Απειλεί το “Μεγάλο Ισραήλ” την Τουρκία; – Πώς ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται την κρίση
16/10/2024Ο Πρόεδρος Ερντογάν, στην ομιλία του στις 30/8 στο Προεδρικό Μέγαρο αναφέρθηκε στο «σχέδιο περιφερειακού πολέμου» και στο “Μεγάλο Ισραήλ”, επισημαίνοντας την πιθανότητα οι περιφερειακές εντάσεις να επηρεάσουν την Τουρκία. Στην ίδια ομιλία είπε πως «όσο δεν ανοίγει ρήγμα στο εσωτερικό μέτωπο», οι περιφερειακές κρίσεις δεν μπορούν να προκαλέσουν μόνιμη ζημιά στην Τουρκία.
Ακολούθως και προς επίρρωσιν των όσων είπε ο Ερντογάν για το “Μεγάλο Ισραήλ”, ο εταίρος του και ηγέτης του MHP, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, δήλωσε ότι «εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή». Επεσήμανε την ανάγκη να διατηρηθεί η ειρήνη τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, ενώ άνοιξε την πόρτα συνεργασίας με το φιλοκουρδικό κόμμα DEM! Οι δηλώσεις τόσο του Ερντογάν όσο και του Μπαχτσελί για τη “νέα εποχή”, ως ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί, σχολιάστηκαν ποικιλοτρόπως.
Κύκλοι δεξαμενών σκέψης τις ερμήνευσαν ως πιθανή έναρξη «νέας διαδικασίας επίλυσης», ή ως νέα κίνηση πολιτικού ανοίγματος της κυβέρνησης εν όψει των εκλογών του 2028, ενώ υπήρξαν και εκείνοι που υπενθύμισαν τις σκληρές δηλώσεις, που αντάλλαξαν κατά καιρούς κυβέρνηση και κόμματα της αντιπολίτευσης. Οι ίδιοι κύκλοι στην Τουρκία θεωρούν ότι –ανεξαρτήτως της ερμηνείας– είναι σαφές ότι οι δηλώσεις των δύο ηγετών δεν πρέπει να θεωρηθούν συνηθισμένες ή τυχαίες.
Η πολιτική αυτή πρωτοβουλία δεν θα πέσει στο κενό, αντιθέτως πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μια ευκαιρία, το φιλοκουρδικό κόμμα να λειτουργήσει ως εθνικό κόμμα που εκπροσωπεί όλη την Τουρκία, κρατώντας αποστάσεις από την τρομοκρατία. Σε επόμενες δηλώσεις, ο Ερντογάν υπέδειξε το σημείο στο οποίο θα επικεντρωθούν όσοι επιδιώκουν να «καταρρεύσει το εσωτερικό μέτωπο». Κάλεσε εκ νέου για «ενίσχυση της ενότητας και της αλληλεγγύης», τονίζοντας την ανάγκη να προταθούν «πεδία συναίνεσης» αντί «πεδίων σύγκρουσης» τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό, απέναντι στην επιθετικότητα του Ισραήλ.
Το “Μεγάλο Ισραήλ” σαν απειλή
Στην εναρκτήρια ομιλία του για το νέο νομοθετικό έτος (1/10), ο Πρόεδρος της Τουρκίας χαρακτήρισε το Ισραήλ επεκτατική δύναμη, προειδοποιώντας ότι ο επόμενος στόχος του Ισραήλ μετά τον Λίβανο είναι η Τουρκία και τα εδάφη της Ανατολίας. Ακολούθησαν αναλύσεις της ιδέας του “Μεγάλου Ισραήλ”, σχετικά με τον ρόλο που διαδραματίζει (σ.σ. το “Μεγάλο Ισραήλ”) διαχρονικά στην πολιτική εντός της Τουρκίας.
Ο Νετσμετίν Ερμπακάν, πολιτικός μέντορας του Ερντογάν, είχε εκφράσει την ανησυχία του σχετικά με την ιδέα ενός “Μεγάλου Ισραήλ”, υποστηρίζοντας επίσης ότι οι υπερεθνικές ρυθμίσεις της Ευρώπης απειλούν την κυριαρχία της Τουρκίας. Κατά τον Ερμπακάν, αυτές οι ρυθμίσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη διαγραφή της τουρκικής ταυτότητας, η οποία θα αντικαθίστατο από μια ιουδαιοχριστιανική. Υποστήριζε επίσης ότι το Ισραήλ επιδιώκει την ένταξη της Τουρκίας, με αποτέλεσμα η χώρα να υποβαθμιστεί σε απλή επαρχία ενός “Μεγάλου Ισραήλ”.
