Αδειάζει η κλεψύδρα για τον Ερντογάν…
26/01/2020Η υπόθεση “Τουρκία” συμπυκνώνει, σε διαλεκτική σχέση, τρεις διαστάσεις: την αμιγώς οικονομική, την περιφερειακά γεωπολιτική και την παγκόσμια, υπό την έννοια της (ανά-)σύνταξης του μπλοκ παγκόσμιας επιρροής. Με άλλα λόγια, συμπυκνώνει το εν εξελίξει νέο μεγάλο παιχνίδι. Στο πρώτο επίπεδο, στο αμιγώς οικονομικό, όπως μια σειρά αναλυτών εξηγεί, η Τουρκία του Ερντογάν βιώνει μια καπιταλιστική κρίση, αναδυόμενης οικονομίας, ή αλλιώς το σπάσιμο της δικής της φούσκας.
Εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων, φθηνό χρήμα λόγω χαμηλών επιτοκίων και υπερπροσφοράς κεφαλαίων, υπερδανεισμός, επιδότηση του ιδιωτικού τομέα από το δημόσιο με φαραωνικά δημόσια έργα και βεβαίως προνομιακές σχέσεις, διαπλοκή και διαφθορά, χωρίς ισχυρή ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής προς σύνθετα βιομηχανικά προϊόντα συνθέτουν το κοκταίηλ μιας ισχυρής μεγέθυνσης με πήλινα πόδια.
Όταν τα επιτόκια αρχίσουν να αυξάνονται και οι ξένες επενδύσεις να αποσύρονται η παραγωγική αδυναμία δεν κρύβεται, το ιδιωτικό ή δημόσιο χρέος προβάλλει και η οικονομία κατεβάζει ταχύτητα, ή περνάει σε ύφεση. Οι αναδυόμενες οικονομίες με διαφορετικούς τρόπους είναι ακόμα πιο ευάλωτες σε αυτές τις κρίσεις-σοκ που κατά τα άλλα είναι απολύτως αναγκαίες για τον καπιταλισμό.
Η νομισματική διολίσθηση συνιστά σύμπτωμα της κρίσης. Από τη μια την επιδεινώνει βραχυπρόθεσμα, ιδίως όταν υπάρχει δανεισμός σε ξένο νόμισμα. Από την άλλη την ανακουφίζει, δια της προσαρμογής της οικονομίας στη νέα κατάσταση, ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά από ό,τι η εσωτερική υποτίμηση που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα, λόγω του ευρώ.
Στην περίπτωση της Τουρκίας του Ερντογάν, αυτή η συγκυρία δένεται με τη γεωπολιτική κρίση και μετασχηματισμό, σε περιφερειακό επίπεδο. Όπως έχει αναλυθεί σε πολλά άρθρα, η Τουρκία του Ερντογάν διεκδικώντας μερίδιο στο νέο χάρτη της Μέση Ανατολής έχει ακολουθήσει μια μεγαλομανή, καιροσκοπική και επικίνδυνη για την ίδια και για την περιοχή, πολιτική.
Οι απότομες στροφές Ερντογάν μπορεί τακτικιστικά να του έχουν δώσει ορισμένα οφέλη, αν και αυτά ακόμα τίθενται υπό αμφισβήτηση, αλλά στρατηγικά του προσπορίζουν λίγες σταθερές φιλίες. Η τρίτη κατά σειρά στρατιωτική επέμβαση στη Συρία συνιστά σημείο-τομή, που σηματοδότησε την κορύφωση της νεοοθωμανικής επέκτασης του Ερντογάν και όπως φαίνεται την αρχή της υποχώρησης.
Επικίνδυνοι γεωπολιτικοί τακτικισμοί
Κυρίως, όμως, οι γεωπολιτικοί τακτικισμοί δεν προσφέρουν οικονομική λύση. Η πιθανή συμμετοχή σε έναν εναλλακτικό προς τις ΗΠΑ, άξονα Ρωσίας-Ιράν-Συρίας, με το Κατάρ να υποστηρίζει δεν μπορεί να δώσει στον Ερντογάν την οικονομική λύση στην κρίση, που θα ήθελε: επαρκή κεφάλαια και αποφυγή των δύσκολων μέτρων που έρχονται με το σπάσιμο της φούσκας στον καπιταλισμό.
Το βίωσε η Κύπρος όταν προσέτρεξε για βοήθεια στη Ρωσία και εισέπραξε αρνητική απάντηση για ένα ασήμαντο στην πραγματικότητα ποσό, μπροστά σε αυτά που όταν εξελιχθεί η κρίση θα φανεί ότι χρειάζεται η τουρκική οικονομία. Καμιά καπιταλιστική χώρα δε δανείζει τα χρήματά της και δε θέτει σε κίνδυνο τις μεγάλες επιχειρήσεις της, χωρίς να έχει εξασφαλίσει τον έλεγχο επί του δανειζομένου. Και ο έλεγχος αυτός δεν είναι ποτέ ευχάριστος.
