη για να κάμψει το Κρεμλίνο: Να απειλήσει με μαζική στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας. Η απάντηση που πιθανότατα θα λάβει σε μία τέτοια περίπτωση ο Τραμπ από τον Πούτιν είναι πως η επέμβαση του ΝΑΤΟ θα οδηγήσει σε σύγκρουση ΗΠΑ-Ρωσίας και κατ’ επέκταση σε πυρηνική σύγκρουση. Και δεν θα πρόκειται για μπλόφα, επειδή για τη Μόσχα θα είναι μονόδρομος η χρήση τακτικών πυρηνικών, πολύ περισσότερο εάν δυνάμεις του ΝΑΤΟ διαβούν τον Δνείπερο. Γι’ αυτόν τον λόγο αυτό το σενάριο συγκεντρώνει λίγες πιθανότητες.
Το τρίτο σενάριο είναι ο Τραμπ, επικαλούμενος την εικόνα που απέκτησε ως πρόεδρος, να ρίξει τις ευθύνες στον Μπάιντεν όχι μόνο για τον πόλεμο, αλλά και για τη διαφαινόμενη ήττα της Ουκρανίας, την οποία θα χαρακτηρίσει αναπόφευκτη. Θα μπορούσε να πει ωμά στον αμερικανικό λαό ότι δεν είναι διατεθειμένος να πάει σε πυρηνική σύγκρουση με τη Ρωσία για να σώσει την Ουκρανία, στην οποία –όπως είχε δηλώσει και ο Ομπάμα– δεν διακυβεύονται ζωτικά αμερικανικά συμφέροντα. Και μάλιστα, θα μπορούσε να προκαλέσει τους Ευρωπαίους να αναλάβουν οι ίδιοι την υποστήριξη του Κιέβου, δρομολογώντας την απεμπλοκή των ΗΠΑ με μικρά πηδηματάκια πριν η “ουκρανική βόμβα” σκάσει στα χέρια του.
Προφανώς, σύσσωμο το δυτικό “κόμμα του πολέμου” θα τον κατηγορήσει σφοδρά ότι εγκατέλειψε την Ουκρανία και πρόσφερε τη νίκη στον Πούτιν, αλλά θα είχε ξεμπερδέψει οριστικά με το πρόβλημα. Επιπλέον θα κέρδιζε πόντους στην προσπάθειά του να αποκολλήσει τη Ρωσία από την Κίνα και ευρύτερα να στραφεί στον Ινδοειρηνικό. Ας μην ξεχνάμε ότι για τον Τραμπ το κύριο πρόβλημα είναι η Κίνα, όχι η Ρωσία. Θα διακινδυνεύσει, όμως, μία μετωπική σύγκρουση όχι μόνο με το αμερικανικό βαθύ κράτος, αλλά και με μία πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων που σε μία τέτοια περίπτωση θα στραφούν εναντίον του.
Το αμερικανικό βαθύ κράτος διαμορφώθηκε στον Ψυχρό Πόλεμο. Γι’ αυτό, σχεδόν αταβιστικά, οι ΗΠΑ πρέπει να ηγεμονεύουν και η Ρωσία είναι ο κύριος εχθρός. Πρόκειται για θεμελιώδη αρχή, που δεν επιτρέπει συμβιβασμούς. Από αυτήν προκύπτει και η επιδίωξη να ηττηθεί στρατηγικά η Ρωσία. Αντιθέτως, ο Τραμπ δίνει προτεραιότητα σε συγκεκριμένα και άμεσα αμερικανικά συμφέροντα, όχι σε αφηρημένες έννοιες. Η ηγεμονία των ΗΠΑ είναι εργαλείο όχι αυτοσκοπός. Γι’ αυτό ούτε έλκεται από την εξαπόλυση πολέμων, ούτε το Ουκρανικό έχει γι’ αυτόν τη σημασία που έχει για το βαθύ κράτος.
Το τέταρτο σενάριο είναι ο Τραμπ, αφού δεν έχει “μαστίγιο” για να εκβιάσει τον Πούτιν, να τον δελεάσει με “καρότα”. Το Κρεμλίνο θα έχει κίνητρο να κάνει υποχωρήσεις –κυρίως στο εδαφικό– εάν ο Λευκός Οίκος συμφωνήσει σε χρονοδιάγραμμα άρσης των κυρώσεων και πολύ περισσότερο εάν συμφωνήσει σε μία νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη, η οποία θα αναγνωρίζει και κατοχυρώνει τα συμφέροντα ασφαλείας της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης, όπως επιδιώκει διακαώς το Κρεμλίνο. Είναι, όμως, διατεθειμένος ο Τραμπ να πάει τόσο μακριά; Κι αν ο ίδιος είναι, θα μπορέσει να κάμψει τις αντιρρήσεις του αμερικανικού βαθέος κράτους; Ας μην ξεχνάμε ότι αυτό μπορεί να καταφύγει ακόμα και σε προβοκάτσιες με σκοπό ανεξέλεγκτη κλιμάκωση.
Το ποιο από τα τέσσερα σενάρια θα εφαρμοστεί θα το δούμε σύντομα. Είναι δεδομένο ότι ο Τραμπ θέλει να τελειώνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία για να εστιάσει σ’ αυτά που θεωρεί κρίσιμα για τα αμερικανικά συμφέροντα. Από την άλλη, όμως, δεν θα είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία που μία ηγεσία παρασύρθηκε από τη δυναμική των εξελίξεων σε κινήσεις που αρχικά δεν ήθελε, με αποτέλεσμα τελικώς να χάσει τον δρόμο της.