70 χρόνια μετά – Το NATO ποτέ δεν πεθαίνει!

70 χρόνια ΝΑΤΟ: Επιβολή της ειρήνης μέσω βομβαρδισμών, Χρήστος Μπαξεβάνης

Φέτος συμπληρώνονται 70 χρόνια από την υπογραφή του Συμφώνου του Βόρειου Ατλαντικού (1949) με την οποία ιδρύθηκε το ΝΑΤΟ. Δικαιολογητική βάση για την δημιουργία της συμμαχίας ήταν ο «σοβιετικός κίνδυνος» καθώς και η σταθεροποίηση της ειρήνης στην, τραυματισμένη απ’ το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, Ευρώπη. Ωστόσο, εάν αυτά ήταν τα πραγματικά κίνητρα για την ίδρυση του ΝΑΤΟ, τότε το ίδιο θα έπρεπε λογικά να αυτοδιαλυθεί μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και την de facto κατάργηση του Συμφώνου της Βαρσοβίας.

Αντιθέτως, η βορειοατλαντική συμμαχία μετασχηματίστηκε σταδιακά από στρατιωτικό μηχανισμό με αμυντικά (sic) χαρακτηριστικά σε επιθετικό πολιτικό οργανισμό επιβολής των ιμπεριαλιστικών σχεδίων. «Η ιμπεριαλιστική τάση για μεγάλες αυτοκρατορίες είναι πέρα για πέρα πραγματοποιήσιμη και στην πράξη πραγματοποιείται συχνά με τη μορφή ιμπεριαλιστικής ένωσης αυτοτελών και ανεξάρτητων, με την πολιτική σημασία της λέξης, κρατών» έγραφε το 1916 ο Λένιν περιγράφοντας τα όσα θα επακολουθούσαν τις επόμενες δεκαετίες.

Άλλωστε, στην εποχή του Λένιν πρωτοεμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια αυτού που ο ίδιος ονόμαζε «ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», δηλαδή του Ιμπεριαλισμού, επιχειρησιακός βραχίονας του οποίου αποτελεί σήμερα το ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τον πρώτο Γ.Γ. του ΝΑΤΟ Λόρδο Ισμέι, ο σκοπός της ίδρυσης του ήταν να «νομιμοποιήσει την παρουσία των ΗΠΑ στην Ευρώπη, να κρατήσει τους σοβιετικούς έξω και τους γερμανούς κάτω».

Η διάλυση της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας κατέστησε αναγκαία την αναθεώρηση των αποστολών του ΝΑΤΟ. Είχε τελειώσει η φιλολογία περί «της απειλής της σοβιετικής εισβολής». Ο ιμπεριαλισμός έπρεπε να αποκατασταθεί σε ένα σημαντικό κομμάτι της Ευρώπης και της Ασίας και οι πρώην σοσιαλιστικές χώρες έπρεπε να αναδιαρθρωθούν με ένα νέο αφήγημα. Ο αιματηρός πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία τη δεκαετία του ’90 ήταν ένα πείραμα του ΝΑΤΟ για να βρεθούν τα απαραίτητα μέσα.

Μέσα από τη θεωρία της εξάπλωσης των κρίσεων (spill over) το ΝΑΤΟ διευρύνει την καθ’ ύλην και κατά τόπο επιχειρησιακή αρμοδιότητά του, καθώς και το δυνητικό κατάλογο των περιστάσεων στις οποίες νομιμοποιεί την επέμβαση της συμμαχίας. Το ΝΑΤΟ θεωρεί πλέον ότι νομιμοποιείται να αναλαμβάνει στρατιωτικές επιχειρήσεις (προληπτικού, κατασταλτικού και μεταπολεμικού χαρακτήρα) άσχετες με την άμυνα των μελών του και μάλιστα έξω από τα όρια της χωρικής εφαρμογής του Συμφώνου του Βόρειου Ατλαντικού, σε χώρες που δεν είναι μέλη του οργανισμού.

Η πιο ικανή συμμαχία!