Έγκριτοι αναλυτές και διπλωμάτες, εύστοχα επεσήμαναν, ότι η Τουρκία δεν μπορεί να αποτελέσει συμβατικό στόχο του Ισραήλ λόγω της ισορροπίας δυνάμεων και των γεωπολιτικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει το Ισραήλ, ενώ είναι και πολιτικά ανέφικτο. Οι ίδιοι ανέφεραν, ότι είναι πιθανό να συμβεί σε επίπεδο ασύμμετρου πολέμου, δηλαδή μέσω μεθόδων όπως ο κυβερνοπόλεμος, η παραπληροφόρηση και οι σχέσεις με τρομοκρατικές οργανώσεις.
Παράλληλα, θεωρούν ότι η Τουρκία δεν πιστεύει πως το Ισραήλ θα επιδιώξει να εισβάλει και να καταλάβει τουρκικό έδαφος. Ο τουρκικός στρατός δεν προετοιμάζεται για μια ισραηλινή εισβολή. Μία τέτοια εισβολή είναι από ανυπόστατη έως αστεία. Ενώ γράφονταν αυτές οι γραμμές, ο Ισραηλινός Πρόεδρος, Χέρτζοκ, δήλωσε: «Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι το Ισραήλ δεν είχε ποτέ στρατιωτικά σχέδια για την Τουρκία. Αντιθέτως, έχουμε μεγάλο σεβασμό για τον τουρκικό λαό. Έχουμε δημιουργήσει σχέσεις και φιλία μεταξύ των λαών μας».
Αναμφίβολα, η σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης είναι τραγικά οδυνηρή για τους ανθρώπους, ωστόσο είναι μακριά από εκείνους που δεν βρίσκονται σε Παλαιστίνη, Λίβανο, Ιορδανία και συνεπώς δεν επηρεάζεται άμεσα και καθημερινά η ζωή τους από τη σύγκρουση. Αν ο Ερντογάν στην ομιλία του (1/10) απλώς επέκρινε τους Ισραηλινούς και επαινούσε τους Παλαιστίνιους, θα ήταν αποδεκτό, αλλά θα φαινόταν απόμακρο. Με την προσθήκη της απειλής του “Μεγάλου Ισραήλ”, το ζήτημα απέκτησε αμεσότητα.
Έγινε πλέον κεντρικό θέμα στην ατζέντα της χώρας, ένα σοβαρό ζήτημα εθνικής ασφάλειας και άμυνας, το οποίο παγιώνεται ως αφήγημα της Άγκυρας. Η κίνηση να παρουσιαστεί η απειλή του “Μεγάλου Ισραήλ” με τρόπο τέτοιο ώστε να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη της αντιπολίτευσης, φαίνεται πως πέτυχε. Ο Ερντογάν στην ομιλία του ανέσυρε την εν λόγω θεωρία, προκαλώντας εσωκομματικές αναταράξεις στην αντιπολίτευση, ενώ ταυτόχρονα κάλεσε σε εθνική συνεννόηση.
Άνοιγμα προς τους Κούρδους
Κυρίως όμως, ο Ερντογάν μιλούσε στο Κοινοβούλιο, με την αντιπολίτευση παρούσα. Ήταν, λοιπόν, μια ευκαιρία να δημιουργήσει μια “διάκριση φίλου-εχθρού”, που θα μπορούσε να υιοθετήσει και η αντιπολίτευση. Μετά την ομιλία, ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί έκανε κάτι που άφησε άφωνους τους πάντες. Σηκώθηκε και έσφιξε τα χέρια με τους αριστερούς βουλευτές του φιλοκουρδικού κόμματος DEM, λέγοντάς τους ότι η περιοχή περνά δύσκολες στιγμές κι ότι κυβέρνηση κι αντιπολίτευση πρέπει να μείνουν ενωμένες. Ο Μπαχτσελί σπάνια θα έκανε μια τέτοια κίνηση, πόσο μάλλον εάν δεν την είχε προηγουμένως συζητήσει με τον Ερντογάν.
