ΑΝΑΛΥΣΗ

Μπορούν οι ΗΠΑ να επιβάλλουν στο Νετανιάχου παλαιστινιακό κράτος;

Μπορούν οι ΗΠΑ να επιβάλλουν στο Νετανιάχου παλαιστινιακό κράτος;

Τρεισήμισι περίπου μήνες μετά την αιματηρή επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ, η οποία προκάλεσε μαζικούς βομβαρδισμούς στη Λωρίδα της Γάζας και στη συνέχεια την εισβολή του ισραηλινού στρατού, το αίμα συνεχίζει να κυλάει ποτάμι. Οι Παλαιστίνιοι μετρούν μέχρι τώρα περίπου 25.000 νεκρούς, πάνω από 60.000 τραυματίες και 6.000 αγνοούμενους, εκ των οποίων η μεγάλη πλειονότητα είναι άμαχοι – κυρίως παιδιά και ηλικιωμένοι. Οι Ισραηλινοί έχουν μέχρι τώρα χάσει περίπου 1400 αμάχους και στρατιώτες την 7η Οκτωβρίου (μαζί με τους ομήρους), ενώ στις μάχες έχουν χάσει κάποιες εκατοντάδες στρατιώτες.

Ο απολογισμός του αίματος είναι πολύ βαρύς, αλλά βαριές είναι και οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές επιπτώσεις αυτού του πολέμου. Και μόνο οι επιθέσεις των σιιτών Χούτι στην είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας υποχρεώνουν πολλά εμπορικά πλοία να κάνουν τον περίπλου της Αφρικής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το κόστος των μεταφερόμενων προϊόντων σε μία περίοδο που ειδικά η Δύση υποφέρει από τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και τον πληθωρισμό.

Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι ο πόλεμος στη Γάζα που δεν λέει να τελειώσει. Ο ισραηλινός στρατός, που θεωρείται από τους καλύτερους παγκοσμίως, δεν έχει καταφέρει μετά από τρεις μήνες χερσαίων επιχειρήσεων να εξουδετερώσει επιχειρησιακά τη Χαμάς σε μία μικροσκοπική λωρίδα γης, η οποία είναι αποκλεισμένη από παντού. Οι ένοπλες παλαιστινιακές οργανώσεις συνεχίζουν να μάχονται και να προκαλούν απώλειες, έστω κι αν οι ίδιες υφίστανται πολύ μεγαλύτερες.

Το κρίσιμο ερώτημα που εγείρεται μετά από αυτά είναι εάν υπάρχει διέξοδος. Επισήμως, το Ισραήλ δηλώνει πως δεν θα σταματήσει τον πόλεμο εάν δεν εξαλείψει τη Χαμάς. Ο στόχος είναι απρόσιτος. Ακόμα κι αν το Ισραήλ εξαλείψει τις επιχειρησιακές δυνατότητές της, η Χαμάς δεν είναι απλά μία στρατιωτική δύναμη. Είναι πρωτίστως ένα πολιτικό κίνημα. Και η Ιστορία διδάσκει πως ένα ριζωμένο πολιτικό κίνημα δεν εξαλείφεται με στρατιωτικά μέσα.

Παλαιστινιακό κράτος

Δεν είναι τυχαίο ότι η ίδρυση παλαιστινιακού κράτους έχει επανέλθει με ένταση στο προσκήνιο ως η μόνη διέξοδος από αυτή την κρίση. Την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους θεωρητικά υποστηρίζουν και οι ΗΠΑ και η ΕΕ εδώ και πολλά χρόνια. Στην πράξη, όμως, αποδέχονταν τις μεθοδεύσεις του Ισραήλ για να μην προχωρήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Μόνο ίσως ο Ομπάμα θεωρούσε την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους εξέλιξη-κλειδί όχι μόνο για τις σχέσεις των ΗΠΑ με το μουσουλμανικό κόσμο, αλλά και για τη σταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής. Δεν κατάφερε, όμως, να προωθήσει την πολιτική του παρότι είχε πιέσει το Νετανιάχου να σταματήσει ο εποικισμός των παλαιστινιακών εδαφών και να δρομολογηθεί η ίδρυση παλαιστινιακού κράτους, δηλώνοντας πως αυτό θα ήταν υπέρ του Ισραήλ (Μάϊος 2009).

Από την άλλη πλευρά, είχε παραλλήλως ζητήσει από τις αραβικές χώρες να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ, με σκοπό να δημιουργηθεί μία ειρηνευτική δυναμική. Συζήτηση για αναγνώριση του Ισραήλ είχε γίνει στο πλαίσιο του Αραβικού Συνδέσμου και είχε τεθεί ως προϋπόθεση το πάγωμα των εποικισμών, όπως όριζε και ο Οδικός Χάρτης του 2003. Οι εποικισμοί δεν σταμάτησαν στη Δυτική Όχθη, αλλά –όπως είναι γνωστό– δρομολογήθηκαν οι “Συμφωνίες του Αβραάμ” για την εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με τις μοναρχίες του Κόλπου.