Στην Ουάσιγκτον, τον Απρίλη του 1999, στη σύνοδο κορυφής των δεκαεννέα αρχηγών κρατών μελών του ΝΑΤΟ μπαίνουν τα θεμέλια του νέου πολιτικού προσανατολισμού και του νέου στρατηγικού δόγματος του οργανισμού. Χαρακτηριστική για το νέο ρόλο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας είναι η σχετική αναφορά στην ομιλία του τότε Γενικού Γραμματέα Χαβιέ Σολάνα, ότι η Σύνοδος της Ουάσιγκτον βασίστηκε «στα διδάγματα που αποκόμισε το ΝΑΤΟ από τη διαχείριση άλλων σύνθετων κρίσεων, όπως αυτή στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και προσφάτως στο Κοσσυφοπέδιο. Θα αντικατοπτρίζει την εμπειρία που αποκτήσαμε στην ανάπτυξη εξαιρετικά πολύπλοκων μοντέλων επικοινωνίας και συνεργασίας με όλες κυριολεκτικά τις χώρες που βρίσκονται στην ευρωατλαντική περιοχή, η οποία εκτείνεται από το Βανκούβερ ως το Βλαδιβοστόκ».

Στο κοινό ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής καταγράφεται πως «η νέα αυτή συμμαχία θα είναι μεγαλύτερη, πιο ικανή και πιο ευέλικτη, επιφορτισμένη με τη συλλογική άμυνα και ικανή να αναλαμβάνει νέες αποστολές, συμπεριλαμβανομένης της συμβολής στην αποτελεσματική πρόληψη συγκρούσεων και της ενεργητικής δέσμευσης στη διαχείριση κρίσεων, συμπεριλαμβανομένων επιχειρήσεων αντίδρασης σε κρίσεις».

Χωρίς αντίβαρο στη διεθνή πολιτική σκακιέρα, ο Ιμπεριαλισμός – με επικεφαλής τις ΗΠΑ και συνεπικουρούμενος από τις κυβερνήσεις των άλλων, λιγότερο ή περισσότερο εξαρτημένων, μελών της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας – πέρασε στην αντεπίθεση, κάτι που εκφράστηκε από το περίφημο δόγμα της «Νέας Τάξης Πραγμάτων» που είχε εξαγγείλει ο τότε πρόεδρος Μπους.

Το «Δόγμα Κλίντον»

Η μακρόχρονη και εντατική διαδικασία εξάπλωσης της δημοκρατίας και της ελευθερίας, με σκοπό την υπεράσπιση, επέκταση και εδραίωση της «φιλελεύθερης ζώνης ειρήνης», μεταψυχροπολεμικά ξεκινά με τον George H. W. Bush, τον θεμελιωτή της «Νέας Παγκόσμιας Τάξης», και συνεχίζεται τόσο με τον Bill Clinton (διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, πόλεμος στη Βοσνία, «ανθρωπιστική» επέμβαση στο Κόσσοβο), όσο και με τον George Bush τον νεότερο (Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας, Patriot Act, επέμβαση στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν).

Μολονότι το «Δόγμα Κλίντον», το οποίο κινείται γύρω από τον άξονα «ανθρώπινα δικαιώματα», και το «Δόγμα Μπους», που έχει ως άξονά του τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, συνιστούν διαφορετικές στρατηγικές, αποτελούν, ωστόσο, εναλλακτικές εκδοχές ενός φιλελεύθερου διεθνισμού που αφενός μεν πολιτεύεται με αφετηρία τις δυνάμεις και τους μηχανισμούς της αγοράς, αφετέρου έχει συμφιλιωθεί με την χρήση στρατιωτικής βίας, και μάλιστα εκτός του κανονιστικού πλαισίου του ΟΗΕ.

Με δύο λόγια, η περιβόητη «Νέα Τάξη Πραγμάτων» αντικατόπτριζε ουσιαστικά την κοινή συνισταμένη της στρατηγικής των αστικών τάξεων στο δυτικό κόσμο: να επεκταθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του κεφαλαίου σε νέες περιοχές, να βρεθούν νέοι φυσικοί πόροι και νέο φτηνό εργατικό δυναμικό προς εκμετάλλευση. Έκτοτε, απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και μέχρι σήμερα, η ιστορία του ΝΑΤΟ, είναι συνυφασμένη με την έννοια της βαρβαρότητας, βαμμένη με το αίμα αθώων, άμαχου πληθυσμού και γυναικόπαιδων.

‘Ενταση επιθετικότητας

Η ένταση της επιθετικότητας του ΝΑΤΟ εκφράστηκε στους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία (1999), το Αφγανιστάν (2001), το Ιράκ (2003), τη Λιβύη (2011), την επέμβαση στη Συρία (2011). Στην πράξη αποδείχτηκε ότι τα προσχήματα που χρησιμοποιήθηκαν για την «εθνοκάθαρση», την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», «τη διατήρηση της τάξης», τις «φυλετικές συγκρούσεις», την «εξάπλωση των όπλων μαζικής καταστροφής» επιχείρησαν να κρύψουν το βασικό στόχο, τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής της Ευρασίας, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία και την Κίνα.