Λίγες μέρες αργότερα, ο αρχηγός της κεμαλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης (CHP) Οζγκιούρ Οζέλ, απευθυνόμενος στους βουλευτές του είπε: «Θέλουμε να ενημερωθούμε για τα θέματα ασφάλειας της Τουρκίας. Εάν υπάρχει απειλή από το Ισραήλ, θέλουμε να το μάθουμε. Η ισχύς του Ισραήλ δεν θα είναι αρκετή για να απειλήσει την Τουρκία. Μπορούμε να αμφισβητήσουμε τον Νετανιάχου μαζί, αλλά δεν θα επιτρέψουμε αυτό το πρόβλημα να επισκιάσει τα πραγματικά προβλήματα της Τουρκίας». Αν αυτό ακούγεται μπερδεμένο, είναι επειδή ο Οζέλ ήταν μπερδεμένος και η εν λόγω δήλωση αμήχανη. Είπε, ότι ήθελε να ενημερωθεί από την κυβέρνηση εάν το Ισραήλ αποτελεί απειλή για την Τουρκία, είπε ότι δεν θα μπορούσε να είναι μια απειλή ακόμα κι αν ήταν, αλλά ότι σε κάθε περίπτωση, τίποτα από αυτά δεν θα εμπόδιζε την αντιπολίτευση να κάνει τη δουλειά της, αμφισβητώντας την κυβέρνηση.
Στην ενημέρωση Τύπου, επιστρέφοντας από το Βελιγράδι (12/10), ο Ερντογάν αναφέρθηκε ευθέως σε μια «πιθανή νέα ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους», δηλώνοντας: «Είμαστε πάντα έτοιμοι να επιλύσουμε τα ζητήματα μέσω μη τρομοκρατικών μεθόδων». Η κίνησή του εντάσσεται στο πλαίσιο της συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Στις 14/10, στην ομιλία του στους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος (AKΡ), ο Ερντογάν ζήτησε πολιτική εξομάλυνση και εθνική συνεννόηση, κάνοντας λόγο για «ατμόσφαιρα αποκλιμάκωσης και πολιτικής εξομάλυνσης», στην οποία έχει εισέλθει η Τουρκία.
Δεν παρέλειψε, μάλιστα, να εξάρει τη στάση του Μπαχτσελί: «Να ενισχύσουμε το έδαφος για διάλογο στην πολιτική και να αυξήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τα κοινά σημεία μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και τμημάτων της κοινωνίας. Πρέπει να είμαστε σε επαγρύπνηση. Οποιοσδήποτε κινείται για να υπονομεύσει την ατμόσφαιρα αποκλιμάκωσης που εξαπλώνεται από την πολιτική στην κοινωνία, σίγουρα δεν θέλει το καλό της Τουρκίας. Όπως γνωρίζετε, η Τουρκία έχει εισέλθει πρόσφατα σε ένα κλίμα πολιτικής εξομάλυνσης. Η αναζήτηση κοινού εδάφους μεταξύ των πολιτικών παραγόντων, ιδίως στα εθνικά θέματα, έχει αρχίσει να αυξάνεται.
»Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε έναν άξονα αδελφοσύνης όχι μόνο μεταξύ των μελών του έθνους μας με διαφορετικές καταβολές, αλλά και σε ολόκληρη την περιοχή μας, αγκαλιάζοντας όλους, είτε είναι Τούρκοι, είτε Τουρκμένοι, είτε Άραβες, είτε Κούρδοι. Ωστόσο, ορισμένοι αναλαμβάνουν δράση για να σαμποτάρουν αυτόν τον άξονα αδελφοσύνης. Θεωρούμε τη στάση του κ. Μπαχτσελί θετική και σημαντική για τον αγώνα της χώρας μας για δημοκρατία. Ελπίζουμε ότι ο αριθμός όσων λαμβάνουν αυτά τα μέτρα θα αυξηθεί στο μέλλον. Καθώς ο αριθμός όσων κάνουν αυτά τα βήματα αυξάνεται, ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να διευρύνουμε τη βάση της κοινωνικής συναίνεσης για το νέο Σύνταγμα».