Πολλώ δε μάλλον, που ο εν λόγω περιφερειακός άξονας μάλλον δεν διαθέτει τα κεφάλαια, τα εργαλεία εποπτείας, τη συνοχή και τη σχέση εμπιστοσύνης προς την Τουρκία και δη του Ερντογάν, προκειμένου να προχωρήσει σε μια τέτοια οικονομική βοήθεια. Και εδώ έρχεται το τρίτο και δυσκολότερο επίπεδο.
Η πολιτική απανωτών γεωπολιτικών και οικονομικών εκβιασμών του Τραμπ, με όπλα το δολάριο αλλά κυρίως τον ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ στο παγκόσμιο εμπόριο ωθεί αναγκαστικά άλλες ισχυρές –στο οικονομικό επίπεδο και όχι μόνο– χώρες σε διερεύνηση μεταξύ τους συνεργασιών. Γερμανία, Ρωσία, Κίνα και μουσουλμανικές χώρες, σε διαφορετικούς συνδυασμούς και με διαφορετικές επιδιώξεις αναζητούν την αποτροπή ενός μεγάλου περιφερειακού πολέμου με παγκόσμιες επιπτώσεις.
Οι παραπάνω δυνάμεις επιζητούν επίσης νέες ενεργειακές και εμπορικές οδούς και κυρίως νέα σχήματα συνεργασίας μπροστά στον κίνδυνο, ή μάλλον στην αρχόμενη πραγματικότητα μιας μετά-δυτικής διεθνούς τάξης. Μία ένδειξη αυτής της νέας διεθνούς τάξης είναι η επιλογή της Γερμανίας να διαπραγματεύεται για όλα σχεδόν τα μείζονα ζητήματα διμερώς και όχι δια της ΕΕ.
Συμπαγές μπλοκ;
Αυτές οι αναζητήσεις, ωστόσο, πολύ απέχουν από το να οδηγούν σε ένα συμπαγές μπλοκ, ικανό να διαφοροποιηθεί συνολικά από τις ΗΠΑ, για μια σειρά λόγων, που δεν μπορούν να αναλυθούν εδώ, τόσο στρατηγικού χαρακτήρα, όσο και συγκυριακού. Στην πραγματικότητα, η Μέρκελ θα έχει σχεδόν αδύνατο έργο εσωτερικά αν προσπαθήσει να πείσει τη Βουλή της για μια γενναία ενίσχυση της Τουρκίας. Ακόμα και εάν το προσπαθούσε και το κατάφερνε, οι όροι θα ήταν ακόμα πιο επώδυνοι από αυτούς που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, χωρίς να μπορεί να αποφύγει η Τουρκία το ΔΝΤ.
Η Κίνα, ακόμα και αν είχε το ενδιαφέρον να στηρίξει οικονομικά την Τουρκία, πράγμα που δεν φαίνεται, ενόψει επιβράδυνσης της οικονομίας της και νέων διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ, θα δίσταζε να αποσπάσει ένα στρατηγικό εταίρο των Αμερικανών. Βεβαίως, ο Ερντογάν έχει ακόμα κάποια όπλα στα χέρια του: τη νομισματική και δημοσιονομική του πολιτική. Επίσης, τη σχέση του με τον πρόεδρο Τραμπ και ενδεχομένως τη δυνατότητα να επιδιώξει μια νέα ισορροπία με τις ΗΠΑ.
Αναμφισβήτητο πολιτικό πλεονέκτημά του είναι και η πραγματική υποστήριξη στο πρόσωπό του, από μεγάλη μερίδα του τουρκικού λαού. Όμως, ταυτόχρονα δίνει μάχη με το χρόνο. Το όριο του παιχνιδιού για τον Τούρκο πρόεδρο είναι η ευστάθεια του τουρκικού τραπεζικού συστήματος και η δυνατότητά του να πληρώνει μισθούς και συντάξεις. Οτιδήποτε τείνει να δημιουργήσει εμπόδια σ’ αυτό το επίπεδο θα αποσταθεροποιεί την εξουσία του. Προς το παρόν, όμως, τα γεγονότα έδειξαν ότι η κρίση της τουρκικής λίρας δεν οδήγησε σε εκτροχιασμό την τουρκική οικονομία.
Δεδομένου του συστήματος εξουσίας Ερντογάν, εάν προκύψει αποσταθεροποίηση, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε αστικό-δημοκρατικού τύπου εξελίξεις. Με άλλα λόγια, από ένα κρίσιμο σημείο και μετά δυνάμεις μέσα στην Τουρκία και έξω από αυτήν (βλέπε ΗΠΑ) θα ξεκινήσουν πιθανά το σχεδιασμό μιας επιχείρησης αλλαγής καθεστώτος, είτε πραξικοπηματικά, είτε μέσω μιας “πολύχρωμης επανάστασης”. Η κλεψύδρα για τον Ερντογάν θα συνεχίσει να αδειάζει και γι’ αυτό κλιμακώνει το νεοοθωμανικό επεκτατισμό του, σε μία προσπάθεια να κρατήσει συσπειρωμένη γύρω του την πλειονότητα των Τούρκων.