Η ιστορία επιβεβαιώνει ότι με τον πόλεμο συνεχίζεται με άλλα –βίαια– μέσα η πολιτική των αντιμαχόμενων δυνάμεων, που διευθύνεται από την κυρίαρχη τάξη τους, ενώ η ειρήνη που ακολουθεί αποτελεί με τη σειρά της τη συνέχεια αυτής της πολιτικής στη σκιά της έκβασης του πολέμου μέχρι την επόμενη ένοπλη σύγκρουση.

Στηριζόμενος στην παραπάνω θέση, ο Λένιν σε διάλεξή του το Μάη του 1917 απέρριψε «τη μικροαστική και ανόητη πρόληψη ότι τάχα είναι δυνατό να ξεχωρίσουμε τον πόλεμο από την πολιτική των αντίστοιχων κυβερνήσεων, των αντίστοιχων τάξεων, ότι τάχα είναι ποτέ δυνατό να βλέπουμε τον πόλεμο σαν απλή επίθεση που παραβιάζει την ειρήνη και σαν αποκατάσταση ύστερα αυτής της παραβιασμένης ειρήνης. Τσακώθηκαν και συμφιλιώθηκαν!».

Και υποστηρίζει ότι ο πόλεμος συνδέεται αδιάρρηκτα με εκείνο το πολιτικό καθεστώς από το οποίο πηγάζει. «Την ίδια πολιτική, που ένα ορισμένο κράτος, μια ορισμένη τάξη στο πλαίσιο αυτού του κράτους, εφαρμόζει σε μια μακροχρόνια περίοδο πριν τον πόλεμο, η ίδια αυτή τάξη την συνεχίζει και στη διάρκεια του πολέμου, αλλάζοντας μόνο τη μορφή δράσης».

Στο ασταθές διεθνές περιβάλλον, όπου οι ανταγωνισμοί όσο οξύνονται οδηγούν στη συγκρότηση κέντρων ισχύος εκτός των κανόνων διεθνούς νομιμοποίησης, είναι αναγκαία η διεκδίκηση της αποκατάστασης και της ενίσχυσης του Ο.Η.Ε. ως του κορυφαίου κέντρου διεθνούς νομιμότητας, ενότητας και ισορροπίας. Το γεγονός ότι η αξιοπιστία του Ο.Η.Ε έχει υπονομευτεί και κλονιστεί, όχι μόνο δεν μειώνει, αλλά αντίθετα ενισχύει τη δυναμική μιας τέτοιας επιλογής.

Στρατιωτικοποίηση των διεθνών σχέσεων

Στρατιωτικές συμμαχίες, όπως το ΝΑΤΟ, στρατιωτικοποιούν τις διεθνείς σχέσεις και αυξάνουν, αντί να μειώνουν, τον κίνδυνο πολέμου. Για αυτό σταθερή επιδίωξή μας θα πρέπει να είναι η μείωση των εξοπλισμών τόσο στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου ειδικά, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο γενικά.

Για την Ευρώπη να επιδιώξουμε την αντικατάσταση του ΝΑΤΟ και των κοινών στρατιωτικών δομών της ΕΕ από ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλειας με βασικές αρχές την οικοδόμηση εμπιστοσύνης, τον έλεγχο και τη μείωση των εξοπλισμών. Να επιδιώξουμε ακόμα την αντικατάσταση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας από έναν Ευρωπαϊκό Οργανισμό Μείωσης των Εξοπλισμών, ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να πρωτοπορήσει στην πολιτική ειρήνης.

Σήμερα, είναι επίκαιρο και αναγκαίο όσο ποτέ το αίτημα της αποδέσμευσης της χώρας μας και κάθε χώρας από το ΝΑΤΟ, της πάλης για αποδυνάμωση της Νατοϊκής συμμαχίας, σε γραμμή ρήξης και αντεπίθεσης, συνδέοντας πιο αποφασιστικά την αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη σε κάθε χώρα, με την αντικαπιταλιστική πάλη. Ωστόσο, το αίτημα της διάλυσης του ΝΑΤΟ, όταν προβάλλεται χωρίς να μπαίνει ως στόχος η αποδέσμευση των χωρών μας από το ΝΑΤΟ, τότε εξαντλείται σε ακατάσχετα ευχολόγια, παραινέσεις και ανέξοδες ρητορείες. Ο Μπέρτολ Μπρεχτ το αποτύπωσε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο: «Ο πόλεμος τους διαλύει ότι άφησε όρθιο η ειρήνη τους».

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι