Αδειάζουν το καθεστώς Ερντογάν οι ΗΠΑ – Στην αμερικανική μέγγενη η Τουρκία
31/12/2020«Παραμένουμε δεσμευμένοι στην πλήρη εφαρμογή των κυρώσεων, όπως ανακοινώθηκαν από τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στις 14 Δεκεμβρίου» ήταν το σχόλιο του εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, περί σύστασης μίας κοινής αμερικανοτουρκικής ομάδας εργασίας για το ζήτημα των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400 που έχει προμηθευτεί η κυβέρνηση Ερντογάν.
Ο Αμερικανός αξιωματούχος αναφέρθηκε σε «διαβουλεύσεις ρουτίνας» μεταξύ Άγκυρας και Ουάσιγκτον για τις επιπτώσεις που θα έχουν οι αμερικανικές κυρώσεις, που φυσικά αυτές οι διαβουλεύσεις δεν έχουν να κάνουν με την κοινή «ομάδα εργασίας» που είχε αναφερθεί μερικές ώρες πριν ο Τσαβούσογλου, στην συνέντευξη τύπου που παραχώρησε. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε δηλώσει «πρόθυμος για βελτίωση» των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, αναφέροντας πως η Τουρκία «επιδιώκει μία θετική σχέση με την νέα κυβέρνηση» του Τζο Μπάιντεν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία προκαταλαμβάνει ορισμένες διαπραγματεύσεις ρουτίνας, ως προάγγελο σημαντικών διπλωματικών εξελίξεων. Το ίδιο είχε κάνει προηγουμένως με αφορμή ορισμένες συνομιλίες Τούρκων και Ισραηλινών αξιωματούχων για ζητήματα ασφάλειας, όπου η Άγκυρα είχε σπεύσει να προαναγγείλει την πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ, για να διαψευστεί τελικώς από το Τελ Αβίβ.
Η Τουρκία εμφανίζει την αγορά των S-400 ως κυριαρχικό της δικαίωμα, υποτιμώντας τις αμερικανικές ανησυχίες. Αυτές δεν φαίνεται να κατευνάζονται από τις επιθέσεις φιλίας που εξαπολύει “κατά ριπάς” η τουρκική διπλωματία, όταν για τον Μάικ Πομπέο, «οι S-400 θέτουν σε κίνδυνο τον αμερικανικό στρατό».
Απορρίφθηκε το βέτο Τραμπ
Προηγουμένως η αμερικανική βουλή απέρριψε με ενισχυμένη πλειοψηφία το βέτο του Τραμπ στον αμυντικό προϋπολογισμό, ο οποίος προβλέπει πρόσθετες κυρώσεις στην Τουρκία, πέραν αυτών που επιβλήθηκαν στα πλαίσια της παραβίασης της νομοθεσίας CAATSA, τον νόμο “Για την αντιμετώπιση των αντιπάλων των ΗΠΑ μέσω κυρώσεων”.
Αν και το βέτο του Τραμπ δεν συνδέονταν άμεσα με την Τουρκία, η κυβέρνηση Ερντογάν είχε υψηλές προσδοκίες από μία παρασκηνιακή παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου. Ο Τραμπ κατά την επεισοδιακή θητεία του είχε καλλιεργήσει μία ιδιάζουσα σχέση με την Ερντογάν, “διασώζοντας” τον Τούρκο πρόεδρο από την εφαρμογή της CAATSA, μέχρι που έφτασε “ο κόμπος στο χτένι” με την επιχειρησιακή δοκιμή των ρωσικών πυραύλων που πραγματοποίησε η Τουρκία.
Καθώς το βέτο αναμένεται να απορριφθεί και στην Γερουσία, όπου μάλιστα οι Ρεπουμπλικανοί πλειοψηφούν, οι εξελίξεις αποτελούν ένα ράπισμα τόσο για τον Τραμπ, όσο φυσικά και για τον Ερντογάν. Με την θητεία του να λήγει σε λιγότερο από έναν μήνα, ο Τραμπ φαίνεται πως θα περιορισθεί σε επιθετικές αναρτήσεις στο twitter, εις βάρος των στελεχών του ίδιου του κόμματος, τους οποίους περίπου κατηγορεί ως «προδότες».
Ενώπιον διλημμάτων η Τουρκία
Μέχρι στιγμής οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν περιοριστεί στην απαγόρευση των αδειών εξαγωγής για τον οργανισμό προμηθειών άμυνας της Τουρκίας και την επιβολή ταξιδιωτικών απαγορεύσεων και παγώματος περιουσιακών στοιχείων στους ανώτερους αξιωματούχους. Το μεγάλο ερώτημα είναι η στάση που θα κρατήσει ο Ερντογάν, αν επιβληθούν νέες κυρώσεις που θα “δαγκώσουν” περαιτέρω την τουρκική πολεμική βιομηχανία.
Μέχρι στιγμής ο Τούρκος πρόεδρος δεν έχει προβεί σε αντίποινα εις βάρος των Αμερικανών, όπως παλαιότερα έχει απειλήσει, όπως με το κλείσιμο της βάσης του Ιντσιρλίκ. Ήδη πάντως κορυφαίοι Αμερικανοί αναλυτές, όπως ο Μάικλ Ρούμπιν, έχουν επισημαίνει πως υπάρχουν πολλές εναλλακτικές για την αμερικανική στρατηγική από έναν ενδεχόμενο κλείσιμο του Ιντσιρλίκ, γεγονός μάλλον κατανοεί ο Ερντογάν.
Το δίλημμα της Τουρκίας εμφανίζεται πρόθυμη να εκμεταλλευτεί η Ρωσία, με τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών να εκφράζει «την εκτίμηση του προέδρου Πούτιν» στην κυβέρνηση Ερντογάν για την στάση της έναντι των κυρώσεων. Οι δύο υπουργοί στην πρόσφατη συνάντηση τους διεμήνυσαν πως η μεταξύ τους στρατιωτική συνεργασία «θα συνεχιστεί», με τον Τσαβούσογλου να εκφράζει, για πολλοστή φορά, πως οι ρωσοτουρκικές σχέσεις δεν συνιστούν απειλή για το NATO.
Όμως οι Αμερικανοί μάλλον αρχίζουν να χάνουν την υπομονή τους με την Τουρκία, η οποία κινδυνεύει να βρεθεί ενώπιον ενός στρατηγικού αδιεξόδου: αν υποχωρήσει στους Αμερικανούς θα διακινδυνεύσει να χάσει την πολύτιμη ρωσική “προστασία”, που της εξασφαλίζει τα όποια κέρδη απέκτησε στα μέτωπα της Συρίας, της Λιβύης και του Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Το σίγουρο είναι πως οι Αμερικανοί περιμένουν περισσότερα ανταλλάγματα για την άρση των κυρώσεων, σε αντίθεση με τις κυρώσεις που είχε επιβάλει το 2018, όταν τελικώς αρκέστηκαν στην απελευθέρωση ενός Αμερικανού πάστορα από τις τουρκικές φυλακές. Δεν φαίνονται πρόθυμοι να πειστούν από τα “ανατολίτικα κόλπα” που συνηθίζει να επιδίδεται η τουρκική διπλωματία, τα οποία πλέον βρίσκουν ευήκοα ώτα πλέον μόνο στην ΕΕ και σε ένα μέρος του ελληνικού πολιτικού συστήματος.