Παρότι δέχθηκε δημόσιες πιέσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, ο Νετανιάχου αρνήθηκε να σταματήσει τους εποικισμούς, αλλά αποδέχθηκε στα λόγια την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους, θέτοντας, όμως, απαγορευτικούς όρους (Ιούνιος 2009). Μεταξύ αυτών ήταν ότι το νέο κράτος θα ήταν πλήρως αποστρατιωτικοποιημένο και με διάτρητη κυριαρχία, ότι ολόκληρη η Ιερουσαλήμ θα ενσωματωθεί στο Ισραήλ και οι Παλαιστίνιοι θα αναγνωρίσουν τον αποκλειστικά εβραϊκό χαρακτήρα του Ισραήλ. Η απαίτηση αυτή είχε τεθεί και στις συνομιλίες της Ανάπολης (Νοέμβριος 2007) και είχε απορριφθεί. Ο λόγος είναι ότι η παλαιστινιακή πλευρά διεκδικεί την επιστροφή ενός αριθμού προσφύγων στις εστίες τους και εκτός αυτού, το 20% των πολιτών του Ισραήλ είναι Παλαιστίνιοι (1.300.000).

Πώς ο Νετανιάχου τορπίλισε την πολιτική Ομπάμα

Κι άλλες φορές η πολιτική της Ουάσιγκτον απέκλινε από την πολιτική του Ισραήλ, αλλά για πρώτη φορά επί Ομπάμα αυτή η απόκλιση ήταν τόσο μεγάλη. Κυρίως ήταν η πρώτη φορά που Αμερικανός πρόεδρος εμφανιζόταν αποφασισμένος να μην υποχωρήσει στις πιέσεις του πανίσχυρου εβραϊκού λόμπι. Ο πολιτικός συμβολισμός ήταν τεράστιος, όχι μόνο για τους απανταχού μουσουλμάνους, αλλά συνολικά για τη διεθνή κοινή γνώμη.

Από την άλλη πλευρά, όμως, το εβραϊκό λόμπι δεν διαθέτει μόνο ισχυρούς μοχλούς πίεσης στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Έχει και παράδοση να “πουλάει” τις ισραηλινές επιλογές σαν επιλογές που εξυπηρετούν τα αμερικανικά συμφέροντα! Μ’ αυτή την έννοια, δεν είναι καθόλου εύκολος αντίπαλος. Ο Ομπάμα προσπαθούσε να υφάνει έναν πολιτικοδιπλωματικό κλοιό για να προωθήσει την ειρηνευτική διαδικασία στο Παλαιστινιακό. Ο Νετανιάχου προσπάθησε να τινάξει στον αέρα τις αμερικανικές πρωτοβουλίες, απειλώντας ότι θα βομβάρδιζε τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

Ο Ομπάμα είχε δύο επιλογές: Η πρώτη ήταν να απειλήσει το Ισραήλ ότι εάν δεν διαπραγματευθεί εποικοδομητικά την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους οι ΗΠΑ θα δρομολογούσαν την αναγνώρισή του από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, δημιουργώντας πολιτικό τετελεσμένο. Η δεύτερη επιλογή ήταν να συνεχίσει χωρίς δυναμική την προσπάθεια επανέναρξης της αδιέξοδης ειρηνευτικής διαδικασίας, που στην πράξη τορπίλιζε η κυβέρνηση Νετανιάχου. Ο Αμερικανός πρόεδρος προτίμησε το δεύτερο, γεγονός που επέτρεψε στο Ισραήλ να συνεχίσει ουσιαστικά την ίδια πολιτική.

Για την τιμή των όπλων ο Σολάνα

Αυτό που δεν έκανε ο Ομπάμα το πρότεινε ο τότε αρμόδιος για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ Σολάνα: «Ύστερα από μια προκαθορισμένη ημερομηνία, μία απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας πρέπει να υιοθετήσει τη λύση των δύο κρατών», διευκρινίζοντας ότι η απόφαση αυτή θα περιλαμβάνει παραμέτρους που αφορούν τα σύνορα, τον έλεγχο της Ιερουσαλήμ και το θέμα των προσφύγων. Πρόσθεσε ότι «εάν οι δύο πλευρές (Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι) δεν μπορούν να θέσουν ένα χρονοδιάγραμμα για τις διαπραγματεύσεις, τότε μια λύση που υποστηρίζεται από τη διεθνή κοινότητα θα πρέπει να τεθεί στο τραπέζι» (Ιούλιος 2009).

Τη σοβαρή αυτή πρόταση, όμως, ο Χαβιέ Σολάνα την έκανε στο τέλος της θητείας του κι όχι πριν. Γι’ αυτό και ο τότε Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Λίμπερμαν την αντιμετώπισε όπως πράγματι ήταν: «Δεν πρέπει να αποδίδουμε μεγάλη σημασία σε δηλώσεις ενός διπλωμάτη, η θητεία του οποίου λήγει… Ούτε οι ΗΠΑ ούτε η Ευρώπη προτίθενται να επιβάλλουν μια λύση». Αυτή ήταν η αλήθεια.

Όταν, μάλιστα, εξελέγη ο Τραμπ η αμερικανική πολιτική άλλαξε άρδην. Ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου ταυτίστηκε ουσιαστικά με το Ισραήλ, με αποτέλεσμα η ίδρυση παλαιστινιακού κράτους να εξαφανιστεί ουσιαστικά από την ατζέντα. Ενδεικτικό είναι ότι για τους εκατοντάδες Παλαιστίνιους που δολοφονήθηκαν από Ισραηλινούς (κυρίως από εποίκους) στη Δυτική Όχθη από τις αρχές του 2023 μέχρι την 7η Οκτωβρίου δεν έγινε κανένας λόγος στη Δύση! Οι δολοφονίες είχαν γίνει αδιάφορη ρουτίνα.

Στο αυριανό άρθρο θα αναφερθώ στην τωρινή διπλωματική δυναμική για ίδρυση παλαιστινιακού κράτους και εάν αυτή έχει προϋποθέσεις να σπάσει το αδιέξοδο.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι